ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΟΚ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΝΑΛΥΤΗΣ: «Αν δεν γίνει αυτό, η Ελλάδα θα είναι καταδικασμένη…»

Κοινοποίηση:
images

Ενα πολιτικό σοκ αναμένει στην Ελλάδα ο Jeromin Zettelmeyer, οικονομικός αναλυτής του Peterson Institute και πρώην οικονομικός σύμβουλος της γερμανικής κυβέρνησης.

Οπως λέει ο ίδιος σε συνέντευξή του στο liberal.gr, «Όλα αυτά που έγιναν στην Ελλάδα νομίζω ότι θα πυροδοτήσουν μία πολιτική αντίδραση που θα οδηγήσει σε καλύτερες πολιτικές. Αν δεν γίνει αυτό, τότε η Ελλάδα θα είναι καταδικασμένη γιατί είτε θα της δοθεί δημοσιονομικός χώρος και θα πάμε σε νέα κρίση είτε θα παραμείνει σε σφιχτά προγράμματα και διαρκώς θα υπάρχει αυτή η διαμάχη. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν θα είναι ένας ελκυστικός τόπος για να ζει κάποιος. Ελπίζουμε ότι η ελληνική δημοκρατία θα αναγεννηθεί και θα φέρει καλά αποτελέσματα».
Ο συντάκτης της πρόσφατης έκθεσης του αμερικανικού ινστιτούτου που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ελάφρυνση χρέους θα δοθεί στην Ελλάδα με έναν… δημοσιονομικό ζουρλομανδύα, υποστηρίζει ότι ο μοναδικός τρόπος για να ξεφύγει η χώρα από τον «ζουρλομανδύα» είναι να συνεχίσει για κάποια χρόνια να δανείζεται από τον ESM αλλά με πολύ πιο χαλαρούς όρους.

Ο κ. Zettelmeyer κάνει επίσης λόγο για αποτυχία της ελληνικής ελίτ, εκφράζοντας παράλληλα την ελπίδα να αναγεννηθεί η ελληνική δημοκρατία, για να ξαναγίνει η χώρα ένας ελκυστικός τόπος. «Αν δεν υπάρξει πολιτική αντίδραση στη χώρα με στόχο να εφαρμοστούν οι σωστές πολιτικές, μετά την εμπειρία των τελευταίων οκτώ ετών, τότε η Ελλάδα είναι καταδικασμένη», υπογραμμίζει ο οικονομολόγος του Peterson Institute.

Ολόκληρη η συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Μαριόλη έχει ωςεξής:

Υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε από τον «ζουρλομανδύα» στον οποίο έχουμε παγιδευτεί – όπως περιγράψατε την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα σε πρόσφατη οικονομική ανάλυση;

Είναι δύσκολο. Ιδανικά αυτό που θα θέλατε τώρα είναι μία φάση στην οποία η Ελλάδα θα είχε δημοσιονομικό χώρο, που δεν σημαίνει ότι θα μπορούσε να γυρίσει στα μεγάλα ελλείμματα που είχε στο παρελθόν, αλλά κάτι πιο φιλόδοξο από το 3,5% που έχει συμφωνηθεί για τα επόμενα χρόνια και μετά 2% για… πάντα. Θα ήταν επιθυμητό να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί, οι οποίες στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι καλές, αλλά θα ήταν επίσης επιθυμητό να αντισταθμιστεί εν μέρει ο δημοσιονομικός αντίκτυπος από αυτές τις μεταρρυθμίσεις κάνοντας περισσότερες δημόσιες επενδύσεις. Αυτό θα ήταν το ιδανικό. Κάτι που δεν συνάδει, βέβαια, με τον στόχο επιστροφής στις διεθνείς κεφαλαιαγορές προς το τέλος του 2018.

Γιατί το λέτε αυτό; Η έξοδος στις αγορές μας βγάζει από τα μνημόνια.

Διότι για να μπορεί να επιστρέψει η Ελλάδα στις αγορές χωρίς να βρίσκεται σε εφαρμογή ένα πολύ αυστηρό πρόγραμμα, χρειάζεται μια πολύ μεγάλη ελάφρυνση χρέους, η οποία δεν μπορεί να δοθεί με βάση τις κόκκινες γραμμές των Ευρωπαίων. Ειδικότερα, μία τέτοια ελάφρυνση θα απαιτούσε «κούρεμα» στην ονομαστική αξία του χρέους και οι Ευρωπαίοι για λόγους που είναι απόλυτα κατανοητοί δεν θέλουν να το κάνουν. Δεν θέλουν να το κάνουν διότι αφενός έτσι δημιουργούν προηγούμενο και αφετέρου φοβούνται ότι η Ελλάδα θα υπερδανειστεί και πάλι. Ανησυχούν ότι μόλις η Ελλάδα διαθέτει τον δημοσιονομικό χώρο και με την «προκαταβολική» ελάφρυνση μειωθούν πολύ τα επιτόκια δανεισμού, τότε θα τον «καταχραστεί» και θα υπερδανειστεί, με αποτέλεσμα να μην τηρήσει ούτε τις μειωμένες δημοσιονομικές παραδοχές. Συνεπώς υπάρχει πρόβλημα σε επίπεδο δεσμεύσεων. Το καλύτερο για την Ελλάδα θα ήταν να δεσμευτεί σε ένα δημοσιονομικό πλεόνασμα περισσότερο «μετρημένο» και λιγότερο φιλόδοξο από αυτό που δεσμεύεται σήμερα αλλά αντί γι’ αυτό παίρνει ελάφρυνση χρέους για να πάει στις αγορές  να υπερδανειστεί.

Υπάρχει δηλαδή έλλειψη εμπιστοσύνης προς τις ελληνικές κυβερνήσεις;

Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν μόνο με την Ελλάδα. Είναι ένα γενικότερο πρόβλημα που έχει παρατηρηθεί και στο παρελθόν όταν δινόταν βοήθεια σε αναπτυσσόμενες οικονομίες. Οι δανειστές θέλουν να προχωρήσουν σε ελάφρυνση του χρέους αλλά δεν θέλουν να γίνει κατάχρηση του δημοσιονομικού χώρου που παρέχεται. Οποιαδήποτε χώρα, όταν βγαίνει από μία μακρά περίοδο σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής, υψηλής ανεργίας και μηδενικών επενδύσεων, έχει τεράστια δίψα να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο από όλη αυτή τη λιτότητα. Δεν είναι απαραιτήτως πρόβλημα εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα. Βέβαια, υπάρχουν και οι δύσκολες σχέσεις μεταξύ διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων και του Eurogroup, με λάθη και από τις δύο πλευρές, που περιπλέκουν την κατάσταση.

Στη θεωρία, λοιπόν, έτσι θα μπορούσε η Ελλάδα να βγει από τον ζουρλομανδύα, όμως στην πράξη δεν πρόκειται να λειτουργήσει.

Με άλλα λόγια λέτε ότι δεν υπάρχει καμία λύση;

Κατά τη γνώμη μου λύση υπάρχει που θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα, όμως προϋποθέτει η Ελλάδα να παραμείνει στην ουσία για κάποια χρόνια σε πρόγραμμα, αλλά όχι με τον τρόπο που έχουμε συνηθίσει μέχρι σήμερα.

Εννοείτε με σταδιακή απεμπλοκή από τις δεσμεύσεις και σταδιακή επιστροφή στις αγορές;

Κάπως έτσι. Κατά τη γνώμη μου, όσο οι αγορές χρεώνουν υψηλό επιτόκιο στην Ελλάδα κάτι που πιστεύω ότι θα συνεχίσουν να το κάνουν ακόμη και μετά από ελάφρυνση του χρέους, δεν πρέπει να δανειστεί. Μόνο αν διαγραφόταν εντελώς το χρέος θα μπορούσε η Ελλάδα να δανειστεί με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια αλλά αυτό είναι ουτοπικό. Τα επιτόκια, συνεπώς, θα παραμείνουν υψηλά μέχρι να μειωθεί κι άλλο το χρέος. Μέχρι η Ελλάδα να δείξει σημάδια σωστής διαχείρισης της οικονομίας και αρχίσει να μειώνει το χρέος. Άρα αυτό θα πάρει αρκετά χρόνια. Μέχρι τότε, είναι καλύτερο για την Ελλάδα να δανείζεται από τον επίσημο τομέα.

Δεν είστε υπέρ μίας προληπτικής πιστωτικής γραμμής μετά το τέλος του μνημονίου το 2018;

Δεν θα έλεγα ότι πρέπει να υπάρχει μία προληπτική γραμμή, αλλά περισσότερο ένα κανονικό πρόγραμμα, μέσω του οποίου η Ελλάδα θα δανείζεται από τον ESM. Ένα κανονικό πρόγραμμα με μετρητά που οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα καλύπτονται από τον ESM, αλλά με πιο χαλαρά προαπαιτούμενα.

Ναι, αλλά δεν έχουμε συνηθίσει να μας δανείζουν χωρίς σκληρά μέτρα και ατελείωτες διαπραγματεύσεις.

Αν ληφθεί μία τέτοια απόφαση δεν νομίζω ότι θα χρειάζονται όλες αυτές οι δύσκολες αξιολογήσεις, οι διαπραγματεύσεις και οι αποστολές των πιστωτών κλπ. Πιστεύω ότι θα μπορούσε η Ελλάδα να συνεχίσει το πρόγραμμα χωρίς νέα μέτρα. Απλά με το να τηρηθούν τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί. Ιδανικά, θα ήθελα να υπάρχει απεριόριστη πρόσβαση στα χρήματα του ESM, με τους λιγότερους δυνατούς όρους, που θα υφίστανται κυρίως για να διασφαλιστεί ότι θα συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη εφαρμοστεί. Παράλληλα να διατηρεί η Ελλάδα ένα ελάχιστο πλεόνασμα που θα δίνει περισσότερο χώρο για ανάκαμψη. Και όλα αυτά υπό την προϋπόθεση να μην βγει η χώρα στις αγορές.

Γιατί αν η Ελλάδα βγει στις αγορές κάποιος θα πρέπει να πληρώσει για τη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων του επίσημου τομέα και των επιτοκίων της αγοράς. Οι ιδιώτες επενδυτές θα απαιτούν πολύ υψηλότερο επιτόκιο, ενώ το χρέος που θα εκδίδεται θα πρέπει να αποπληρωθεί πολύ νωρίτερα από τα δάνεια του ESM. Έτσι θα χρειαστεί είτε περαιτέρω ελάφρυνση χρέους είτε περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή, κάτι που κανείς δεν θέλει. Με άλλα λόγια, ο ESM να αντικαταστήσει τις αγορές για κάποια χρόνια χωρίς τους σκληρούς όρους των περασμένων ετών. Ένα τέτοιο σχέδιο πιστεύω θα είχε νόημα.

Τότε γιατί όλοι μιλάνε για την έξοδο στις αγορές;

Αυτό είναι το πρόβλημα.  Πως όλοι θέλουν απελπισμένα να επιστρέψει η Ελλάδα στις αγορές, αλλά δυστυχώς για αντιφατικούς λόγους. Οι Ευρωπαίοι θέλουν την επιστροφή για να τελειώσει το πρόγραμμα και δεν επιθυμούν να προβούν σε νέα χρηματοδοτική δέσμευση. Όμως έτσι έχουν αναλάβει μεγάλο ρίσκο και ίσως χρειαστεί να προχωρήσουν σε μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους για να διασφαλίσουν ότι η Ελλάδα μπορεί να δανειστεί από τις αγορές με φυσιολογικά επιτόκια. Πολιτικά, ωστόσο, αυτό δεν περνάει. Άρα στο τέλος αυτό που θα γίνει είναι να δώσουν πολύ μικρή ελάφρυνση με αποτέλεσμα τα επιτόκια στις αγορές να είναι υψηλά και έτσι θα οδεύουμε ολοταχώς προς την επόμενη ελληνική κρίση.

Από την πλευρά της η Ελλάδα θέλει πάρα πολύ να βγει στις αγορές για να μην εξαρτάται από τον ESM και θέλει να δείξει ότι είναι ένα κυρίαρχο κράτος που δεν επιθυμεί να παρακαλάει τον επίσημο τομέα για χρηματοδότηση αλλά δανείζεται από τον ιδιωτικό τομέα, όμως τα επιτόκια παραμένουν πολύ ακριβά.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, θα μπορούσε να προχωρήσει το «σχέδιο Schaeuble» που προβλέπει την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη με αντάλλαγμα ένα γενναιόδωρο «κούρεμα» στο χρέος;

Αυτό σχεδόν έγινε τον Ιούλιο του 2015 και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες παραλίγο να υλοποιηθεί ήταν ότι η ελληνική κυβέρνηση σε εκείνο το σημείο ήταν εντελώς προκλητική προς τους πιστωτές και καθόλου συνεργάσιμη. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά. Η ελληνική κυβέρνηση είναι συνεργάσιμη τα τελευταία δύο χρόνια. Όμως ακόμη και τον Ιούλιο του 2015, το συγκεκριμένο σχέδιο δεν έβρισκε μεγάλη υποστήριξη ακόμη και μέσα στη γερμανική κυβέρνηση. Κατά τη γνώμη μου, λοιπόν, κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί, αν υπάρχει τέτοιο σχέδιο. Υπήρξε βέβαια το καλοκαίρι του 2015 η επιστολή της γερμανικής πλευράς προς το Eurogroup, με πρόταση για προσωρινή έξοδο της Ελλάδας και έχετε απόλυτο δίκιο, αν γινόταν κάτι τέτοιο, τότε η έξοδος θα συνοδευόταν από γενναιόδωρο «κούρεμα».

«Κούρεμα» όμως εντός της Ευρωζώνης δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί;

Υπάρχουν δύο ερμηνείες. Η μία είναι αυτή της Γερμανίας και άλλων χωρών που λέει ότι το άρθρο 125 απαγορεύει την  απομείωση της ονομαστικής αξίας και τη μείωση των επιτοκίων κάτω από το κόστος. Άρα οι κόκκινες γραμμές δεν έχουν να κάνουν μόνο με το «κούρεμα» αλλά και με το ότι ο ESM ή ο EFSF δεν πρέπει να δανείζουν με όρους που είναι πιο ακριβοί από τον δικό τους δανεισμό από τις αγορές. Αυτή είναι μία εύλογη ερμηνεία του άρθρου 125. Υπάρχει και μία άλλη ερμηνεία που λέει ότι το άρθρο 125 δεν εξηγεί το πώς πρέπει να γίνει η ελάφρυνση χρέους, άρα θα μπορούσε να γίνει με επέκταση των ωριμάνσεων, με μείωση των επιτοκίων ή με κούρεμα στην ονομαστική αξία, υπό την προϋπόθεση ότι γίνεται με τρόπο που ενισχύει την δημοσιονομική πειθαρχεία. Αν θέλεις να διαγράψεις χρέος μίας χώρας που δεν πειθαρχεί – και η Ελλάδα μπορεί να πειθαρχεί τελευταία αλλά παλαιότερα δεν το έκανε – τότε δημιουργείς προηγούμενο για κάθε χώρα να τρέχει υψηλά ελλείμματα και μετά να ζητάει ελάφρυνση χρέους, δηλαδή αυτό που το άρθρο 125 θέλει να αποτρέψει. Βλέπετε, είναι πολύ δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι μπορεί να αποφασίσει μεγάλο κούρεμα στο χρέος μίας χώρας και αυτό να γίνει με τρόπο που διασφαλίζει τη δημοσιονομική πειθαρχεία. Αλλά δεν είναι και τελείως απίθανο να βρεθούν τρόποι να γίνει κάτι τέτοιο. Για παράδειγμα, αν συνδυάσεις την ελάφρυνση χρέους με πολύ ισχυρές δεσμεύσεις για δημοσιονομική πειθαρχεία. Ή αν γίνουν μειώσεις στην ονομαστική αξία οι οποίες θα συνδυαστούν με περισσότερο PSI, γιατί σε αυτή την περίπτωση καθίσταται σαφές προς τον ιδιωτικό τομέα ότι δεν πρόκειται να γίνει στο μέλλον κούρεμα στο χρέος του επίσημου τομέα χωρίς τη συμμετοχή του ιδιωτικού, άρα η χώρα θα πρέπει να έχει δημοσιονομική πειθαρχεία.

Το θέμα είναι ότι τα πράγματα που πρέπει να κάνεις για να ικανοποιείται το άρθρο 125 είναι δύσκολα και ίσως ανεπιθύμητα. Άρα δεν πρόκειται για «δωρεάν γεύμα». Συνεπώς ακόμη και αν το άρθρο 125 ερμηνευθεί με τέτοιο τρόπο που επιτρέπεται το κούρεμα στην ονομαστική αξία, οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Υπό αυτή την έννοια, δεν νομίζω ότι είναι παράλογο το Eurogroup και η Ελλάδα να εξετάσουν μία ελάφρυνση χρέους στο πλαίσιο των όσων περιγράφονται στην ανακοίνωση του Eurogroup, δηλαδή ελάφρυνση με επιμήκυνση και μείωση επιτοκίων κλπ. Το ερώτημα είναι κατά πόσο ο συνδυασμός των μέτρων αυτών αρκεί. Πιστεύω ότι είναι δύσκολο, όμως θα μπορούσε να αρκεί, αν η Ελλάδα συνεχίσει να δανείζεται με πολύ χαμηλά επιτόκια.

Μιλάτε για δημοσιονομική πειθαρχεία και όρους για αρκετά χρόνια ακόμη. Μπορεί μία χώρα σαν την Ελλάδα, μετά από τόσα χρόνια ύφεσης να αναπτυχθεί ξανά σε ένα τέτοιο περιβάλλον;

Με μία λέξη, ναι. Θα πρέπει ωστόσο να έχουμε κατά νου ότι η Ελλάδα έχει ήδη κάνει μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή, άρα στο μέλλον θα χρειαστεί απλά να τη διατηρήσει. Αν υπάρχει σταθερότητα η χώρα θα ανακάμψει όπως και να’ χει. Ακόμη και χωρίς δημοσιονομική χαλάρωση και αυτό έχει ήδη αρχίσει να φαίνεται. Στο α’ τρίμηνο είδαμε έναν εύλογο ρυθμό ανάπτυξης που νομίζω ότι είναι στο πλαίσιο των παραδοχών του προγράμματος. Η Ελλάδα μπορεί να ανακάμψει ακόμη και σε σφικτό δημοσιονομικό πλαίσιο, αλλά πιο αργά. Θα είναι ένας αργός και επίπονος δρόμος και κάπως έτσι προβλέπεται η συνέχεια με βάση το σημερινό πρόγραμμα.

Υπάρχει όμως και ένας καλύτερος δρόμος, όμως αυτός ο δρόμος απαιτεί περισσότερη πειθαρχεία και από τις δύο πλευρές, υπό μία άλλα έννοια. Η Ελλάδα θα πρέπει να δανείζεται με τα χαμηλά επιτόκια των ευρωπαϊκών θεσμών και ο δημοσιονομικός χώρος που δημιουργείται μέσω αυτού του μηχανισμού μπορεί να διανέμεται εκ νέου στην Ελλάδα για να μπορούν να γίνουν περισσότερες δημόσιες επενδύσεις. Αυτό που θεωρείται πολιτικά ανεπίτρεπτο στην Ελλάδα είναι να μη βγει στις αγορές. Αν η κυβέρνηση θέλει να εμφανίσει την έξοδο στις αγορές σαν μία μεγάλη επιτυχία, τότε πιστεύω ότι είναι πιθανό αντί για μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους προς την Ελλάδα, να απαιτηθεί το δημόσιο χρέος να προηγείται του νέου ιδιωτικού χρέους.  Είναι λεπτό ζήτημα αλλά στην ουσία θα αντιμετώπιζε το φόβο ότι αν δινόταν στην Ελλάδα μεγάλη ελάφρυνση χρέους τότε θα έβγαινε στις αγορές θα υπερδανειζόταν αλλά τα δάνεια των ιδιωτών θα πληρώνονταν πρώτα. Αν για παράδειγμα βγείτε αύριο στις αγορές με 3ετή ή 5ετή ομόλογα, αυτά θα πληρωθούν πριν τα δάνεια του επίσημου τομέα.

Η πρώτη επιλογή, λοιπόν, είναι να πουν στην Ελλάδα «αν θέλετε χρήματα ελάτε να δανειστείτε από τον ESM με πολύ χαμηλά επιτόκια», άρα να μην επιτραπεί η έξοδος στις αγορές. Η δεύτερη λύση είναι να δανειστεί η Ελλάδα από τον ESM αλλά να επιτραπεί και δανεισμός από τον ιδιωτικό τομέα, υπό την προϋπόθεση είτε τα δάνεια να είναι μακροπρόθεσμα, είτε με κάποιο τρόπο να προηγούνται οι πληρωμές των δανείων του επίσημου τομέα.

Πιστεύετε ότι μπορεί να έχουμε έκρηξη κερδοσκοπίας στις αγορές πριν λήξει το πρόγραμμα; Μπορεί η Ελλάδα να αποτελέσει για μία ακόμη φορά πηγή αβεβαιότητας όταν ξεκινήσουν οι συζητήσεις για το τι θα γίνει μετά το τέλος του μνημονίου;

Όχι, δεν το νομίζω. Αυτό που θα παρακολουθούν οι αγορές είναι το «μέγεθος» της ελάφρυνσης και το αν το ΔΝΤ θα συμμετάσχει, κάτι που αν συμβεί η Ελλάδα θα μπει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Είμαι πεπεισμένος ότι η Ελλάδα θα πάρει την ελάφρυνση χρέους η οποία θα είναι αρκετή για να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Μπορεί η ελάφρυνση να δοθεί με όρους που θα είναι δύσκολοι, διότι δεν μπορώ να φανταστώ επιμήκυνση των δανείων και μείωση των επιτοκίων χωρίς συγκεκριμένο δημοσιονομικό μονοπάτι. Αν ο στόχος είναι να βγει η Ελλάδα στις αγορές, τότε οι δανειστές θα υποχρεωθούν να δώσουν ένα πακέτο ελάφρυνσης χρέους. Όμως οι αγορές την άνοιξη του 2018 θα εξετάσουν αν η ελάφρυνση είναι ικανοποιητική. Αν είναι, τότε θα τιμολογήσουν το ελληνικό χρέος στα επίπεδα της Πορτογαλίας συν κάποιο spread. Βραχυπρόθεσμα δεν θα υπάρχει πρόβλημα. Για να φτάσουμε εκεί θα πρέπει η ελάφρυνση που θα αποφασιστεί να υποχρεώνει την ΕΚΤ να συμπεριλάβει την Ελλάδα στο QE.

Απλά σκεφτείτε ότι αν δεν δοθεί ελάφρυνση  και η χώρα δεν μπορεί να επιστρέψει στις αγορές, τότε το μνημόνιο θα πρέπει να επεκταθεί το καλοκαίρι του 2018 και όλοι θα φοβούνται ένα νέο 2015.Υπάρχει σενάριο για ένα νέο 2015, όμως μόνο με «τρελή» συμπεριφορά από την ελληνική κυβέρνηση, κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί. Είναι σχεδόν απίθανο να έχουμε μια νέα κρίση το καλοκαίρι του 2018.

Καλά είναι τα νούμερα και οι θεωρίες αλλά ο κόσμος ρωτάει αν θα δούμε έξοδο από την κρίση και αν θα επιστρέψουμε ποτέ στα προ κρίσης επίπεδα..

Κοιτάξτε, ότι θα υπάρξει ανάκαμψη αυτό είναι δεδομένο και αυτή θα γίνει ακόμη και με τον στόχο για πλεονάσματα 3,5%. Διότι το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής έχει ήδη γίνει, άρα δεν θα υπάρχει νέος αρνητικός δημοσιονομικός αντίκτυπος. Η δημοσιονομική πολιτική σε μακροοικονομικό επίπεδο θα είναι σχεδόν ουδέτερη. Υπάρχουν κάποιες αμφιβολίες για αυτό γιατί δεν γνωρίζουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή που επιτεύχθηκε το 2016, όταν το πλεόνασμα της Ελλάδας ήταν περίπου ίδιο με της Γερμανίας. Αν εμπιστευτούμε τα νούμερα αυτά, τότε η προσαρμογή της Ελλάδας το 2016 ήταν τεράστια, όμως η ανάπτυξη ήταν μηδενική. Στο σημείο λοιπόν που έχουμε φτάσει δεν προβλέπεται άλλη πτώση. Αν δεν υπάρξουν νέα μέτρα λιτότητας τότε η συσσωρευμένη ενέργεια των προηγούμενων ετών θα φέρουν ανάπτυξη. Η ανάπτυξη αυτή δεν θα είναι τεράστια αλλά θα κινείται στο 2%-3% το χρόνο.

Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι τι θα γίνει μακροπρόθεσμα. Αυτό θα εξαρτηθεί από την «ποιότητα» της ανάπτυξης. Γι’ αυτό πρέπει να γίνουν πράγματα για να έρθουν επενδύσεις πέρα από την κυκλική ανάκαμψη. Αυτή θα έρθει. Το σημαντικό είναι να δούμε αν θα έχουμε έναν δημοσιονομικό ζουρλομανδύα σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Μπορεί να έχουμε και άλλα επεισόδια και άλλες… ελαφρύνσεις χρέους στο μέλλον;

Ελπίζω όχι. Μία άποψη λέει ότι δεν θέλεις μία κοινωνία που να είναι σε συνεχή διαμάχη με τους πιστωτές της. Αυτό δημιουργεί αβεβαιότητα και φόβο εξόδου από το ευρώ. Το μόνο επιχείρημα για να φτάσουμε σε ενέργειες πάνω στο χρέος είναι η χώρα να μη συμμορφώνεται δημοσιονομικά και να χρησιμοποιείται το χρέος για να κάνει αυτά που πρέπει.

Πιστεύω ότι η ελληνική δημοκρατία πρέπει να δείξει την απαιτούμενη ωριμότητα και να εκλέξει λογικές κυβερνήσεις, ειδικά μετά την τρομακτική εμπειρία των τελευταίων 8 ετών. Ξέρετε, αυτή η εμπειρία είναι πρωτίστως αποτυχία της ελληνικής ελίτ. Προφανώς η λιτότητα συνέβαλε πολύ. Όμως έχει να κάνει με πολύ βαθιά προβλήματα στη δομή της ελληνικής οικονομίας και στο ποιος ωφελείται από την τρέχουσα δομή της, που κάνει τη μεταρρύθμιση της πλευράς της προσφοράς εξαιρετικά δύσκολη. Όλα αυτά που έγιναν στην Ελλάδα νομίζω ότι θα πυροδοτήσουν μία πολιτική αντίδραση που θα οδηγήσει σε καλύτερες πολιτικές. Αν δεν γίνει αυτό, τότε η Ελλάδα θα είναι καταδικασμένη γιατί είτε θα της δοθεί δημοσιονομικός χώρος και θα πάμε σε νέα κρίση είτε θα παραμείνει σε σφιχτά προγράμματα και διαρκώς θα υπάρχει αυτή η διαμάχη. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν θα είναι ένας ελκυστικός τόπος για να ζει κάποιος. Ελπίζουμε ότι η ελληνική δημοκρατία θα αναγεννηθεί και θα φέρει καλά αποτελέσματα.

Who is who

Ο Jeromin Zettelmeyer συνεργάζεται με το Peterson Institute for International Economics από τον Σεπτέμβριο του 2016. Από το 2014 έως το 2016 διετέλεσε γενικός διευθυντής οικονομικής πολιτικής στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών και Ενέργειας, αναφερόμενος απευθείας στον αντικαγκελάριο Sigmar Gabriel. Ήταν υπεύθυνος για τις οικονομικές αναλύσεις και προβλέψεις, το πλαίσιο μικροοικονομικής πολιτικής και μία καίρια πρωτοβουλία για την ώθηση των ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων. Εκπροσώπησε, επίσης, τη Γερμανία στην Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής του ΟΟΣΑ, ενώ ήταν μεταξύ των προεδρευόντων στο Παγκόσμιο Φόρουμ του ΟΟΣΑ για την παραγωγικότητα.

Πριν εργαστεί για τη γερμανική κυβέρνηση, ο Zettelmeyer διετέλεσε διευθυντής μελετών και αναπληρωτής επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαικής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (2008-2014). Είναι κάτοχος διδακτορικού τίτλου στα Οικονομικά από το MIT και πτυχιακού τίτλου στα Οικονομικά από το Πανεπιστήμιο της Βόννης.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: