Στα ύψη η τιμή του οβελία έως και 20% από πέρυσι, απλησίαστα φρούτα και λαχανικά..
Στις τελευταίες μέρες πριν το Πάσχα, έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους οι καταστηματάρχες, προκειμένου ν’ αρχίσει να κινείται κάπως η εορταστική αγορά, η οποία τελευταία βρίσκεται σε μια συνεχόμενη… χειμερία νάρκη.
Η έλλειψη ρευστότητας στα νοικοκυριά, αλλά και η πολιτικο-οικονομική αβεβαιότητα στην χώρα, έχει συμβάλλει τα μέγιστα για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί και δεν κινείται σχεδόν τίποτε! Το Δώρο Πάσχα, το οποίο μέχρι και σήμερα θα πρέπει να έχει καταβληθεί στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, δεν αναμένεται να αλλάξει άρδην την εικόνα της αγοράς, απλά θα δώσει μικρές «ανάσες», κυρίως στα καταστήματα που έχουν να κάνουν με το πασχαλινό τραπέζι και ότι απομείνει θα πάει για μικροδωράκια και τις καθιερωμένες λαμπάδες για τα βαφτιστήρια.
Στα ύψη οι τιμές
Όπως σημειώνει ο proinoslogos.gr, ενώ οι πολίτες διανύουν μια από τις πιο δύσκολες περιόδους, στην Ελλάδα της κρίσης παρατηρείται το εξής παράδοξο: οι τιμές ακόμη και των βασικών αγαθών αντί να προσαρμοστούν με τα δεδομένα της εποχής, τραβούν την ανηφόρα. Αυτό εξάλλου, μαρτυρούν και τα επίσημα στοιχεία που έδωσε χθες στην δημοσιότητα η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ).
Έτσι, ακριβότερο κατά 5,23% αναμένεται να είναι το κόστος του πασχαλινού τραπεζιού. Για μία πενταμελή οικογένεια το συνολικό ύψος του φετινού τραπεζιού ανέρχεται στα 104,22 ευρώ, όντας αυξημένο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο (99,04 ευρώ) κατά 5,23%, με τις τιμές των βασικών ειδών διατροφής (λαχανικά – κρεατικά) να εμφανίζουν μία μεσοσταθμική ανοδική τάση η οποία προσεγγίζει το 8,04%.
Απλησίαστα φρούτα και λαχανικά!
Παράλληλα η ΕΣΕΕ καταγράφει εκτίναξη του κόστους των φρούτων και των λαχανικών στο 18,35%. Ενδεικτικά αναφέρεται πως το σπανάκι (62,79%), το μαρούλι (54,76%) και το ραδίκι (42,68%) σημείωσαν μία κατακόρυφη και αναπάντεχη άνοδο της τιμής τους, ενώ στον αντίποδα τη μεγαλύτερη, εντός λογικών πλαισίων, πτωτική τάση κατέγραψαν τα μήλα (-13,93%) και τα κρεμμύδια (-8,54%).
Όσον αφορά στα προϊόντα σούπερ μάρκετ, παρατηρείται μία μεσοσταθμική υποχώρηση των τιμών περίπου κατά 7% (6,96%), με την πλέον αξιοπρόσεκτη – μεταβολή να εντοπίζεται στο κόστος αγοράς αυγών (-18,47%) και βαφής (-17,97%) καθώς και του πασχαλινού τσουρεκιού (-14,04%).
Απουσία ελέγχων!
Όταν τα χρήματα στο πορτοφόλι των καταναλωτών δεν φτάνουν ούτε για την κάλυψη των βασικών αγαθών διατροφής, πώς να υπάρξει κινητικότητα στην αγορά και τα καταστήματα και να δουλέψουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις;
Πάντως, πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο, οι μισθοί και οι συντάξεις να μειώνονται, η ανεργία να βρίσκεται στα ύψη και οι τιμές όχι μόνο να μην συγκρατούνται, αλλά να τραβούν συνεχώς την ανηφόρα! Κι αφού συμβαίνει αυτό, η Πολιτεία δεν πρέπει κάπως να το αντιμετωπίσει; Έλεγχοι στοχευμένοι σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα πραγματοποιούνται ή κάπου στη μέση χάνεται ο έλεγχος και η τελική τιμή που καλείται να πληρώσει σε πολλές περιπτώσεις ο καταναλωτής μπορεί να είναι ακόμη και πλασματική;
Πώς θα τ’ αγοράσουν;
Στην προκειμένη περίπτωση, όσον αφορά το πασχαλινό τραπέζι, το οποίο φέτος θα είναι ακριβότερο, οι καταναλωτές δεν εξετάζουν σε ποιους παράγοντες οφείλονται οι αυξήσεις, αλλά πού θα βρουν τα χρήματα να προμηθευτούν τα βασικά είδη διατροφής.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΕΕ, ειδικά η τιμή του ντόπιου αρνιού και κατσικιού καταγράφει αξιοσημείωτη άνοδο κατά 20,37% και 4,41% αντίστοιχα. Αυτό οφείλεται στον φετινό αριθμό των αμνοεριφίων, εξαιτίας των απωλειών από τον καταρροϊκό πυρετό, στις αντίξοες καιρικές συνθήκες που έπληξαν αρκετούς βοσκότοπους και στην προγενέστερη έναρξη της εξαγωγικής δραστηριότητας λόγω του καθολικού Πάσχα.
Μήπως όμως, λόγω των ειδικών συνθηκών που περνάει η χώρα και οι πολίτες της, θα έπρεπε να υπάρξει μια «φόρμουλα» ώστε το επιπλέον κόστος να μην φτάνει στα εξουθενωμένα νοικοκυριά και να απορροφάται διαφορετικά;
Όσον αφορά τα αρνιά, οι κτηνοτρόφοι μπορεί όντως λόγω του αυξημένου κόστους και των απωλειών από τον καταρροϊκό πυρετό να μην μπορούν να τα διαθέσουν στην ίδια τιμή με πέρυσι. Από την άλλη όμως γίνεται κατανοητό ότι δεν μπορεί την επιβάρυνση αυτή να την φορτωθεί ο καταναλωτής, ο οποίος κι αυτός σήμερα βρίσκεται σε χειρότερη θέση από πέρυσι, αφού μετράει και το τελευταίο ευρώ για να τα βγάλει πέρα…