Ένα νέο σύστημα οικογενειακών παροχών, που θα περιλαμβάνει τις απαιτούμενες περικοπές, θα πρέπει να ολοκληρώσει εντός του Νοεμβρίου το υπουργείο Εργασίας, προκειμένου να εξοικονομηθούν έως 259 εκατ. τη διετία 2017 – 2018.
Στο «μικροσκόπιο» των δανειστών έχει μπει το επίδομα τρίτεκνων και πολύτεκνων οικογενειών.
Ευρωπαίοι και ΔΝΤ πιέζουν να καταργηθεί το επίδομα των 500 ευρώ ανά τέκνο τον χρόνο, στους τρίτεκνους και πολύτεκνους και να αντικατασταθεί με το επίδομα που παίρνουν οι οικογένειες με ένα και δύο παιδιά.
Για να αποφύγει ένα τέτοιο ενδεχόμενο που θα πλήξει 230.000 οικογένειες με τρία ή και περισσότερα παιδιά, η ελληνική πλευρά πιθανότατα θα αντιπροτείνει νέα, πιο αυστηρά, εισοδηματικά κριτήρια με ταυτόχρονη επίσπευση των αντίμετρων από φέτος.
Υπενθυμίζεται πως στα αντίμετρα προβλέπεται αύξηση κατά 50% του επιδόματος για το πρώτο παιδί (από 40 ευρώ στα 60 ευρώ το μήνα), αύξηση κατά 85% για το δεύτερο παιδί (από 54 ευρώ στα 100 ευρώ το μήνα) και αύξηση κατά 188% για το τρίτο παιδί (από τα 26 ευρώ στα 75 ευρώ το μήνα).
Τέλος, τα εισοδηματικά κριτήρια που τίθενται είναι 6.000 ευρώ για οικογένεια με ένα παιδί, 12.000 ευρώ για δύο παιδιά και 18.000 ευρώ για οικογένειες με τρία παιδιά.
Ποια είναι τα ποσά των επιδομάτων
Τα ποσά του επιδόματος τέκνων ποικίλουν ανάλογα με το εισόδημα, αλλά και τα μέλη της οικογένειας. Συγκεκριμένα κυμαίνονται από 160 έως 480 ευρώ το έτος (για ένα παιδί), από 320 έως 960 ευρώ (για 2 παιδιά), από 1.500 έως 2.940 ευρώ για τρία παιδιά και από 2.000 έως 3.920 ευρώ για πολύτεκνες οικογένειες.
Τα οικογενειακά επιδόματα χορηγούνται στις οικογένειες που έχουν εξαρτώμενα τέκνα, με βάση εισοδηματικά κριτήρια.
Εξαρτώμενα τέκνα θεωρούνται:
α) Τα άγαμα τέκνα που προέρχονται από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, που δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 19ο έτος, εφόσον φοιτούν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
β) Τα τέκνα που έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, εφόσον φοιτούν σε ΑΕΙ ή ΤΕΙ ή κολέγια, καθώς και σε ΙΕΚ, δημόσια ή ιδιωτικά. Τα επιδόματα καταβάλλονται μόνο κατά το χρόνο φοίτησης των τέκνων και όχι πέραν του 24ου έτους της ηλικίας τους.
γ) Τα τέκνα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, μέχρι τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους.