Μικρή είναι η πιθανότητα η Σύνοδος στη Βάρνα να οδηγήσει σε αποφάσεις για το μέλλον των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας.
Πιθανόν να υπάρξει μια συνεργασία σε τομείς αμοιβαίου συμφέροντος, όμως είναι σχεδόν βέβαιο πως οι πολιτικές συγκρούσεις θα συνεχιστούν, με επίκεντρο την ενέργεια, το Αιγαίο, την Κύπρο και τη Μέση Ανατολή.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Τουρκία αναζητούν τρόπους να βελτιώσουν τη διμερή τους σχέση, μετά από μήνες πιέσεων.
Σήμερα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ συναντώνται με τον Πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στη Βουλγαρία.
Αν και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι χαιρετίζουν τη συνάντηση ως μια ευκαιρία να ξαναξεκινήσει η πολιτική και οικονομική συνεργασία, ωστόσο οι άλυτες διαφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών είναι υπερβολικά πολλές για να συμβεί κάτι τέτοιο.
Και, παρά τις φιλοδοξίες της, η Τουρκία είναι απίθανο να ενταχθεί στο μπλοκ τα επόμενα χρόνια -αν ενταχθεί ποτέ. Καθώς δεν θα μπορέσουν να ενοποιηθούν πλήρως, η Τουρκία και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεργαστούν, αντιθέτως, σε κατά περίπτωση βάση, σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος.
Οι ελπίδες που διαψεύστηκαν
Η Τουρκία ιστορικά είχε πολλούς λόγους να θέλει να ευθυγραμμιστεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς, έχοντας ήδη ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, επιθυμούσε να αναπτύξει στενότερους δεσμούς με τη Δύση, βλέποντας τη συνεργασία αυτή ως έναν τρόπο να εκσυγχρονίσει την οικονομία της και να εμβαθύνει τις εμπορικές της σχέσεις με μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη -μετά τον πόλεμο- περιοχή.
Ωστόσο, η δυναμική αυτή άρχισε σύντομα να φθίνει, καθώς οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να εισάγουν πολλές από τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που ζητούσαν οι Ευρωπαίοι, ενώ η πολιτική αβεβαιότητα στη χώρα το διάστημα 1960-1980 περιέπλεξε ακόμα περισσότερο τις διαπραγματεύσεις Άγκυρας-Βρυξελλών.
Η προσπάθεια ένταξης της Τουρκίας δυσκόλεψε λόγω και της ένταξη της Ελλάδας, και αργότερα της Κύπρου, στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι βαθύτερες μεταβολές σε Τουρκία και Ευρωπαϊκή Ένωση αύξησαν την απόσταση μεταξύ των δύο πλευρών ακόμα περισσότερο. Η νίκη του συντηρητικού AKP στις εκλογές του 2002 σηματοδότησε μια βαθιά πολιτική αλλαγή στην Τουρκία, καθώς οι νέες ελίτ άρχισαν όλο και περισσότερο να ζητούν συνεργασίες προς τα ανατολικά, ενώ υιοθέτησαν αυστηρότερες θέσεις σε κοινωνικά και θρησκευτικά ζητήματα.
Την ίδια ώρα, η άνοδος του εθνικισμού στην ΕΕ ελαχιστοποίησε το ενδιαφέρον του μπλοκ να υποδεχθεί μια μεγάλη και λιγότερο εύπορη μουσουλμανική χώρα όπως η Τουρκία. Η κατάσταση επιδεινώθηκε και από τις επιχειρήσεις καταστολής της Άγκυρας κατά των Κούρδων, των μελών της αντιπολίτευσης και των ΜΜΕ, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016.
Πραγματισμός αν δεν υπάρξει πρόοδος
Οι πολλές κοινωνικές και πολιτικές διαφορές μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρώπης σημαίνουν πως είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Τουρκία δεν θα μπορέσει να ενταχθεί σύντομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Καθώς οι δύο πλευρές έχουν αρχίσει να παραδέχονται το γεγονός, το μπλοκ έχει χάσει μεγάλο μέρος του πλεονεκτήματος που είχε επί της Άγκυρας, αφού δεν μπορεί πλέον να υποσχεθεί ένταξη με αντάλλαγμα πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Όμως, παρά την πιθανότητα διαφωνίας, το διακύβευμα είναι υπερβολικά μεγάλο για να σταματήσουν οι δύο πλευρές να συνεργάζονται σε ορισμένα ζητήματα.
Οι διμερείς εμπορικές σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας είναι ισχυρές και εκατομμύρια άνθρωποι τουρκικής καταγωγής ζουν σε χώρες της Ε.Ε. ενώ χιλιάδες ευρωπαϊκές εταιρείες δραστηριοποιούνται στην Τουρκία.
Επιπλέον, η Τουρκία είναι σημαντικός «παίκτης» στις διάφορες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, και η Ευρωπαϊκή Ένωση ενδιαφέρεται για σταθερότητα στην περιοχή αφού οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή αυξάνουν τις μεταναστευτικές/προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη, δημιουργούν πρόβλημα στις τιμές ενέργειας και αυξάνουν τον κίνδυνο τρομοκρατίας.
Άρα, ακόμα και αν η συνάντηση μεταξύ των κ.κ. Γιούνκερ, Τουσκ και Ερντογάν δεν οδηγήσει σε μια νέα εποχή στενής συνεργασίας μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι δύο πλευρές θα συνεχίσουν τη διμερή συνεργασία τους κατά περίπτωση.
Πράγματι, τώρα που η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένας αξιόπιστος στόχος, το εμπόριο θα αποτελέσει ένα σημαντικό κίνητρο.
Η Τουρκία είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγικός προορισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η πέμπτη μεγαλύτερη χώρα προέλευσης των εισαγωγών, ενώ το μπλοκ είναι ο κύριος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας.
Έτσι, μια σημαντική περιοχή ενδεχόμενης συμφωνίας είναι η επικαιροποίηση της τελωνειακής συμφωνίας των δύο πλευρών, θέμα που μπορεί να συζητηθεί στη σημερινή συνάντηση.
Υπό την τρέχουσα μορφή της, η τελωνειακή συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας δεν περιλαμβάνει αγροτικά προϊόντα, δημόσιες συμβάσεις ή υπηρεσίες, αφήνοντας έτσι σημαντικό περιθώριο βελτιώσεων.
Αναμφίβολα θα υπάρξουν εμπόδια: η Ευρωπαϊκή Ένωση τείνει να είναι προστατευτική με τους αγρότες της, κάτι που θα μπορούσε να περιπλέξει μια συμφωνία με την Τουρκία που θα περιλαμβάνει τα αγροτικά προϊόντα.
Η Τουρκία, με τη σειρά της, θα μπορούσε να είναι απρόθυμη να ανοίξει την αγορά δημόσιων συμβάσεών της στις πιο ανταγωνιστικές ευρωπαϊκές εταιρείες. Όμως τα οφέλη μιας στενής εμπορικής σχέσης θα οδηγήσουν τις Βρυξέλλες και την Άγκυρα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Άλλη μια πιθανή περιοχή συνεχιζόμενης ευθυγράμμισης είναι η συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία για το μεταναστευτικό. Η συμφωνία του Μαρτίου του 2016 προέβλεπε πως η Άγκυρα θα εργαζόταν ώστε να αποτρέψει τους αιτούντες άσυλο από τη Μέση Ανατολή να φτάσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και η συμφωνία είναι αποτελεσματική. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, περίπου 172.000 μετανάστες έφτασαν στην Ευρώπη διά θαλάσσης το 2017, έναντι των περισσότερων από ένα εκατομμύριο το 2015.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, οι Βρυξέλλες υποσχέθηκαν στην Άγκυρα βοήθεια 6 δισεκατομμυρίων ευρώ, για αιτούντες άσυλο που παραμένουν στην Τουρκία.
Η εκταμίευση των χρημάτων είναι αργή και μια πρόσφατη έκθεση της Ε.Ε. προειδοποιούσε για παρατυπίες στη χρήση των χρημάτων αυτών από την Τουρκία, όμως είναι προς το πολιτικό συμφέρον των Βρυξελλών να διατηρήσει τη συμφωνία. Πράγματι, στις 14 Μαρτίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την εκταμίευση δόσης 3 δισ. ευρώ προς την Τουρκία.
Πολλά τα εμπόδια
Εν τούτους, ακόμα και σε τομείς όπου υπάρχει συνεργασία, θα συνεχίσουν να υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ της Ευρώπης και της Τουρκίας. Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να τιμήσει την υπόσχεσή της να άρει τους περιορισμούς στις βίζες για τους Τούρκους πολίτες που επισκέπτονται το μπλοκ, ως αντάλλαγμα για τις ενέργειες της Τουρκίας κατά των μεταναστών.
Προτού άρει τους περιορισμούς στις βίζες, η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει η Τουρκία να προχωρήσει σε μεταρρύθμιση του αντιτρομοκρατικού της νόμου, που το μπλοκ θεωρεί ότι επιτρέπει στην κυβέρνηση να καταστέλλει τους αντιπάλους της.
Ευρύτερα, οι Βρυξέλλες φοβούνται πως όσο πιο εύκολο γίνεται για τους Τούρκους πολίτες να εισέρχονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο πιο πιθανό είναι πως ορισμένοι μπορεί να αποφασίσουν να παραμείνουν παρανόμως στο μπλοκ μετά τη λήξη της περιόδου επισκέψεώς τους.
Ένας συμβιβασμός για την απελευθέρωση της βίζας είναι εφικτός αλλά απίθανος· η Τουρκία θα μπορούσε να συμφωνήσει να περιορίσει τον ορισμό της τρομοκρατίας, και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να άρει υπό όρους τις απαιτήσεις για τη χορήγηση βίζας.
Όμως θα υπάρξουν εντάσεις. Οι όροι θα είναι δύσκολο να γίνουν αποδεκτοί από πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, υπό την πίεση των εθνικιστικών και αντιμεταναστευτικών πολιτικών κομμάτων. Και η Τουρκία έχει επανειλημμένως εκφράσει τον εκνευρισμό της με την αποτυχία της Ένωσης να τηρήσει όλους τους όρους της συμφωνίας για το μεταναστευτικό, κατηγορώντας τις Βρυξέλες για ανειλικρίνεια.
Πηγή εντάσεων θα παραμείνουν επίσης οι διαφωνίες μεταξύ της Τουρκίας, της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ευρώπης στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι πλευρές έχουν συχνά εκφράσει το ενδιαφέρον τους για επίτευξη συμφωνίας για την επανένωση της Κύπρου, όμως τα εμπόδια είναι μεγάλα.
Θα έπρεπε να καταλήξουν σε αμοιβαία κατανόηση σε θέματα όπως το τι θα γίνει με τους Τούρκους στρατιώτες που βρίσκονται τώρα στη βόρεια Κύπρο, πώς θα αποζημιωθούν οι άνθρωποι που έχασαν τις περιουσίες τους μετά τη διαίρεση της Μεγαλονήσου και πώς θα εκπροσωπούνται στην κυβέρνηση οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι.
Ακόμα και αν υπάρξει συμφωνία σε όλα αυτά τα θέματα, η κάθε κοινότητα θα πρέπει να διενεργήσει δημοψήφισμα για να επικυρωθεί η συμφωνία. Μέχρι τότε, οι διαφωνίες για τις ενεργειακές έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ θα συνεχιστούν.
Εν τω μεταξύ, ο πόλεμος στη Συρία δημιουργεί περαιτέρω εντάσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στις 15 Μαρτίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ανησυχώντας για τις εκατοντάδες χιλιάδες εγκλωβισμένων πολιτών, ενέκρινε ψήφισμα που ζητούσε την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την πόλη Αφρίν, όπου η Τουρκία στοχεύει στους Κούρδους ενόπλους του YPG. Και στις 19 Μαρτίου, η εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής Φεντερίκα Μογκερίνι δήλωσε πως η Τουρκία, η Ρωσία και το Ιράν υποτίθεται πως «στοχεύουν στην αποκλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων και όχι στην κλιμάκωσή τους».
Η Τουρκία, που θεωρεί τις επιχειρήσεις καταστολής κατά των Κούρδων στο εσωτερικό της χώρας και στο εξωτερικό ως απαραίτητες για να αποτρέψει την ανάπτυξη κουρδικού κράτους εντός ή κοντά στα σύνορα της Τουρκίας, θεώρησε πως οι δηλώσεις της κ. Μογκερίνι αποτελούν στήριξη της Ευρώπης στην κουρδική τρομοκρατία.
Η σημερινή σύνοδος είναι απίθανο να οδηγήσει σε απτές αποφάσεις για το μέλλον των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας. Άλλωστε, αν και οι κ.κ. Γιούνκερ και Τουσκ είναι επικεφαλής των σημαντικότερων θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο οι τελικές αποφάσεις για την εξωτερική πολιτική βρίσκονται στα χέρια των κρατών-μελών της Ε.Ε. -πολλά από τα οποία είναι τουλάχιστον απρόθυμα να συνεργαστούν με την Τουρκία.
Όμως, είναι πιθανό να υπάρξει μια σχέση που θα βασίζεται στον πραγματισμό και τη συνεργασία σε συγκεκριμένους τομείς αμοιβαίου συμφέροντος, όπως το εμπόριο, η μετανάστευση ή η ασφάλεια, αν και είναι σχεδόν βέβαιο πως θα συνεχιστούν περιστασιακά οι πολιτικές συγκρούσεις.
ΠΗΓΗ: www.euro2day.gr