Ο Γερμανός «Κόκκινος Βαρώνος» που κυριάρχησε στους αιθέρες κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (ΦΩΤΟ)

Κοινοποίηση:
«Κόκκινος Βαρόνος»

Μάνφρεντ φον Ριχτχόφεν (Manfred von Richthofen): Ο σπουδαιότερος γερμανός αεροπόρος και άσος των καταδρομών κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν γνωστός με το προσωνύμιο «Κόκκινος Βαρώνος» (Red Baron), εξαιτίας της αριστοκρατικής του καταγωγής και του χρώματος του αεροπλάνου του.

Γεννήθηκε στο Μπρεσλάου της Σιλεσίας (σήμερα ανήκει στην Πολωνία) στις 2 Μαϊου 1892. Ακολούθησε τη στρατιωτική καριέρα του πατέρα του και το 1912 ονομάστηκε υπίλαρχος. Πολέμησε με το γερμανικό ιππικό στο ρωσικό μέτωπο κατά την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συνέχεια πήρε μέρος στην εισβολή στο Βέλγιο και τη Γαλλία.

Όταν οριστικοποιήθηκε ο πόλεμος των χαρακωμάτων και το ιππικό πέρασε σε δεύτερη μοίρα, κατατάχθηκε στο πεζικό. Το 1915 μεταπήδησε στη νεοσύστατη πολεμική αεροπορία της Γερμανίας και το 1916 τοποθετήθηκε σε μονάδα μαχητικών αεροπλάνων ως πιλότος καταδιωκτικού.

Γρήγορα έγινε ο φόβος και ο τρόμος των αιθέρων. Στον ίδιο αποδόθηκε προσωπικά η κατάρριψη 80 εχθρικών αεροπλάνων από τις 16 Σεπτεμβρίου 1916 έως τις 20 Απριλίου 1918. Το σμήνος καταδιωκτικών το οποίο διοικούσε (Jagdgeschwader 1) αποκλήθηκε «Το ιπτάμενο τσίρκο του Ριχτόφεν», επειδή τα αεροπλάνα του είχαν ευφάνταστα διακοσμητικά σχέδια και ήταν βαμμένα σε κόκκινο βαθύ χρώμα.

Ο Μάνφρεντ φον Ριχτχόφεν σκοτώθηκε στις 11 το πρωί της 21ης Απριλίου 1918, όταν βλήθηκε από σφαίρα στο στήθος, κατά τη διάρκεια αερομαχίας με ζεύγος μαχητικών της βρετανικής RAF πάνω από την Αμιένη της Γαλλίας. Η μοιραία σφαίρα προήλθε είτε από τα διασταυρούμενα αντιαεροπορικά πυρά αυστραλιανής μονάδας στο έδαφος ή από το πολυβόλο του Καναδού σμηναγού Ρόι Μπράουν, ενός από τους δύο πιλότους, που είχαν εμπλακεί στην αερομαχία με τον «Κόκκινο Βαρόνο».

Ο Ριχτόφεν κατόρθωσε να προσγειώσει το κόκκινο τριπλάνο τύπου Φόκερ, προτού αφήσει την τελευταία του πνοή. Διάδοχός του στο σμήνος καταδιωκτικών Jagdgeschwader 1 υπήρξε ο μετέπειτα ναζιστής ηγέτης Χέρμαν Γκέρινγκ.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: