Η ελληνική κρίση δεν έχει παρέλθει μολονότι πολλά στοιχεία παραπέμπουν στην σωστή κατεύθυνση, παρατηρεί σε κύριο άρθρο της η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.
H εφημερίδα απαριθμεί τα πεδία στα οποία έχει σημειωθεί πρόοδος, όπως την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος μετά από δεκαετίες, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας στη διεθνή κατάταξη, τα βήματα βελτίωσης στο πεδίο του εκσυγχρονισμού της οικονομίας και της δημόσιας διοίκησης, την προοπτική θετικού προσήμου στην ανάπτυξη και τη μείωση του επιτοκίου δανεισμού της Ελλάδας, που θα της επιτρέψει να επιστρέψει στην αγορές.
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε κάνει λόγο “success story“, υπενθυμίζει η εφημερίδα, σχολιάζοντας πως «όλα αυτά εκλαμβάνονται από τους Έλληνες ως καθαρή κοροϊδία», καθώς καταβάλλουν ένα υψηλό τίμημα για αυτό που ο Σόιμπλε χαρακτηρίζει «σημαντική πρόοδο» (σ.σ. της Deutsche Welle: Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε κάνει συχνά λόγο για «σημαντική πρόοδο» όταν αναφέρεται στο ελληνικό πρόγραμμα) .
«Πολύ πιο ανησυχητική είναι η κοινωνική εξάρθρωση»
Η πολιτική της λιτότητας, την οποία ακολουθεί κατ` εντολή των διεθνών δανειστών η Αθήνα, «προκάλεσε στην χώρα την πιο βαθιά και μακρά ύφεση από το τέλος του πολέμου», αναφέρει η εφημερίδα, παραπέμποντας στη μείωση κατά 25% του ελληνικού ΑΕΠ, στο κλείσιμο 250.000 μικρομεσαίων επιχειρήσεων και στην εξαφάνιση ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας. Υπενθυμίζονται επίσης η κατά το ένα τρίτο μείωση του εισοδήματος των νοικοκυριών (σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ) και οι εκτιμήσεις της Κομισιόν που θέλουν τους τέσσερις στους δέκα Έλληνες να απειλούνται από τη φτώχεια.
«Δεν αναμένεται να αλλάξει γρήγορα κάτι σε αυτό. Η Ελλάδα θα μείνει για δεκαετίες περίπτωση εξυγίανσης», παρατηρεί η Handelsblatt, επισημαίνοντας ότι το κυριότερο πρόβλημα της χώρας δεν είναι σε καμία περίπτωση τα χρέη της.
«Πολύ πιο ανησυχητική είναι η κοινωνική εξάρθρωση», τονίζει η εφημερίδα, εστιάζοντας στο υψηλό ποσοστό της ανεργίας που θα παραμείνει και του χρόνου στο 27%. Η υψηλή ανεργία και η συρρίκνωση των εισοδημάτων έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση των συντάξεων. «Τα συνταξιοδοτικά ταμεία θα χρειαστούν μέχρι το 2020 επιπροσθέτως τουλάχιστον 10 δισεκατομμύρια ευρώ…Το 2055 η χώρα θα πρέπει να δαπανά το 24,3% του ΑΕΠ για τη χρηματοδότηση των συντάξεων. Το αντίστοιχο ποσοστό στη Γερμανία θα είναι 12,5%», υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα.
Δεν υπάρχει ανάπτυξη με νέα προγράμματα λιτότητας
Όπως αναφέρει η εφημερίδα, τα προβλήματα αυτά οξύνονται από την λιτότητα αλλά και το δημογραφικό, ενώ υπενθυμίζεται ότι το ποσοστό των γεννήσεων έχει μειωθεί στην Ελλάδα κατά 15% από το 2008. «Πάνω από 150.000 έλληνες επιστήμονες έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό. Πρόκειται για ένα άνευ προηγουμένου braindrain», παρατηρεί το δημοσίευμα. Αναφορικά με τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης που έχει εγκρίνει η ΕΚΤ, η εφημερίδα υποστηρίζει ότι δεν φτάνουν στην Ελλάδα, καθώς οι τράπεζες δεν δίνουν πιστώσεις, επειδή έχουν συσσωρεύσει πολλά τοξικά δάνεια.
«Πώς θα μπορέσει η χώρα να επιστρέψει στη βιώσιμη ανάπτυξη κάτω από αυτές τις αντίξοες συνθήκες», διερωτάται η Handelsblatt. «Σε κάθε περίπτωση όχι με νέα προγράμματα λιτότητας. Αντ` αυτών θα πρέπει η ΕΕ να βοηθήσει έτσι ώστε να ενισχυθούν με ευνοϊκά δάνεια οι κλάδοι εκείνοι της οικονομίας που είναι προσανατολισμένοι στο μέλλον». Ενδεικτικά αναφέρονται ο τουρισμός, οι μεταφορές, η φαρμακοβιομηχανία, οι περιβαλλοντικές τεχνολογίες και ο τομέας της πληροφορικής.
«Ταυτόχρονα, θα πρέπει οι Έλληνες να συνεχίσουν την πορεία των μεταρρυθμίσεων με αποφασιστικότητα», αποφαίνεται η εφημερίδα, δίνοντας έμφαση στην ανάγκη αναμόρφωσης του εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο θα πρέπει να προσαρμοσθεί στις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες, έτσι ώστε να μην μεταναστεύουν οι ταλαντούχοι Έλληνες στο εξωτερικό.
«Σε διαφορετική περίπτωση η Ελλάδα θα γίνει το πτωχοκομείο και το γηροκομείο της Ευρώπης», καταλήγει η Handelsblatt.