Μετά από πολύμηνες αναβολές, ξεκίνησε σήμερα η δική έξι ατόμων σχετικά με την υπόθεση της δημοσίευσης «καυτών» φωτογραφιών της Κέιτ Μίντλετον, τις οποίες τράβηξαν παπαράτσι κατά τη διάρκεια των κοινών της διακοπών με τον πρίγκιπα Ουίλιαμ στη Γαλλία.
Οι επίμαχες φωτογραφίες είχαν δημοσιευθεί τον Σεπτέμβριο του 2012 από το γαλλικό σκανδαλοθηρικό περιοδικό Closer και την επαρχιακή εφημερίδα La Provence και δείχνουν το ζεύγος να απολαμβάνει στιγμές χαλάρωσης σε ένα σατώ στη Νότια Γαλλία, όπου είχαν προσκληθεί από τον υποκόμη Ντέηβιντ Λίνλεϊ.
Στις πιο τολμηρές από αυτές, η δούκισα του Κέιμπριτζ φαίνεται να περιφέρεται στο μπαλκόνι τόπλες, με τον πρίγκιπα Ουίλιαμ να της βάζει αντηλιακό.
Η δημοσιοποίηση των προσωπικών τους στιγμών και ο σάλος που προκλήθηκε στη Βρετανία ανάγκασαν το πριγκιπικό ζεύγος να προσφύγει στη γαλλική δικαιοσύνη. Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής, το πριγκιπικό ζεύγος δεν πρόκειται να παραστεί στη δίκη στο παρισινό προάστιο Ναντέρ.
Ο Λωράνς Πιό, διευθυντής του Closer στη Γαλλία, ο Ερνέστο Μαούτι, διευθυντής του ομίλου Μοντατόρι, στον οποίο ανήκει το περιοδικό και οι Παριζιάνοι φωτογράφοι Σιρίλ Μορώ και Ντομινίκ Ζακοβιντί κατηγορούνται για παραβίαση της ιδιωτικής ζωής της Κέιτ και για συνενοχή.
Ανάλογες κατηγορίες αντιμετωπίζουν και ο τότε διευθυντής έκδοσης της La Provence, Μαρκ Ομπερτέν, όπως και η φωτογράφος Βαλερί Σιό, παρόλο που εφημερίδα αρνείται ότι η Σιό τράβηξε τόπλες φωτογραφίες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η έναρξη της δίκης καθυστέρησε για τέσσερις μήνες, μετά από αναβολή που ζήτησε – και πήρε – ο δικηγόρος των δύο φωτογράφων του Closer για να προετοιμάσει την υπεράσπιση.
Όταν είχε ξεσπάσει το σκάνδαλο ο διευθυντής του Closer είχε επιχειρήσει να υπερασπιστεί την απόφασή του να δημοσιεύσει τις φωτογραφίες, λέγοντας ότι «ούτε στο ελάχιστο σοκάρουν».
Μάλιστα, είχε αρνηθεί να αποκαλύψει τα ονόματα των παπαράτσι που τις τράβηξαν, ωστόσο η αστυνομία επιβεβαίωσε την παρουσία των δύο κατηγορουμένων κοντά στο σατώ την εποχή εκείνη, μετά από έρευνα στα ξενοδοχεία της περιοχής.
Οι δύο φωτογράφοι αρνούνται ότι τράβηξαν τις φωτογραφίες, παρά τα αποδεικτικά στοιχεία ότι έλαβαν σημαντικά ποσά μετά τη δημοσίευσή τους.