Άνθιμος: Ο «Ψυχρός Πόλεμος» Αρχιεπισκοπής Αθηνών-Οικουμενικού Πατριαρχείου όταν εξελέγη Μητροπολίτης

Κοινοποίηση:
01

Μία αναδρομή στη μεγαλύτερη κρίση ανάμεσα σε Εκκλησία της Ελλάδος και Φανάρι που είχε στο επίκεντρό της τη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης

Το ημερολόγιο έγραφε 30 Απριλίου 2004 και στην ανοιξιάτικη Κωνσταντινούπολη, ο πατέρας Μάξιμος, τότε υπογραμματέας της Πατριαρχικής Συνόδου, διάβαζε στον ναό του Αγ. Γεωργίου την ομόφωνη απόφαση της διευρυμένης Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου που υπογραφόταν από τους 42 επισκόπους που συμμετείχαν στη Σύνοδο.

Η απόφαση της Συνόδου ανέφερε:

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο

  • θεωρεί άκυρες τις εκλογές στις μητροπόλεις Θεσσαλονίκης, Ελευθερουπόλεως και Κοζάνης,
  • διακόπτει την κοινωνία μετά του αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Χριστοδούλου, στη λατρεία και στη διοίκηση,
  • συνιστά στους αντικανονικώς εκλεγμένους να μην αναλάβουν τις επαρχίες τους, διαφορετικά θα διακοπεί και η μετ αυτών κοινωνία,
  • παρακαλεί την έντιμον ελληνικήν Πολιτείαν να μην εκδώσει Προεδρικά Διατάγματα, για να μην συμπράξει στην κατάλυση της κανονικής τάξεως,
  • εκφράζει δυσαρέσκεια και λύπη για όσους συμμετείχαν στις χειροτονίες των αντικανονικώς εκλεγέντων και
  • προειδοποιεί ότι, αν συνεχιστεί η «κανονική ανωμαλία», το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα αναγκαστεί να άρει την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του 1928.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο επέβαλε το επιτίμιο της ακοινωνησίας στον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, «μέχρι της συμμορφώσεώς του προς την εκκλησιαστική τάξη».

Ένας εκκλησιαστικός «Ψυχρός Πόλεμος» ανάμεσα στην Εκκλησία της Ελλάδος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο κορυφωνόταν με επίδικο τη διοίκηση των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών, δηλαδή Ηπείρου, Κεντρικής, Ανατολικής και Δυτικής Μακεδονίας, Θράκης και Βορείου Αιγαίου.

Η αφορμή για την κορύφωση της κρίσης ήταν οι εκλογές στις Μητροπόλεις Θεσσαλονίκης, Ελευθερουπόλεως και Κοζάνης αλλά το «πετράδι του στέματος» ήταν η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Είναι διαχρονικά η δεύτερη σημαντικότερη Μητρόπολη στην Ελλάδα μετά από εκείνη της Αθήνας. Ως κατάληξη των «βαλκανικών διαδρόμων» βρίσκεται υπό τη διαρκή παρακολούθηση των δρώντων στην περιοχή, καθώς και μιας σειράς ορθόδοξων χωρών, όπως η Ρωσία, η Σερβία και η Βουλγαρία.

Όπως επισημαίνουν άνθρωποι που γνωρίζουν καλά τις ισορροπίες στην περιοχή, οι πράξεις και τα λόγια του εκάστοτε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης έχουν ευρύτερη απήχηση, αγγίζοντας τις παρυφές διπλωματικών και γεωστρατηγικών ζητημάτων.

Η κρίση του 2004 μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανέδειξε τις λεπτές ισορροπίες στη διοίκηση των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών και τον ρόλο του μεταθετού στην εκλογή Μητροπολιτών. Κεντρικό σημείο της κρίσης ήταν η μετάθεση του Μητροπολίτη Άνθιμου από τη Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης.

Η μετάθεση του Μητροπολίτη Άνθιμου και η κορύφωση της κρίσης

Το 2004, μετά την παραίτηση του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος Β’, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφάσισε τη μετάθεση του τότε Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμου στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Η απόφαση αυτή ελήφθη χωρίς την προηγούμενη έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως απαιτούσε η Πατριαρχική Πράξη του 1928. Η παράκαμψη αυτή θεωρήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως παραβίαση των κανονικών διαδικασιών και των δικαιωμάτων του.

Οι βαρύτατες κυρώσεις

Οι κυρώσεις που είχε επιβάλει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στόχευαν στον αποκλεισμό του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου από βασικές λειτουργικές και διοικητικές διαδικασίες, επισημαίνοντας τη σοβαρότητα της διαφωνίας.

Διαγραφή από τα Δίπτυχα

Η διαγραφή του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου από τα Δίπτυχα σήμαινε την επίσημη διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας μεταξύ των δύο Εκκλησιών.
Στα Δίπτυχα, τα οποία αναγιγνώσκονται κατά τη Θεία Λειτουργία, καταγράφονταν τα ονόματα των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, επιβεβαιώνοντας τη μεταξύ τους κοινωνία και αναγνώριση. Η παύση της μνημόνευσης του Αρχιεπισκόπου Αθηνών από τον Οικουμενικό Πατριάρχη σήμανε ότι το Πατριαρχείο δεν τον αναγνώριζε.

Διακοπή Λειτουργικής Κοινωνίας

Παράλληλα, η διακοπή της λειτουργικής κοινωνίας, η οποία δεν αποτελούσε επιτίμιο ακοινωνησίας, αλλά απέκλειε τον Αρχιεπίσκοπο από συλλειτουργίες με τους κληρικούς του Οικουμενικού Θρόνου.

Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δεν μπορούσε να συλλειτουργεί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο ή με άλλους κληρικούς και Μητροπολίτες του Πατριαρχείου. Η Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος είχε εξετάσει το ενδεχόμενο να διακοπεί η κοινωνία και με τους υπόλοιπους Ορθόδοξους Προκαθημένους, όμως τελικά επικράτησε η άποψη να μην επεκταθεί το μέτρο, καθώς επίκειτο επίσημη επίσκεψη του Πατριάρχη Γεωργίας. Η λειτουργική κοινωνία των Μητροπολιτών των Νέων Χωρών με τον Αρχιεπίσκοπο τέθηκε στη διακριτική τους ευχέρεια, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επιλέξουν αν θα συλλειτουργούν μαζί του.

Διακοπή Διοικητικής Κοινωνίας

Επιπλέον, το Οικουμενικό Πατριαρχείο προχώρησε στη διακοπή της διοικητικής επικοινωνίας με την Εκκλησία της Ελλάδος. Καμία επιστολή ή απόφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν γινόταν δεκτή από το Πατριαρχείο αν έφερε την υπογραφή του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Ο Αρχιεπίσκοπος αποκλείστηκε από κάθε Πανορθόδοξη Σύναξη και από τις Μείζονες και Υπερτελείς Συνόδους, στις οποίες προεδρεύει ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Ακόμη και αν η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος λάμβανε κάποια απόφαση για την άρση της κρίσης, αυτή έπρεπε να σταλεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο χωρίς την υπογραφή του Χριστόδουλου, γεγονός που υποβάθμιζε θεσμικά τον ρόλο του.

Η διαμεσολάβηση της κυβέρνησης Καραμανλή

Την ώρα που οι σχέσεις Οικουμενικού Πατριαρχείου-Αρχιεπισκοπής Αθηνών βρίσκονταν στο ναδίρ, η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή που διένυε τους πρώτους μήνες μετά τη σαρωτική νίκη του Μαρτίου του 2004, βρισκόταν με μία άνευ προηγουμένου κρίση.

Από τη μία ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος με υψηλά ποσοστά δημοφιλίας και από την άλλη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος με την ιδιαίτερη βαρύτητα για την Ομογένεια και τον οικουμενικό Ελληνισμό.

Στη μέση η Θεσσαλονίκη, πόλη με ιδιαίτερη σημασία για τη θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια και ο νεοκλεγείς -τότε- Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άνθιμος, προερχόμενος από μία ευαίσθητη περιοχή όπως η Αλεξανδρούπολη και ο Έβρος και με ισχυρά ερείσματα εντός της ιεραρχίας.

Η τότε κυβέρνηση κατάφερε να ισορροπήσει ανάμεσα σε Φανάρι και Αθήνα , με την τότε υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Μαριέττα Γιαννάκου να αναλαμβάνει τη γεφύρωση του χάσματος, φέρνοντας την αποστολή εις πέρας με απόλυτη επιτυχία. Αποτέλεσμα ήταν τον Ιούνιο του 2004, να αρθεί το επιτίμιο και να επικρατήσει καταλλαγή μεταξύ των δύο πλευρών, δίνοντας τέλος σε έναν εκκλησιαστικό «ψυχρό πόλεμο» που κορυφώθηκε την άνοιξη του 2004 και δεν αναζωπυρώθηκε ποτέ ξανά.

Το οριστικό τέλος

Το θέμα των Νέων Χωρών έκλεισε οριστικά 12 χρόνια μετά, τον Ιούνιο του 2016 στο πλαίσιο της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Κρήτη. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος διαβεβαίωνε ότι οι Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, δηλαδή Ηπείρου, Κεντρικής, Ανατολικής και Δυτικής Μακεδονίας, Θράκης και Βορείου Αιγαίου υπάγονται μεν στην πνευματική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου, αλλά έχουν παραχωρηθεί επιτροπικώς με την Πατριαρχική Συνοδική Πράξη του 1928 στην Εκλλησία της Ελλαδος και ούτε ο ίδιος ούτε το Οικουμενικό Πατριαρχείο ούτε τότε ούτε στο μέλλον προτίθενται να διεκδικήσουν τις Μητροπόλεις.

Έτσι πέρασε στην Ιστορία η κρίση μεταξύ Αρχιεπισκοπής Αθηνών και Οικουμενικού Πατριαρχείου με αφορμή την εκλογή του Μητροπολίτη Άνθιμου, ο οποίος σήμερα πέρασε επίσης στην Ιστορία.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

Leave a Response