Όταν το «Forbes» τον κατέταξε στην 23η θέση των πλουσιότερων ανθρώπων του 2017 με προσωπική περιουσία στα 28,3 δισ. δολάρια,
δεν περίμενε πως μέσα σε λίγους μήνες ο Τζακ Μα θα έβλεπε τη θέση του στην κατάταξη των κροίσων να βελτιώνεται θεαματικά.
Τον Αύγουστο του 2017, το «Forbes» μας είπε πως η περιουσία του άγγιξε τα 36,2 δισ. δολάρια, όντας πια ο πλουσιότερος Ασιάτης και εκείνος με τη μεγαλύτερη δυναμική για ακόμα καλύτερο πλασάρισμα στη λίστα των δισεκατομμυριούχων.
Βλέπετε ο αυτοδημιούργητος μεγιστάνας είναι ιδιοκτήτης και εκτελεστικός διευθυντής του Alibaba, του κινεζικού ανταγωνιστή του Amazon του Τζεφ Μπέζος, που ήταν κάποτε απλώς η μεγαλύτερη εταιρία ηλεκτρονικού εμπορίου της Κίνας, εκεί που σήμερα είναι σαφώς πολλά περισσότερα.
Πέρα από το ίδιο το Alibaba, το Alibaba Group περιλαμβάνει σήμερα το Taobao, μια δημοφιλέστατη ιστοσελίδα δημοπρασιών, το καινοτόμο Tmall, μια πλατφόρμα που βοηθά τις επιχειρήσεις να στήσουν το ηλεκτρονικό τους κατάστημα, αλλά και το Alipay, μια ακόμα πιο πρωτοποριακή υπηρεσία διαδικτυακών πληρωμών.
Οι 400 εκατομμύρια ενεργοί χρήστες των υπηρεσιών του δεν αφήνουν εξάλλου αμφιβολία για το είδος των υπηρεσιών που παρέχει ο άνθρωπος που έκανε το Alibaba κολοσσό. Τέτοιο κολοσσό που η δημόσια εγγραφή του στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης το 2014 ήταν η μεγαλύτερη όλων των ιστορικών εποχών!
Τα 463 δισ. δολάρια που διαπραγματεύτηκαν πέρυσι από την πλατφόρμα λιανεμπορίου του Alibaba του δίνουν τον αέρα να υπόσχεται πλέον τη δημιουργία 10 εκατ. επικερδών επιχειρήσεων και 100 εκατ. θέσεων εργασίας στα επόμενα 20 χρόνια! Όλοι οι αριθμοί που αφορούν στον Τζακ Μα είναι πραγματικά τεράστιοι, κάτι που του δίνει τη δυνατότητα να κατακεραυνώνει τις ΗΠΑ για την οικονομική τους δυσπραγία, λέγοντας για παράδειγμα στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός ότι μόνο η Αμερική φταίει για τις επιχειρηματικές περιπέτειες των αμερικανικών εταιριών.
Και βέβαια έχει βάλει πλέον πλώρη για πολλά και διάφορα, θέλοντας να χρησιμοποιήσει την πρωτοκαθεδρία του Alibaba για να διευκολύνει το παγκοσμιοποιημένο εμπόριο και εκτός Κίνας, βοηθώντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις όπου κι αν βρίσκονται στον κόσμο. Αυτός είναι εξάλλου ο μεγάλος του στόχος, κάτι σαν θρησκευτικό κάλεσμα για τον ίδιο, να συνδράμει τους μικρομεσαίους.
Γι’ αυτό και αποτελεί έναν από τους πλέον οραματιστές επιχειρηματίες της υφηλίου, καθώς το μοντέλο που προωθεί έρχεται ενδεχομένως να απαντήσει στην αποτυχία του δυτικού τρόπου ανάπτυξης των τελευταίων δεκαετιών, εκεί που οι προηγμένες χώρες έριξαν το βάρος στις υπηρεσίες αφήνοντας την παραγωγή στα αναπτυσσόμενα και δοκιμαζόμενα κράτη.
Το «Fortune» τον περιέλαβε φέτος στη δεύτερη θέση των «50 μεγαλύτερων ηγετών του κόσμου», κι αυτός αντιγύρισε την αβρότητα υποσχόμενος στον πρόεδρο Τραμπ ότι θα τον βοηθήσει να φτιάξει 1 εκατ. θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ. Κριτικάροντάς τον την ίδια ακριβώς στιγμή για τους περιορισμούς που θέτει στην εμπορική δραστηριότητα, λέγοντάς του πως «εκεί που σταματά το εμπόριο, ξεκινά ο πόλεμος»!
Η ιστορία της ζωής του είναι μια πραγματική πορεία επιτυχίας, εκεί που ένας νεαρός στην κομμουνιστική Κίνα που δεν μπορούσε να περάσει στο πανεπιστήμιο και να πιάσει δουλειά άκουσε κάποια στιγμή για τον μαγικό κόσμο του ίντερνετ…
Πρώτα χρόνια
Ο Μα Γιουν (γνωστός ως Τζακ Μα) γεννιέται στις 10 Σεπτεμβρίου 1964 στην πολύβουη Χανγκτσόου της επαρχίας Τσετσιάνγκ, στα νοτιοανατολικά της αχανούς Κίνας. Ήταν το μεσαίο από τα τρία παιδιά μιας οικογένειας που μεγάλωνε στον κομμουνιστικό απομονωτισμό της Κίνας και υπέφεραν πολύ από τη φτώχεια και την ανέχεια.
Ο λιπόσαρκος πιτσιρίκος έμπλεκε μάλιστα μονίμως σε καυγάδες: «Δεν φοβόμουν ποτέ αντιπάλους που ήταν μεγαλύτεροι από μένα», θυμόταν χρόνια αργότερα στο βιογραφικό πόνημα «Alibaba». Όλα άλλαξαν για τη Χανγκτσόου το 1972, όταν την επισκέφθηκε ο αμερικανός πρόεδρος Νίξον και μετατράπηκε ξαφνικά σε τουριστικό παράδεισο.
Ο πιτσιρίκος ξυπνούσε πια από τα χαράματα και πήγαινε στα μεγάλα ξενοδοχεία της πόλης, μιας και ήθελε πάνω μια ώρα με το ποδήλατο για να φτάσει στο κέντρο της, προσφέροντας στους τουρίστες δωρεάν ξεναγήσεις στην πόλη με αντάλλαγμα λίγα αγγλικά. Πίστευε ότι τα αγγλικά θα τον βοηθούσαν να ξεκολλήσει από τη φτώχεια και έριξε εκεί όλο του το βάρος για τα επόμενα εννιά χρόνια. Κι αυτό το «Τζακ» εξάλλου αμερικανός τουρίστας του το κόλλησε!
Χωρίς λεφτά και διασυνδέσεις, η εκπαίδευση ήταν το μόνο που θα του έδινε το πάνω χέρι. Μετά το σχολείο, έκανε αίτηση για το πανεπιστήμιο, τον έκοψαν ωστόσο δύο φορές. Δυο χαμένα χρόνια, στα οποία έμαθε ακόμα καλύτερα αγγλικά και προετοιμάστηκε επαρκώς για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Πέρασε τελικά με την τρίτη και τέλειωσε την παιδαγωγική σχολή του τοπικού πανεπιστημίου, όντας το 1988 καθηγητής αγγλικών.
Παρά το γεγονός ότι τον διόρισαν δάσκαλο αγγλικών στο Πανεπιστήμιο της Χανγκτσόου, για να προετοιμάζει τους φοιτητές στις ξένες γλώσσες, έβγαζε πραγματικά ψίχουλα, μιας και δεν ήταν ανώτατη διδακτική θέση. Κι έτσι έψαχνε μανιωδώς δουλειά, όταν άρχισε να γεύεται τις απογοητεύσεις με το τσουβάλι. Τον απέρριψαν σε περισσότερες από 30 δουλειές, περιλαμβανόμενων και των KFC: «Πήγα να δουλέψω στην αστυνομία. Μου είπαν ‘‘δεν είσαι καλός’’. Ακόμα και στα KFC πήγα όταν άνοιξαν στην πόλη μου: 24 άνθρωποι έκαναν αίτηση για δουλειά, πήραν τους 23. Ήμουν ο μόνος που…».
Την ίδια ώρα, έκανε και αιτήσεις για σπουδές σε αμερικανικά πανεπιστήμια. Και είχε την ίδια τύχη: το Χάρβαρντ και μόνο τον απέρριψε 10 φορές! Αργότερα βέβαια θα σπούδαζε στην Οικονομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Πεκίνου, αποφοιτώντας το 2006 με πτυχίο στη διοίκηση επιχειρήσεων. Μόνο τα αγγλικά τον έσωζαν, καθώς δίδασκε τη γλώσσα στο πανεπιστήμιο. Το πανεπιστήμιο ήταν γι’ αυτόν σωτηρία, καθώς εκεί επέστρεψε όταν η μεταφραστική εταιρία που άνοιξε φαλίρισε πιο γρήγορα απ’ όσο θα μπορούσε να υπολογίσει…
Ο Τζακ Μα ακούει για το ίντερνετ
Το 1995 τον πήρε μια κινέζικη αποστολή στις ΗΠΑ ως μεταφραστή. Εκεί θα έβλεπε για πρώτη φορά το ίντερνετ! Σοκαρίστηκε μάλιστα, όπως θυμάται, όταν στην πρώτη του ποτέ αναζήτηση που έψαχνε για κινεζικές μπίρες είδε με έκπληξη πως μια τέτοια τεράστια χώρα του 1 δισ. ανθρώπων (τότε) δεν είχε δικές της φίρμες.
Δεν σκέφτηκε φυσικά να φτιάξει ζυθοποιία, αναγνώρισε πάντως πως το ίντερνετ στην Κίνα ήταν στα σπάργανα και είπε να δοκιμάσει. Δεν ήξερε βέβαια ούτε από υπολογιστές ούτε από προγραμματισμό, του καρφώθηκε απλώς πως η αναζήτηση για κινεζική μπίρα δεν απέδωσε κανένα αποτέλεσμα. Ενώ ξεκάθαρα υπήρχαν τοπικές μάρκες και μάλιστα άφθονες.
Σκέφτηκε τότε πως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας του ήταν καταδικασμένες στον Παγκόσμιο Ιστό, όντας απομονωμένες. Και θέλησε να τις βοηθήσει να ανοιχτούν στην περιπέτεια του παγκόσμιου εμπορίου. Πείθει λοιπόν τους φίλους του να φτιάξουν μια ιστοσελίδα που θα μπορούσε να βρει κάποιος κινεζικά προϊόντα online.
Όταν το Chinapage, όπως είπαν το ηλεκτρονικό ευρετήριο ουσιαστικά με τις κινεζικές εταιρίες ανά κλάδο, ανέβηκε στο ίντερνετ, δέχτηκε την ίδια κιόλας μέρα τα πρώτα emails επενδυτών που ήθελαν να συμμετάσχουν. Εντυπωσιάστηκε για μια ακόμα φορά από την αμεσότητα και τις νέες ευκαιρίες που παρείχε το ίντερνετ στο εμπόριο.
Δέχτηκε τελικά να συνεργαστεί με μια κρατική υπηρεσία, μόνο που τελικά η γραφειοκρατία και η αρτηριοσκλήρωση του Δημοσίου θα γίνονταν ανυπέρβλητο εμπόδιο για τον οραματιστή Μα. Κι έτσι αποχωρεί από την Chinapage και πιάνει για λίγο δουλειά σε μια κρατική υπηρεσία για το διεθνές εμπόριο και την οικονομική συνεργασία, όπου θα περάσει τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 1990.
Δεν θα ήταν εντελώς χαμένος χρόνος για τον ανήσυχο Μα, καθώς εκεί θα κάνει γνωριμίες που θα αποδεικνύονταν αργότερα καθοριστικές. Όπως η προσωπική του σχέση με έναν από τους ιδρυτές της Yahoo, τον Τζέρι Γιανγκ, ο οποίος το 2005 θα έσπευδε να υποστηρίξει το Alibaba του καλού του φίλου με 1 δισ. δολάρια της Yahoo!
Το μάθημα που του άφησε η συνεργασία του με την κυβέρνηση ήταν ένα: «Να είσαι ερωτευμένος με τις κυβερνήσεις, να μην τις παντρεύεσαι όμως», είπε πρόσφατα στο Νταβός. Κάτι που έκανε πράξη τουλάχιστον μία φορά, όταν βοήθησε με την ομάδα του στο Alibaba τις διοργανώτριες κρατικές αρχές ενός ετήσιου φεστιβάλ να επιδιορθώσουν ένα πρόβλημα στο κεντρικό τους σύστημα «εντελώς δωρεάν», παίρνοντας την υπόσχεση πως η κυβέρνηση της Κίνας δεν θα αναμειγνυόταν στα πόδια τους.
Μόνο που η ιστορία του είχε κι άλλο ακόμα…
Πώς φτιάχνεις έναν διαδικτυακό κολοσσό
Ήταν το 1999, όταν παραιτήθηκε από την κρατική του θέση, που σκέφτηκε να δοκιμάσει ξανά στο ίντερνετ. Μάζεψε στο σπίτι του 16 φίλους και μοιράστηκε μαζί τους το όραμά του για τη δημιουργία μιας ιστοσελίδας που θα βοηθούσε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να βγουν στο παγκόσμιο εμπόριο. Αυτοί οι 18 (περιλαμβανομένων του ίδιου και της συζύγου του) ίδρυσαν το Alibaba, καθώς αυτό ήταν το όραμά του, κάτι που του αρνήθηκαν επανειλημμένως οι κρατικές αρχές που συνεργάζονταν στην Chinapage.
Η λειτουργία του ήταν απλή: το Alibaba δεν ήταν παρά μια ηλεκτρονική αγορά που επέτρεπε στους εμπόρους να ανεβάσουν τα προϊόντα τους, τα οποία αγόραζε ο παγκόσμιος καταναλωτής απευθείας από το site. Παρά τα χρήματα που τσόνταραν όλοι, δεν έφταναν για την όλη απόπειρα, κι έτσι ο Τζακ απευθύνθηκε στην αμερικανική Silicon Valley. Όταν θα έβλεπε για άλλη μια φορά τις απορρίψεις να έρχονται με το τσουβάλι, λέγοντάς του πως η ιδέα του ήταν «μη επικερδής και καθόλου βιώσιμη», όπως θυμάται και γελά προφανώς με την καρδιά του πια.
Τότε, τον Οκτώβριο του 1999, το Alibaba άρχισε να έχει τους πρώτους διεθνείς πελάτες του, κι έτσι πείστηκε η Goldman Sachs να επενδύσει 5 εκατ. δολάρια, ακολουθούμενη από τη Softbank (μια ιαπωνική τηλεπικοινωνιακή φίρμα) που μπήκε στο σχήμα με 20 εκατομμύρια. Ο Τζακ επέμεινε με προσήλωση και φανατισμό, όπως και όλη η αρχική ομάδα: «Θα τα καταφέρουμε γιατί είμαστε νέοι και ποτέ μα ποτέ δεν παραιτούμαστε», είπε στο πρώτο meeting του Alibaba.
Και η αλήθεια είναι ότι χρειάζονταν αυτές οι κορόνες αυτοπεποίθησης, αφού μέχρι και το 2003 η ιστοσελίδα δεν είχε σημειώσει κέρδη. Ψάχνοντας τη λύση, ο Μα ιδρύει το Taobao, ένα site δημοπρασιών στα πρότυπα του κολοσσού eBay, το οποίο είχε τη μερίδα του λέοντος στην κινεζική αγορά.
Για να ανταγωνιστεί μάλιστα τον ξενόφερτο κολοσσό, το Taobao δεν χρέωνε καμία προμήθεια στους χρήστες του, κι έτσι η μητρική Alibaba παρέπαιε τώρα οικονομικά φτάνοντας στο χείλος του γκρεμού. Για να μην υπονομεύσει το όραμά του, ο Μα άρχισε να σκαρώνει περιφερειακές online υπηρεσίες για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις παίρνοντας μια μικρή προμήθεια, φτιάχνοντας για παράδειγμα έναντι ψίχουλων τις εταιρικές τους ιστοσελίδες.
Και τότε φάνηκαν τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης. Την πρώτη φορά που η Alibaba Group σημείωσε κέρδη, ο πάντα καλαμπουρτζής Τζακ Μα έδωσε στους υπαλλήλους του αποκριάτικα σπρέι αφρού και ξεφάντωσαν όλοι μαζί στο γραφείο. Το 2005 μπήκε στο παιχνίδι η Yahoo, η οποία εξαγόρασε το 40% της μητρικής έναντι 1 δισ. δολαρίων.
Το ποσό-«μαμούθ» επέτρεψε στο Alibaba να νικήσει στα σημεία το eBay, το οποίο μέσα σε πέντε χρόνια μετά την αρχική μάχη του με το Taobao θα αποσυρόταν οριστικά από την Κίνα. Αλλά και η Yahoo έβγαλε τρομακτικά πολλά από τον Τζακ Μα, τσεπώνοντας περισσότερα από 10 δισ. δολάρια από την είσοδο της Alibaba στο αμερικανικό χρηματιστήριο και μόνο! «Αν το eBay είναι οι καρχαρίες του ωκεανού, εμείς [το Alibaba και το Taobao] είμαστε οι κροκόδειλοι του ποταμού Γιανγκτσέ», είπε για τον επιχειρηματικό θρίαμβό του.
Όσο η βιομηχανία του «dot com» γνώριζε όμως ύφεση μετά το 2000, το Alibaba έζησε πολλές ακόμα προκλήσεις και δυσπραγίες και σώθηκε συχνά από τις τρίτες εταιρίες που είχε εξαγοράσει ή φτιάξει ο Μα. Τώρα εξαπλωνόταν επιθετικά παντού στον κόσμο κι αυτό έφερε νέες περιπέτειες στον κινεζικό γίγαντα του ίντερνετ, κάτι που και ο ίδιος ο Τζακ παραδέχτηκε πως ήταν λάθος.
Κι έτσι κάποια στιγμή αναδιοργάνωσε τη λειτουργία της μητρικής, αποσύρθηκε από πολλές αγορές και έριξε το βάρος στην ενδυνάμωση της θέσης του στην τεράστια κινεζική οικονομία. Τώρα επέκτεινε απλώς τις υπηρεσίες που πρόσφερε το Alibaba και κάλυπτε ολοένα και περισσότερο μερίδιο της τοπικής αγοράς, αντί να εξαγοράζει μαζικά ό,τι υπήρχε γύρω του.
Όταν μπήκε στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης το 2014, σημείωσε τη μεγαλύτερη δημόσια προσφορά που έβλεπε ποτέ η Wall Street, ξεπερνώντας κατά πολύ τα 20 δισ. δολάρια που χρειαζόταν. Κατά πολύ όμως, μιας και συγκέντρωσε το ποσό-ρεκόρ των 150 δισ. δολαρίων! Κάτι που έκανε μια εταιρία ηλεκτρονικού εμπορίου και μάλιστα με έδρα εκτός ΗΠΑ μια από τις μεγαλύτερες του κόσμου με βάση την κεφαλαιοποίησή της, η οποία αποκρυσταλλώθηκε στα 200 δισ. δολάρια.
Στα επόμενα τρία χρόνια, ο Τζακ Μα και η παρέα του επέκτειναν ακόμα περισσότερο την Alibaba, μετατρέποντάς την σε έναν πολυεθνικό όμιλο που δραστηριοποιείται πια σε όλους τους τομείς της αγοράς, από τις επενδύσεις και την κτηματομεσιτική μέχρι την τεχνολογία, τις μεταφορές και πολλά ακόμα.
Όπως εξομολογήθηκε στο «Bloomberg», συνειδητοποίησε ότι το Alibaba τα είχε καταφέρει όταν ένας πελάτης του προθυμοποιήθηκε μια μέρα που τον είδε σε ένα εστιατόριο να πληρώσει τον λογαριασμό του: «Είμαι πελάτης σου στο Alibaba, βγάζω καλά λεφτά εξαιτίας σου και ξέρω ότι εσύ δεν βγάζεις μία», του είπε, «θα πληρώσω λοιπόν τον λογαριασμό σου».
Ο Τζακ Μα παραιτήθηκε από διευθύνων σύμβουλος του Alibaba Group το 2013, παραμένοντας ωστόσο εκτελεστικός αντιπρόεδρος του κολοσσού. Πλέον απολαμβάνει τη θέση του πλουσιότερου ανθρώπου της Κίνας, ανταλλάζοντας συχνά πρώτες θέσεις με έναν κινέζο κροίσο της κτηματομεσιτικής.
Το ρεκόρ πωλήσεων του Alibaba ήρθε τη Μέρα Εργένηδων του 2016, την κινεζική απάντηση στη Μέρα του Αγίου Βαλεντίνου, όταν μέσα σε 24 ώρες η ιστοσελίδα κατέγραψε πωλήσεις της τάξης των 18 δισ. δολαρίων! Παρά το γεγονός ότι παραμένει ταπεινός, τα τελευταία χρόνια έχει κάνει μερικές ιδιαιτέρως φανταχτερές επιλογές, όπως ένα αεροπλάνο Gulfstream G550 που αγόρασε για προσωπική χρήση τον Μάρτιο του 2013 έναντι 50 εκατ. δολαρίων.
Όταν δεν δίνει τεράστια ποσά σε φιλανθρωπίες και περιβαλλοντικές δράσεις, απολαμβάνει να γράφει λογοτεχνία που περιστρέφεται γύρω από το κουνγκ φου, να διαβάζει μανιωδώς, να παίζει πόκερ και να περνά ώρες στον καθημερινό διαλογισμό του. Ένας εθνικός δρυμός της Κίνας έκτασης 27.000 στρεμμάτων χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την τσέπη του.
Και βέβαια έχει καταφέρει να κρατήσει την οικογένειά του μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος απολαμβάνει στη Χώρα του Δράκου καθεστώς αστέρα της μουσικής!
Παντρεμένος ήδη από τα πανεπιστημιακά του χρόνια με την επίσης δασκάλα Ζανγκ Γινγκ, έχει αποκτήσει δύο παιδιά, μια κόρη και έναν γιο. Τον απολαμβάνουν όλοι στο ετήσιο talent show του Alibaba να μεταμφιέζεται σε τραγουδιστή και να δίνει εξωφρενικές παραστάσεις. Πέρυσι ντύθηκε πανκ και τραγούδησε μπροστά στους 20.000 υπαλλήλους του.
Όσο γιατί έβγαλε την ιστοσελίδα του «Alibaba», ήταν μια μέρα του 1995 που έπινε καφέ στο Σαν Φρανσίσκο και έμαθε ποιος ήταν ο Αλή Μπαμπά που είχε το μαγαζί στην πινακίδα του «Αλή Μπαμπά και Σαράντα Κλέφτες». Υπό μία έννοια, βρήκε κι αυτός τη δική του σπηλιά με τον μυθικό θησαυρό, μόνο που η σπηλιά ήταν αυτό το www που μετά κόπων και βασάνων έπεισε τους Κινέζους πως όντως υπήρχε…