Ήταν σίγουρος ότι θα πεθάνει εκείνη τη νύχτα…
Ο αστυνομικός, η ταυτότητα του οποίου δεν αποκαλύφθηκε για λόγους ασφαλείας, περιέγραψε στο France Info πώς πυροβόλησε και σκότωσε τον «πολύ ήρεμο» δράστη, τη στιγμή που ήταν έτοιμος να εκτελέσει έναν από τους ομήρους.
Είχε υπηρεσία εκείνη τη νύχτα, επικεφαλής μίας μονάδας καταπολέμησης του εγκλήματος, όταν έφτασε στο Bataclan πριν από τις ειδικές δυνάμεις. Ομως, εκείνος και ένας συνάδελφός του επέλεξαν να μην περιμένουν τις ενισχύσεις και αποφάσισαν να επιχειρήσουν να σώσουν όσους μπορούσαν, εκεί όπου τελικά σκοτώθηκαν 90 άνθρωποι εκείνη τη νύχτα.
«Ημουν σίγουρος ότι θα πέθαινα εκείνη τη νύχτα, οπότε άφησα ένα αποχαιρετιστήριο μήνυμα στη σύντροφό μου. Ηταν απλά 10 δευτερόλεπτα, στα οποία της είπα αυτά που έπρεπε και ότι δεν θα με έβλεπε ποτέ ξανά». Αφού έμαθε για τις δύο επιθέσεις αυτοκτονίας στο Σταντ ντε Φρανς και τους πυροβολισμούς σε μπαρ του Παρισιού, ο αστυνομικός και ο συνάδελφός του έφτασαν στο Bataclan με ελαφριά όπλα και λεπτό προστατευτικό εξοπλισμό.
«Οι άνθρωποι έβγαιναν ουρλιάζοντας ”Γρήγορα, γρήγορα, πέφτουν πυροβολισμοί μέσα”. Κάποιοι φώναζαν ”Βιαστείτε, η σύζυγος ή το παιδί μου είναι μέσα”», θυμάται. Οι δύο αστυνομικοί δεν είχαν ιδέα πόσοι τρομοκράτες ήταν μέσα στο Bataclan, αλλά ήξεραν ότι ήταν μέρος μίας μεγάλης συντονισμένης τρομοκρατικής επίθεσης. Αποφάσισαν να μπουν, βρίσκοντας μία «σουρεαλιστική», όπως την περιγράφει, ησυχία μέσα στον συναυλιακό χώρο.
«Αυτό που μας αιφνιδίασε ήταν ένα εκτυφλωτικό φως και η συγκλονιστική σιωπή», διηγείται. «Υπήρχαν εκατοντάδες κορμιά, το ένα πάνω στο άλλο. Σκεφτήκαμε ότι είναι όλοι νεκροί, καθώς κανένας δεν κουνιόταν. Ηταν μία στιγμή απερίγραπτου τρόμου», λέει.
Αμέσως μετά εντόπισε έναν από τους τρομοκράτες, περίπου 25 μ. μακριά, στη σκηνή, που είχε στρέψει το καλάσνικοφ του στο επόμενο θύμα του. «Ηταν έτοιμος, ήρεμος, έδινε στους άλλους εντολές χωρίς να φαίνεται διόλου αγχωμένος. Με δεδομένο το μακελειό, δεν είχαμε αμφιβολία για το τι έπρεπε να κάνουμε. Προχώρησα κατά μήκος του μπαρ, για στήριξη και για να σταθεροποιήσω το στόχο μου. Ανοίξαμε αμέσως πυρ. Τον χτυπήσαμε. Συνεχίσαμε να πυροβολούμε μέχρι να πέσει στο έδαφος. Εγώ πυροβόλησα τέσσερις φορές, ο συνάδελφός μου δύο. Αμέσως μετά, έγινε μία έκρηξη. Τότε συνειδητοποιήσαμε ότι είναι πιθανό να ανατιναχθούν με εκρηκτικά γιλέκα», περιγράφει.
Οι άλλοι δύο τρομοκράτες άρχισαν να πυροβολούν τους δύο αστυνομικούς, αλλά εκείνοι καλύφθηκαν. Σε εκείνο το σημείο, ενώ βρίσκονταν μέσα στο Bataclan, τηλεφώνησαν και οι δύο στις συντρόφους τους για να πουν «αντίο».
Σαν από θαύμα γλίτωσαν και κατάφεραν να βγουν ζωντανοί, για να επιστρέψουν λίγα λεπτά αργότερα, μόλις έφτασαν οι ενισχύσεις και όταν ήταν προφανές ότι οι τρομοκράτες είχαν βρει καταφύγιο στον πρώτο όροφο.
Ο αστυνομικός έχει ήδη επιστρέψει στα καθήκοντά του. Λέει πως δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να μιλήσει με ψυχολόγο, αλλά διάβασε μία επιστολή στους συναδέλφους του, εξηγώντας γιατί πήρε τόσα ρίσκα. «Εγώ είμαι εντάξει, αλλά εκείνοι που βρίσκονται κοντά μου δεν καταλαβαίνουν γιατί ήμουν έτοιμος να θυσιάσω τον εαυτό μου για να σώσω άλλους ανθρώπους. Επίσης, ως επικεφαλής, δυσκολεύτηκα να ”χωνέψω” ότι έθεσα σε κίνδυνο τις ζωές των ανδρών μου. Κάποιοι είναι πατέρες, θα μπορούσαν να σκοτωθούν ή να τραυματιστούν εξαιτίας της απόφασής μου να μπούμε στο Bataclan. Αυτή η εμπειρία δημιούργησε ακόμη πιο στενούς δεσμούς με τους άνδρες μου και μεγαλύτερη αμοιβαία εμπιστοσύνη και υπερηφάνεια γιατί δουλεύω μαζί τους κάθε ημέρα», εξήγησε.
Βλέπεις τη ζωή διαφορετικά, λέει αναφερόμενος στην επόμενη ημέρα της επίθεσης. «Αυτό συμβαίνει όταν έχεις αγγίξει το θάνατο, όπως όλοι όσοι επέζησαν εκείνη τη νύχτα. Θες να κάνεις κάτι καλύτερο με τη ζωή σου», καταλήγει.
Γιατί συγκλονίζει; Επειδή κοίταζε να πάρει τηλέφωνο τη γκόμενά του αντί να κάνει το καθήκον του;
μαλλον εισαι μεγαλος μαλακας και χεστης!