O επικοινωνιακός κύκλος του Μαξίμου, για την συμφωνία του Eurogroup της15ης Ιουνίου,ολοκληρώνεται σήμερα με τις συναντήσεις του Πρωθυπουργού και με τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς (Μητσοτάκη, Γεννηματά, Κουτσούμπα και τον Βούτση ως προέδρου της Βουλής).
Πιθανόν να συνεχιστεί και με κάποιο υπουργικό συμβούλιο, αύριο, Τετάρτη, αλλά επί της ουσίας σήμερα τελειώνει. Και απομένει το ερώτημα πώς προχωρά η κυβέρνηση από εδώ και πέρα.
Το Μαξίμου κέρδισε άφθονο πολιτικό χρόνο, τουλάχιστον έως την άνοιξη του 2018, καθώς δεν φαίνεται να απειλείται με “τράβηγμα του χαλιού” από τους ευρωπαίους, ενώ, στο εσωτερικό μέτωπο, ο Κυρ. Μητσοτάκης, παρά τη συνεχή επίκληση στις εκλογές δεν μπορεί να τις επιβάλει. Αυτός ο (πολιτικός) χρόνος μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το Μαξίμου προκειμένου να αλλάξει το κλίμα στην κοινωνία; Δύσκολα καθώς η συμφωνία της 15ης Ιουνίου δεν αλλάζει τα δεδομένα της οικονομίας που αφορούν την κοινωνία. Το παιχνίδι θα παιχθεί στο επίπεδο της καθημερινότητας, πεδίο όπου η κυβέρνηση δεν έχει δείξει θετικά δείγματα έως σήμερα.
Οι προβληματισμοί που οδηγούν σε ανασχηματισμό
Το ερώτημα είναι αν θα μπορέσει το Μαξίμου να κινητοποιήσει υπουργούς και κρατικό μηχανισμό προκειμένου να εκμεταλλευτεί τις θετικές δεσμεύσεις της συμφωνίας. Η αβεβαιότητα μπορεί να μην απομακρύνθηκε τελείως αλλά μειώθηκε σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που επιτρέπει μια διαφορετική διαχείριση της καθημερινότητας.
Το Μαξίμου, ωστόσο, σύμφωνα με αξιωματούχο της κυβέρνησης, θα “αναγκαστεί” να πάει σε ανασχηματισμό καθώς στα βασικά κοινωνικά πεδία υπολειτουργεί. Η κατάσταση στα νοσοκομεία -και γενικότερα στην υγεία- παραμένει προβληματική, το ίδιο και στη δημόσια διοίκηση, ενώ δράσεις που θα μπορούσαν να γίνουν σ’ άλλα πεδία (π.χ. μείωση της στρατιωτικής θητείας ή των στρατοπέδων) προσκρούουν σε οργανωμένα συμφέροντα. Το θέμα της παιδείας έχει σε κάποιο βαθμό αντιμετωπιστεί, το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα, αυτό της ανεργίας, δεν φαίνεται να αντιμετωπίζεται εύκολα. Παρόλο που θα υπάρξει ανάπτυξη δύσκολα η ανεργία θα μειωθεί αισθητά -σήμερα η ανεργία στους νέους είναι περίπου στο 50%, ενώ το συνολικό της ποσοστό κυμαίνεται πάνω από το 23%.