Το ημερολόγιο έγραφε 7 Ιανουαρίου του 2015, σαν σήμερα πριν από επτά χρόνια, όταν το Charlie Hebdo γινόταν στόχος τρομοκρατών, με 12 ανθρώπους να χάνουν την ζωή τους και την Γαλλία να βυθίζεται στο πένθος.
Το 2006, το εβδομαδιαίας κυκλοφορίας περιοδικό είχε προκαλέσει αντιδράσεις δημοσιεύοντας σατιρικά σκίτσα του Μωάμεθ τα οποία είχαν ήδη, προηγουμένως, δημοσιευτεί από τη δανική εφημερίδα Jyllands-Posten.
Στη συνέχεια, τα γραφεία του περιοδικού τέθηκαν υπό τακτική αστυνομική περιφρούρηση.
Τον Ιανουάριο του 2013, το περιοδικό δημοσίευσε ένα ειδικό τεύχος αποτελούμενο από δύο τμήματα, το La Vie de Mahomet (Η Ζωή του Μωάμεθ), στο οποίο ο Charb διηγούνταν με σκίτσα τη ζωή προφήτη του Ισλάμ.
Το 2013, η Αλ-Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο (AQAP) εξέδωσε στο διαδικτυακό περιοδικό της, Inspire, μία λίστα έντεκα Δυτικών προσωπικοτήτων οι οποίες «καταζητούνταν ζωντανές ή νεκρές για εγκλήματα κατά του Ισλάμ», μεταξύ των οποίων βρισκόταν και ο Charb.
Το πρωινό της επίθεσης, το τεύχος Νο 1177 εκδόθηκε με πρωτοσέλιδο, ένα σκίτσο του Μισέλ Ουελμπέκ το οποίο είχε σχεδιάσει ο Luz.
Στο εσωτερικό του, βρισκόταν ένα από τα τελευταία σκίτσα που είχε σχεδιάσει ο Charb, το οποίο έφερε ως τίτλο «Toujours pas d’attentats en France» (μτφρ. Ακόμη να υπάρξει τρομοκρατική επίθεση στη Γαλλία»), δείχνοντας έναν τζιχαντιστή να λέει: «Attendez! On a jusqu’à la fin janvier pour présenter ses vœux…» (μτφρ. Περιμένετε, έχουμε καιρό μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου για να εκφράσουμε τις ευχές μας»).
Πριν από την επίθεση, οι δύο ένοπλοι κουκουλοφόροι εισέβαλαν στον αριθμό 6, της οδού Νικολά Απέρ, τη διεύθυνση των αρχείων του Charlie Hebdo.
Οι ένοπλοι φώναξαν, «Εδώ είναι το Charlie Hebdo;», και αφού κατάλαβαν το λάθος τους έφυγαν για τα κεντρικά γραφεία του περιοδικού στο νούμερο 10, της οδού Νικολά Απέρ.
Εκεί, συνάντησαν την σκιτσογράφο Κορίν «Κοκό» Ρεΐ, η οποία ανέφερε ότι οι άνδρες μιλούσαν άπταιστα γαλλικά και με απειλές την αναγκάσαν να πληκτρολογήσει τον κωδικό πρόσβασης για την πόρτα.
Οι άνδρες γέμισαν το λόμπι με πυροβολισμούς κατά την είσοδό τους.
Το πρώτο θύμα ήταν ο εργαζόμενος συντήρησης Frédéric Boisseau, ο οποίος σκοτώθηκε ενώ καθόταν στην υποδοχή.
Οι ένοπλοι ανάγκασαν την Ρεΐ με την απειλή όπλου να τους οδηγήσει σε ένα γραφείο του δευτέρου ορόφου, όπου 15 μέλη του προσωπικού είχαν συντακτική συνέλευση, την πρώτη ετήσια συνέντευξη Τύπου του Charlie Hebdo.
Οι ένοπλοι εισέβαλαν στην αίθουσα συσκέψεων και φώναξαν το όνομά του Σαρμπ για να τον σημαδέψουν πριν ανοίξουν πυρ. Οι πυροβολισμοί διήρκεσαν πέντε έως δέκα λεπτά. Οι ένοπλοι σκόπευαν στα κεφάλια των δημοσιογράφων και τους σκότωσαν υπό μορφή εκτέλεσης.
Κατά τη διάρκεια των πυροβολισμών, η Ρεΐ επέζησε χωρίς να τραυματισθεί κρυμμένη κάτω από ένα γραφείο, από όπου παρακολούθησε τις δολοφονίες των Wolinski και Cabu.
Ο Léger επίσης επέζησε κάτω από ένα γραφείο, καθώς όταν μπήκαν μέσα οι ένοπλοι πρόλαβε να κρυφτεί.
Άλλοι μάρτυρες ανέφεραν ότι οι ένοπλοι αυτοπροσδιορίστηκαν λέγοντας ότι ανήκουν στην Αλ Κάιντα στην Υεμένη.
Η ψυχαναλύτρια Έλσα Καγιάτ, η οποία έγραφε μια στήλη στην Charlie Hebdo, σκοτώθηκε.
Η αστυνομική ρεπόρτερ Sigolène Vinson επέζησε· ένας από τους σκοπευτές την στόχευσε, αλλά την παράτησε λέγοντας, «δεν σε σκοτώνω, επειδή είσαι γυναίκα», και λέγοντάς της να διαβάσει το Κοράνι. Είπε ότι την άφησε φωνάζοντας, «Αλλάχ Ακμπάρ! Αλλάχ Ακμπάρ!».
Την επίθεση ακολούθησε ενεργοποίηση του αντιτρομοκρατικού σχεδίου Plan Vigipirate.
Οι δράστες πραγματοποίησαν την επίθεση ανοίγοντας πυρ και κραυγάζοντας την φράση «Αλλάχ Ακμπάρ! Αλλάχ Ακμπάρ!», δηλαδή ο Θεός είναι μεγάλος, στο όνομα του προφήτη του Ισλάμ.
Μεταξύ των νεκρών ήταν οι σκιτσογράφοι Charb, Cabu, Tignous, και Wolinski, καθώς και ο οικονομολόγος Μπερνάρ Μαρίς.
Η επίθεση είναι η πλέον πολύνεκρη στη Γαλλία μετά από αυτή στο τραίνο της γραμμής Στρασμπούρ-Παρίσι στις 18 Ιουνίου 1961 με 28 νεκρούς κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Αλγερίας.
Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ χαρακτήρισε την επίθεση τρομοκρατική και πράξη ακραίας βαρβαρότητας, ενώ από την πλευρά του το Ισλαμικό Κράτος χαρακτήρισε ήρωες τους δύο τρομοκράτες.