Ο Πάμφιλος γεννήθηκε περί το 245 στην Βηρυττό. Προερχόμενος από εύπορη οικογένεια, έλαβε φροντισμένη εγκύκλια παιδεία ενώ μετέβη και στην Αλεξάνδρεια για να παρακολουθήσει μαθήματα θεολογίας από τον Πιέριο.
Επέστρεψε στην Παλαίστίνη κι εγκαταστάθηκε στην Καισάρεια όπου αφού πούλησε την περιουσία του και την διένειμε στους πιο άπορους, χειροτονήθηκε από τον Αγάπιο Καισαρείας πρεσβύτερος, περί το 280. Ίδρυσε θεολογική σχολή, οργάνωσε βιβλιοθήκη και βιβλιογραφικό-αντιγραφικό εργαστήριο στο οποίο αντιγράφονταν βιβλικά κείμενα και άλλα κείμενα.
Το 307 συνελήφθη μαζί με μαθητές του και στις 16 Φεβρουαρίου του 309 αποκεφαλίσθηκε.
Ένας από τους μαθητές του ήταν ο Ευσέβιος Καισαρείας, ο οποίος σε ένδειξη εκτίμησης προς το πρόσωπο του δασκάλου του, προσέθεσε στο όνομά του τον τίτλο: ο του Παμφίλου.Σπουδάζοντας στην Αλεξάνδρεια θεολογία στην εκεί κατηχητική σχολή, γνώρισε την σκέψη και το έργο του Ωριγένη κι έγινε θαυμαστής του και συνεχιστής του.
Χωρίς να ασπάζεται τις θεολογικές του ακρότητες έγινε απολογητής του, συντάσσοντας ΄΄Απολογία΄΄ υπέρ αυτού.
Μιμούμενος τον Ωριγένη, θα ιδρύσει κι αυτός θεολογική σχολή στην Καισάρεια της Παλαιστίνης.
Το αντιγραφικό εργαστήριο που σύστησε, μεταξύ των συγγραφέων που αντεγραφε, την πρώτη θέση κατείχαν τα έργα του Ωριγένη.
Επίσης στην κριτική αποκατάσταση της Αγίας Γραφής στηρίχθηκε σε ανάλογα έργα του Ωριγένη.
Οι Άγιοι Μάρτυρες Ηλίας, Πάμφιλος, Ουάλης, Παύλος, Σέλευκος, Ιερεμίας, Ησαΐας, Σαμουήλ και Δανιήλ αποκεφαλίσθηκαν διά ξίφους. Ο Πορφύριος, υπηρέτης του Παμφίλου, συνελήφθη την ώρα που αναζητούσε το λείψανο του κυρίου του και κάηκε ζωντανός μαζί εμ τον Μάρτυρα Ιουλιανό. Τον Άγιο Θεόδουλο τον σταύρωσαν επί ξύλου.
Εργαζόμενοι στην Καισάρεια της Παλαιστίνης ομολόγησαν τον Χριστό ενώπιον του έπαρχου Φιρμιλιανού. Ο άρχοντας κατέβαλε κάθε προσπάθεια να πείσει τους Αγίους να αρνηθούν την πίστη τους στον Χριστό. Εκείνοι όμως παρέμειναν σταθερά προσηλωμένοι στην πατρώα ευσέβεια.
Τότε ο Φιρμιλιανός έδωσε εντολή να τους θανατώσουν, αφού πρώτα τους βασανίσουν.
Έτσι μαρτύρησαν οι Άγιοι και προσετέθησαν στη χορεία των αθλητών του Χριστού.