Αν και ο δημόσιος διάλογος για την καύση των νεκρών στην Ελλάδα έχει
φουντώσει τα τελευταία χρόνια, στην πραγματικότητα η συζήτηση έχει ξεκινήσει εδώ και πολλές δεκαετίες.
Το νεότερο είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κοντά στο να μην είναι πλέον η μοναδική χώρα στην Ευρώπη μαζί με την Αλβανία που δεν έχει αποτεφρωτήριο. Η επιθυμία όσων επιλέγουν την καύση στην Ελλάδα, αναγκαστικά πραγματοποιείται σε χώρα του εξωτερικού. Οι περισσότεροι συγγενείς τους στη χώρα μας, επιλέγουν τη Σόφια της Βουλγαρίας, λόγω χαμηλότερου κόστους σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Υπερψηφίστηκε η πρόταση του Δ. Αθηναίων για αποτεφρωτήριο στον Ελαιώνα
Η νέα προσπάθεια του δήμου Αθηναίων για την κατασκευή αποτεφρωτηρίου εκφράζεται μέσα από την χωροθέτηση που υπερψηφίστηκε από το δημοτικό συμβούλιο. Σύμφωνα με αυτή το κτίριο θα κτιστεί στο οικόπεδο 17 στον Ελαιώνα που ανήκει στο δήμο. Η απόφαση ελήφθη με μεγάλη πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο με μόνη την παράταξη της Χρυσής Αυγής να καταψηφίζει. Κατά πάσα πιθανότητα θα κατασκευαστεί με σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Ενστάσεις φαίνεται να εκφράζουν και φορείς κατοίκων και επιχειρηματιών του Ελαιώνα, όχι για την ίδια την κατασκευή αποτεφρωτηρίου αλλά για την επιλογή του χώρου. Πιθανές προσφυγές τους ενδεχομένως θα μπορούσαν να καθυστερήσουν ακόμα περισσότερο την κατασκευή του αποτεφρωτηρίου.
«Είναι ένα πανελλήνιο αίτημα, είμαστε από τις τελευταίες χώρες της Ευρώπης που δεν έχουν αποτεφρωτήριο. Χιλιάδες κόσμου φεύγουν για τη Βουλγαρία κάθε χρόνο για να μπορέσουν να αποτεφρώσουν τους νεκρούς τους, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την ταλαιπωρία των οικογενειών αλλά και την απώλεια χρημάτων που φεύγουν στο εξωτερικό, τα οποία πρέπει να μένουν στην Ελλάδα», τονίζει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αντιδήμαρχος Αθηναίων Νέλλη Παπαχελά.
Ερωτηθείσα για το αν ο δήμος θα επιμείνει σε περίπτωση που δεν στεφθεί με επιτυχία αυτή η προσπάθεια, η κ. Παπαχελά απαντά καταφατικά αλλά δηλώνει αισιόδοξη ότι με την τελευταία νομοθετική ρύθμιση δεν θα ευοδωθεί καμία προσφυγή.
Η «Ελληνική Κοινωνία Αποτέφρωσης»
Υποστηρικτές της καύσης των νεκρών στην Ελλάδα δημιούργησαν την Ελληνική Κοινωνία Αποτέφρωσης το 1977 με το όνομα «Επιτροπή για το δικαίωμα της αποτέφρωσης των νεκρών στην Ελλάδα». Στη συνέχεια και μετά την επίτευξη του αρχικού στόχου που ήταν η θέσπιση του νομοθετικού πλαισίου που επιτρέπει την αποτέφρωση των νεκρών στην Ελλάδα, μετονομάστηκε σε Ελληνική Κοινωνία Αποτέφρωσης.
Ο Αντώνης Αλακιώτης ένας από τους ιδρυτές της, παραβρέθηκε στο δημοτικό συμβούλιο και παρουσίασε τις θέσεις της.
«Εμείς ευχαριστήσαμε τη δημοτική αρχή για την πρωτοβουλία αυτή που ξεκίνησε από το 2005, όταν δήμαρχος ήταν η κ. Μπακογιάννη. Δεν είναι πρώτη φορά που ο δήμος χωροθετεί μέρος για την κατασκευή, έγινε πρώτη φορά το 2010 επί δημαρχίας Κακλαμάνη, όπου αποφασίστηκε σχεδόν ομόφωνα η χωροθέτηση του αποτεφρωτηρίου εντός του Γ’ Κοιμητηρίου ή εναλλακτικά στο Σχιστό.
Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια σταμάτησε γιατί η χρήση γης του Κοιμητηρίου που ανήκει στο δήμο Νίκαιας είναι χώρος κοινωνικών δραστηριοτήτων. Πάντως, η δημοτική αρχή με τις συνεχείς παρεμβάσεις της δείχνει την πολιτική της βούληση κι ευχόμαστε κάποια στιγμή να αποδώσει», δηλώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Αλακιώτης και προσθέτει:
Στα αποτεφρωτήρια του εξωτερικού 3.500-4.000 Ελληνες κάθε χρόνο
«Εμείς ελπίζουμε ότι αυτή τη φορά θα γίνει πραγματικότητα κι έτσι θα δώσουμε στους έλληνες το δικαίωμα επιλογής που έχουν και οι περισσότεροι στην Ευρώπη».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας που είναι και μέλος της Παγκόσμιας Οργάνωσης Αποτέφρωσης περίπου 3.500-4000 άτομα στην Ελλάδα επιλέγουν κάθε χρόνο την οδό της αποτέφρωσης αλλά αναγκάζονται να μεταβούν στο εξωτερικό.
Αυτός ο αριθμός αντανακλά στο 3,5% περίπου των θανάτων στην Ελλάδα. Το κόστος της καύσης ενός νεκρού στην Βουλγαρία ξεκινά από τα 1500 ευρώ και φτάνει στα 2.500, ενώ αν κατασκευαστεί αποτεφρωτήριο στην Ελλάδα το κόστος δεν θα ξεπερνά τα 800-1000 ευρώ σύμφωνα με τον κ. Αλακιώτη.
Η αντίδραση της Εκκλησίας
Μετά από συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου τον Μάρτιο του 2016, σε ανακοίνωσή της αναφέρεται στο νόμο για την αποτέφρωση των νεκρών, επισημαίνοντας ότι: «η επιλογή της χριστιανικής κήδευσης, εάν συνδυασθεί με την επιλογή της αποτεφρώσεως, προσκρούει στις παραδόσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας, περί των οποίων ο νομοθέτης σιωπά.
Η Ιερά Σύνοδος είχε ζητήσει από τον αρμόδιο υπουργό με επιστολή, η οποία έτυχε αδιαφορίας, να προστεθεί επιφύλαξη υπέρ των κανόνων και παραδόσεων κάθε θρησκευτικής κοινότητας».
Τονίζεται ακόμα ότι «η Ιερά Σύνοδος θεωρεί τις παραπάνω διατάξεις ως αντισυνταγματικές» και διευκρινίζεται «προς απόκρουση ψευδολόγων διαδόσεων, ότι τα έσοδα όλων των κοιμητηρίων των αστικών κέντρων εισπράττουν κατά νόμον οι τοπικοί Δήμοι και σε κάθε περίπτωση, εάν ήθελε η Εκκλησία να μη μειωθούν τα δήθεν έσοδά της, θα συμφωνούσε και δεν θα διαφωνούσε με την τέλεση κηδεύσεως και μνημοσύνων για όσους επιλέγουν την αποτέφρωση».
Οι πρώτες προσπάθειες για αποτέφρωση από το 1912
Οι πρώτες κινήσεις για την επαναφορά της αποτέφρωσης μετά την αρχαιότητα αναφέρονται στα έτη 1912 – 1917. Το Δ.Σ. του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, υπό τη προεδρία του Μ. Καρζή, τάσσεται δημόσια υπέρ της αποτέφρωσης. Το 1943 το Πρωτοδικείο Αθηνών εκδίδει την πρώτη απορριπτική απόφαση, με το αιτιολογικό ότι η αποτέφρωση αντίκειται στα χρηστά ήθη των Ελλήνων. Το 1944 απορρίπτεται με το ίδιο αιτιολογικό μια δεύτερη αίτηση σύστασης συλλόγου υπέρ της αποτέφρωσης.
Όμως, το 1946 η «Επιστημονική Εταιρεία προς μελέτη των διαφόρων συστημάτων μεταχείρισης των νεκρών», την οποία είχαν ιδρύσει μέλη του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, με πρόεδρο τον κ. Παπαθεοδώρου, πέτυχαν την έγκριση του Πρωτοδικείου και έτσι ιδρύθηκε ο πρώτος σύλλογος υπέρ της αποτέφρωσης.
Το 1960 μετά το θάνατο του διάσημου πιανίστα Δημήτρη Μητρόπουλου και την αποτέφρωσή του, η άρνηση της Εκκλησίας να προσφέρει νεκρώσιμη τελετή δημιουργεί μεγάλη αναστάτωση στο χώρο της Εκκλησίας και της κοινωνίας.
Έγκριτοι θεολόγοι διαφοροποιούνται από την επίσημη στάση της Εκκλησίας, υποστηρίζοντας την άποψη ότι το θέμα της επιλογής της ταφής ή της αποτέφρωσης δεν είναι δογματικό θέμα αλλά θέμα παράδοσης, ως εκ τούτου η Εκκλησία δεν θα πρέπει να απορρίπτει από το σώμα της τους πιστούς, που επιλέγουν την αποτέφρωση για λόγους συνείδησης.
Μεταξύ του 1986 και του 1988 ορισμένοι δήμοι όπως ο Δήμος Καλλιθέας, ο Δήμος Αγ. Δημητρίου και ο Δήμος Ζωγράφου, τάσσονται υπέρ της αποτέφρωσης και ζητούν από το Υπουργείο Εσωτερικών να τους συνδράμει για τη κατασκευή ενός αποτεφρωτηρίου. Η απάντηση είναι αρνητική με αιτιολογικό την μη ύπαρξη νομοθετικού πλαισίου.
Το 1986 μια κίνηση πολιτών, με την επωνυμία «Σύνδεσμος Φίλων της Αποτέφρωσης», καταθέτει αίτηση για την ίδρυση συλλόγου, στο Πρωτοδικείο Αθηνών. Το τελευταίο απορρίπτει την αίτηση ως «αντιβαίνουσα στα χρηστά ήθη των Ελλήνων».
Το 1987 ο τότε δήμαρχος Αθηνών Μιλτιάδης Έβερτ, επαναφέρει το θέμα ζητώντας επίσημα από την Ιερά Σύνοδο και την πολιτεία, να επιτρέψουν την αποτέφρωση των θυμάτων του καύσωνα που έπληξε την Αθήνα, εάν και εφόσον οι δικοί τους επιθυμούσαν, εισπράττοντας την απόρριψη του αιτήματος από την Εκκλησία.
Το 1997 συγκροτείται μια επιτροπή για τη δημιουργία ενός κέντρου αποτέφρωσης νεκρών στην Ελλάδα, για άτομα των οποίων οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις το επιτρέπουν. Η επιτροπή αυτή από το 2000 αποτελεί μέλος της I.C.F. (Παγκόσμια Οργάνωση Αποτέφρωσης). Το 2001 η επιτροπή συστήνει μια εταιρεία μη κερδοσκοπική με τίτλο «Επιτροπή για το δικαίωμα της αποτέφρωσης των νεκρών στην Ελλάδα» και μεταξύ των σκοπών της έχει και την κατασκευή αποτεφρωτηρίου.