Ο ομογενής πρώην πράκτορας της CIA Τζον Κυριάκου μίλησε στον «Εθνικό Κήρυκα».
Το πρώτο βιβλίο του Τζον Κυριάκου «Απρόθυμος κατάσκοπος: Η κρυφή ζωή μου στον πόλεμο της CIA κατά της τρομοκρατίας», το οποίο έγραψε μαζί με τον Michael Ruby, εκδόθηκε το 2012. Οι περιγραφές είναι σε πρώτο πρόσωπο και αφορούν μια καριέρα δύο δεκαετιών στη CIA.
Το βιβλίο περιγράφει το ρόλο του στη σύλληψη υψηλόβαθμων τρομοκρατικών στελεχών της Αλ Κάιντα και παρέχει πληροφόρηση εκ των έσω γύρω από τη συζήτηση για τις τεχνικές ανάκρισης που χρησιμοποιούνταν από τις μυστικές υπηρεσίες για την εκμαίευση πληροφοριών για τον πόλεμο του Αφγανιστάν και του Ιράκ.
Ο κ. Κυριάκου, του οποίου η οικογένεια κατάγεται από τη Ρόδο, αφιέρωσε τα πρώτα οκτώ χρόνια της καριέρας του στη CIA ως αναλυτής στη Μέση Ανατολή με ειδίκευση στο Ιράκ. Εμαθε Αραβικά και διορίσθηκε στην Αμερικανική Πρεσβεία στο Μπαχρέιν.
Σταδιακά έγινε διευθυντής λειτουργίας και ήταν αξιωματούχος της Αντιτρομοκρατικής και αργότερα διορίστηκε διευθυντής της Αντιτρομοκρατικής στο Πακιστάν, θέση από την οποία ηγήθηκε σε πολλές επιδρομές εναντίον της Αλ Κάιντα με τη σύλληψη πολλών στελεχών της.
Ισχυρίζεται ότι ηγήθηκε σε μία επιδρομή στην οποία συνελήφθη ο τρίτος στην ιεραρχία της Αλ Κάιντα, ο Abu Zubaydah. Κι έπειτα από όλα αυτά ο κ. Κυριάκου στάλθηκε στη φυλακή επί τριάντα μήνες με την κατηγορία ότι αποκάλυψε τη χρήση βασανιστηρίων της CIA σε βάρος των φυλακισμένων της Αλ Κάιντα.
Της φυλακής τα σίδερα…
Ο κ. Κυριάκου μίλησε στον «Εθνικό Κήρυκα» για το καινούργιο του βιβλίο, το οποίο είναι υπό μορφή απομνημονεύματος με τίτλο: «Περνώντας Χρόνο στη Φυλακή σαν Κατάσκοπος: Πώς η CIA με Δίδαξε να Επιβιώνω και να Ευδοκιμώ στη Φυλακή». Ο κ. Κυριάκου μίλησε για την θήτευσή του στη φυλακή, για την αδήριτη ανάγκη αναμόρφωσης του συστήματος των φυλακών στις Ηνωμένες Πολιτείες, για τη ζωή του, την οικογένειά του και πώς τον βοήθησε η Ελληνική Κοινότητα κατά τις δύσκολες στιγμές του.
Είπε, πως «δεν μπορώ να σας πω πόσοι άλλοι φυλακισμένοι μου είπαν πως έχεις ακροατήριο κι έχεις να πεις μία ενδιαφέρουσα ιστορία, οι άνθρωποι εκεί έξω δεν γνωρίζουν τι είναι να βρίσκεται κάποιος στη φυλακή».
Τόνισε πως «με συγκλόνισαν μερικά πράγματα, όπως ότι βρήκα το σύστημα των φυλακών να είναι ρατσιστικό, ξενοφοβικό, και το πιο ενοχλητικό, το γεγονός ότι προσεγγίζουν τις ψυχικές ασθένειες ως πειθαρχικό πρόβλημα κι όχι ως πρόβλημα ιατρικό. Είχα κάποιον συγκρατούμενο στο κελί μου ο οποίος ήταν άστεγος και ζούσε μέσα σ’ μία κούτα κάτω από μια γέφυρα στο Πίτσμπουργκ και ο οποίος παραβίασε τους όρους της δοκιμαστικής του επιτήρησης επίτηδες, προκειμένου να τον συλλάβουν, να τον στείλουν στη φυλακή για να έχει κάπου να μένει και να μην κρυώνει.
»Μια μέρα μπήκε στο κελί όπου είμαστε έξι άτομα και μας είπε: ‘Παιδιά πρέπει να σας προειδοποιήσω πως πάσχω από προχωρημένη μορφή ψυχασθένειας. Οταν παίρνω τα φάρμακα μου είμαι μια χαρά, αλλά όταν δεν τα παίρνω γίνομαι απολύτως παρανοϊκός και πρέπει να σας πω ότι εδώ στη φυλακή δεν μου δίνουν τα φάρμακα’. Πράγματι μία εβδομάδα αργότερα συμπεριφερόταν έξαλλα και παράφρονα και οι υπεύθυνοι της φυλακής τον έβαλαν σε απόλυτη απομόνωση.
»Στη συνέχεια, τον έγδυσαν παντελώς και τον έβγαλαν έξω στο κρύο που το θερμόμετρο έδειχνε μονούς αριθμούς. Την πρώτη ώρα φώναζε, τους βλαστημούσε και στη συνέχεια άρχισε να κλαίει και στη συνέχεια κουλουριάστηκε και λιποθύμησε. Κι αυτό είναι παράνομο, δεν είναι έννομη τιμωρία, αυτό δεν είναι θεραπεία, απλά είναι λάθος».
Και συνέχισε, λέγοντας πως «τα χειρότερα είναι στις ιδιωτικές φυλακές οι οποίες είναι κερδοφόρες οντότητες και εκεί που εξοικονομούν χρήματα για τους μετόχους είναι ο τομέας του φαγητού και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Κι έτσι πολλές φορές σου δίνουν φαγητό το οποίο δεν είναι για ανθρώπινη κατανάλωση και δεν υπάρχει ιατροφαρμακευτική φροντίδα.
»Μιλώντας για φαγητό, στη δική μας φυλακή που πήγα την πρώτη μέρα, μπήκα στην τραπεζαρία και είδα κάποια κουτιά με ψάρια στα οποία υπήρχε η επιγραφή πως δεν είναι για κατανάλωση από ανθρώπους, αλλά από αυτά ακριβώς που μας τάιζαν για μεσημεριανό. Θυμάμαι ότι έτυχε την πρώτη μου ημέρα που ήταν Παρασκευή και είπα, ‘α ψάρι, μου αρέσει το ψάρι’, οπότε κάποιος κρατούμενος μου είπε ‘δεν θα σου αρέσει αυτό το ψάρι, το λέμε πέστροφα των υπονόμων, μην το φας’. Κι ήταν τότε που είδα ότι είναι τροφή για τα ζώα».
Ο κ. Τζον Κυριάκου ήταν αποφασισμένος να δημοσιεύσει το βιβλίο του. Είπε πως «ένας από τους διευθυντές με κορόιδευε, λέγοντάς μου πως ‘έμαθα ότι γράφεις βιβλίο’. Και του απάντησα ‘ναι γράφω’. Γέλασε και μου είπε ‘όλοι οι φυλακισμένοι λένε ότι γράφουν βιβλίο’. Τον ρώτησα πόσων τα βιβλία είναι στον αριθμό 5 στο κατάλογο των καλύτερο βιβλίων της ‘Ουάσιγκτον Ποστ’; Να είσαι σίγουρος ότι αυτό το βιβλίο θα δημοσιευτεί και θα είναι εκδίκησή μου εναντίον σας. Κι έτσι εδώ είναι».
Μιλώντας για τη βοήθεια που δέχθηκε από την Ελληνοαμερικανική Κοινότητα, είπε πως «υπάρχουν μερικοί σπουδαίοι άνθρωποι όπως ο Νίκος Μούγιαρης, ο Denis Mehiel οι οποίοι ήταν εξαιρετικοί (…), επίσης το τμήμα μου της AHEPA, ο Αλέξης Γιαννούλιας, και οι οποίοι αναμένουν με αγωνία την κυκλοφορία αυτού του βιβλίου όπως κι εγώ».
Συμπλήρωσε πως «ολόκληρη η Ελληνοαμερικανική Κοινότητα ήταν πολύ καλή σε μένα, η Ελληνική Κοινότητα». Ανέφερε ακόμα πως «ο Μητροπολίτης Πίτσμπουργκ Σάββας είναι ένας από τους μεγαλύτερους υπερασπιστές μου, γενναιόδωρος και αλληλέγγυος. Με επισκέφθηκε στη φυλακή, μίλησε για την περίπτωσή μου, διάδωσε άρθρα που είχαν γραφτεί για μένα. Είναι πολύ καλός φίλος κι όχι μόνο ο ίδιος, αλλά ολόκληρη η Μητρόπολη Πίτσμπουργκ (…) Η υποστήριξη από την Κοινότητα ήταν πραγματικά απίστευτη».
Για την οικογένειά του είπε πως «δόξα τω Θεώ είναι πολύ καλά, ήταν ένας μακρύς δρόμος για όλους μας. Μετακομίσαμε πίσω στο σπίτι μας τον περασμένο Ιούλιο και η σύζυγός μου είναι καλά και τα παιδιά μας μια χαρά. Έχω πολλά πράγματα για να είμαι ευγνώμων». Μίλησε για την σύζυγό του με πολλή αγάπη, τονίζοντας πως «πρέπει να σας πω ότι δεν θα μπορούσα να το περάσω όλο αυτό μόνος μου χωρίς την υποστήριξη της συζύγου μου. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να το αντιμετωπίσω χωρίς εκείνη».
Πηγή: ekirikas.com