Με μικρό προβάδισμα του “ναι” στο χθεσινό δημοψήφισμα, δύο κοινωνίες με διαφορετικό προφίλ καλούνται να συνυπάρξουν μέσα στην ίδια χώρα. Με την επικείμενη πολιτειακή αλλαγή συμφωνεί τελικά μόνο το ήμισυ της Τουρκίας
Με το 99,99% των ψήφων να έχει καταμετρηθεί, το αποτέλεσμα δείχνει νίκη του «ναι» με 51,4% στο χθεσινό κρίσιμο δημοψήφισμα στην Τουρκία, ενώ «όχι» ψήφισε το 48,6 % του τουρκικού εκλογικού σώματος. Η διαφορά μεταξύ του «όχι» και του «ναι» είναι πολύ μικρή – περίπου 1.250.000 ψήφοι.
Η κατάσταση περιπλέκεται περισσότερο ύστερα από την απόφαση της αξιωματικής αντιπολίτευσης να προβάλει ένσταση για 2,5 εκατομμύρια ψήφους που θεωρεί άκυρες λόγω παρατυπιών κατά τη διαδικασία της ψηφοφορίας. Ήδη πάντως τουλάχιστον 920.000 ψήφοι κρίθηκαν άκυρες για διαφόρους λόγους. Η συμμετοχή ξεπέρασε το 84%.
Το χθεσινό δημοψήφισμα κάθε άλλο παρά επιλύει το πρόβλημα της Τουρκίας που εμφανίζεται πλέον περισσότερο διχασμένη από ποτέ.
Ο χάρτης της κατανομής της ψήφου εμφανίζει ουσιαστικά μια Τουρκία με δύο πρόσωπα: από τη μία την Τουρκία της Ανατολικής Θράκης, των Μικρασιατικών παραλίων και των παραλίων της Μεσογείου, των μεγάλων αστικών κέντρων (Άγκυρα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Αδριανούπολη, Αττάλεια, Άδανα) και των Κούρδων της ΝΑ Τουρκίας, που δεν ενέκριναν την πρόταση για την αλλαγή του συντάγματος της χώρας από προεδρευόμενη σε προεδρική δημοκρατία με ενίσχυση των εξουσιών του προέδρου.
Από την άλλη, τη βούλησή τους να δώσουν ενισχυμένες εξουσίες στον Ερντογάν έστειλαν με την θετική ψήφο τους οι κάτοικοι της κεντρικής Ανατολίας, που αποτελεί το πιο συντηρητικό κομμάτι της Τουρκίας. Από εκεί αντλεί την κύρια δύναμή του το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Την ίδια εικόνα μιας βαθιά διχασμένης κοινωνίας, έδειξε και η ψήφος των Τούρκων του εξωτερικού. «Ναι» ψήφισε το 59,27% ενώ «όχι» το 40,73 %.
Στη Γερμανία, «ναι» ψήφισε το 63,19% με 269.036 ψήφους, ενώ «όχι» μόλις το 36,81% με 157.467 ψήφους. Στην Ολλανδία «ναι» ψήφισε το 69,93% ενώ το «όχι» περιορίστηκε στο 30,07% επιβεβαιώνοντας έτσι ότι οι υψηλοί τόνοι κατά των χωρών αυτών και της Ευρώπης γενικότερα, που υιοθέτησε ο πρόεδρος Ερντογάν και η τουρκική κυβέρνηση, ωφέλησαν την πλευρά του «ναι».
Επαναφορά της θανατικής ποινής;
«Ευτυχώς, καταφέραμε ένα δύσκολο πράγμα και υλοποιούμε την πιο σημαντική μεταρρύθμιση στην ιστορία μας για τη διακυβέρνηση της χώρας μας με τη βοήθεια του λαού μας,» δήλωσε ο πρόεδρος Ερντογάν μετά την ψηφοφορία, ενώ μιλώντας χωριστά στους πανηγυρίζοντες οπαδούς τους είπε ότι πρόκειται να μιλήσει στον ηγέτη του ακροδεξιού εθνικιστικού κόμματος Ντεβλέτ Μπατσελί για το θέμα της επαναφοράς της θανατικής ποινής. Μάλιστα ανέφερε ότι αν τυχόν η βουλή δεν του στείλει μια σχετική απόφαση για να την υπογράψει, τότε «θα πρέπει να πάμε για ένα δημοψήφισμα και για αυτό», είπε.
Η επικράτηση του «ναι», αν και με μικρή διαφορά, προκαλεί μούδιασμα στην Ευρώπη και εντονότερο αίσθημα ανασφάλειας στο εσωτερικό της χώρας, καθώς δείχνει ότι με την τεράστια αυτή πολιτειακή αλλαγή –που θα γίνει το 2019- συμφωνεί μόνο το ήμισυ της Τουρκίας.
Στο μεταξύ έχει προκύψει σοβαρό πρόβλημα με το ζήτημα της εγκυρότητας της διαδικασίας ύστερα από την παράδοξη ανακοίνωση του Ανώτατου Εκλογικού Συμβουλίου μετά την έναρξη της ψηφοφορίας, ότι θα θεωρούνται έγκυρα τα ψηφοδέλτια που δεν φέρουν την σφραγίδα της εφορευτικής επιτροπής εφόσον δεν έχει αποδειχτεί ότι μεταφέρθηκαν από κάπου αλλού, αναιρώντας έτσι την αντίθετη απόφαση που είχε ανακοινώσει πριν την διαδικασία.
Η απόφαση αυτή σε ένα τόσο οριακό αποτέλεσμα προκάλεσε την εντονότατη αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ένδικα μέσα για να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα. Ανάλογη απόφαση έλαβε και το φιλοκουρδικό κόμμα της Δημοκρατίας των Λαών, του οποίου η ηγεσία είναι προφυλακισμένη. Το κατά πόσο θα μπορέσουν να ανατρέψουν το αποτέλεσμα είναι συζητήσιμο, καθώς το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο μπορεί να αποφανθεί μόνο μια φορά για την εγκυρότητα ή μη ενός αποτελέσματος και δεν προβλέπεται περαιτέρω διαδικασία.
“Σκιά έπεσε στην κάλπη”
Πάντως το αποτέλεσμα δεν ήταν εκείνο που επιθυμούσε και είχε προβλέψει ο πρόεδρος Ερντογάν, ο οποίος λίγα 24ωρα πριν την ψηφοφορία είχε εκφράσει την πεποίθηση ότι «σύμφωνα με τις πληροφορίες μας το αποτέλεσμα θα κυμανθεί ανάμεσα στο 55% και το 60%». Το ερώτημα είναι αν ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα τον κάνει ηπιότερο, πιο διαλλακτικό και πιο έτοιμο για διάλογο και αν θα προσπαθήσει ανοίγματα προς το υπόλοιπο ήμισυ της κοινωνίας, ενδεχομένως με μια νέα προσπάθεια στο Κουρδικό μέσα σε ένα περισσότερο δημοκρατικό περιβάλλον. Ή αν θα φανεί πιο αποφασισμένος να προχωρήσει στην συγκέντρωση ακόμη περισσοτέρων εξουσιών στο πρόσωπό του, ώστε να δημιουργήσει μια «νέου τύπου Τουρκία». Το περιεχόμενο του διαγγέλματός του χθες μετά το δημοψήφισμα είχε χαρακτήρα «ενωτικό», αλλά ο τόνος της φωνής του ήταν περισσότερο ενός δυσαρεστημένου ηγέτη που θέλει να «πάει την υπόθεση ως το τέλος» παρά τις όποιες αντιδράσεις. Το ποιο από τα δυο θα ισχύσει θα το δούμε και από τη στάση που θα κρατήσει από εδώ και πέρα απέναντι στην Ευρώπη.
Ο φιλοκυβερνητικός τουρκικός τύπος σήμερα πανηγυρίζει για τη νίκη του «ναι», που την αποκαλεί «Νίκη του Ερντογάν» και «Νίκη της Τουρκίας», ενώ η αντιπολιτευόμενη εφημερίδα «Τζουμχουριέτ» έχει τίτλο «Σκιά έπεσε στην κάλπη».
Στην ουσία, όπως αναφέρουν τούρκοι αναλυτές, το αποτέλεσμα είχε να κάνει περισσότερο με τη δύσκολη συνύπαρξη δύο κοινωνιών μέσα στην ίδια χώρα. Οι περιοχές που ψήφισαν «όχι» «αντιπροσωπεύουν σχεδόν τα δύο τρίτα της χρηματοοικονομικής, βιομηχανικής, τουριστικής, πολιτιστικής και εκπαιδευτικής ισχύος της Τουρκίας. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι το πιο αστικό, οικονομικά σημαντικό, μορφωμένο και κοσμοπολίτικο κομμάτι της Τουρκίας θα κυβερνάται από το λιγότερο οικονομικά ισχυρό, λιγότερο μορφωμένο και πιο εσωστρεφές κομμάτι της χώρας. Δεν πρόκειται για διαφορά μεταξύ εκλογικών περιφερειών αλλά μεταξύ προφίλ ψηφοφόρων,» γράφει ο διευθυντής της αγγλόφωνης Hurriyet Daily News, Μουράτ Γετκίν.
Θα μπορέσουν τελικά αυτές οι εντελώς διαφορετικές συνιστώσες, οι διαφορετικές κοινωνικές οντότητες να συνεργαστούν και να συνυπάρξουν ομαλά από εδώ και στο εξής; Ή θα οδηγηθούν σε σύγκρουση που θα ήταν καταστροφική για το μέλλον της χώρας; Αυτό είναι εκείνο που ανησυχεί περισσότερο όσους παρακολουθούν την πορεία των εξελίξεων στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια.
Ποιο είναι το μέλλον της σχέσης της Τουρκίας με την Ευρώπη;
Οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιδεινώθηκαν ραγδαία το τελευταίο διάστημα, με τον Ερντογάν να κατηγορεί ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για «ναζιστικές πρακτικές».
Σύμφωνα με τον Τούρκο πρόεδρο, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας στην ΕΕ, που βρίσκονται σε τέλμα εδώ και καιρό, θα τεθούν και πάλι «στο τραπέζι» μετά το δημοψήφισμα. Ο Ερντογάν αναφέρθηκε χθες στην πιθανή διοργάνωση ενός ακόμη δημοψηφίσματος, για την επαναφορά της θανατικής ποινής—κάτι που αποτελεί κόκκινη γραμμή για τις Βρυξέλλες.
«Η τακτική του να επιτίθεται συνεχώς στην ΕΕ (…) για να εξυπηρετήσει εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες πλέον φτάνει στα όριά της», σύμφωνα με τον Μαρκ Πιερινί του κέντρου μελετών Carnegie Europe.
Μετά τη νίκη του στο δημοψήφισμα, ο Ερντογάν δεν αποκλείεται να εγκαταλείψει τον στόχο η χώρα να ενταχθεί στην ΕΕ και να προκρίνει απλά μια διμερή σχέση επικεντρωμένη στο εμπόριο, για παράδειγμα με την προώθηση μιας ενισχυμένης τελωνειακής ένωσης.
Πόλεμος ή ειρήνη με τους Κούρδους;
Μετά την κατάρρευση της ιστορικής εκεχειρίας με το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (PKK) το καλοκαίρι του 2015, η νοτιοανατολική Τουρκία έχει βυθιστεί σε μια δίνη αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας και των κούρδων αυτονομιστών.
Οι νέες ευρείας κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις συνοδεύτηκαν από την διεύρυνση της καταστολής των Κούρδων, συμπεριλαμβανομένων πολλών πολιτικών και μέσων ενημέρωσης, που κατηγορούνται ότι συνδέονται με τις «τρομοκρατικές» ενέργειες του PKK.
Καθώς η νίκη του «ναι» επιτεύχθηκε με οριακή διαφορά, ο Ερντογάν ίσως υιοθετήσει μια πιο «συμβιβαστική» στάση στο κουρδικό ζήτημα, εκτιμά η Ασλί Αϊντιντασμπάς του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων.
Μολαταύτα, προς το παρόν η ρητορική του παραμένει πολεμική, και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος έκανε λόγο περί μιας επικείμενης χερσαίας επιχείρησης εναντίον του PKK στο βόρειο Ιράκ αμέσως μετά το δημοψήφισμα.
Συμφιλίωση ή πόλωση;
Η τουρκική κοινωνία είναι έντονα πολωμένη τα τελευταία χρόνια όσον αφορά το πρόσωπο του Ερντογάν. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα, ο Τούρκος πρόεδρος δαιμονοποίησε τους αντιπάλους του, κατηγορώντας τους ότι συνεργάζονται με τους «τρομοκράτες» και τους «πραξικοπηματίες».
Ο Ερντογάν «κερδίζει (τις εκλογικές αναμετρήσεις), όμως, τελικά, η μισή χώρα τον αγαπά και η άλλη μισή τον απεχθάνεται. Αυτή είναι η αιτία της κρίσης της σύγχρονης Τουρκίας», κρίνει ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, αναλυτής του Washington Institute.
Ο Τούρκος πρόεδρος συμμάχησε με τους υπερεθνικιστές για να κερδίσει τη μάχη του δημοψηφίσματος, γεγονός που ίσως δείχνει περισσότερο ρεαλισμό από πλευράς του σε σχέση με το παρελθόν.
Ορισμένοι παρατηρητές ανέμεναν ότι ο Ερντογάν θα υιοθετήσει πιο συμφιλιωτική ρητορική μετά το δημοψήφισμα, αν κερδίσει.
«Τώρα έχει έλθει η ώρα της αλληλεγγύης, της ενότητας (…) όλοι μαζί είμαστε η Τουρκία», είπε χθες ο πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ.
Ανάκαμψη της οικονομίας ή πτωτική πορεία;
Οι αγορές θεωρούσαν ότι το «ναι» θα κέρδιζε στο δημοψήφισμα και προσβλέπουν σε μια επιστροφή της σταθερότητας στην Τουρκία, η οποία επλήγη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο από αλλεπάλληλες τρομοκρατικές ενέργειες και την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος του Ιουλίου.
Όμως μεσοπρόθεσμα κυριαρχεί η αβεβαιότητα. Η μείωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στους θεσμούς, η αυξημένη πόλωση της κοινωνίας και η καθυστέρηση της υιοθέτησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ίσως επηρεάσουν την ανάπτυξη.
Η νίκη του «ναι» χθες «ενδέχεται να γίνει δεκτή με ικανοποίηση από τις αγορές βραχυπρόθεσμα», είχε εκτιμήσει πριν από την ψηφοφορία το γραφείο της εταιρείας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών BCG Partners στην Κωνσταντινούπολη. Όμως η ανάπτυξη «παραμένει ασθενική και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις (της μετατροπής) του συστήματος (σε προεδρικό) παραμένουν ακόμη άγνωστες», συμπλήρωσε.