Ο Νίκος Τσελεμεντές πέθανε. Ο Μπριγιά Σαβαρέν της Ελλάδος, ο συγγραφέας του μοναδικού μας γαστρονομικού μας κώδικος, δεν υπάρχει πια στη ζωή.
Οι Γάλλοι εώρτασαν, εδώ και είκοσι χρόνια, με τον επισημότερο τρόπο, τον αυτοκράτορα της κουζίνας και της τραπέζης των. Εμείς, όσο τον είχαμε ζωντανό, τον αγνοήσαμε, δεν τον πανηγυρίσαμε ποτέ. Αδικία ιστορική. Ας τον ξεπροβοδίσουμε, τουλάχιστον, νεκρό, με τιμές που του ταιριάζουν.
Ο Τσελεμεντές δε φεύγει έτσι. Ο μέγας αυτός ευεργέτης του ελληνικού νοικοκυριού, προ πάντων του νεοτεύκτου, άφησε ΄σύγγραμμα- ένα από τα τελειότερα νεοελληνικά βιβλία: Το «Οδηγό της Μαγειρικής». Είναι αληθινό μνημείο της «άρτε κουλινάρια», σανίδα σωτηρίας κάθε νέας νοικοκυράς, που μεταμορφώνει σε μαγείρισσα και την κοπέλλα, την πιο άγευστη μαγειρικής.
Μ’ αυτό το βιβλίο έφτιαξε ο Τσελεμεντές το τραπέζι μας· κατήρτισε τον ουρανίσκο μας· ετακτοποίησε το στομάχι μας· έλυσε το τραγικό πρόβλημα του «τι θα φάμε σήμερα» και πρόσφερε υπηρεσία πραγματικά εθνική. Ένα έθνος κρίνεται και από την κουζίνα του. Πες μου πως τρως, να σου πω ποιος είσαι.
Η αναρχία της ελληνικής κουζίνας είναι γνωστή: Ιταλική, τουρκική, αλλά προ πάντων κράμα όλων των πρωτογενών συστημάτων, εφυτοζωούσε σε μια κατάσταση μάλλον προϊστορική: Γιουβέτσι, φασολάδα, αρνάκι φρικασέ, μπακαλιάρος πλακί και το ψητό της σούβλάς- αυτό ήτανε, όλο κι όλο…το δραματολόγιό της. Ο Τσελεμεντές με την επιβλητική του πραγματεία, έσπρωξε την ελληνική κατσαρόλα στο σύγχρονο πολιτισμό.
Αυτός ο άνθρωπος ήταν μάγειρος εκ γενετής. Νέος γνωστός, κομψός, έξυπνος, εύθυμος, καλοφαγάς, γλεντζές από οικογένεια ξενοδόχων (προ εξήντα ετών λειτουργούσε εστιατόριο Τσελεμεντέ, στην ακτή Νέου Φαλήρου, όταν ήταν στις δόξες της) ο τύπος αυτός της παλιάς Αθήνας είχε μέσα του το δαιμόνιο. Ο μάγειρος γεννάται, όπως κι ο ποιητής. Η πείρα ήρθε ύστερα: Στην υπηρεσία διαφόρων πρεσβειών, που στα επίσημα γεύματά τους-μεγάλες μαγειρικές μάχες- ξεχώρισε σαν ασυγκράτητος μάγειρος.
Τα ταξίδια τον τελειοποίησαν: Τουρκία, Ρωσία, Γαλλία, Ιταλία, Αγγλία, κι επιτέλους Αμερική. Μελέτησε όλες τις κουζίνες της γης. Και το βιβλίο του είναι πεμπτουσία παγκοσμίων γνώσεων. Δεν πιστεύω-τουλάχιστον στην Ελλάδα-να υπάρχη δεύτερο. Η νοικοκυρά μπορεί να μαγερέψη μ’ αυτό ακριβά, μέτρια, φθηνά, όπως θέλει, αλλά θα είναι πάντα σύμφωνη με την υγιεινή και την καλλιτεχνία.
Όταν ήτανε στην Αμερική, ο Οδυσσέας αυτός των μαγειρικών περιπλανήσεων, μια διάδοσι έφερε στην Αθήνα, ότι πέθανε. Η είδησι αυτή έφθασε, όταν ακριβώς κυκλοφορούσε η πρώτη έκδοσι της Μαγειρικής του (Απρίλης του 1926). Οι κριτικές που γράφτηκαν τότε ήτανε νεκρολογίες… Από τον άλλο κόσμο-δηλαδή το Νέο Κόσμο-έφθασε η απάντηση του Τσελεμεντέ, γεμάτη χιούμορ: «Για ένα πράγμα μόνον είμαι ευχαριστημένος-έγραφε-που δεν πέθανα: Το ότι απέκτησα και ανεψιόν: Τον κύριο Κώσταν Αθάνατον, όστις με αποκαλεί θείον. Λέξις δηλαδή που δεν είχε χαϊδεύσει την ακοήν μου δια το μη έχειν ανεψιούς. Δέον να προσθέσω, ότι θείους τουναντίον, εχω πολλούς· και εις εξ αυτών ήτο ο κάτοχος του εστιατορίου του Νέου Φαλήρου».
Όταν βγήκε ο «Οδηγός της Μαγειρικής» του έγραψα ειλικρινέστατο εγκώμιο: «Είναι- είπα, κάνοντας κι εγώ χιούμορ με τη σειρά μου-ο μεγαλύτερος συγγραφεύς της Ελλάδος. Δεν αστειεύομαι καθόλου. Αν γράφειν σημαίνη παρέχειν κάποιαν υπηρεσίαν εις τους ανθρώπους δια του γραπτού λόγου, ο Τσελεμεντές υπεραξίζει τον τίτλον αυτόν. Και του οφείλω ανεπιφύλακτον εγκώμιον. Ο Τσελεμεντές απαντά σ’ ένα καθημερινό ερώτημα της ζωής μας, που ένα πλήθος άνθρωποι άνθρωποι θάδιναν κι εγώ δεν ξέρω τι, για να έλειπε :Έχει καταστρώσει το μενού και των τριακοσίων εξηνταπέντε ημερών του έτους .Είναι απλούς, σαφής, αναλυτικός, γευστικός, ευκολοεφάρμοστος, φτιασμένος για την ελληνική κουζίνα…
Πόσα νέα νοικοκυριά δεν έχει σώσει από τις αφαιμάξεις των μαγειρισσών και προ πάντων από το διαζύγιο! Το κρεββάτι και το τραπέζι ενώνει, το κρεββάτι και το τραπέζι χωρίζει. Το νεαρό αντρόγυνο έχει το τραπέζι σήμερα χάρις στον Τσελεμεντέ. Αρκεί το κεφαλάκι της νεοπαντρεμένης μπεμπέκας να σκύβη πέντε λεπτά καθ΄εκάστην στον «Οδηγό», για να δρέπη συγχαρητήρια. Τάλαντο θεωρητικό, που ο Ύψιστος απέστειλε για να πειθαρχήση την ελληνική κουζίνα, να σώση το ελληνικό στομάχι και μετ’ αυτού το Έθνος. Γιατί, επί τέλους, ένα έθνος που δεν ξέρει να φάη, δεν μπορεί ούτε να σκεφθή ούτε να ζήση.
Είμαι βέβαιος, ότι έπειτα από ένα τέτοιο έργο, θα του ανοίξη τώρα, που πέθανε στ’ αλήθεια-όχι σαν την άλλη φορά!-διάπλατα την πόρτα του Παραδείσου ο Άγιος Πέτρος, ο κλειδοκράτορας: Αρκεί να του υποσχεθή μια καλή κοτόπιττα!
Τα παραπάνω είναι τα λόγια του Σπύρου Μελά -θεατρικός συγγραφέας και ακαδημαϊκός- που έγραψε στην εφημερίδα “Ελευθερία” στο φύλλο της 5ης Μαρτίου 1958, για να τιμήσει τον σπουδαίο Νίκο Τσελεμεντέ.
“Οδηγός Μαγειρικής” που άρχισε να εκδίδει το 1910 και ήταν ο πρώτος ολοκληρωμένος οδηγός μαγειρικής στη χώρα μας. Σε αυτό, περιείχε εκτός από συνταγές, και διάφορες διατροφικές συμβουλές, διεθνή κουζίνα, νέα για τη μαγειρική κ.α.
Το βιβλίο γνώρισε τεράστια επιτυχία και ανατυπώθηκε περισσότερο από δεκαπέντε φορές τις επόμενες δεκαετίες. Το 1919 έγινε διευθυντής του ξενοδοχείου “Ερμής” και την επόμενη χρονιά φεύγει για την Αμερική. Εκεί δούλεψε σε κάποια από τα πιο ακριβά εστιατόρια του κόσμου, συνεχίζοντας παράλληλα ανώτερες σπουδές μαγειρικής, διαιτολογίας και ζαχαροπλαστικής. μαγειρικής, ζαχαροπλαστικής και διαιτολογίας. Ανατυπώθηκε πάνω από δεκαπέντε φορές τις επόμενες δεκαετίες.
Στην Αθήνα επέστρεψε το 1932 ιδρύοντας το μία μικρή σχολή μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής. Ήταν αρκετά επηρεασμένος από τη γαλλική κουζίνα και αυτό συνετέλεσε στον να εκσυγχρονίσει την ελληνική. Χάρη σ`εκείνον οι Ελληνίδες νοικοκυρές έμαθαν, για παράδειγμα τη μπεσαμέλ, την μπουγιαμπέσα, το πιροσκί. Ωστόσο, υπήρχαν και επικριτές που υποστήριζαν ότι με αυτό τον τρόπο νοθευόταν η ελληνική κουζίνα. Το 1950 δημοσίευσε στα Αγγλικά ένα βιβλίο για την ελληνική μαγειρική («Greek Cookery»).
Του άρεσε πολλές φορές να δίνει γυναικεία ονόματα σε σε διάφορες γευστικές δημιουργίες του.
Κάποτε, όταν μαγείρεψε για τον διάδοχο της Σουηδίας, ο κατάλογος του Τσελεμεντέ είχε τα εξής: “Πρόπομα ψυχρόν, χρύσοφρυς Μεγαρικός, θωρακοφόροις καράβοις Ευβοίας, γαλαθηνού μόσχου τεμάχη, θύμβρωνος μάγματα, ορτυγέας λεπτοτράχηλοι όρτυγες, θρίκαδες εν οξυγάρω, ασπάραγοι έλοοι, Ολύμπου νιφάδες, ολβιογαστόρων επιφορήματα”. –
Έφυγε από τη ζωή στις 2 Μαρτίου του 1958 ο άνθρωπος που το όνομά του αποτελεί μέχρι και σήμερα σήμα κατατεθέν όταν μιλάνε οι Έλληνες για μαγειρική. Κάθε χρόνο, στη μνήμη του, διοργανώνεται στη Σίφνο, το Φεστιβάλ Κυκλαδικής Γαστρονομίας.
ΠΗΓΗ: tro-ma-ktiko.blogspot.gr