Όταν ήμουν νεότερος ήμουν καλός στο κρίκετ. Αν νομίζετε ότι έχω έλλειψη μετριοφροσύνης μην ανησυχείτε.
Δεν ήμουν τόσο καλός ώστε να αποφύγω το μπαλάκι του κρίκετ που μου το έστειλε ο αντίπαλος παίχτης κατευθείαν στην καρδιά. Η οποία σταμάτησε. Νεκρός.
Όχι αμέσως πάντως. Από ότι φαίνεται, έκανα 15 βήματα κατευθυνόμενος στα αποδυτήρια, οπότε όλοι πίστεψαν πως απλώς έφευγα από το γήπεδο. Μέχρι που κατέρρευσα.
Θυμάμαι μόνο τα πρώτα εκείνα βήματα. Και τον πόνο. Ό,τι πιο άσχημο είχα νιώσει (εκτός από τη φορά που μια φιλενάδα μου μου τη ράγισε στο πανεπιστήμιο συνεχόμενα χρόνια, αυτό όμως ήταν διαφορετικό είδος πόνου).
Όταν ξύπνησα λίγη ώρα αργότερα, ή να πω, όταν με εξανάγκασαν να ξυπνήσω λίγη ώρα αργότερα, από όσα μου είπαν, είχα ένα χαμόγελο σχηματισμένο στο πρόσωπό μου. Είχα βρεθεί σε ένα μέρος όπου οι περισσότεροι άνθρωποι πάνε μόνο για μια φορά στη ζωή τους. Ο πατέρας μου ανακουφίστηκε. Ήμουν πολύ μικρός για να με μείνω εκεί.
Ήμουν 12 ετών και είχε έρθει να με δει σε έναν αγώνα. Ο πατέρας μου ήταν καλός σ” αυτά, πάντα με στήριζε στα αθλητικά μου ενδιαφέροντα. Και να που τώρα ακολουθούσε το ασθενοφόρο που είχε κολλήσει στην κίνηση του Σίδνεϊ με προορισμό το νοσοκομείο (Royal North Shore). Καμία σειρήνα. Μετά από μισή ώρα έδειχνα σημάδια ζωής. Μέχρι που ξαφνικά άλλαξε η κατάσταση.
Ο πατέρας μου είπε λίγο αργότερα, όταν έπαθα τη δεύτερη καρδιακή προσβολή, ότι έκανε ό,τι μπορούσε να μην καβαλήσει τη διαχωριστική νησίδα και να ακολουθήσει το ασθενοφόρο που «ούρλιαζε» στη λάθος πλευρά του δρόμου. Μέχρι να μας προλάβει μετά από μια ώρα ή κάπου τόσο, ήμουν συνδεδεμένος με το μηχάνημα που κάνει PING! (αναφορά σε ταινία των Monty Python) στην Εντατική, όπου έμεινα για αρκετές μέρες.
Όταν ξύπνησα χάρηκα που τον είδα, όπως και τη μητέρα μου αλλά και την υπόλοιπη οικογένειά μου που είχε σπεύσει στο πλευρό μου. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που θα είχα αφήσει πίσω, και παρότι τους αγαπούσα με όλη μου την πληγωμένη καρδιά, μπορώ να πω μετά βεβαιότητας ότι δε θα μου έλειπαν, αν είχα μείνει σε εκείνο το μέρος που μπήκα αρχικά.
Δεν είμαι άκαρδος, αλλά μιλάμε για θάνατο, ή τουλάχιστον, την εμπειρία μου με τον παρολίγον θάνατό μου. Αυτοί θα υπέφεραν από το θάνατό μου, όχι εγώ. Δε θα ένιωθα κάτι ώστε να μου λείπουν. Ήταν το τέλος της ζωής μου και ό,τι είχα ζήσει μέχρι εκείνο το σημείο. Ήταν το τέλος στιγμών όπως όταν ο μπαμπάς μου με πήγαινε το Σάββατο για σπορ, όταν η μαμά μου με έβαζε στα γόνατά της και οδηγούσε στα τελευταία μέτρα το αυτοκίνητο για να το βάλει στο γκαράζ, όταν γελούσα και έπαιζα με τον αδερφό μου και την αδερφή μου. Η μπαλιά αυτή (στο κρίκετ) που έχασα ήταν το τέλος όλων.
Και παρόλα αυτά δεν ήταν. Μάλιστα, απλώς το τέλος των ημερών μου στο κρίκετ .
Υπάρχουν τόσα κλισέ γύρω από το θάνατο. Ο δικός μου δεν είχε κάτι το ξεχωριστό, πέρα από το γεγονός ότι επέστρεψα από το θάνατο. Κι ενώ χαίρομαι που συνέβη αυτό, θα ήμουν πολύ ευτυχισμένος αν είχα μείνει. Σε εκείνο το μέρος δεν είχα τη δυνατότητα μετάνοιας, θλίψης, ή αγανάκτησης για πράγματα που δεν πρόλαβα να κάνω. Δεν είχα καμία δυνατότητα να σκέφτομαι πράγματα συνειδητά. Το μόνο που ένιωθα ήταν ζεστασιά και ασφάλεια.
Όμως βίωσα το θάνατο μόνο για δύο λεπτά. Ίσως στο τρίτο λεπτό έρχεται εκείνος ο άνδρας με την πιρούνα και αρχίζει να σε μαλώνει για όλα τα δεινά που έχεις προκαλέσει, που δεν ήταν και πολλά όταν ήσουν 12 ετών, εκτός από το ότι έκλεψα τις κάρτες ποδοσφαίρου του James Nicholson και έκανα αμαρτωλές σκέψεις για την καθηγήτρια της Φυσικής μου με το βαθύ ντεκολτέ.
Το μόνο που μπορώ να πω είναι πως το διάσημο φως (που όλοι λένε ότι βλέπεις) ήταν λαμπερό, αλλά δε μπορώ να καταλάβω αν ήταν λαμπερό μπαίνοντας ή βγαίνοντας, και μιας και οι μόνοι που έχουν καταφέρει να το περιγράψουν σαν «φωτεινό» είναι μόνο όσοι κατάφεραν να γυρίσουν για να το περιγράψουν, πολύ φοβάμαι ότι η μαρτυρία μου είναι τόσο αναξιόπιστη όσο η δική τους και θα πρέπει να περιμένετε τη σειρά σας για να το ανακαλύψετε.
Η σύντομη εμπειρία μου της μετά θάνατον ζωής μου άλλαξε τη ζωή. Ήμουν το ψάρι που ξαναπέταξαν στον ωκεανό γιατί δεν ήταν αρκετά μεγάλο. Και παρότι έφτασα μόνο μέχρι το λόμπι στο… ξενοδοχείο του θανάτου -που ελπίζω πως είναι πέντε αστέρων- νιώθω πως είδα αρκετά ώστε να ξέρω πως ο θάνατος είναι μάλλον η πιο ξεκούραστη πόζα που θα πάρεις ποτέ. Είναι γαλήνη. Σκέτη γαλήνη. Δεν έχεις τίποτα να φοβάσαι εκτός από το δρόμο που θα ακολουθήσεις μέχρι να φτάσεις εκεί και την ευημερία των ανθρώπων που αγαπάς και θα αφήσεις πίσω σου.
Όταν έρθει η μπάλα του κρίκετ στη δική σας περίπτωση, αυτοί είναι που θα θυμούνται όσα εσείς ξεχνάτε. Οπότε αγαπήστε τους με όλη σας την καρδιά όσο ακόμα χτυπά δυνατά.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στη HuffPost Australia και μεταφράστηκε στα ελληνικά.