Για τα ελληνικά νησιά (νησαία εδάφη), που είναι περίπου 10.000, έχουν γραφτεί χιλιάδες άρθρα. Εκείνα που έχουν παραμεληθεί ,είναι τα λιμναία και τα ποτάμια νησαία εδάφη. Για τη χώρα μας ιδιαίτερη σημασία έχουν τα νησιά που βρίσκονται (ή καλύτερα που εμφανίζονται ορισμένους μήνες το χρόνο) στον ποταμό Έβρο
Ο ποταμός Έβρος και νησίδες του
Όπως είναι γνωστό, ο Έβρος πηγάζει από τη Βουλγαρία και εκβάλλει στο Θρακικό πέλαγος. Για 203 χιλιόμετρα αποτελεί το φυσικό σύνορο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ενώ ένα μικρό τμήμα του, 15 χλμ περίπου, αποτελεί το φυσικό όριο μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους σε μήκος και παροχή ποταμούς της χώρας μας. Έντονη είναι η παρυδάτια βλάστηση και πλούσια η πανίδα του. Σπουδαιότεροι παραπόταμοί του σε ελληνικό έδαφος είναι ο Άρδας και ο ΕρυθροπόταμοςΣτον ποταμό Έβρο υπάρχουν πολλά νησιά, τα οποία όμως εμφανίζονται στα τέλη της άνοιξης και το καλοκαίρι, καθώς ο όγκος του νερού του ποταμού, ιδιαίτερα το φθινόπωρο και τον χειμώνα, τα εξαφανίζει. Όπως γράφει ο κορυφαίος νησιολόγος Γεώργιος Κ.Γιαγκάκης «το πρόσκαιρο της υπάρξεως πολλών εξ’αυτών εξαρτάται από τον όγκο των υδάτων (του ποταμού), από τον όγκο και τη σύσταση των φερτών υλών και τις μετακινήσεις της κοίτης (αλλαγή ρου)(ενν. του ποταμού)». Γενικότερα τα νησιά των ποταμών έχουν ευμετάβλητη έκταση, καθώς πολλά είναι αμμώδη, τα περισσότερα είναι πολύ μικρά και δεν κατοικούνται μόνιμα.
Όσοι έχουν υπηρετήσει τη θητεία τους στον Έβρο γνωρίζουν ότι οι Τούρκοι, όταν εμφανιζόταν τα νησιά, στέλνουν σ’ αυτά βοσκούς με αγελάδες, γιδοπρόβατα κλπ, προσπαθώντας κατά κάποιο τρόπο να δηλώσουν ότι τα νησιά αυτά τους ανήκουν. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένη επιφυλακή από την ελληνική πλευρά,αντεγκλήσεις και μικροεπεισόδια. Ένας… βετεράνος στρατιώτης, που είχε υπηρετήσει περίπου 2 χρόνια στον Έβρο, στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 , μας ανέφερε ότι το καλοκαίρι του 1978 ,Λόχος Τάγματος Πεζικού, αναγκάστηκε για 6 περίπου μήνες να παραμείνει σε σκηνές (τα πασίγνωστα σκηνάκια σε όσους έχουμε υπηρετήσει τη στρατιωτική μας θητεία) δίπλα στο ποτάμι, λόγω συνεχών μικροεπεισοδίων με τους Τούρκους για γιδοπρόβατα και αγελάδες στα νησιά του Έβρου!
Η νησίδα Γάμα («Γ») του Έβρου
Και όμως το σοβαρότερο επεισόδιο για τα νησιά του ποταμού Έβρου δεν έχει γίνει μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Μάλιστα χρονολογείται από το πολύ μακρινό 1952.
Όπως αναφέραμε, ο ποταμός Έβρος για 15 περίπου χιλιόμετρα αποτελεί το φυσικό σύνορο μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Στο τμήμα αυτό υπάρχουν αρκετές νησίδες, οι περισσότερες από τις οποίες ανήκουν στη Βουλγαρία. Οι ελληνικές έχουν πάρει τα ονόματά τους από τα αρχικά γράμματα της αλφαβήτου.
Η νησίδα «Γ» δεν υπήρχε το 1921, όταν έγινε η χάραξη των συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Αρχικά, το 1932 εμφανίστηκε αμμώδης πρόσχωση χωρίς βλάστηση, έκταση με διαστάσεις 150 μ. – 250 μ. Χ 60 μ. – 80 μ. Το 1993 στη νησίδα εμφανίστηκε βλάστηση, η οποία τα επόμενα χρόνια φούντωσε και το 1936 έγινε πυκνή και αδιαπέραστη. Με το πέρασμα του χρόνου η νησίδα μεγάλωνε και η βλάστηση γινόταν όλο και πιο πυκνή.
Το 1936 η Βουλγαρία αμφισβήτησε την κυριαρχία της Ελλάδας επί της συγκεκριμένης νησίδας. Ακολούθησαν συνεννοήσεις και ανταλλαγή διακοινώσεων μεταξύ των δύο χωρών ως το 1939. Μέχρι το 1939 ο κύριος ρους του Έβρου διερχόταν μεταξύ της νησίδας και του ελληνικού εδάφους αφήνοντας αυτή στη βουλγαρική πλευρά με βάση τη συνθήκη του Νεϊγί( 27 / 11 / 1919), σύμφωνα με την οποία η μεθόριος καθορίζεται από τον κύριο ρου του ποταμού. Ο κύριος ρους του Έβρου άλλαξε το 1939 διερχόμενος από τότε μεταξύ της νησίδας και του βουλγαρικούεδάφους με αποτέλεσμα η νησίδα «Γ» να περάσει σε ελληνική κυριαρχία.
Το 1950 η νησίδα «Γ» έφτασε να έχει έκταση 45 – 60 στρέμματα περίπου. Το ΒΔ άκρο της απέχει από τα Δίκαια περίπου ένα χιλιόμετρο. Από το 1939 ως το 1952 στη νησίδα «Γ», που πλέον είχε αποκτήσει μεγάλη στρατηγική αξία, γινόταν υλοτομία και βοσκή ζώων.
Το χρονικό των γεγονότων του 1952
Τον Φεβρουάριο του 1952 η χώρα μας είχε ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, ενώ η Βουλγαρία παρέμενε σταθερός σύμμαχος της ΕΣΣΔ. Τότε γινόταν λόγος για κίνδυνο απ’ τον Βορρά και όχι για εξ’ Ανατολών κίνδυνο, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις πίστευαν ότι οι κομμουνιστές αποτελούν την πραγματική απειλή για την Ελλάδα.
Πρωθυπουργός της χώρας μας εκείνη την περίοδο ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας, ο οποίος όμως είχε υποστεί εγκεφαλικό και από τον Μάρτιο του 1952 είχε μεταβεί στο εξωτερικό. Τον αναπλήρωνε ο Σοφοκλής Βενιζέλος.
Το 1948 είχε συμβεί επεισόδιο στη νησίδα Α, που είχε τότε έκταση 700 – 800 στρέμματα, κατά τη διάρκεια του οποίου σκοτώθηκαν δύο Βούλγαροι στρατιώτες.
Τα γεγονότα στη νησίδα «Γ»,έχουν ως εξής:
Στις 20 / 5 / 1952 εμφανίστηκαν Βούλγαροι στη νησίδα «Γ». Επιδόθηκε επιστολή διαμαρτυρίας από την ελληνική πλευρά. Στις 26 / 7 / 1952 τρεις Βούλγαροι στρατιώτες ανέβηκαν στη νησίδα , όμως εκδιώχθηκαν από ελληνική περίπολο ΤΕΑ. Τι ήταν τα ΤΕΑ(Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης) όμως; Επρόκειτο για ένα ειδικό (παρα)στρατιωτικό σώμα, που συγκροτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1948 και αποτελούσαν κατά κάποιον τρόπο συνέχεια των ΜΑΥ(Μονάδων Ασφαλείας Υπαίθρου) και των ΜΑΔ(Μεικτών Αποσπασμάτων Διώξεως). Είχαν παρουσία σε όλη την ελληνική επικράτεια, εκτός από τα μεγάλα αστικά κέντρα, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα. Διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις στρατιωτικές και πολιτικές εξελίξεις για 30 και πλέον χρόνια. Καταργήθηκαν το 1982 από την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου και αντικαταστάθηκαν από την Εθνοφυλακή.
Το σοβαρότερο περιστατικό έγινε στις 27 / 7 / 1952. Κατά μία εκδοχή, Βούλγαροι στρατιώτες ανέβηκαν στη νησίδα «Γ». Στάλθηκε για εκδίωξή τους μεικτή περίπολος ΤΕΑ – Χωροφυλακής, η οποία όμως έπεσε σε ενέδρα. Τρεις Έλληνες σκοτώθηκαν και άλλοι τρεις τραυματίστηκαν, σύμφωνα με τον Γ. Κ. Γιαγκάκη. Ένας αυτόπτης μάρτυρας όμως των γεγονότων, ο κύριος Αλέκος Μαδεμτζής, πολλά χρόνια αργότερα κάνει λόγο για 4 νεκρούς, κάτι που φαίνεται πιθανότερο. Στο διαδίκτυο βρήκαμε τα ονόματα των νεκρών.
Νικόλαος Ψαράκης, Ανθυπασπιστής της χωροφυλακής 46 ετών, οι οπλίτες ΤΕΑ Γεώργιος Σακαλίδης 25 ετών και Αθανάσιος Σιναπίδης, 27 ετών, καθώς και ο 19χρονος βοσκός Νικόλαος Πορτοκαλίδης. Αν και φαίνεται ότι όλα ξεκίνησαν από μία παρανόηση, καθώς ο νεαρός βοσκός φοβήθηκε ότι οι Βούλγαροι θα άρπαζαν τα ζώα του, τα οποία έβοσκε στη νησίδα «Γ’ και έσπευσε να ειδοποιήσει τη Χωροφυλακή και τα ΤΕΑ, το αποτέλεσμα ήταν τραγικό.
Ο Ανθυπασπιστής Ψαράκης, πήρε ένα οπλοπολυβόλο και δύο χωροφύλακες και κινήθηκε προς τη νησίδα. Κάποια στιγμή όμως πέρασε στο βουλγαρικό έδαφος. Οι Βούλγαροι τον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν. Μάλιστα, τη νύχτα, μετέφεραν τη σορό του πιο μακριά και δεν δέχτηκαν, στη συνέχεια, να την παραδώσουν στους οικείους του.
Το επεισόδιο θεωρήθηκε πάρα πολύ σοβαρό. Στις 28/7/1952, ο προεδρεύων της Κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών Σοφοκλής Βενιζέλος και ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Γεώργιος Μαύρος, ενημέρωσαν την κοινή γνώμη για το σοβαρό επεισόδιο που είχε συμβεί την προηγούμενη μέρα στη νησίδα “Γ” του Έβρου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο Σ. Βενιζέλος, ενημερώθηκε από τον Αμερικανό πρέσβη Πιουριφόι!Την ίδια μέρα, έγινε συνάντηση μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων για διευθέτηση του όλου ζητήματος, αλλά οι εκπρόσωποι της γειτονικής χώρας, δεν δέχθηκαν να παραλάβουν επιστολή διαμαρτυρίας της ελληνικής πλευράς.
Έτσι, στις 29/7/1952, ο Έλληνας Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον Ο.Η.Ε., υπέβαλε επιστολή διαμαρτυρίας στον Γ.Γ. του Διεθνούς Οργανισμού, τον Νορβηγό Τρίγκβε Λι.
Ωστόσο, οι Βούλγαροι συνέχισαν την παρουσία τους στην νησίδα, στέλνοντας σ’ αυτή οπλίτες, μεταφέροντας υλικά και κάνοντας εκσκαφές. Ήταν φανερό, ότι προσπαθούσαν να δημιουργήσουν τετελεσμένα και να καταλάβουν την νησίδα.
Στις 3/8/1952, παρατηρήθηκαν νέες κινήσεις Βούλγαρων οπλιτών στη νησίδα «Γ». Στο μεταξύ, το θέμα άρχισε να παίρνει διεθνείς διαστάσεις. Ας μην ξεχνάμε, ότι επρόκειτο για μία εποχή έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ Ανατολής-Δύσης, στα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Υπήρξαν μάλιστα φόβοι γενικευμένης σύγκρουσης!
Στις 4/8/1952, επειδή οι Βούλγαροι δεν προσήλθαν για την παραλαβή της επιστολής διαμαρτυρίας, εγκαταστάθηκε στην περιοχή μεγαφωνική συσκευή και ανακοινώθηκε στη βουλγαρική γλώσσα, ότι αν τα βουλγαρικά στρατεύματα δεν αποχωρήσουν από τη νησίδα «Γ» μέσα σε 48 ώρες, θα γίνει χρήση όπλων από την ελληνική πλευρά. Η προθεσμία ξεκινούσε από τις 8:30 π.μ. της 4/8/1952. Ωστόσο, οι Βούλγαροι την ίδια μέρα, συνέχιζαν να είναι παρόντες στη νησίδα.
Η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε στον Γ.Γ. του Ο.Η.Ε., ζητώντας την απομάκρυνση των Βούλγαρων από τη νησίδα «Γ» και τη ρύθμιση για την κυριαρχία της χώρας μας επί της νησίδας «Α». Στη σχετική επιστολή, τονιζόταν ότι αν μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα δεν εκκενωθεί η νησίδα, η Ελλάδα θα κάνει χρήση του δικαιώματος αυτοάμυνας.
Τη σοβαρότητα της κατάστασης, δείχνει και το γεγονός της άφιξης Κλιμακίου Παρατηρητών του Ο.Η.Ε. στην περιοχή του Έβρου, με σκοπό την εκτόνωση της κατάστασης.
Στις 5/8/1952, δεν παρατηρήθηκε καμία κίνηση στη νησίδα. Στις 8:30 π.μ. της 6/8/1952, έληξε η προθεσμία που είχε δώσει στη Βουλγαρία η χώρα μας. Μετά τη λήξη της, παρατηρήθηκαν κινήσεις Βούλγαρων οπλιτών στη νησίδα «Γ». Έτσι, στις 7/8/1952, από τις 9:30 π.μ. ως τις 13:30, οι ελληνικές δυνάμεις εκτέλεσαν βολές με αυτόματα όπλα και όλμους επί της νησίδας. Οι διαταγές ήταν σαφείς :
Βολή μόνο εφόσον παρατηρηθεί κίνηση επί της νησίδας και Αποφυγή ρίψης και πτώσης βλημάτων βόρεια της νησίδας, καθώς υπήρχε κίνδυνος να πέσουν σε βουλγαρικό έδαφος, με κίνδυνο γενικευμένης σύρραξης.
Την ίδια μέρα, η Βουλγαρία διαμαρτυρήθηκε στον Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. Τη νύχτα της 8ης προς 9η Αυγούστου, οι Έλληνες στρατιώτες, που βρίσκονταν στην περιοχή, αντιλήφθηκαν κινήσεις Βούλγαρων και τοποθέτηση ναρκών στη νησίδα. Στις 11/8/1952, εντοπίστηκαν Βούλγαροι στη νησίδα, οι οποίοι δέχτηκαν πυρά από την ελληνική πλευρά. Τη νύχτα της 11ης προς 12η Αυγούστου 1952, οι Βούλγαροι συνέχισαν τη ναρκοθέτηση του δυτικού τμήματος της νησίδας και άρχισαν να κατασκευάζουν στέγαστρα.
Στις 14/8/1952, Βούλγαροι στρατιώτες που βρίσκονταν στη νησίδα, πέρασαν στο απέναντι βουλγαρικό έδαφος, για να παραλάβουν συρματόπλεγμα. Καταιγιστικά πυρά από την ελληνική πλευρά, δεν τους επέτρεψαν να γυρίσουν στη νησίδα. Στις 18/8/1952, παρατηρήθηκε μεμονωμένη κίνηση Βούλγαρου στρατιώτη. Ρίχτηκαν όλμοι από την ελληνική πλευρά, στη 01:00 π.μ. και στις 14:45 και σημειώθηκαν εκρήξεις και πυρκαγιές. Έκρηξη νάρκης, στο κέντρο της νησίδας έγινε και στις 19/8/1952. Την επόμενη, ακούστηκαν στη διάρκεια της νύχτας, θόρυβοι από εργασίες στο κέντρο της νησίδας. Η ελληνική πλευρά απάντησε με βολές όπλων και πολυβόλων. Το γειτονικό βουλγαρικό στρατόπεδο του Σβίλενγκραντ, τέθηκε σε συναγερμό.
Στις 25/8/1952, ο Έλληνας Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον Ο.Η.Ε. , παρέδωσε τρίτη επιστολή διαμαρτυρίας στον Γ.Γ. του Οργανισμού, με την οποία δηλωνόταν η επιθυμία της χώρας μας για ρύθμιση των μεθοριακών ζητημάτων με τη Βουλγαρία.
Τίτο και Τουρκία υπέρ της Ελλάδας!
Η κρίση πλέον είχε αποκλιμακωθεί. Ελληνική περίπολος που ανέβηκε στη νησίδα «Γ», δεν βρήκε κανέναν Βούλγαρο. Δεν ήταν εφικτή όμως η διατήρηση μόνιμης δύναμης στη νησίδα.Οι παρατηρητές του Ο.Η.Ε. στην έκθεση τους, σημείωναν ότι οι ελληνικές Αρχές μετά από πολλές προειδοποιήσεις μέσω μεγαφώνων από τις 4 ως τις 7 Αυγούστου 1952, άνοιξαν πυρ κατά της νησίδας και όπως αυτοί αντιλήφθηκαν, όλα τα πυρά συγκεντρώθηκαν στη νησίδα και μόνο ένα βλήμα εξοστρακίστηκε και έπεσε σε βουλγαρικό έδαφος. Να σημειώσουμε ότι τότε, αρχηγός Γ.Ε.Σ ήταν ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος (1897 – 1989), με έντονη δράση εναντίον των ανταρτών στη διάρκεια του Εμφύλιου Πολέμου, θείος του τέως Υπουργού Ευκλείδη Τσακαλώτου. Η περιοχή, υπάγονταν τότε στη δικαιοδοσία του Γ’ Σώματος Στρατού, διοικητής του οποίου ήταν ο Αντιστράτηγος Πυροβολικού Στυλιανός Μανιαδάκης. Η ελληνική πλευρά, αντέδρασε αποφασιστικά, αν και η αντιπολίτευση έκανε λόγο για “επιπόλαιους χειρισμούς” από την Κυβέρνηση. Η Βουλγαρία έκανε πίσω και δεν συνέχισε τη δράση της στη νησίδα «Γ». Σημαντικό ρόλο σε αυτό, έπαιξαν και οι δηλώσεις του Στρατάρχη Τίτο, ηγέτη της, τότε ενωμένης, Γιουγκοσλαβίας, ότι “ πάσα επίθεσις εκ μέρους της Βουλγαρίας θα εύρει την Γιουγκοσλαβίαν παρά το πλευρό του θύματος” ( “Βραδινή’’ 8/8/1952) καθώς και η “λίαν φιλική στάσις των Τούρκων”(!) ).
Βέβαια, “ύποπτες” βουλγαρικές κινήσεις στην περιοχή, παρατηρήθηκαν και στη συνέχεια, χωρίς όμως κανένα επεισόδιο. Το καλοκαίρι του 1953, συγκροτήθηκε μεικτή ελληνοβουλγαρική επιτροπή για τον διακανονισμό των συνοριακών διαφορών μεταξύ των δύο χωρών, μεταξύ των οποίων και το ζήτημα των νησίδων Α,Β και Γ του Έβρου και υπογράφηκε στη Θεσσαλονίκη σχετική συμφωνία.
Μετά από 20 περίπου χρόνια, έγινε τελικά η διευθέτηση της συνοριακής γραμμής μεταξύ των δύο χωρών. Από το 1972 ως και το 1975, έγινε η ευθυγράμμιση και δεν υπάρχει πλέον καμία αμφισβητούμενη νησίδα μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας στον Έβρο. Να σημειώσουμε, ότι εκκρεμότητα υπάρχει μέχρι σήμερα με τα ελληνοαλβανικά σύνορα, καθώς έχουν χαραχθεί «επί χάρτου» και όχι «επί εδάφους». Αυτό το θέμα ήθελε άραγε να κλείσει μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών ο Νίκος Κοτζιάς, όπως είχε δηλώσει ο ίδιος και δεν πρόλαβε;
Δυστυχώς, τέσσερις Έλληνες έχασαν τη ζωή τους στο επεισόδιο του 1952. Οι Βούλγαροι δεν παρέδωσαν ποτέ τη σορό του Ανθυπασπιστή Ψαράκη, ούτε το οπλοπολυβόλο του, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις των οικείων του. Από τη βουλγαρική πλευρά, έχει γραφτεί ότι σκοτώθηκαν 7 στρατιώτες, ενώ οι Βούλγαροι ισχυρίστηκαν ότι μία γυναίκα από το χωριό Καπετάν Αντρέεβο, που έπλενε ρούχα στη βουλγαρική όχθη του Έβρου, σκοτώθηκε από ελληνικά πυρά.
Βασική πηγή μας για το σημερινό άρθρο, ήταν το πόνημα του νησιολόγου κύριου Γέωργιου Κ. Γιαγκάκη “ ΝΗΣΙΣ Γ ΕΒΡΟΥ :1 952-2002-Συμβολή στη σπουδή των ποτάμιων νησίδων μας”, ΤΗΝΟΣ 2002. Τον ευχαριστούμε θερμά, για την άδεια που μας έδωσε να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από το έργο του.