Ένα μοιραίο λάθος και το εργαστήριο DNA, που μόλις είχε προστεθεί στο «οπλοστάσιο» της Αστυνομίας, οδήγησαν στην εξιχνίαση της άγριας δολοφονίας ενός 31χρονου Κινέζου από τον εραστή της συζύγου του. Η «πέτρα του σκανδάλου», όπως χαρακτηρίστηκε από την Αστυνομία, ενώ γνώριζε ότι ο άνδρας της ήταν ήδη νεκρός, δήλωσε την εξαφάνισή του μόνο όταν βρέθηκαν τα τεμαχισμένα μέλη του. Επί δέκα ημέρες ζούσε τον έρωτά της με τον φονιά και στον περίγυρό της εμφανιζόταν να τον ψάχνει γεμάτη αγωνία. Με την κατηγορία της συνέργειας στην ανθρωποκτονία συνελήφθη και ακολούθησε στη φυλακή τον 36χρονο συμπατριώτη της.
Θα μπορούσε να είναι απλώς ένα ακόμη έγκλημα ερωτικού πάθους, εάν το «τρίγωνο» δεν έσπαγε με τόσο βίαιο τρόπο. Η αντίστροφη μέτρηση για την εξιχνίαση της υπόθεσης άρχισε στις 30 Οκτωβρίου 1994, όταν βρέθηκαν στη Χασιά τεμαχισμένα ανθρώπινα μέλη μέσα σε σακούλες σκουπιδιών.
Την επόμενη ημέρα η 24χρονη Γουέν Τσενγκ, που εργαζόταν στο κινεζικό εστιατόριο “Far East”, στην οδό Σταδίου 7, κοντά στην πλατεία Συντάγματος, κατήγγειλε στην Αστυνομία την εξαφάνιση του άντρα της, Φαν Τσενγκ, 31 χρόνων. Όπως είπε, είχε φύγει στις αρχές του καλοκαιριού για την Κέρκυρα, όπου θα δούλευε σε εστιατόριο όλη τη σεζόν, αλλά δεν είχε δώσει σημεία ζωής.
Οι αξιωματικοί του τμήματος ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας Αττικής, που είχαν αναλάβει ήδη την υπόθεση του τεμαχισμένου πτώματος στη Χασιά, την υποπτεύθηκαν από την πρώτη στιγμή. Ειδικά όταν έμαθαν ότι τις προηγούμενες ημέρες έκλαιγε για την εξαφάνιση του συζύγου της, ζητώντας βοήθεια ακόμη και από τα κανάλια για να τον βρει, αλλά δήλωσε την εξαφάνισή του στην Αστυνομία αφού είχαν βρεθεί τα ανθρώπινα μέλη στα σκουπίδια!
Η Γουέν Τσανγκ τέθηκε υπό διακριτική παρακολούθηση από τους αστυνομικούς, που πίστευαν ότι θα τους οδηγούσε στη λύση του μυστηρίου. Το πτώμα που είχε βρεθεί στη Χασιά παρέμενε αγνώστου ταυτότητας κι έτσι απευθύνθηκαν στο εργαστήριο DNA του Πανεπιστημίου Αθηνών, που μόλις τις προηγούμενες ημέρες είχε εγκαινιαστεί στο Αστυνομικό Τμήμα Αμπελοκήπων. Έπρεπε να πιστοποιήσουν ότι το θύμα του άγριου εγκλήματος ήταν ο σύζυγός της.
Ήρθαν σε επικοινωνία με την αδελφή του, που ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες και ζήτησαν δείγματα αίματος από την ίδια και τους γονείς της. Λίγες ημέρες αργότερα τα έστειλαν στο εργαστήριο, το οποίο πιστοποίησε αυτό που υποπτεύονταν. Το θύμα ήταν όντως ο 31χρονος Φαν Τσενγκ.
Οι αστυνομικοί ήξεραν πλέον ότι η 24χρονη Κινέζα κυκλοφορούσε με τον 36χρονο συμπατριώτη της Λι Γιανγκ Ζανγκ, ο οποίος ήταν έμπορος μεταξωτών ειδών και την κατάλληλη στιγμή τους συνέλαβαν και τους δύο. Εκείνος ομολόγησε τη δολοφονία του «αντίζηλου» και μάλιστα υπέδειξε το σημείο όπου είχε πετάξει τα υπόλοιπα μέλη του πτώματός του, στην περιοχή Καντήλι της Μάνδρας. Σε ένα κάδο απορριμμάτων στην Κυψέλη είχε πετάξει το κεφάλι του θύματος, το μαχαίρι που ήταν το όργανο του εγκλήματος και το πριόνι με το οποίο τον είχε τεμαχίσει. Η Γουέν αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή στη δολοφονία του συζύγου της, αλλά παραπέμφθηκε και αυτή στον εισαγγελέα.
Στην απολογία του στον ανακριτή ο 36χρονος είπε ότι όταν ο Φαν Τσενγκ έφυγε για την Κέρκυρα, δημιούργησε ερωτική σχέση με την σύζυγό του και ουσιαστικά έμεναν μαζί, στο διαμέρισμα του ζευγαριού, στην οδό Μύσωνος 31 στο Νέο Κόσμο. Όταν εκείνος επέστρεψε από το νησί, στις 19 Οκτωβρίου 1994, συναντήθηκαν και οι τρεις στο σπίτι του στο Καματερό. Αφού ήπιαν και χόρεψαν, είδε ότι ο Φαν είχε ένα μαχαίρι κρυμμένο στην τσάντα του και φοβήθηκε ότι θα τον σκότωνε, επειδή είχε μάθει για τη σχέση τους.
Η υπόνοιά του έγινε βεβαιότητα, όπως είπε, όταν τον είδε να του ρίχνει ένα χάπι μέσα στο ποτό. Τότε αποφάσισε να τον βγάλει απ’ τη μέση. Σε ανύποπτη στιγμή άλλαξε τα ποτήρια και όταν λίγο αργότερα έχασε τις αισθήσεις του, τον μαχαίρωσε με μανία σε όλο του το σώμα. Μόλις βεβαιώθηκε ότι ήταν νεκρός, τον έσυρε στην τουαλέτα.
Μαζί με την ερωμένη του έφυγαν για το σπίτι της, αλλά δυο ημέρες αργότερα επέστρεψε μόνος του στο Καματερό για να εξαφανίσει το πτώμα, που είχε ήδη αρχίσει να αναδύει δυσοσμία. Το τεμάχισε με ένα πριόνι σε εννιά κομμάτια και τα τοποθέτησε σε τέσσερις μαύρες σακούλες σκουπιδιών, τις οποίες «ξεφορτώθηκε» στα τρία σημεία της Αττικής.
Οι δύο εραστές συνελήφθησαν στις 29 Δεκεμβρίου 1994, δυόμισι μήνες μετά την διάπραξη του στυγερού εγκλήματος και προφυλακίστηκαν. Ο Φαν Τσενγκ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, ενώ το δικαστήριο αναγνώρισε στη φίλη του το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη και την καταδίκασε σε κάθειρξη 17 ετών για ηθική αυτουργία.
Το Μάρτιο του 1999 δικάστηκαν σε δεύτερο βαθμό. Ο Φαν Τσενγκ υποστήριξε ότι η γυναίκα δεν ήξερε τίποτα για το έγκλημα και πρόσθεσε ότι άργησε να καταγγείλει την εξαφάνιση του συζύγου της στην Αστυνομία, επειδή είχε έρθει παράνομα στην Ελλάδα και φοβόταν τις συνέπειες που θα αντιμετώπιζε μετά τον εντοπισμό του. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών επικύρωσε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης για τον Φαν Τσενγκ και, παρά την αντίθετη πρόταση του εισαγγελέα, αθώωσε την Γουέν Τσενγκ, που ξέσπασε σε κλάματα χαράς. Οι πρώην εραστές, που μοιράζονταν σαν δύο ξένοι το εδώλιο, δεν αντάλλαξαν ούτε μια ματιά την ώρα που οι δρόμοι τους χώριζαν για πάντα…