Όσοι έχουν περπατήσει στην Threadneedle Street, περπατούν πάνω από ένα κρυφό χρυσωρυχείο. Κάτω από αυτά τα 28,000,000 τετραγωνικά μέτρα, στην καρδιά της πρωτεύουσας της Μεγάλης Βρετανίας βρίσκεται ένας λαβύρινθος από τα θησαυροφυλάκια οκτώ Τραπεζών της Αγγλίας.
Οι ράβδοι χρυσού είναι τοποθετημένοι πάνω σε μπλε ράφια τα οποία είναι αριθμημένα. Κάθε μια από τις μπάρες ζυγίζει περίπου 12 κιλά και η αξία της ξεπερνά τις 350.000 στερλίνες (445.000 ευρώ). Κάθε ράβδος είναι ελαφρώς διαφορετική από την άλλη, προδίνοντας τον τόπο όπου χυτεύτηκε: άλλες έχουν λειασμένες γωνίες και ορισμένων οι πλευρές είναι ελαφρώς τραχιές, μερικές είναι αρμονικές και κάποιες τόσο ακανόνιστες που θυμίζουν καρβέλια ψωμί. «Ο χρυσός είναι η απόλυτη εναλλακτική απέναντι στην αβεβαιότητα» επισημαίνει στον Pádraig Belton από το BBC ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας G Cubed Metal, Jonathan Spall.
Όπως εξηγεί, το 1/5 του χρυσού που διαθέτουν τα κράτη της υφηλίου φυλάσσεται στη βρετανική πρωτεύουσα, μια ποσότητα που ξεπερνά τους 6.256 τόνους και η σημερινή αξία της εκτιμάται στα 248 δισ Δολάρια. Μόνο το θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας της Αγγλίας κατέχει 5.134 τόνους, που εκτός από τα επίσημα αποθέματα του Ηνωμένου Βασιλείου συμπεριλαμβάνει και το μεγαλύτερο μέρος του χρυσού που διακινείται στην αγορά του Λονδίνου. Κάτι που αντανακλά βεβαίως τη φήμη των αγγλικών θησαυροφυλακίων διεθνώς.
Τα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας κατασκευάσθηκαν στη δεκαετία του 30. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου τα αποθέματα της Αγγλίας σε χρυσό μεταφέρθηκαν με άκρα μυστικότητα στον Καναδά, ώστε σε περίπτωση κατάληψης του Νησιού να μην πέσουν στα χέρια των Ναζί, και ένα από αυτά μετατράπηκε σε εντευκτήριο και καντίνα για τους εργαζομένους της Τράπεζας. Αργότερα, στη δεκαετία του 1940, ο υπόγειος θάλαμος χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο.
Αλλά από το 1945, τα θησαυροφυλάκια έχουν χρησιμοποιηθεί κατά κύριο λόγο για τη φύλαξη χρυσού. Μετά τον πόλεμο οι ράβδοι χρυσού άρχισαν να καταφτάνουν στο Λονδίνο είτε μέσω θαλάσσης (από τα χυτήρια PAMP της Ελβετίας και Rand του Γιοχάνεσμπουργκ) είτε μέσω εμπορικών πτήσεων από όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Ο χρυσός κινείται με αεροπλάνα επιβατών. «Στα αμπάρια των εμπορικών επιβατικών αεροσκαφών, μπορείτε συχνά να βρείτε χρυσό, φρέσκα λουλούδια, και πτώματα», λέει ο Ruth Crowell, διευθύνων σύμβουλος του Συνδέσμου Bullion Market του Λονδίνου.
Όπως όμως σημειώνει η Ρουθ Crowell, ήταν πιο εύκολο να βρεθεί μέσο για τη μεταφορά του χρυσού παρά ένα κατάλληλο μέρος για να φυλαχτεί. Και αυτό γιατί το υπέδαφος του Λονδίνου είναι αργιλώδες, οπότε εάν οι ράβδοι ξεπεράσουν κάποιο συγκεκριμένο ύψος μπορεί λόγω του υπερβολικού βάρους το θησαυροφυλάκιο να βυθιστεί. Αυτό είναι μικρότερο πρόβλημα σε άλλες πόλεις. Στο Μανχάταν, το οποίο βρίσκεται στο φυσικό βράχο, η Ομοσπονδιακή Αποθεματική Τράπεζα μπορεί να στοιβάξει τις μπάρες χρυσού από το δάπεδο μέχρι την οροφή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στο άνω διάζωμα κάθε θησαυροφυλακίου στο Λονδίνο, οι ράβδοι χρυσού να τοποθετούνται σε ύψος τεσσάρων παλετών ενώ στο κάτω διάζωμα στοιβάζονται σε έξι.
Αυτό σημαίνει πως το Λονδίνο χρειάζεται περισσότερα θησαυροφυλάκια και μάλιστα διασπαρμένα σε μεγαλύτερη έκταση. Έτσι, εκτός από τα υπόγεια του City υπάρχουν αρκετά ακόμη θησαυροφυλάκια κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου Μ25 που περιβάλει το μείζον Λονδίνο, τα οποία ανήκουν σε τράπεζες όπως η JP Morgan και η HSBC ενώ τρία ακόμη βρίσκονται γύρω από το αεροδρόμιο Heathrow.
Oι τοποθεσίες όλων αυτών των θησαυροφυλακίων είναι απολύτως μυστικές. Όταν το 2011 κάποιοι δημοσιογράφοι του CNBC επισκέφτηκαν το θησαυροφυλάκιο της JP Morgan υποχρεώθηκαν να παραδώσουν τα κινητά τους τηλέφωνα και έφτασαν στις εγκαταστάσεις του με αυτοκίνητα που τα τζάμια τους ήταν καλυμμένα. Το ρεπορτάζ του BBC αναφέρεται επίσης στον τρόπο καθορισμού της τιμής του χρυσού χαρακτηρίζοντας του περίπλοκο και μυστικοπαθές. Λαμβάνει χώρα δύο φορές την ημέρα και στη διαδικασία συμμετέχουν 12 αντιπρόσωποι από το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, τον Καναδά, τη Γαλλία και την Κίνα. Η τιμή καθορίζεται με βάση το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Από πέρσι η διαδικασία αυτή γίνεται ηλεκτρονικά, με την ευθύνη της Intercontinental Exchange η οποία διαχειρίζεται και το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Όπως υπογραμμίζει ο Matthew Glenville, επιχειρησιακός διευθυντής της εταιρίας Intercontinental Exchange Benchmark Administration, οι συναλλαγές χρυσού σε ημερήσια βάση ξεπερνούν συνήθως τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ.
Όταν η παγκόσμια οικονομία πηγαίνει καλά ο χρυσός δεν έχει μεγάλη ζήτηση. Όταν όμως το κλίμα γίνεται αβέβαιο και ολισθηρό τότε ο χρυσός είναι το ασφαλέστερο καταφύγιο τόσο για τους ιδιώτες ή τις επιχειρήσεις όσο και για τα κράτη. Και τότε η τιμή του ανεβαίνει σε δυσθεώρητα ύψη. Σήμερα τα κράτη της υφηλίου, οι τράπεζες και τα επενδυτικά founds κατέχουν το 32% του χρυσού που είναι διαθέσιμος στον πλανήτη. Ένα 12% ακόμη χρησιμοποιείται στη βιομηχανία (π.χ. σε ηλεκτρονικά κυκλώματα) και το υπόλοιπο (55% περίπου) διοχετεύεται στην αργυροχρυσοχοΐα.
Οι πιο δυναμικές αγορές είναι η Κίνα και η Ινδία που 15 χρόνια πριν απορροφούσαν μόλις το 10% της παγκόσμιας προσφοράς. Τώρα το ποσοστό αυτό και για τις δύο μαζί έχει ξεπεράσει το 90%.