Από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής εξαρθρώθηκε εγκληματική ομάδα, τα μέλη της οποίας διέπρατταν κλοπές πολυτελών δίκυκλων μοτοσυκλετών, μεγάλου κυβισμού.
Για την υπόθεση αυτή συνελήφθησαν τη Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017, στο πλαίσιο οργανωμένης αστυνομικής επιχείρησης σε περιοχές του Κέντρου Αθηνών και της Δυτικής Αττικής, (10) μέλη της οργάνωσης, (9) ημεδαποί ηλικίας από 23 έως 48 ετών και 43χρονος υπήκοος Αλβανίας.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για τα – κατά περίπτωση – αδικήματα της συγκρότησης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες κλοπές κατά συναυτουργία, κατά συρροή και σε απόπειρα, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, πλαστογραφία και παράβαση της νομοθεσίας για τα όπλα.
Από την μέχρι τώρα έρευνα έχουν εξιχνιαστεί τουλάχιστον (23) περιπτώσεις κλοπών πολυτελών μοτοσυκλετών, ενώ έχουν κατασχεθεί συνολικά (29) οχήματα.
Το οικονομικό όφελος που αποκόμισε η εγκληματική οργάνωση από την παράνομη δράση της ανέρχεται σε (250.000) ευρώ, ενώ παράλληλα εξετάζεται η συμμετοχή των δραστών και σε δεκάδες ακόμη κλοπές μοτοσυκλετών.
Ειδικότερα, από την έρευνα των αστυνομικών του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, το τελευταίο έτος συγκρότησαν ομάδα, η οποία διέθετε εσωτερικούς κανόνες δομής και δράσης, διακριτούς ρόλους και αφθονία υλικοτεχνικού εξοπλισμού, με σκοπό τη διάπραξη διακεκριμένων κλοπών.
Τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, προκειμένου να μην κινούν υποψίες και λόγω της περιορισμένης εγχώριας αγοράς μεταχειρισμένων – «τρακαρισμένων» μοτοσυκλετών, μετέβαιναν σε χώρες του εξωτερικού, όπως η Ολλανδία, η Γαλλία και η Σλοβενία και αγόραζαν και εισήγαγαν στη χώρα μας τρακαρισμένες μοτοσυκλέτες, τις οποίες στη συνέχεια ταξινομούσαν.
Η επιλογή των μοτοσυκλετών μάλιστα, γίνονταν με κριτήριο τη χρονολογία του μοντέλου, με την προϋπόθεση να έχει μείνει άθικτος ο «λαιμός», σημείο της μηχανής, όπου υπάρχει εντυπωμένος ο αριθμός πλαισίου.
Ακολούθως αφού εισήγαγαν τις τρακαρισμένες μοτοσυκλέτες, δίνονταν «παραγγελία» στα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης για την ανεύρεση και κλοπή αντίστοιχων μοντέλων, ενώ μετά την παραλαβή των κλεμμένων μοτοσυκλετών αφαιρούσαν από αυτές ανταλλακτικά και αντικαθιστούσαν αυτά που έλειπαν ή είχαν καταστραφεί από τις «τρακαρισμένες» μοτοσυκλέτες.
Μάλιστα, με σκοπό την παρεμπόδιση του έργου των ανακριτικών αρχών, απέφευγαν να τοποθετούν στις μοτοσυκλέτες αυτές ανταλλακτικά, με χαρακτηριστικούς αριθμούς που θα οδηγούσαν στην «κλεμμένη» προέλευση τους.
Σημειώνεται ότι φυσικοί αυτουργοί των κλοπών, δεν διέπρατταν ευκαιριακές – τυχαίες κλοπές αλλά μόνο κατόπιν «παραγγελιών» και κινούνταν σε πολυσύχναστους δρόμους, με σκοπό τον εντοπισμό των δικύκλων, που τους ενδιέφεραν.
Όταν εντόπιζαν κάποιο δίκυκλο που τους ενδιέφερε, το ακολουθούσαν για να διαπιστώσουν τους χώρους που κινείται ή σταθμεύει προκειμένου να το αφαιρέσουν. Στην περίπτωση όμως που δεν ήταν εφικτή η αφαίρεση του, συγκρατούσαν τον αριθμό της πινακίδας κυκλοφορίας του, με σκοπό την ενημέρωση των υπολοίπων μελών της οργάνωσης και την ανακάλυψη των στοιχείων ταυτότητας και διαμονής του ιδιοκτήτη, για τη μελλοντική κλοπή του δικύκλου.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι κατά τη διάρκεια των κλοπών, οι δράστες επεδείκνυαν ιδιαίτερη θρασύτητα καθώς αφαιρούσαν μοτοσυκλέτες είτε προσωρινά σταθμευμένες σε εξωτερικούς χώρους, είτε σε κλειστούς υπόγειους χώρους, αδιαφορώντας ακόμα για το αν είναι ασφαλισμένες με αλυσίδες.
Τα μέλη της οργάνωσης μετά την αφαίρεση των μοτοσυκλετών, τις μετέφεραν σε προσωπικούς τους ασφαλείς χώρους, όπως υπόγειους χώρους στάθμευσης ή οικίες φιλικών και συγγενικών τους προσώπων και στη συνέχεια είτε τις παρέδιδαν στα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, για περαιτέρω διάθεσή είτε τις επέστρεφαν, έναντι αμοιβής στους ιδιοκτήτες τους, σε περίπτωση που «μεσολαβούσε» κάποιος.
Για την εύρυθμη λειτουργία της οργάνωσης, ήταν απαραίτητη η συμμετοχή όλων των μελών της, ενώ σε περίπτωση κωλύματος κάποιου μέλους, γινόταν άμεσα η αντικατάσταση του από κάποιο νέο μέλος, μετά από επιλογή των πιο έμπειρων.
Σημειώνεται ότι τα μέλη της οργάνωσης προκειμένου να αποφύγουν τον εντοπισμό και σύλληψη τους, στις μεταξύ τους επικοινωνίες μιλούσαν κωδικοποιημένα, είτε μέσω διαδικτυακών εφαρμογών, είτε μέσω τηλεφωνικών συνδέσεων που είχαν ενεργοποιηθεί σε μη ταυτοποιημένους αλλοδαπούς.
Κατά τις έρευνες που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης σε (16) συνολικά οικίες, χώρους αποθήκευσης και καταστήματα βρέθηκαν και κατασχέθηκαν συνολικά:
· (26) δίκυκλες μοτοσυκλέτες, εκ των οποίων οι (2) καταχωρημένες ως κλεμμένες,
· (3) οχήματα, εκ των οποίων τα (2) φορτηγά,
· (26.975) ευρώ, πλήθος τραπεζικών βιβλιαρίων και καρτών ανάληψης,
· (35) πινακίδες κυκλοφορίας αλλοδαπών αρχών, εκ των οποίων (2) καταφανώς πλαστές και (2) κλεμμένες,
· πλήθος εγκεφάλων μοτοσυκλετών και κλειδιών οχημάτων,
· (10) κινητήρες μοτοποδηλάτων και τμήματα κινητήρων,
· ηλεκτρική μίζα με ενσωματωμένο κλειδί,
· (7) κράνη μοτοσυκλέτας,
· πιστόλι τύπου «replica» και (24) φυσίγγια,
· πλήθος εγγράφων οχημάτων και (10) κενές υπεύθυνες δηλώσεις με σφραγίδες γνησίου υπογραφής,
· πλήθος εργαλείων, όπως ηλεκτρικός τροχός, τρυπάνι, τριβείο,
· πλήθος κινητών τηλεφώνων και καρτών sim,
· υπολογιστής και
· 2,83 γραμμάρια κάνναβης.
Από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας εξετάζεται η προέλευση των κατασχεμένων πειστηρίων καθώς σε εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία ταυτοποίησης των κλοπών των οχημάτων, από τα οποία προέρχονται.
Αξιοσημείωτο είναι ωστόσο και το ποινικό παρελθόν των δραστών, καθώς οι (8) από τους συνολικά (10) συλληφθέντες έχουν κατηγορηθεί για τα – κατά περίπτωση – αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, της ληστείας, των κλοπών και διακεκριμένων κλοπών, της πλαστογραφίας και της απάτης.
Οι δράστες με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος τους οδηγήθηκαν στην αρμόδια Εισαγγελία και παραπέμφθηκαν για κύρια ανάκριση.