Σήμερα έχουμε το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης και την επίθεση στα γραφεία του «Charlie Hebdo» στο Παρίσι να στέκουν ζοφεροί φάροι ανθρώπινης θηριωδίας, επαναφέροντας επιτακτικά το θέμα της τρομοκρατίας στον δημόσιο διάλογο.
Κι όμως κάποια χρόνια πριν, όχι δα και τόσο παλιά, υπήρχαν εξίσου διαβόητα και απάνθρωπα χτυπήματα φανατισμένων εξτρεμιστών, αν και πλέον έχουν φύγει εντελώς από τα φώτα της δημοσιότητας.
Σαφώς λιγότερό γνωστές από άλλες ξακουστές τρομοκρατικές επιθέσεις του 20ού αιώνα, δεν είχαν να ζηλέψουν δυστυχώς τίποτα σε όρους φρίκης και ολέθρου, αν και η Ιστορία επιφύλαξε γι’ αυτές μια απλή υποσημείωση στα χρονικά του θανάτου…
Η επίθεση στην ορθόδοξη εκκλησία της Σόφιας (1925)
Το ημερολόγιο έγραφε 16 Απριλίου 1925 όταν μια ισχυρή έκρηξη συντάραξε τη μεσαιωνική ορθόδοξη «Εκκλησία της Μεγάλης Εβδομάδας» στην πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Ο θόλος του ναού κατέρρευσε πάνω στους πιστούς, στέλνοντας 213 στον θάνατο και τραυματίζοντας άλλους 500. Οι δράστες είχαν συνδέσει τη βόμβα του θόλου με ένα σχοινί 15 μέτρων, που τους επέτρεψε να την πυροδοτήσουν από μεγάλη απόσταση και να διαφύγουν έτσι ανενόχλητοι.
Το χτύπημα έλαβε χώρα κατά την κηδεία του στρατηγού Κονσταντίν Γκορτσίεφ, ο οποίος δολοφονήθηκε δύο μέρες πρωτύτερα από τα μέλη του ίδιου κόμματος που έβαλαν τη βόμβα στην ορθόδοξη εκκλησία: του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο στόχος της επίθεσης ήταν ο ηγεμόνας της χώρας, Μπόρις Γ’, ο οποίος κατέφτασε ωστόσο αργοπορημένος και γλίτωσε τη ζωή του. Μεταξύ των θυμάτων ήταν υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί και κρατικοί αξιωματούχοι.
Το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα ανέλαβε την ευθύνη για το χτύπημα, σε πλήρη συνεννόηση με το «κόκκινο» καθεστώς της Σοβιετικής Ένωσης. Στον απόηχο του γεγονότος, οι στρατιωτικοί εκδικήθηκαν σφαγιάζοντας κοντά στους 450 ανθρώπους που συνδέονταν με την επίθεση ή ήταν απλά οπαδοί της κομμουνιστικής ιδεολογίας…
Η κατάληψη του Μεγάλου Τεμένους της Μέκκας (1979)
Στις 20 Νοεμβρίου 1979, μερικές εκατοντάδες εξτρεμιστές θέλοντας να ανατρέψουν το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας εισέβαλαν στο ιερότερο έδαφος του ισλαμισμού, το μεγαλοπρεπές Μεγάλο Τέμενος της Μέκκας, και το κατέλαβαν. Αφού ασφάλισαν πόρτες και εξόδους, κράτησαν αιχμάλωτους περί τους 100.000 πιστούς για μια περίοδο δύο εβδομάδων περίπου. Ό,τι ακολούθησε, θα άλλαζε μια για πάντα το πρόσωπο του Ισλάμ και θα λειτουργούσε ως πηγή ζοφερής έμπνευσης για κάθε μουσουλμάνο εξτρεμιστή, επηρεάζοντας ακόμα και τη συγκρότηση της αλ Κάιντα του Οσάμα μπιν Λάντεν.
Οι 300-600 δράστες (οι πηγές δεν συμφωνούν για τον αριθμό τους) ήταν όλοι Σουνίτες από την Αίγυπτο, την Ιορδανία και τη Σομαλία (αλλά ακόμα και από τον Καναδά ή τις ΗΠΑ), με τον αυτοανακηρυγμένο ηγέτη τους Ζουχαϊμάν Αλ-Οταϊμπί να διατείνεται προφητικά ότι ήρθε να καθαρίσει τον μουσουλμανικό κόσμο από τις επιμειξίες. Οι Σαουδάραβες απάντησαν με αποκλεισμό των συνόρων τους και έστειλαν κατόπιν τον στρατό να διαχειριστεί την απίστευτη σε έκταση υπόθεση ομηρίας.
Ήταν όμως και το άλλο: ο στρατός φαινόταν απρόθυμος να στρέψει τα όπλα του κατά του ιερού εδάφους του ισλαμισμού και όλα αυτά εν μέσω κραυγών της Δύσης που ενοχοποιούσαν τον Αγιατολάχ Χομεϊνί, τον ηγέτη της Ιρανικής Επανάστασης, ως εγκέφαλο της επιχείρησης. Ο Χομεϊνί απέρριψε τους ισχυρισμούς και έριξε την ευθύνη σε ΗΠΑ και Ισραήλ.
Τεράστιες διαδηλώσεις εκδηλώθηκαν στα πέρατα του μουσουλμανικού κόσμου και βίαιες συγκρούσεις ξέσπασαν στην αραβική χερσόνησο, με την αμερικανική πρεσβεία του Πακιστάν να καίγεται ολοσχερώς και να βρίσκουν έτσι θάνατο πολλοί υπάλληλοί της. Η κατάληψη του Μεγάλου Τεμένους έληξε όταν εισέβαλε τελικά ο σαουδαραβικός στρατός στο εσωτερικό του, επικουρούμενος από την Πολιτοφυλακή του Πακιστάν αλλά και γάλλους ειδικοδυναμίτες. Η έφοδος με τα άρματα μάχης, το βαρύ πυροβολικό και τα τοξικά αέρια άφησε εκατοντάδες νεκρούς…
Η πολιορκία της Ιρανικής Πρεσβείας του Λονδίνου (1980)
Στις 30 Απριλίου 1980, έξι πάνοπλοι άντρες του Δημοκρατικού Επαναστατικού Μετώπου για την Απελευθέρωση του Αραμπιστάν κατέλαβαν την πρεσβεία του Ιράν στην αγγλική πρωτεύουσα, πιάνοντας ομήρους 26 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων υπάλληλοι της πρεσβείας, μέλη του δικτύου BBC, τουρίστες αλλά και ένας φρουρός. Οι τρομοκράτες απαιτούσαν την αυτονόμηση της ιρανικής επαρχίας του Κουζεστάν, αλλά και την άμεση απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων.
Κάποια στιγμή ζήτησαν ένα αεροπλάνο για να διαφύγουν από τη Βρετανία και κατόπιν απελευθέρωσαν κάποιους ομήρους, ως δείγμα καλής θέλησης. Έπειτα από έξι μέρες ομηρίας όμως και με τις διαπραγματεύσεις να έχουν ήδη οδηγηθεί σε αδιέξοδο, οι τρομοκράτες σκότωσαν έναν αιχμάλωτο και έριξαν τη σορό του εκτός κτιρίου. Αυτό ήταν το σημείο καμπής της ιστορίας, καθώς η βρετανική κυβέρνηση έδωσε το πράσινο φως στις ειδικές δυνάμεις της SAS να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους.
Κάπου 35 κομάντος όρμησαν στο κτίριο της πρεσβείας και ό,τι εκτυλίχθηκε στα επόμενα 17 λεπτά παρακολουθήθηκε ζωντανά στην τηλεόραση από εκατομμύρια ανθρώπους: οι πέντε από τους έξι ενόπλους σκοτώθηκαν και ο εναπομείναντας καταδικάστηκε σε κάθειρξη 27 ετών. Ένας όμηρος έχασε τη ζωή του από την ανταλλαγή πυρών…
Η Πτήση 772 της γαλλικής UTA (1989)
Η Πτήση 772 του γαλλικού αερομεταφορέα UTA (Union de Transports Aériens) από το Κονγκό στο Παρίσι εκτελούνταν κανονικά όταν το αεροσκάφος εξερράγη πάνω από την έρημο Σαχάρα στα νότια του Νίγηρα. Το ημερολόγιο έδειχνε 19 Σεπτεμβρίου 1989 όταν έχασαν τραγικά τη ζωή τους 170 άνθρωποι από βόμβα που είχε τοποθετηθεί μέσα σε βαλίτσα.
Έξι μέλη των λιβυκών μυστικών υπηρεσιών υποδείχθηκαν ως εγκέφαλοι του χτυπήματος, παίρνοντας -κατά το δημοφιλές σενάριο- την εντολή από τον ίδιο τον συνταγματάρχη Μουαμάρ Καντάφι, ο οποίος ήθελε έτσι να εκδικηθεί τη Γαλλία για την υποστήριξή της στο Τσαντ σε μια υπόθεση εδαφικών διεκδικήσεων με τη Λιβύη. Η Λιβύη δεν ανέλαβε μεν ποτέ την ευθύνη για το τυφλό χτύπημα, αποζημίωσε ωστόσο τις οικογένειες των θυμάτων με 34 εκατ. δολάρια το 1999 και άλλα 170 εκατ. το 2004.
Την επόμενη μέρα της επίθεσης, γαλλικό μαχητικό εντόπισε τα συντρίμμια του στην έρημο και την επομένη γάλλοι αλεξιπτωτιστές έψαξαν για επιζήσαντες, αν και μάταια.
Το 2007 οι συγγενείς των αδικοχαμένων έφτιαξαν ένα μνημείο στην έρημο, δέκα χιλιόμετρα μακρύτερα από το σημείο όπου βρέθηκε το μοιραίο αεροσκάφος, το οποίο απεικονίζει ένα αεροπλάνο μέσα σε έναν κύκλο διαμέτρου 60 μέτρων. Ο κύκλος περιέχει παραταγμένες πέτρες αλλά και 170 σπασμένους καθρέφτες, ένας για καθεμία αδικοχαμένη ζωή…
Το ιστορικό χτύπημα στο στρατηγείο του ισραηλινού στρατού στη Σουρ (1982)
Κατά τη διάρκεια της ισραηλινής εισβολής στον Λίβανο τον Νοέμβριο του 1982, η τρομοκρατία έμελλε να γνωρίσει μια από τις φονικές πρεμιέρες της: αυτή ήταν πράγματι η πρώτη αποστολή αυτοκτονίας με παγιδευμένο αυτοκίνητο που λάμβανε ποτέ χώρα. Ο Αχμέτ Κασίρ, ένας δεκαπεντάχρονος βομβιστής αυτοκτονίας από τον Λίβανο, οδήγησε το παγιδευμένο όχημα μέχρι το στρατηγείο του ισραηλινού στρατού στην πόλη Σουρ (η αρχαία Τύρος) και πυροδότησε κατόπιν τη βόμβα.
Από την ισχυρή έκρηξη ισοπεδώθηκε το οκταώροφο κτίριο, σκοτώνοντας 76 ισραηλινούς στρατιώτες και 14 πολίτες. Το Ισραήλ έσπευσε μάλιστα να αρνηθεί πώς ήταν τρομοκρατικό χτύπημα, ισχυριζόμενο ότι το κτίριο κατακρημνίστηκε από έκρηξη φυσικού αερίου. Η Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ παραδέχτηκε αρχικά την ευθύνη για την επίθεση, όταν στην υπόθεση μπλέχτηκε η Χεσμπολάχ, αναλαμβάνοντας για λογαριασμό της την ευθύνη του χτυπήματος.
Η επιχειρησιακή τρομοκρατική πρωτιά με το παγιδευμένο αυτοκίνητο έμελλε να εγκαινιάσει ένα μεγάλο κύμα επιθέσεων με παρόμοιο τρόπο, καθώς η νέα τεχνική χρησιμοποιήθηκε από πολλές και διαφορετικές παραστρατιωτικές και εξτρεμιστικές ομάδες, επηρεάζοντας μέχρι και το πλέον διαβόητο ίσως χτύπημα με την τεχνική αυτή, την επίθεση σε στρατώνα της Βηρυτού το 1983, όταν 241 αμερικανοί στρατιώτες και 58 γάλλοι έχασαν τη ζωή τους. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, μαχητές της Χεσμπολάχ συγκρούονταν με τα παγιδευμένα με εκρηκτικές ύλες αυτοκίνητά τους πάνω σε στρατιωτικές βάσεις. Όσο για τον νεαρό βομβιστή αυτοκτονίας, πήρε τον μεταθανάτιο τίτλο του «πρίγκιπα των μαρτύρων»…