Θα ξεκινήσουμε με τη μοναδική απόδοση του δημοσιογράφου, Άρη Μελισσινού, ο οποίος έγραφε προλογίζοντας ένα κείμενό του στα μέσα της δεκαετίας του ’60: “Ευωδίαζαν τα ρόδα του Μάη εκείνο το πρωινό του 1922 στη Βιέννη. Παραμυθένιο ετούτο το ανοιξιάτικο πρωινό, εξύπνησε με κέφι τον Έλληνα φοιτητή, Θανάση Μέρμηγκα, που εδώ και 2,5 περίπου μήνες είχε βρεθεί στην αυστριακή πρωτεύουσα, με σκοπό να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες.
Η κούραση από την εντατική μελέτη της νύχτας είχε περάσει. Ντύθηκε βιαστικά ο 26χρονος φοιτητής και σε λίγα λεπτά βάδιζε χαρούμενος στις βιεννέζικες στράτες. Η κίνηση στην πολυσύχναστη πρωτεύουσα είχε από νωρίς αρχίσει. Οι καφετέριες της πόλης φιλοξενούσαν ήδη τους πρώτους πελάτες της ημέρας, ενώ κάπου κάπου ξεχείλιζαν από μερικά φωνόγραφα (πικ απ της εποχής) γλυκιές μελωδίες του Γιόχαν Στράους”.
ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΝΟΤΗ ΚΑΜΠΕΡΟΥ
Ο Μέρμηγκας βιαζόταν να φθάσει στο ταχυδρομείο της κεντρικής πλατείας, γιατί είχε την προαίσθηση ότι θα έπαιρνε εκείνη τη μέρα γράμμα από την πατρίδα.
Είκοσι -και περισσότερες ίσως ημέρες- είχαν περάσει από την τελευταία φορά που του έγραψαν οι φίλοι του από τον Πειραιά. Από τότε δεν ξαναέλαβε γράμμα, παρόλο ότι εκείνος είχε στείλει σε όλους κάρτες με τις πιο θερμές ευχές του για το Πάσχα. “Μα, δεν είναι δυνατόν”, μονολογούσε ο Μέρμηγκας, καθώς βάδιζε πάντα βιαστικά. “Σήμερα, πρέπει να έχω οπωσδήποτε γράμμα”. Και είχε!
Το πήρε από τα χέρια του ταχυδρομικού υπαλλήλου, πλημμυρισμένος από χαρά. Εριξε μετά μια ματιά στο όνομα του αποστολέα. “Νότης Καμπέρος”, ψιθύρισε και λίγο αργότερα ρουφούσε το περιεχόμενο της επιστολής βαδίζοντας αργά προς μια όχθη του Δούναβη.
Ο Καμπέρος του έγραφε: “Καλό Πάσχα Θανάση μου και με βροντερές καμπάνες. Και τώρα, μάθε τα πειραιώτικα νέα μας. Ολοι οι καλοί φίλοι εδώ πέρα αποφασίσαμε να φτιάξουμε ένα σύλλογο. Σκέφτηκα μάλιστα να του δώσουμε το όνομα ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ. Σε παρακαλώ λοιπόν, Θανάση φρόντισε να πληροφορηθείς από τους εκεί αθλητικούς παράγοντες αν επιτρέπεται σύμφωνα με τις Διατάξεις της Διεθνούς Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων να δώσουμε το όνομα ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ στον καινούργιο σύλλογό μας”.
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΡΜΗΓΚΑ
Δεν άργησε να φτάσει η απάντηση στον Πειραιά. Ο Μέρμηγκας έσπευσε στην αυστριακή Ολυμπιακή Επιτροπή ανέφερε εκεί τα καθέκαστα και πήρε τη διαβεβαίωση ότι μπορούν ελεύθερα οι φίλοι του να φτιάξουν τον ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ τους. Άλλωστε είχαν ιδρυθεί και άλλοι “Ολυμπιακοί” σε διάφορα κράτη της Ευρώπης, με περισσότερο φημισμένο τον Ολυμπιακό της Μασσαλίας (σ.σ. γνωστή σήμερα ως Οlympic de Μarseille). Εκείνη η διαβεβαίωση της αυστριακής Ε.Ο.Α. ήταν η… κολυμπήθρα από την οποία ο νεογέννητος σύλλογος του Νότη Καμπέρου και των φίλων του, πήρε το όνομα ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ.
To όνειρο του αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού, Νότη Καμπέρου ή “τρελο-Καμπέρου”, όπως τον αποκαλούσαν αργότερα, είχε γίνει πραγματικότητα. Το όνομα ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ κατοχυρώθηκε στα μητρώα του αθλητικού… ληξιαρχείου της Ελλάδας και σε βάθος χρόνου έμελλε να γίνει -και να παραμένει- ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος του τόπου μας.
Ο 25χρονος τότε, τολμηρός και παράλληλα πράος, αλλά σοφός Νότης Καμπέρος παρέδωσε τα διοικητικά ηνία στον Μιχάλη Μανούσκο. Βλέπετε, ο “τρελο-Καμπέρος” είχε ένα μειονέκτημα. Οπως αναφέρουν δημοσιεύματα της εποχής, παρότι καλλίγραφος, έφτιαχνε ωραιότατα και ευανάγνωστα έγγραφα, αλλά ξεχνούσε να τα υπογράφει, με αποτέλεσμα οι Μανούσκος, Μέρμηγκας, Μαραγκουδάκης, Παπούλιας και Ανδρόνικος να τον ψάχνουν για να βάλει την υπογραφή του!
Η ΛΕΣΧΗ ΚΑΙ Η ΤΑΒΕΡΝΑ ΤΟΥ ΜΟΙΡΑ
Ο φοιτητής Μέρμηγκας επιστρέφει από τη Βιέννη, με το πτυχείο του πολιτικού επιστήμονα. Την ίδια εβδομάδα της επιστροφής του, ο Ολυμπιακός συγκαλεί Γενική Συνέλευση και στις αρχαιρεσίες, ο Μέρμηγκας παίρνει το αξίωμα του αντιπροέδρου. Η Συνέλευση εκείνης της χρονιάς έγινε στην πρώτη Λέσχη του Ολυμπιακού, μια αίθουσα 12×5 μέτρων, που η είσοδός της ήταν στην οδό Κολοκοτρώνη και η πρόσοψη στην οδό Νοταρά. Η αίθουσα των συνελεύσεων ήταν μόλις 6 τετραγωνικά μέτρα και ο πρόεδρος Μανούσκος την είχε μετατρέψει σε ένα κομψοτέχνημα. Μάλιστα, ο πρώτος φωνόγραφος με το ασπροκόκκινο χωνί αποκτήθηκε με ρεφενέ! Δεν ήταν μόνο η Λέσχη στην οποία γίνονταν οι Ολυμπιακές συζητήσεις, αλλά και η “Ταβέρνα του Μοίρα” στην σημερινή Καραολή και Δημητρίου, στον αριθμό 43. Εκεί μαζεύονταν όλοι, που ανάμεσα σε “κατοσταράκι” και μπακαλιάρο, έλυναν όλα τα προβλήματα. Τακτικοί πελάτες οι Καμπέρος, Μανούσκος, Γιώργος και Γιάννης Ανδριανόπουλος, Τερεζάκης, Ανδρόνικος, Καβαλιεράτος, Λαγουμτζής και άλλοι. Ενα βράδυ, ο Καμπέρος σηκώθηκε και είπε: “Απόψε κερνάω εγώ”. “Εβίβα”, του είπαν οι υπόλοιποι, με τον Ανδρόνικο να πετάγεται: “Λοιπόν, πώς θα ονομάσουμε το νέο σύλλογο;” Ο “τρελοκαμπέρος ” πήρε ένα χαρτί κι ένα μολύβι και έγραψε κι έγραψε 7 γράμματα. Το ένα κάτω από το άλλο: “Ο-Λ-Υ-Μ-Π-Ι-Α”. “Αυτό είναι! Βρήκαμε το όνομα. Θα τον ονομάσουμε Ολυμπία!”, απάντησαν κάποιοι από τους παρευρισκόμενους, αλλά ο Καμπέρος ποτέ δεν κούνησε καταφατικά το κεφάλι… Λέγεται, ότι η διαδικασία της ονοματοδοσίας κράτησε 10 εβδομάδες! Στην 8η αποφασίστηκε. Ο Καμπέρος έφερε το ίδιο χαρτί και προς γενική κατάπληξη, πρόσθεσε το “Κ”. “Μα, δεν θα τον ονομάσουμε Ολυμπία;”, τον ρώτησε ο Θόδωρος Παυλάκης. Η αγωνία για το όνομα συνεχίστηκε δύο εβδομάδες, ο “νονός” να τους ανακοινώσει το “ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ”. Τα χρώματα, κόκκινο και άσπρο, τα επέλεξε ο Γιάννης Ανδριανόπουλος. Χρώματα δύναμης, τα οποία είχε δει στην Αγγλία, στο Kέμπριτζ, όπου αργότερα δίδαξε ο γιος του, Ανδρέας!
Κάπως έτσι ή μάλλον έτσι ακριβώς γεννήθηκε ο Ολυμπιακός. Ένας σύλλογος που έχει κατακτήσει εκατοντάδες τίτλους, σε πανελλήνιο και διεθνές επίπεδο και έχει αναδείξει εκατοντάδες Ολυμπιονίκες, Παγκόσμιους Πρωταθλητές, Πρωταθλητές Ευρώπης, Μεσογειονίκες, Βαλκανιονίκες και Πανελληνιονίκες.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΕ ΤΟΥΣ “ΓΙΑΝΓΚ ΜΠΟΪΣ”
Στις αρχές της δεκαετίας του ’20, μια άλλη παράταξη στον Πειραιά, αποτελούμενη από τους Γιώργο Χατζηανδρέου, Χρήστο Πέππα και Κώστα Φερλέμη, είχε προχωρήσει στη σύσταση της ομάδας “Κεραυνός” που μετονομάστηκε τον Μάρτιο του 1924 σε “Γιανγκ Μπόις”, από την οποία προέκυψε ο Εθνικός Πειραιώς! Κανονίστηκε το πρώτο παιχνίδι ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τους “Γιανγκ Μπόις” για να βγει το “αφεντικό” του Πειραιά! Ο φανατισμός ήταν τόσο μεγάλος, που ως έδρα διεξαγωγής του αγώνα ορίστηκε η Αθήνα και το γήπεδο του Παναθηναϊκού. Εκατοντάδες Πειραιώτες κατέφθαναν στην Αθήνα για το παιχνίδι, το τέλος του οποίου βρήκε νικητή τον Ολυμπιακό με 4-2. Δεν ήταν μόνο οι “Γιανγκ Μπόις” αυτοί που ένιωσαν στο πετσί τους την ισχύ του νεοσύστατου Ολυμπιακού, αλλά από το 1926 και έπειτα το ίδιο συνέβη με τον ΠΑΟΚ, τον Αρη, τον Ηρακλή και την ΑΕΚ… Ο μόνος που είχε γλιτώσει ήταν ο Παναθηναϊκός με τον οποίο ο Ολυμπιακός είχε αναδειχθεί ισόπαλος 3-3, παίζοντας με τους: Κλειδουχάκη, Αλεξάκη, Βασιλείου, Πεζώνη, Μιχάλη Λεκκό, Παναγιώτη Λεκκό, Βλάσση (αυτοκτόνησε τον Ιούνιο του 1927), Ντίνο, Γιώργο, Γιάννη και Βασίλη Ανδριανόπουλο.
Σημειώνεται ότι η πρώτη επίσημη εμφάνιση του Ολυμπιακού στα ελληνικά γήπεδα ήταν στις 30 Απριλίου 1925. Αντίπαλος η ομάδα του γαλλικού πολεμικού πλοίου “Ζαν Ντ’ Αρκ”, η οποία υποτάχθηκε με σκορ 5-0.
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΥΜΝΟΣ…
Οι ανεπανάληπτες επιτυχίες του 1931, καθιστούν τον Ολυμπιακό φόβητρο των αντιπάλων. Με τους Γραμματικόπουλο, τους αδελφούς Ανδριανόπουλους, τον Μ. Λεκκό, τον Κουράντη, τον Τερεζάκη, τον Πεζώνη, τον Ράγγο, τον Πανόπουλο, τον Κουράντη, τον Κορωναίο, τον Πανόπουλο, το Σοφρά, τον Χρυσαφόπουλο, τον Βοζικιάν, τον Γεωργουράκη, τον Γκίκα Δέδε, γράφει θριάμβους και κατακτάει το Πανελλήνιο πρωτάθλημα με 11 νίκες, 2 ισοπαλίες και 1 ήττα. Κερδίζει 3-1 τους Παναθηναϊκό, ΑΕΚ, Άρη, Ηρακλή, ΠΑΟΚ, Απόλλωνα και 4-1 τον Εθνικό! Τα τρία γκολ απέναντι στις 6 ομάδες, αποτελούν πηγή έμπνευσης για τον Μίμη Βασιλειάδη να γράψει τους στίχους και τον Γιάγκο Λαουτάρη να συνθέσει τον πρώτο Ύμνο του Ολυμπιακού, που ακουγόταν όπου κι αν αγωνιζόταν η ομάδα. Ένας ύμνος που τον τραγουδούσαν οι παίκτες και οι φίλαθλοι μέσα και έξω από το γήπεδο με σφιγμένες γροθιές και δάκρυα στα μάτια. Ένας ύμνος που συγκινούσε, συγκλόνιζε και ηλέκτριζε ολόκληρη την Ελλάδα. Είχε γίνει της μόδας, ακουγόταν στα γραμμόφωνα, στα πάρτυ, στις εκδρομές, παντού. Αντηχούσε σε όλο τον Πειραιά, την Αθήνα. Ακόμα και τη Θεσσαλονίκη!
“Φευγάτ’ από μπρος, φευγάτ’ από μπρος, στο γήπεδο μπαίνει ο Ολυμπιακός
Φτερά στα πόδια, καρδιά μες στα στήθια που δώσαν θρίαμβους σαν παραμύθια.
Παίζουν με τέχνη ατρόμητοι λύκοι και τα φτερά της ανοίγει η Νίκη.
Πασάρει ο ένας, ο άλλος σουτάρει ο εχθρός τα χάνει, σωστός πανικός,
αυτός προσέχει, εκείνος μαρκάρει, θρίαμβος, νίκη, Ολυμπιακός!
Ολυμπιακός, Ολυμπιακός
Παλικάρια διαλεκτά, της νίκης παιδιά δύναμη, τέχνη, ατσάλι καρδιά
Ένα, δύο, τρία, γκολ παντού πανικός Θρίαμβος, νίκη, Ολυμπιακός! (δις)
Κόκκινο – άσπρο, παντιέρα γνωστή από τις νίκες παντού ξακουστή
πρωτάθλημα, αγώνας φιλικός, Πειραιάς, θρίαμβος, Ολυμπιακός!”
O Στράτος, ο Τάκης και ο Βαγγέλης
Το «Ολυμπίκ – Ολυμπιακέ» είναι τραγούδι του αείμνηστου τραγουδιστή και συνθέτη Βαγγέλη Περπινιάδη και έγινε ο ύμνος της ομάδας του Ολυμπιακού. Το τραγούδι γράφτηκε με αφορμή τη νίκη του Ολυμπιακού, που τον οδήγησε στην κατάκτηση του Βαλκανικού Κυπέλλου το 1963. Τότε που ο Ολυμπιακός νίκησε και στην Κωνσταντινούπολη, στο στάδιο Μιράτ Πασά, τη βουλγαρική Λέφσκι με σκορ 1-0, χάρη σε κεφαλιά του Μίμη Στεφανάκου.
Την ίδια νύχτα, 19 προς 20 Σεπτεμβρίου του 1963, η ομάδα του Ολυμπιακού επέστρεψε από την Κωνσταντινούπολη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και, όπως συμβαίνει συνήθως μετά από μεγάλες επιτυχίες, οι οπαδοί της ομάδας και όχι μόνο, χιλιάδες φίλαθλοι – τότε το Βαλκανικό Κύπελλο είχε ιδιαίτερη σημασία από πλευράς γοήτρου – είχαν συρρεύσει για να υποδεχθούν τους θριαμβευτές. Υπολογίζεται ότι βρέθηκαν στο αεροδρόμιο τουλάχιστον δέκα χιλιάδες άνθρωποι, ενώ περίπου πέντε χιλιάδες ακολούθησαν στη συνέχεια με τα πόδια τους ποδοσφαιριστές μέχρι τον Πειραιά, όπου βέβαια έγινε ο μεγάλος χαλασμός, αφού περίμεναν εκεί και άλλοι φίλοι του Ολυμπιακού για να γιορτάσουν τον μεγάλο θρίαμβο.
Ανάμεσα στους φιλάθλους ήταν και ο μεγάλος τραγουδιστής Στράτος Διονυσίου με τον φίλο του Τάκη Λαζόπουλο. Τελειώνοντας η φιέστα και τα πανηγύρια, αργά τη νύχτα και μες στην χαρά τους, κίνησαν να βρουν τον κοινό τους φίλο Βαγγέλη Περπινιάδη στο σπίτι του στο Χαϊδάρι για να του περιγράψουν τον θρίαμβο του Ολυμπιακού. Ο Περπινιάδης τους καλοδέχτηκε με χαρά, ξύπνησε την γυναίκα του Μαρίτσα να τους φτιάξει καφέδες και άρχισαν όλοι μαζί να συζητούν και να θυμούνται τους θριάμβους του Ολυμπιακού εναντίον μεγάλων ομάδων, όπως τη νίκη επί της Σάντος του Πελέ, που είχε σημειωθεί δύο χρόνια πριν το 1961. Μέσα σε αυτή την πανηγυρική και ενθουσιώδη ατμόσφαιρα της συζήτησης, ο Περπινιάδης εμπνεύστηκε και επιτόπου ξεκρέμασε το μπουζούκι του και το… γρατζούνισε, ψιθυρίζοντας τα πρώτα στιχάκια που του είχαν έρθει στο μυαλό: “Ολυμπίκ- Ολυμπίκ – Ολυμπιακέ, Φλαμένγκο, Λέφκι νίκησες, Σάντος και Ζαγκλεμπιέ”.
Στη συνέχεια, το ίδιο βράδυ και αφού έφυγαν μετά από λίγη ώρα οι φίλοι του, έγραψε τα υπόλοιπα. Προς τα ξημερώματα ολόκληρο το τραγούδι ήταν έτοιμο. Το έγραψε πρόχειρα σε ένα μαγνητόφωνο και νωρίς το πρωί τηλεφώνησε στον Μίνωα Μάτσα, το αφεντικό της δισκογραφικής εταιρείας “Μίνως”. Τον ενημέρωσε για το τραγούδι, και στη συνέχεια έβαλε το μαγνητόφωνο στο ακουστικό του τηλεφώνου για να το ακούσει. Ο Μάτσας, πολύπειρος στην δισκογραφία μόλις το άκουσε κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο και του είπε «φέρ’ το αμέσως, σε δύο ώρες μπαίνεις με την ορχήστρα σου στο στούντιο». Πράγματι, σε δύο ώρες άρχισε η εγγραφή του τραγουδιού που χάλασε κόσμο. Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ξεπέρασε τις 350.000 πωλήσεις, ενώ βέβαια συνεχίζει να πουλάει μέχρι τις μέρες μας, αφού το τραγούδι έγινε ύμνος της ομάδας του Ολυμπιακού.
Ολυμπίκ-Ολυμπιακέ, ομάδα δοξασμένη, ομάδα μου γλυκιά, τρανή και ξακουσμένη,
όσο αγαπώ τη μάνα τη δικιά μου τόσο σ’αγαπώ και σ’ έχω στην καρδιά μου.
Ολυμπίκ- Ολυμπίκ- Ολυμπιακέ, Φλαμένγκο, Λέφσκι νίκησες, Σάντος και Ζαγκλεμπιέ.
Ολυμπιακέ τη δόξα τη δικιά σου, που την τραγουδούν τα αμέτρητα παιδιά σου.
Όλοι συζητούν και ακολουθούν εσένα, που ξέρεις και νικάς στα γήπεδα τα ξένα.
Ολυμπιακέ ποτέ σου δεν θα σβήσεις και όσοι σε μισούν, να τους συγχωρήσεις,
απ’ τη ζήλια τους φωνάζουν και πονάνε, γιατί δεν μπορούν εκεί που πας να πάνε.
Ολυμπιακέ μεγάλο τ’ όνομα σου Σεράγεβο, Πελέ τρέμουνε μπροστά σου,
στα Βαλκάνια τους πήρες με καμάρι, ποιος άλλος κουραμπιές, μπορεί για να σε πάρει.
O σημερινός Ύμνος
Το 1981 καθιερώνεται ο ύμνος που γνωρίζουν οι περισσότεροι σήμερα. Τους στίχους γράφει ο Κ. Κιλιμάντζος και τους μελοποιεί ο συνθέτης Σπύρος Βαλσαμάκης. Πρώτος ερμηνευτής ήταν ο Χριστάκης Βολιώτης. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ο Ύμνος έγινε πιο μοντέρνος, όσον αφορά τη μελοποίηση, αφού οι στίχοι παρέμειναν ίδιοι.
Θρύλε των γηπέδων Ολυμπιακέ δαφνοστεφανωμένε μεγάλε και τρανέ
έχεις δύναμή σου Ολυμπιακέ, τον πύρινό σου κόσμο που δε λυγά ποτέ.
Ολυμπί-Ολυμπί-Ολυμπιακέ ομάδα ομαδάρα μου, μεγάλη μου αγάπη, Ολυμπιακάρα μου. (2)
Δόξα στα παιδιά σου Ολυμπιακέ χιλιοτραγουδισμένε, στον κόσμο ξακουστέ.
Τρέμουν στ’ άκουσμά σου Ολυμπιακέ κι ακόμα σε θυμούνται η Σάντος κι ο Πελέ.
Ολυμπί-Ολυμπί-Ολυμπιακέ ομάδα ομαδάρα μου, μεγάλη μου αγάπη, Ολυμπιακάρα μου.
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ ΓΟΔΑ
Η ιστορία του Νίκου Γόδα, που εκτυλίχθηκε στις Φυλακές της Κέρκυρας το 1948, καταδεικνύει την αχαλίνωτη δύναμη της ψυχής. Της ανθρώπινης ψυχής, που όταν γιγαντωθεί και συναντηθεί με το πάθος, δεν λογαριάζει τίποτα. Ούτε καν το θάνατο!
Ο υπερήφανος αυτός άνδρας, που λάτρεψε όσο λίγοι τον Ολυμπιακό και θα έχει πάντα μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία του Ολυμπιακού, γεννήθηκε το 1921 στο Αϊβαλί. Βρέθηκε στη Μυτιλήνη μετά τη μικρασιατική καταστροφή και εν συνεχεία στην Κρήτη, λίγο πριν ριζώσει στην Παλαιά Κοκκινιά του Πειραιά. Το ποδόσφαιρο ήταν η διαφυγή του από τη σκληρή καθημερινότητα και την προσπάθεια του ίδιου και της οικογένειάς του για επιβίωση. Είχε περάσει ο δύσκολος χειμώνας της μεγάλης πείνας του ’41 και είχε αρχίσει να αναπτύσσεται στοιχειωδώς μια αθλητική δραστηριότητα.
Ο ίδιος είχε ταλέντο στη μπάλα και αυτό φάνηκε στην ομάδα της Κοκκινιάς, όπου πρωτοφόρεσε ποδοσφαιρικό φανελάκι και σορτς. “Ο βασιλιάς του ξερού”, τον αποκαλούσαν! Εν μέσω του πολέμου, ο Γόδας πραγματοποιεί το παιδικό του όνειρο, που δεν ήταν άλλο να φορέσει την ερυθρόλευκη ριγωτή φανέλα του κοσμαγάπητου και λατρεμένου Ολυμπιακού. Παράλληλα, αναπτύσσει έντονη αντιστασιακή δράση ως μέλος του 5ου Επίλεκτου Λόχου του ΕΛΑΣ στην Κοκκινιά.
Το 1942 αγωνίζεται δίπλα στον Βάζο, τον Αναματερό, τον Συμεωνίδη, τον Γραμματικόπουλο και σκοράρει για πρώτη φορά ως ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού σε βάρος του Εθνικού και εν συνεχεία και επί του Απόλλωνα. Τον Μάιο του 1943 αγωνίζεται βασικός απέναντι στον Παναθηναϊκό στον τελικό ενός τουρνουά που διοργάνωσε ο Δήμος Πειραιά και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους πρωταγωνιστεί στον τελικό του Κυπέλλου Χριστουγέννων, όπου ο Ολυμπιακός συντρίβει 5-2 τον Παναθηναϊκό.
Βασικός στους αγώνες του Ολυμπιακού, “βασικός” και στον αγώνα για τη λευτεριά εναντίον των Γερμανών. Στη μάχη της “Ηλεκτρικής” στο Κερατσίνι, βρισκόταν στα πολυβολεία. “Πρώτη γραμμή” και στη μάχη της Κοκκινιάς, την 7η Μαρτίου του 1944. Τον Δεκέμβρη του 1944 ο εχθρός έχει αλλάξει και ο Γόδας πλέον πολεμά τους Άγγλους στο νεκροταφείο της Ανάστασης στον Πειραιά.
Αρχές του 1945, παθαίνει πνευμονία και επιστρέφει από το Βελούχι (όπου είχε αποσπαστεί) στην Αθήνα. Τον “κάρφωσαν”. Συνελήφθη και οδηγείται στις φυλακές της Αίγινας. Το σώμα του ήταν φυλακισμένο, όχι όμως και το πνεύμα του: Η μάχη, ο αγώνας, η μπάλα, ο Ολυμπιακός, ήταν φλόγες που έκαιγαν μέσα του. Ακόμα στην Αίγινα έπαιζε ποδόσφαιρο στην ομάδα που είχε δημιουργηθεί από τους φυλακισμένους.
Κατόπιν οδηγείται στην απομόνωση των φυλακών της Κέρκυρας. Ο Γόδας μαζί με τα άλλα Πειραιωτάκια, τον Λούβαρη και τον Κουφαδάκη, ακόμα και λίγο πριν το απόσπασμα, σχεδιάζουν πώς θα στήσουν την ομάδα όταν βγουν από τη φυλακή. Η μοίρα του είναι προδιαγεγραμμένη… Στις 13 Ιουλίου του 1945, ο Νίκος Γόδας και άλλοι 10 συναγωνιστές του, καταδικάζονται σε θάνατο.
Στη φυλακή της Κέρκυρας έμεινε τρία χρόνια. Μέχρι να ξημερώσει η 19η Νοεμβρίου του 1948… Περνάει την έξοδο της φυλακής ντυμένος με την εμφάνιση του Ολυμπιακού, σαν να βγαίνει στο γήπεδο. Τον μεταφέρουν στο Λαζαρέτο, ένα νησάκι έξω από το λιμάνι. Σε λίγη ώρα ο παίκτης του Θρύλου βρίσκεται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, ενώ ο ήλιος μόλις είχε κάνει δειλά την εμφάνισή του πίσω από τα βουνά. Το απόσπασμα στη θέση του. Ο Νίκος φωνάζει: “Mε δολοφονείτε με τη φανέλα του Ολυμπιακού! Μη μου δέσετε τα μάτια για να βλέπω τα χρώματα της ομάδας μου πριν από τη χαριστική βολή”. Ο αξιωματικός σηκώνει το χέρι. Οι στρατιώτες έχουν απέναντί τους έναν συμπατριώτη τους, έναν συνομίληκο νεαρό αθλητή. Κάποιοι τρέμουν λίγο. Η διαταγή: “Πυρ!”. Το κόκκινο απλώνεται στο κόκκινο. Ο Νίκος φεύγει, ψηλά, για την τελευταία κεφαλιά. Νικητής! Ο Νίκος Γόδας, εκτελέστηκε ως κομμουνιστής στις 19 Νοεμβρίου του 1948 στη νησίδα Λαζαρέτο της Κέρκυρας, φορώντας την εμφάνιση του Ολυμπιακού, την ερυθρόλευκη φανέλα και το λευκό σορτσάκι…
Ο ΓΟΥΛΑΝΔΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΜΠΟΥΚΟΒΙ
Με τον Ολυμπιακό έχουν αναδειχθεί εκατοντάδες μορφές μέσα σε αυτά τα χρόνια. Αν έπρεπε να επιλέξουμε έναν πρόεδρο και έναν προπονητή, αυτοί θα ήταν ο Νίκος Γουλανδρής και ο Μάρτον Μπούκοβι. Ο Νίκος Γουλανδρής, γεννήθηκε στην Άνδρο το 1913 και ήταν Έλληνας εφοπλιστής. Ξεκίνησε την εμπλοκή του με τον Ολυμπιακό το 1970, και έναν χρόνο αργότερα έγινε γενικός διευθυντής του. Η πολύ καλή δουλεία του, αλλά και η αγάπη του για τον Ολυμπιακό, τον ώθησαν να γίνει πρόεδρος της ομάδας, το 1972.
Η εκπληκτική ομάδα που δημιούργησε την περίοδο 1973-1974 πραγματοποίησε ένα απίστευτο ρεκόρ το οποίο μέχρι και σήμερα, δεν έχει καταφέρει να το σπάσει καμία ομάδα. Συγκεκριμένα, μετά το τέλος του Πρωταθλήματος, η ομάδα είχε συνολικό απολογισμό 102 τέρματα υπέρ και μόνο 14 κατά. Το επόμενο έτος, η ομάδα βελτίωσε το αμυντικό της ρεκόρ, έχοντας μονάχα 13 γκολ παθητικό. Ο Νίκος Γουλανδρής θεωρείται ένας από τους καλύτερους προέδρους της ιστορίας του Ολυμπιακού. Δυστυχώς όμως, λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας, αναγκάστηκε να αποσυρθεί από την οποιαδήποτε ενασχόληση που είχε με το ποδόσφαιρο. Τελικώς, πέθανε το 1983 σε ηλικία 70 ετών. Ο μύθος λέει ότι τα τελευταία του λόγια ήταν τα παρακάτω: “Δεν είμαι στεναχωρημένος εξαιτίας του επερχόμενου θανάτου μου. Αυτό που πραγματικά με θλίβει, είναι το γεγονός ότι δεν θα μπορώ ξανά να παρακολουθήσω με τα μάτια μου, την αγαπημένη μου ομάδα, τον Ολυμπιακό”.
Ο Μάρτον Μπούκοβι (10 Δεκεμβρίου 1904 – 11 Φεβρουαρίου 1985) αποτέλεσε μαζί με τον Γκούσζταβ Σέμπες και τον Μπέλα Γκούτμαν την αφρόκρεμα των Μαγυάρων προπονητών του 20ου αιώνα και εισήγαγε μαζί τους το σύστημα 4-2-4 (σύστημα με το οποίο μεγαλούργησε η βραζιλιάνικη σχολή) στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Άσκησε την προπονητική και στην Ελλάδα καθοδηγώντας τον Ολυμπιακό τη διετία 1965-67, τελευταία ομάδα που προπόνησε στην τριακονταετία που έμεινε στους πάγκους. Μάλιστα, στον Ολυμπιακό κατάφερε να πετύχει ένα ιστορικό ρεκόρ το οποίο χρειάστηκε να περάσουν 46 χρόνια για να καταρριφθεί. Επρόκειτο για το καλύτερο ξεκίνημα ελληνικής ομάδας στο πρωτάθλημα, με την ομάδα του Μπούκοβι να πετυχαίνει 12 νίκες στις πρώτες 14 αγωνιστικές. Το Δεκέμβριο του 2013, ο Ολυμπιακός επί Μίτσελ, κατάφερε να σπάσει το συγκεκριμένο ρεκόρ πετυχαίνοντας 13 νίκες στα 14 πρώτα παιχνίδια. Για χάρη του γράφτηκε τραγούδι «Του Μπούκοβι την ομαδάρα, την λένε Ολυμπιακάρα», ενώ η αποχώρησή του αποτέλεσε αφορμή για να γραφτεί ολόκληρο βιβλίο!
Ο Μάρτον Μπούκοβι δεν ήταν απλά ένας προπονητής που χάρισε τίτλους στον Ολυμπιακό. Έφυγε την 13η Δεκεμβρίου του 1967. Εκατοντάδες φίλαθλοι που είχαν μαζευτεί έξω από το ξενοδοχείο όπου διέμενε ο Μπούκοβι και ο βοηθός του (παλαίμαχος άσος της Ουγγαρίας του ‘54), Μίχαϊ Λάντος, του ζητούσαν μετ’ επιτάσεως να μείνει στον Ολυμπιακό. Αλλά κάτι τέτοιο ήταν πάνω από τις δυνάμεις όλων. Η χούντα των συνταγματαρχών είχε πια εδραιωθεί στην εξουσία, έχοντας βάλει δικούς της ανθρώπους και στις διοικήσεις των ποδοσφαιρικών ομάδων. Και ένας Ούγγρος προπονητής, ο οποίος μάλιστα ήταν δηλωμένος κομμουνιστής, ήταν ανεπιθύμητος. Ακόμα κι αν ήταν τόσο αγαπητός στον κόσμο όσο ήταν ο Μπούκοβι.
Ο ΑΞΕΧΑΣΤΟΣ ΣΑΛΠΙΓΚΤΗΣ
Αττίλιο. Λίγοι ήξεραν το πραγματικό του όνομα. Ακόμα πιο λίγοι είχαν μιλήσει μαζί του και ελάχιστοι γνώριζαν ότι ήταν φοιτητής της ιατρικής. Όλοι, όμως, ξέραμε πού θα τον βρουν. Εκεί: στα σκαλοπάτια και στα τσιμέντα της θύρας 7. Εκεί: όπου κι αν έπαιζε ο Ολυμπιακός.
Γεννημένος το 1942 στην κατεχόμενη Αθήνα, μάζευε το χαρτζιλίκι της εβδομάδας για να βλέπει από κοντά τον Ολυμπιακό. Με την τρομπέτα του, ένωνε χιλιάδες χέρια και φωνές στην εξέδρα για χρόνια. Κάποτε οι γιατροί τού είχαν πει ότι δεν θα αντέξουν τα πνευμόνια του. “Τι με νοιάζει; Εγώ για τον Ολυμπιακό ζω”, απαντούσε ο ίδιος. Ήταν φοιτητής της Ιατρικής, αλλά παράτησε τις σπουδές του στο 4ο έτος, για να αφοσιωθεί στον Ολυμπιακό. Σε κάθε παιχνίδι ήταν εκεί, στο κάγκελο της εισόδου της Θύρας 7, με την θρυλική τρομπέτα του να ξεσηκώνει τους φιλάθλους και να διηγείται με καλαμπούρι τις περιπέτειές του.
Τη δεκαετία του `90 είχε γίνει στόχος άνανδρων επιθέσεων. Του είχαν στήσει δύο φορές καρτέρι, χτυπώντας τον βάναυσα. Η ατίθαση ζωή που έκανε επιβάρυνε σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν και το βράδυ της 11ης Νοεμβρίου του 1994 έφυγε από τη ζωή, εξαιτίας ενός πνευμονικού οιδήματος. Χιλιάδες φίλοι του Ολυμπιακού συνόδευσαν το Βασίλη Δουρίδα στην τελευταία του κατοικία, μέσα σε ένα κόκκινο φέρετρο. Ήταν η τελευταία του επιθυμία… Ο Αττίλιο ήταν μια από τις πιο συμπαθείς φιγούρες των ελληνικών γηπέδων. Άνθρωπος απλός, πράος και “άρρωστος” με τον Ολυμπιακό. Η τρομπέτα του συγκλόνιζε. Εδινε παλμό στον κόσμο και “φτερά στα ποδάρια” των ποδοσφαιριστών. Ποτέ δεν είχε… ηγετικές βλέψεις στην “ερυθρόλευκη” εξέδρα και είχε κερδίσει το σεβασμό όλων. Ακόμα και των αντιπάλων, έστω κι αν κάποιοι άνανδροι τον είχαν χτυπήσει, σε συμπλοκές έξω από τα γήπεδα.
8/2/81 – Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΗΣ ΘΥΡΑΣ 7
Λένε ότι οι μεγάλες ομάδες δεν έχουν να διηγηθούν μόνο ευχάριστες ιστορίες. Στις 8 Φεβρουαρίου του 1981, όμως, γράφτηκε η πιο μαύρη σελίδα στην ιστορία του συλλόγου, αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αυτά τα 21 παιδιά που βρίσκονταν στην ΘΥΡΑ 7, έχασαν τη ζωή τους, όταν στην προσπάθειά τους να φύγουν 5 λεπτά νωρίτερα από τη λήξη του αγώνα για να μεταβούν έξω από τα αποδυτήρια του Ολυμπιακού και να αποθεώσουν τα ινδάλματά τους για τη θριαμβευτική νίκη με 6-0 επί της ΑΕΚ, βρήκαν μπροστά τους σίδερα…
Παναγιώτης Τουμανίδης (ετών 14) | Κώστας Σκλαβούνης (ετών 16) | Ηλίας Παναγούλης (ετών 17) | Γεράσιμος Αμίτσης (ετών 18) | Γιάννης Κανελλόπουλος (ετών 18) | Σπύρος Λεωνιδάκης (ετών 18) | Γιάννης Σπηλιόπουλος (ετών 19) | Νίκος Φίλος (ετών 19) | Γιάννης Διαλυνάς (ετών 20) | Ευστράτιος Λούπος (ετών 20) | Βασίλης Μάχας (ετών 20) | Μιχάλης Κωστόπουλος (ετών 21) | Ζωγραφούλα Χαϊρατίδου (ετών 23) | Σπύρος Ανδριώτης (ετών 24) | Κώστας Καρανικόλας (ετών 26) | Μιχάλης Μάρκου (ετών 27) | Κώστας Μπίλας (ετών 28) | Αναστάσιος Πιτσόλης (ετών 30) | Χρήστος Χατζηγεωργίου (ετών 34) | Αντώνης Κουρουπάκης (ετών 34) | Δημήτρης Αδαμόπουλος (ετών 40)
ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΤΡΟΠΑΙΑ
Ολυμπιακός δεν είναι όμως μόνο ποδόσφαιρο αφού πρωταγωνιστεί σε όλα τα αθλήματα και με 11 ευρωπαϊκά τρόπαια σε τρία ομαδικά αθλήματα (μπάσκετ, βόλεϊ και πόλο) συνιστά ένας από τους ελάχιστους συλλόγους σε όλη την Ευρώπη που έχουν να επιδείξουν αντίστοιχο επίτευγμα. Στα 93 χρόνια ιστορίας του μετράει τρία πρωταθλήματα Ευρώπης (1997, 2012, 2013) και ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο (2013) στο μπάσκετ, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων (1996) και ένα Top Teams Cup (2005) στο βόλεϊ ανδρών, ένα Πρωτάθλημα Ευρώπης (2002) και ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (2002) στο ανδρικό πόλο, καθώς επίσης ένα LEN Trophy, μία Euro League και 1 Σούπερ Καπ Ευρώπης στο πόλο γυναικών. Φέτος στοχεύει σε 5 ευρωπαϊκούς τελικούς: Στο μπάσκετ ανδρών, στο πόλο ανδρών & γυναικών και στο βόλεϊ ανδρών & γυναικών.
sport24.gr