Η Τουρκία τέθηκε εκτός του νέου κοινού ταμείου, ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, για αμυντικές δαπάνες και επενδύσεις, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάτι που προκύπτει από την παρουσίαση της λευκής βίβλου για την ευρωπαϊκή άμυνα, σύμφωνα με ρεπορτάζ των Financial Times.
Συγκεκριμένα, στα κείμενα που έδωσε στη δημοσιότητα, η Επιτροπή σημειώνει πως προϋπόθεση για την συμμετοχή στο νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, το οποίο ονομάζεται SAFE, θα είναι η υπογραφή «εταιρικών σχέσεων για την ασφάλεια και την άμυνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Αν και οι λεπτομέρειες του νέου ταμείου δεν έχουν οριστικοποιηθεί και θα συζητηθούν στο επίπεδο των ηγετών το επόμενο διάστημα, στα έγγραφα της Κομισιόν αναφέρεται πως χάρη στο SAFE «τα κράτη μέλη θα μπορούν να αυξήσουν άμεσα και μαζικά τις αμυντικές επενδύσεις τους, μέσω κοινών προμηθειών από την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία». Κάτι που υποδεικνύει πως η γαλλική θέση για προτεραιοποίηση ευρωπαϊκών οπλικών συστημάτων έχει κερδίσει έδαφος.
Όπως αναφέρουν οι Financial Times που αρχικά δημοσίευσαν την είδηση, η πρόταση των Βρυξελλών προς τα 27 κράτη μέλη προβλέπει ότι τουλάχιστον το 65% των δαπανών πρέπει να γίνει εντός της ΕΕ, της Νορβηγίας και της Ουκρανίας. Τα υπόλοιπα χρήματα μπορούν να διοχετευτούν σε εξοπλισμούς από τρίτες χώρες, οι οποίες θα έχουν υπογράψει συμφωνίες για την άμυνα και την ασφάλεια.
Απομένει να φανεί το πώς θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για συμμετοχή στο SAFE κατά τα επόμενα στάδια διαπραγμάτευσης, με δεδομένο ότι με τις υφιστάμενες διατυπώσεις εξαιρούνται επίσης το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες, αν και ορισμένα αμερικανικά όπλα όπως το σύστημα αεράμυνας Patriot εξαιρούνται, όπως επισημαίνουν οι FT.
Σημειώνεται πως η Τουρκία δεν έχει υπογράψει συμφωνία για την άμυνα και την ασφάλεια με την ΕΕ και δεν είναι σαφές πόσο εύκολη θα ήταν μία τέτοια διαπραγμάτευση.
Ακόμα, οι FT αναφέρουν ότι η ΕΕ έχει αρχίσει σχετικές συζητήσεις με το Λονδίνο.
Πάντως, οι διαβουλεύσεις καθυστερούν επειδή υπάρχουν αιτήματα για υπογραφή ευρύτερης συμφωνίας συνεργασίας, που θα καλύπτει και «αγκάθια» που έχουν μείνει άλυτα μετά το Brexit, όπως η παροχή αλιευτικών δικαιωμάτων και η διαχείριση της μετανάστευσης.