Ο Αμπντουλάχ Τσατλί (Abdullah Çatlı) ήταν αρχηγός των Γκρίζων Λύκων, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν από το Τουρκικό παράρτημα του Gladio (ΥΓ.1), Counter-Guerrilla (Αντι-αντάρτικο, τούρκικα: Kontrgerilla).
Ο Τσατλί ήταν υπεύθυνος, μαζί με τον Χαλούκ Κιρσί και αρκετά ακόμη μέλη του MHP (το εθνικιστικό κόμμα των Γκρίζων Λύκων), για τη σφαγή στο Μπαχτσελιεβλέρ της Άγκυρας στις 9 Οκτωβρίου 1978, όπου δολοφονήθηκαν επτά πανεπιστημιακοί φοιτητές, μέλη του Κόμματος των Εργαζομένων της Τουρκίας (TIP).
Λέγεται επίσης ότι βοήθησε τον Μεχμέτ Αλί Αγκτσά (Mehmet Ali Ağca) να δολοφονήσει τον αριστερό δημοσιογράφο Αμπντί Ιπεκτσί την 1η Ιανουαρίου 1979 στην Κωνσταντινούπολη.
Σύμφωνα με την δημοσιογράφο Lucy Komisar, ο Τσατλί (φωτό) έξι μήνες αργότερα «βοήθησε στην οργάνωση της απόδρασης του Αγκτσά από στρατιωτική φυλακή της Κωνσταντινούπολης και μερικοί υπονοούν ότι ο Τσατλί συμμετείχε ακόμη και στην απόπειρα δολοφονίας του Πάπα το 1981», την οποία πραγματοποίησε ο Αγκτσά.
Το 1998 το περιοδικό Monde diplomatique υποστήριξε ότι ο Αμπντουλάχ Τσατλί είχε οργανώσει την απόπειρα δολοφονίας «με αντάλλαγμα το ποσό των 3 εκατομμυρίων Γερμανικών μάρκων» για τους Γκρίζους Λύκους.
Το 1985 στη Ρώμη, ο Τσατλί δήλωσε σε έναν δικαστή ότι «είχε έρθει σε επαφή μαζί του η BND, η Γερμανική μυστική υπηρεσία, που του υποσχέθηκε ένα σεβαστό χρηματικό ποσό αν ενέπλεκε τις Ρώσικες και Βουλγάρικες υπηρεσίες στην απόπειρα δολοφονίας του Πάπα».
Στη συνέχεια πήγε στη Γαλλία, όπου με το όνομα Χασάν Κούρτογλου, σχεδίασε σειρά επιθέσεων εναντίον Αρμενικών στόχων και του ASALA (Αρμένικη ένοπλη οργάνωση που επιτιθόταν σε Τούρκικους στόχους), συμπεριλαμβανομένης της ανατίναξης του Αρμένικου μνημείου στην Alfortville στις 3 Μαΐου 1984 και της απόπειρας δολοφονίας του ακτιβιστή Άρα Τορανιάν.
Σύμφωνα με το ιδρυτικό μέλος του Counter-Guerrilla και ιδρυτή των Γκρίζων Λύκων, Αλπαρσλάν Τουρκές, «ο Τσατλί συνεργάστηκε στο πλαίσιο μιας μυστικής υπηρεσίας που εργάζεται για την ευημερία του κράτους».
Η Τουρκική υπηρεσία πληροφοριών (MIT) πλήρωνε τον Τσατλί με ηρωίνη και τελικά συνελήφθη στο Παρίσι στις 24 Οκτωβρίου 1984 για εμπορία ναρκωτικών. Καταδικάστηκε σε επταετή φυλάκιση και το 1988 παραδόθηκε στην Ελβετία, όπου επίσης καταζητούνταν με την κατηγορία της εμπορίας ναρκωτικών.
Ωστόσο, δραπέτευσε το Μάρτιο του 1990 με τη βοήθεια άγνωστων συνεργατών. Επέστρεψε στην Τουρκία και στη συνέχεια στρατολογήθηκε από την αστυνομία για «ειδικές αποστολές» ενώ επισήμως καταζητούταν από τις Τουρκικές αρχές για δολοφονία.
Η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ είχε εγκρίνει την δολοφονία εκατοντάδων ατόμων που υποτίθεται ότι χρηματοδοτούσαν το PKK, το οποίο βρισκόταν σε πόλεμο με το Τουρκικό κράτος. Ο Τσατλί (φωτό) ενώ συμμετείχε στις δολοφονίες, ζητούσε επίσης χρήματα από άτομα που βρίσκονταν στην λίστα της Τσιλέρ, για να τους αφαιρέσει απ’ αυτήν και να γλιτώσουν τον βέβαιο θάνατο.
Ένα από τα θύματά του, ο Μπεχτσέτ Καντούρκ, πλήρωσε 10 εκατομμύρια δολάρια, στα οποία ο βασιλιάς των καζίνο Ομέρ Λουφτού Τοπάλ προσέθεσε άλλα 17 εκατομμύρια. Ωστόσο, αφού εισέπρατε τα χρήματα απ’όσους ήταν στην λίστα, στη συνέχεια τους απήγαγε και τους σκότωνε, αφού μερικές φορές τους είχε βασανίσει προηγουμένως.
Σύμφωνα με τον Μεχμέτ Εϊμούρ, διευθυντή του Αντιτρομοκρατικού τμήματος της MIT, μια ομάδα με επικεφαλής τον Τσατλί ήταν υπεύθυνη για τους θανάτους των Ιρανών κατασκόπων και εμπόρων ναρκωτικών Λαζίμ Εσμαεϊλί και Ασκάρ Σίμιτκο.
Το δακτυλικό αποτύπωμα του Τσατλί υποτίθεται ότι βρέθηκε στον κύλινδρο σε ένα από τα πολυβόλα που χρησιμοποιήθηκαν στην δολοφονία του Ομέρ Λουφτού Τοπάλ στις 28 Ιουλίου 1996.
Το δεξί χέρι του Τσατλί, Γιασάρ Οζ, όταν συνελήφθη με 10 κιλά ηρωίνη και τον οδηγούσαν στην φυλακή δήλωσε μπροστά στις κάμερες: «Όταν έβαζα φωτιές στην Ελλάδα, ήμουν καλός! Και τώρα, με κλείνετε στη φυλακή». Σύμφωνα με πολλούς συνεργάτες του Τσατλί, έβαζε κι ο ίδιος φωτιές σε δάση Ελληνικών νησιών.
Τι συνέβαινε τότε στην Τουρκία;
Στις αρχές τις δεκαετίας του ’90 ο πόλεμος εναντίον του Κούρδικου PKK είχε κλιμακωθεί. Στις 24 Ιανουαρίου 1993, δολοφονείται μετά από τοποθέτηση Αμερικανικού στρατιωτικού πλαστικού εκρηκτικού C-4 στο αυτοκίνητό του, ο δημοσιογράφος της Τσουμχουριέτ, Ουγκούρ Μουμτσού (φωτό).
Ο Μουμτσού ερευνούσε το πώς 100.000 πυροβόλα όπλα που ανήκαν στον Τουρκικό στρατό κατέληξαν στις δυνάμεις του Κούρδου ηγέτη του Βορείου Ιράκ και μετέπειτα προέδρου του Ιράκ, Τζαλάλ Ταλαμπανί.
Επίσης ερευνούσε τις σχέσεις του ηγέτη του PPK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν με την MIT. Ασχολούμενος με τον Μεχμέτ Αλί Αγκτσά, ανακάλυψε τις σχέσεις της CIA με τους Γκρίζους Λύκους.
Ο σταθμάρχης της CIA, Paul Henze, και ένας Αμερικανός δημοσιογράφος, προσέγγισαν τον Μουμτσού για να τον πείσουν να γράψει ότι ο επίδοξος δολοφόνος του Πάπα δούλευε για τους Σοβιετικούς ή τους Βούλγαρους, αλλά ο Μουμτσού δήλωσε είπε ότι απλώς θα ακολουθήσει τα ίχνη των πληροφοριών του. Σύμφωνα με την σύζυγο του Μουμτσού, Γκιουλντάλ, ο Henze αποχώρησε λέγοντας απειλητικά: «Αν το κάνεις αυτό, μπορεί να σε περιμένει μια ωραία έκπληξη».
Στις 17 Φεβρουαρίου 1993, σκοτώνεται σε περίεργο αεροπορικό δυστύχημα ο Γενικός Διοικητής της Τουρκικής Χωροφυλακής, Εσρέφ Μπιτλίς (φωτό). Ο Μπιτλίς ήταν υπέρμαχος της ειρηνικής επίλυσης του Κουρδικού, μετά από συμφωνία με τις γειτονικές χώρες.
Το δυστύχημα σύμφωνα με τον Αρχηγό του Τουρκικού Γενικού Επιτελείου, Ντογκάν Γκιουρές προήλθε από παγοποίηση. Όμως το δελτίο καιρού του μετεωρολογικού τμήματος της αεροπορικής βάσης του Ετιμεσγκούτ, για εκείνη την μέρα, δεν προέβλεπε την ύπαρξη πάγου. Σήμερα, όλοι θεωρούν το δυστύχημα του Μπιτλίς δολοφονία.
Την στιγμή του θανάτου του ερευνούσε την αποκάλυψη του Μουμτσού, δηλαδή το πώς 100.000 πυροβόλα όπλα του Τουρκικού στρατού βρέθηκαν στα χέρια των Κούρδων του Βορείου Ιράκ.
Ο Μπιτλίς είχε έρθει σε κόντρα με τους Αμερικανούς που υποστήριζαν τους Κούρδους του Βορείου Ιράκ στα πλαίσια της Επιχείρησης «Παροχή Άνεσης» (Operation Provide Comfort -OPC) εναντίον του Σαντάμ Χουσεϊν μετά τον πόλεμο του Κόλπου.
Σύμφωνα με άλλη πηγή, ο Μπιτλίς έλαβε φωτογραφίες που ελήφθησαν από πράκτορες της JITEM (η μυστική υπηρεσία της Τουρκικής Χωροφυλακής) που έδειχναν τρία ελικόπτερα της OPC να διανείμουν πολεμικό υλικό στο ΡΚΚ στις 10 Δεκεμβρίου 1992.
Τέτοιες ενέργειες οδήγησαν τον Μπιτλίς στο συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ θέλουν να δημιουργήσει ένα Κουρδικό κράτος που θα περιλαμβάνει και την Τουρκία. Ο Μπιτλίς πρότεινε την επίλυση της διαμάχης με το PKK πλήττοντας την υλικοτεχνική του υποστήριξη. Αυτό θα επιτυγχανόταν σε συνεργασία με τις γειτονικές χώρες.
Στις 4 Νοεμβρίου 1993 δολοφονείται ο διοικητής της Χωροφυλακής, Τσεμ Ερσεβέρ (φωτό), επικεφαλής της JITEM στην Νοτιοανατολική Τουρκία. Μαζί του δολοφονούνται η σύντροφός του, Νεβάλ Μποζ και ο Ιχσάν Χακάν, πρώην μέλος του PKK, που είχε «μετανοήσει» και δούλευε για λογαριασμό του Ερσεβέρ.
Ο Ερσεβέρ είχε περίεργες μυστικές σχέσεις με τους Κούρδους (ΥΓ.2), γεγονός που τον καθιστούσε εχθρό του Μπιτλίς. Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, ο Ερσεβέρ ήταν υπεύθυνος για την δολοφονία του Μπιτλίς, και στην συνέχεια δολοφονήθηκε και να «καλυφθεί» αυτό το γεγονός.
Το αρχείο του Ερσεβέρ θεωρούταν χαμένο αλλά μετά από χρόνια, εντοπίστηκε από τις Αρχές στο σπίτι του Βελί Κιουτσούκ, ιδρυτή και αρχηγού της JITEM και θεωρούμενου ως εγκέφαλου της Οργάνωσης Εργκενεκόν. Ο Κιουτσούκ λέγεται ότι ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που μίλησε με τον Τσατλί πριν την δολοφονία του, και είχε στείλει συνεργάτες του στο σημείο του δυστυχήματος.
Στην μάχη εναντίον του PKK, εκτός από τον Τουρκικό στρατό, συμμετείχαν ακόμα η Τουρκική αστυνομία, η Μαφία και Κούρδοι αντίπαλοι του PKK. Για να εξοπλίσουν τους Κούρδους φυλάρχους, που μάχονταν το PKK, το Τουρκικό κράτος αγόρασε όπλα αξίας 50 εκατ. δολαρίων από το Ισραήλ, κάποια από τα οποία χάθηκαν.
Η μάχη των δύο Μεχμέτ
Ενώ ο πόλεμος με το PKK έμοιαζε ότι είναι ο υπέρτατος σκοπός, στην πραγματικότητα δύο στρατόπεδα ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για την κυριαρχία στο εμπόριο ναρκωτικών στα εδάφη που δρούσε το PKK. Εκείνη την εποχή το εμπόριο ηρωίνης στην Τουρκία ανερχόταν στα 50 δις δολάρια, την στιγμή που ο κρατικός προϋπολογισμός ήταν 48 δις δολάρια.
Άλλες πηγές αναφέρουν ότι το 1998 ο κρατικός προϋπολογισμός ήταν 62 δις δολάρια και το εμπόριο ναρκωτικών 70 δις δολάρια. Τα λεφτά από το εμπόριο ναρκωτικών ξεπλένονταν στα καζίνο του Τοπάλ, όπου μετά χρησιμοποιούνταν για την χρηματοδότηση των Τουρκικών πολιτικών κομμάτων.
Ο Διοικητής του Αντι-τρομοκρατικού τμήματος της MIT την περίοδο 1995-6, Μεχμέτ Εϊμούρ, ήταν σε χρόνια ανελέητη διαμάχη με τον Υπουργό Δικαιοσύνης και πρώην αρχηγό της Τουρκικής Αστυνομίας, Μεχμέτ Αγκάρ. Ο Εϊμούρ το 1987 σε έκθεση της MIT ανέφερε ότι ο Αγκάρ και άλλοι υψηλόβαθμοι αστυνομικοί είχαν στενές σχέσεις με την Μαφία. Ο Αγκάρ ανήκε στο Κόμμα του Ορθού Δρόμου (PYD) της Τσιλέρ και το 2002 την διαδέχτηκε στην ηγεσία του.
Ο Τσαλτί για χρόνια χρησιμοποιούνταν από την MIT και το Τουρκικό παράρτημα του Gladio, Counter-Guerrilla για να δολοφονεί μέλη του PKK και του ASALA. Στην πορεία, ο Τσατλί απομακρύνθηκε από την MIT, και ασχολούνταν με την εγκληματική δράση για δικό του όφελος. Μετά, βρέθηκε να συνεργάζεται με την αστυνομία υπό την ηγεσία του Αγκάρ, γεγονός που τον καθιστούσε αυτομάτως ανταγωνιστή του Εϊμούρ.
Το τέλος
Στις 3 Νοεμβρίου 1996 περίπου στις 19.25, μια Mercedes 600 SEL που ανήκε στον Κούρδο βουλευτή του κόμματος της Τσιλέρ, Σεντάτ Μπουτσάκ συγκρούστηκε νωτομετωπικά (φωτό) με φορτηγό κοντά στο Σουσουρλούκ της επαρχίας Μπαλικεσίρ. Η σύγκρουση ήταν στην πραγματικότητα δολοφονία.
Νεκροί ήταν ο Αμπντουλάχ Τσατλί, αρχηγός των Γκρίζων Λύκων, καταζητούμενος πληρωμένος δολοφόνος και έμπορος ναρκωτικών, ο Χουσεγίν Κοτσαντάγ, επικεφαλής της Αστυνομικής σχολής της Κωνσταντινούπολης, πρώην υποδιοικητής της αστυνομίας της Κωνσταντινούπολης και πρώην επικεφαλής του τμήματος ειδικών επιχειρήσεων της Αστυνομίας και η σύντροφος του Τσατλί, Γκόντσα Ους, μοντέλο. Ο Μπουτσάκ τη γλίτωσε μ’ένα σπασμένο πόδι και ένα κάταγμα στο κρανίο.
Οι επιβαίνοντες, όπως και ο υπουργός Εσωτερικών Μεχμέτ Αγκάρ, πριν το ατύχημα διέμεναν στο ξενοδοχείο Onura στο Κουσάντασι. Το σχέδιο δολοφονίας περιλάμβανε και τον Αγκάρ, όμως αυτός ειδοποιήθηκε από τον Σάμι Χοστάν, πρώην συνέταιρο του βασιλιά των καζίνο Ομέρ Λουφτού Τοπάλ και παρέμεινε στο ξενοδοχείο.
Οι υπόλοιποι αναχώρησαν χωρίς αυτόν. Σύμφωνα με την έκθεση του εισαγγελέα οι επιβαίνοντες βρίσκονταν καθ’οδόν για να διαπράξουν μια δολοφονία. Τρία περίστροφα Beretta 22 χιλιοστών που είχαν «χαθεί» από την προμήθεια που παρελήφθη από το Ισραήλ βρέθηκαν στο πορτ μπαγκάζ της Mercedes.
Τι έγινε μετά;
Το «Σκάνδαλο Σουσουρλούκ» όπως ονομάστηκε συντάραξε την Τουρκία, αφού αποδείκνυε τις σχέσεις πολιτικής-Μαφίας-μυστικών υπηρεσιών, κάτι που μέχρι τότε θεωρούνταν δημοσίως ως μια εξωφρενική θεωρία συνωμοσίας.
Παρ’όλα αυτά, ο καταζητούμενος έμπορος ναρκωτικών, Τσατλί κηδεύτηκε ως ήρωας με την Τουρκική σημαία στο φέρετρό του και η Τσιλέρ εξήρε τις υπηρεσίες του στο Τουρκικό έθνος.
Σε όσους επέκριναν την συνεργασία Κράτους-μαφίας η Τσιλέρ δήλωσε: «Κατηγορούν την Τουρκική Δημοκρατία ότι κάνει χρήση παράνομων δυνάμεων. Ο πρόεδρος, οι αστυνομικές δυνάμεις, ακόμη και το Κοινοβούλιο είναι αντιμέτωποι με κατηγορίες για δολοφονία. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να υποπτεύεται ένα μεγάλο κράτος… Αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση όπου μαχαιρωνόμαστε στην πλάτη. Ακόμα και οι Έλληνες δεν θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο σε εμάς».
Περιέργως, τρεις από τους ερευνητές του Σκανδάλου Σουσουρλούκ, σκοτώθηκαν σε τροχαία δυστυχήματα με τον ίδιο τρόπο που συνέβη και το δυστύχημα του Σουσουρλούκ (νωτομετωπική σύγκρουση με φορτηγό).
Τα θύματα ήταν ο κύριος ερευνητής, δικαστής Ακμάν Ακγιουρέκ, ο ερευνητής της MIT, Ερτουγκρούλ Μπερκμάν (και οι δύο το 1997) και το μέλος της κοινοβουλευτικής επιτροπής για το Σουσουρλούκ και βουλευτής του κόμματος του Ερμπακάν, Μπεντρί Ιντσεταχτατσί, το 1999. Και οι τρεις θάνατοι θεωρούνται ύποπτοι.
Ο Εϊμάρ από το 1999 ζει στο McLean της Virginia στις ΗΠΑ, την έδρα της CIA.
ΥΓ.1: Το Gladio (φωτό) ήταν ο μυστικός στρατός του NATO. Είχε στηθεί μεταπολεμικά για να κάνει αντάρτικο αγώνα (stay-behind) σε περίπτωση Σοβιετικής εισβολής. Ήταν ιδιαίτερα δραστήριο στην Ιταλία και στην Τουρκία, όπου προέβαινε σε προβοκάτσιες, δολοφονίες, σφαγές με στόχους κυρίως αριστερούς, αναρχικούς ή ανυποψίαστους πολίτες, με σκοπό την δημιουργία αντιποίνων από την άλλη πλευρά (στρατηγική της έντασης), ώστε να καταστεί εφικτή η εφαρμογή άγριας καταστολής ή ακόμα και δικτατορίας.
Ανάμεσα σ’άλλα ευθύνεται για τα Σεπτεμβριανά το 1955 εναντίον των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, που ξεκίνησαν από δήθεν έκρηξη βόμβας στο Τουρκικό προξενείο στην Θεσσαλονίκη, που έχει έδρα το σπίτι που γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ, την έκρηξη στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνο το 1969 με 17 νεκρούς, την έκρηξη στον σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνια το 1980 με 85 νεκρούς, τα πραξικοπήματα στην Τουρκία το 1971 και το 1980 και για την απόπειρα πραξικοπήματος από τον Τζούνιο Βαλέριο Μποργκέζε στην Ιταλία το 1970 με την υποστήριξη της Ελληνικής Δικτατορίας, που εκπαίδευε Ιταλούς φασίστες σε στρατόπεδο στην Κέρκυρα.
ΥΓ.2: Οι υπόγειες σχέσεις του Τουρκικού βαθέως κράτους με τους Κούρδους, οφείλονται στο δόγμα της «στρατηγικής της έντασης» του Gladio ώστε να κλιμακωθεί η αντιπαλότητα για να δικαιολογηθούν «έκτακτα μέτρα» και ότι κάποιους τους συνέφερε η διαιώνιση του πολέμου, αφού εξαιτίας αυτού αποκόμιζαν χρήματα και εξουσία, που θα έχαναν σε περίπτωση ειρήνης.
thetruth.gr