Πώς η Μαρία Παντίσκα έγινε το… πρόσωπο ενός από τα πιο φρικτά εγκλήματα που βίωσε η χώρα μας
Ένα μαύρο μαντίλι καλύπτει τα μαλλιά της νεαρής κοπέλας, εκεί που θα έπρεπε να βρίσκεται ένα πολύχρωμο ύφασμα ή ένα νυφικό πέπλο. Τα χέρια της σφιχτά περασμένα κάτω από το στήθος της και το πρόσωπό της σπασμένο από έναν λυγμό που είναι έτοιμος να βγει, εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει ένα χαμόγελο. Είναι η φωτογραφία που αποτελεί μέχρι και σήμερα το απόλυτο σύμβολο της φρίκης που έζησε ο λαός του Διστόμου από την απάνθρωπη μηχανή των Ναζί το καλοκαίρι του 1944. Ποια είναι όμως η γυναίκα πίσω από αυτόν τον λυγμό που έμελλε να μείνει για πάντα στην ιστορία ως «Η γυναίκα του Διστόμου»;
Η σφαγή
Η ιστορία πίσω από την φωτογραφία ξεκινά τέσσερις μήνες πριν αυτή τραβηχθεί. Στις 10 Ιουνίου 1944, οι Γερμανοί προσπαθούσαν να εκκαθαρίσουν την περιοχή της Βοιωτίας από τυχόν αντάρτες. Ωστόσο, στην περιπολία τους μια γερμανική φάλαγγα έπεσε σε ενέδρα αντρών του ΕΛΑΣ, οι οποίοι κατάφεραν στα γερμανικά στρατεύματα ισχυρό πλήγμα σκοτώνοντας 18 στρατιώτες. Οι Ναζί πιθανόν θεώρησαν ότι για αυτή την επίθεση ευθύνονταν οι κάτοικοι του Διστόμου που ειδοποίησαν τον ΕΛΑΣ (στις δίκες μετά τον πόλεμο θα υποστήριζαν ότι οι κάτοικοι τους προκάλεσαν) κι έτσι εισέβαλαν στο Δίστομο και επιδόθηκαν σε μία θηριωδία άνευ προηγουμένου ακόμα και για τα δικά τους δεδομένα. Έσφαζαν άντρες, γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένους, βίαζαν τις γυναίκες πριν τις σκοτώσουν ενώ αποκεφάλισαν τον ιερέα του χωριού και έκαψαν πάρα πολλά σπίτια και χωράφια. Επίσημα καταγράφηκαν 228 νεκροί εκ των οποίων 117 γυναίκες, 111 άντρες και ανάμεσά τους και 53 παιδιά κάτω των 16 χρόνων, ακόμα και βρέφη. Ωστόσο, η μαρτυρία του απεσταλμένου του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, Ελβετού George Wehrly, που έφτασε στο Δίστομο λίγες μέρες μετά τη σφαγή, κάνει λόγο για 600 νεκρούς στην ευρύτερη περιοχή, ενώ ανέφερε ότι νεκροί βρίσκονταν παντού, ακόμα και κρεμασμένοι πάνω σε δέντρα!
Τέσσερις μήνες μετά…
Με τους Ναζί να βρίσκονται υπό κατάρρευση, η είδηση για τη Σφαγή του Διστόμου κάνει το γύρο του κόσμου σοκάροντας τους πάντες. Ένας από αυτούς που σοκάρονται και θέλουν να καταγράψουν όσα συνέβησαν εκεί είναι ο δημοσιογράφος του αμερικανικού περιοδικού «Life», ο Ντμίτρι Κέσελ (Dmitri Kessel), ο οποίος στα τέλη Οκτωβρίου 1944 φτάνει στο Δίστομο για να μιλήσει με όσους έχουν επιζήσει από τη σφαγή. Οι περισσότεροι από αυτούς είχε τύχει εκείνη την ημέρα να λείπουν από το χωριό δουλεύοντας στα χωράφια κι έτσι γλίτωσαν. Όλοι όμως έχουν χάσει από κάποιον. Εκεί συνάντησε και την σχεδόν 19χρονη Μαρία Παντίσκα την 1η Νοεμβρίου. Η νέα κοπέλα έπλενε τα ρούχα της στη σκάφη και με το πρόσωπο νέο αλλά και γερασμένο από τη θλίψη και το κλάμα αντιπροσώπευε με τον καλύτερο τρόπο το άρθρο που έγραψε αργότερα ο Κέσελ και δημοσιεύτηκε στις 27 Νοεμβρίου 1944 στο LIFE με τίτλο «What the Germans did to Greece» (Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα). Η φωτογραφία στο άρθρο έχει λεζάντα «Maria Padiska still weeps, four months after the Germans killed her mother in massacre at the Greek town of Distomo» (Η Μαρία Παντίσκα κλαίει ακόμα, τέσσερις μήνες αφότου οι Γερμανοί σκότωσαν τη μητέρα της σε σφαγή στην ελληνική πόλη του Διστόμου).
Το 2020 ο δημοσιογράφος της ιστοσελίδας News247, Χρήστος Μπαρούνης, σε ένα μεγάλο αφιέρωμα με συνεντεύξεις επιζώντων της σφαγής μίλησε με την κόρη Μαρίας Παντίσκα, Νίκη Μίχα (Η Μαρία αργότερα παντρεύτηκε και πήρε το επώνυμο Μίχα). Η Μαρία Παντίσκα έφυγε από τη ζωή το 2009 σε ηλικία 84 ετών και η κ. Μίχα αφηγήθηκε όλα όσα είχε ακούσει από τη μητέρα της σχετικά με τη φωτογραφία.
«Όταν είχε έρθει ο Κέσελ στο χωριό, η μητέρα μου ήταν στην αυλή και έπλενε στη σκάφη. Γι’ αυτό έχει και σηκωμένα τα μανίκια και είναι και βρεγμένα, φαίνεται αν το προσέξεις. Τότε, αρκετούς νεκρούς τους είχαν θάψει πολύ κοντά στα σπίτια ή και στις αυλές ακόμα. Εκεί κοντά στο σπίτι της υπήρχε ένας κήπος και είχε αφήσει τη σκάφη για να πάει να ανάψει τα καντήλια. Εννέα καντήλια ήταν. Καθόταν εκεί και μοιρολογούσε. Ο Κέσελ που γύριζε το χωριό και φωτογράφιζε την είδε. Μου είπε ότι όπως έκλαιγε ένιωσε κάποιο χέρι να την χτυπάει στον ώμο. Της είπαν, Μαρία αυτός είναι φωτογράφος έχει έρθει και φωτογραφίζει, αν θες να σε βγάλει κι εσένα. Η μαμά μου δέχτηκε. Το μόνο που έκανε ήταν να της ρίξει το μαντίλι πιο πίσω για να φαίνεται το πρόσωπό της. Την έστησε μπροστά σε έναν τοίχο που υπάρχει μέχρι σήμερα και την έβγαλε φωτογραφία. Της είχε μείνει ολοζώντανη αυτή η στιγμή για χρόνια. Όταν δημοσιεύτηκε, της την έστειλαν σε γράμμα. Την είχε τη φωτογραφία από το 1945».
Η Μαρία Παντίσκα την ημέρα της σφαγής γλίτωσε καθώς δεν ήταν στο Δίστομο. «Μαζί με άλλες κοπέλες του χωριού δούλευαν στον κάμπο, για στάρι και βαμβάκι», αναφέρει η κόρη της. «Έχασε τη μαμά της εκείνη τη μέρα, η οποία ήταν σε ένα γειτονικό σπίτι και ετοίμαζαν κόλλυβα για το σαρανταήμερο μνημόσυνο των παιδιών που είχαν εκτελέσει στον Καρακόλιθο. Εκεί τη σκότωσαν», αναφέρει η κ. Μίχα. Η μητέρα της ήταν η Παγώνα Παντίσκα και ήταν 52 ετών όταν τη σκότωσαν. Το κρανίο της υπάρχει ακόμα στο μουσείο μνήμης της περιοχής ανάμεσα στα οστά όλων όσοι σφαγιάστηκαν εκείνη την ημέρα.
Πάντως, η φωτογραφία στην Ελλάδα άργησε να γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό. Σε μια εποχή που απουσίαζε το διαδίκτυο ήταν δύσκολο να κυκλοφορήσει ένα αμερικανικό περιοδικό σε μια τόσο μακρινή χώρα. Όλα άλλαξαν όμως 50 χρόνια μετά την σφαγή. Ο Δήμος Διστόμου με αφορμή την μαύρη επέτειο των 50 ετών, το 1994, ετοίμασε μια μεγάλη καμπάνια σε συνεργασία με το τοπικό περιοδικό «Εμβόλιμον». Συλλέγοντας στοιχεία και φωτογραφικό υλικό ήρθε στα χέρια τους η εν λόγω φωτογραφία μέσω της ίδιας της Μαρίας Παντίσκα-Μίχα.
«Όταν συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τη σφαγή, ο Δήμος ετοίμαζε μία καμπάνια για την επέτειο. Το σύνθημα ήταν Μνήμη-Πένθος-Ελπίδα. Ο Δήμαρχος μάζευε φωτογραφικό υλικό και είχε ζητήσει όποιος θέλει να παρουσιάσει φωτογραφικό υλικό από τις ημέρες εκείνες. Το κουβεντιάσαμε με τη μητέρα μου και είπαμε να τη δώσουμε, μιας και είχε δημοσιευτεί στο Life. Είχαν πάει πάρα πολλές φωτογραφίες, αλλά αποφασίστηκε ομόφωνα να βάλουν αυτή τη φωτογραφία γιατί συγκέντρωνε και τα τρία στοιχεία του Μνήμη-Πένθος-Ελπίδα. Μνήμη, που θυμόταν τη σφαγή και έκλαιγε. Πένθος, τα μαύρα που φορούσε. Ελπίδα, το νεανικό πρόσωπο.
[Στην φωτογραφία το εξώφυλλο του επετειακού περιοδικού Εμβόλιμον του 1994 και δίπλα φωτογραφία της Μαρίας Παντίσκα να χορεύει και από κάτω με τη μικρή της εγγονή].
«Από τότε άρχισε ο κόσμος να δείχνει ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον. Κάθε χρόνο υπήρχε στις εκδηλώσεις που ετοίμαζε ο Δήμος. Από το εξωτερικό έρχονταν και ρωτούσαν για τη μητέρα μου, της έπαιρναν συνεντεύξεις, ενώ πολλοί ήθελαν να τη γνωρίσουν, άλλοι της ζητούσαν να πάει στην Αμερική. Ήταν ήδη γνωστή η φωτογραφία, αλλά την μεγάλη έκταση την πήρε τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη σφαγή. Ήταν κάτι που χαροποίησε πολύ τη μητέρα μου», αναφέρει σχετικά η κόρη της στο News247.
Η συσσωρευμένη θλίψη στο πρόσωπο της νεαρής Μαρίας συγκεντρώνει όλον τον πόνο που προκάλεσε η απάνθρωπη μηχανή των Ναζί στην ανθρωπότητα κι είναι ένας πόνος που δεν πρέπει να ξεχαστεί ποτέ.