Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζει μια σημαντική τροποποίηση στη νομοθεσία για τα μηχανοκίνητα οχήματα, η οποία περιλαμβάνει σχεδόν την πλήρη απαγόρευση της χρήσης ανθρακονημάτων στα αυτοκίνητα. Η εξέλιξη αυτή θέτει σε κίνδυνο τους Ιάπωνες κατασκευαστές του υλικού, οι οποίοι κατέχουν πάνω από το 50% της παγκόσμιας αγοράς.
Το ανθρακόνημα είναι ένα εξαιρετικά ανθεκτικό και ελαφρύ υλικό, ισχυρότερο από το ατσάλι και ελαφρύτερο από το αλουμίνιο, και χρησιμοποιείται ευρέως σε εξαρτήματα αυτοκινήτων, αεροσκάφη και ανεμογεννήτριες. Όμως, σύμφωνα με το προσχέδιο της αναθεώρησης της οδηγίας της για τα οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους (ELV) – που στοχεύει να καταστήσει την αποσυναρμολόγηση και την ανακύκλωση τέτοιων οχημάτων πιο φιλική προς το περιβάλλον – το ανθρακόνημα χαρακτηρίζεται πλέον ως επιβλαβές υλικό για την υγεία των ανθρώπων.
Η αιτία της ανησυχίας εντοπίζεται στα υπολείμματα των ινών άνθρακα – οι οποίες συνήθως συνδέονται με ρητίνη – που όταν απορρίπτονται μπορούν να διασπαστούν σε λεπτά αγώγιμα νήματα που μπορούν να μεταφερθούν στον αέρα. Αυτά μπορεί να προκαλέσουν βραχυκυκλώματα σε μηχανήματα ή ερεθισμούς και πόνο εάν έρθουν σε επαφή με το ανθρώπινο δέρμα και τους βλεννογόνους.
Μέχρι σήμερα, η οδηγία ELV ταξινομεί ως επικίνδυνες ουσίες τον μόλυβδο, τον υδράργυρο, το κάδμιο και το εξασθενές χρώμιο. Παρόλο που αυτές οι ουσίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων επειδή ορίζονται ως εξαιρέσεις στον περιορισμό χρήσης, οι κορυφαίοι κατασκευαστές αυτοκινήτων και ανταλλακτικών περιορίζουν τη χρήση τους για να προστατεύσουν την εικόνα της επωνυμίας τους. Αν προστεθεί και το ανθρακόνημα σε αυτή τη λίστα, η χρήση του αναμένεται να περιοριστεί σημαντικά.
Επιπτώσεις για τους Ιάπωνες παραγωγούς
Το 2024, η αγορά ανθρακονημάτων παγκοσμίως αποτιμήθηκε στα 5,48 δισ. δολάρια και προβλέπεται να αγγίξει τα 17,08 δισ. δολάρια έως το 2035, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 11%. Η ανάπτυξη αυτή βασίζεται κυρίως στην αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων, όπου το χαμηλό βάρος είναι κρίσιμος παράγοντας. Τα αυτοκίνητα αντιπροσωπεύουν το 10% έως 20% όλων των εφαρμογών ανθρακονημάτων παγκοσμίως.
Η Ιαπωνία κυριαρχεί στην παραγωγή ανθρακονημάτων, με τις εταιρείες Toray Industries, Teijin και Mitsubishi Chemical να κατέχουν από κοινού το 52% της αγοράς. Το ποσοστό αυτό ήταν άνω του 70% μέχρι την είσοδο ανταγωνιστών από την Ταϊβάν και τη Νότια Κορέα.
Η Toray, ο μεγαλύτερος κατασκευαστής ανθρακονημάτων παγκοσμίως, έχει επιτύχει θετικά αποτελέσματα μέσω μεγάλων συμβολαίων, κυρίως στον κλάδο της αιολικής ενέργειας και της αεροναυπηγικής. Το οικονομικό έτος 2023–2024, κατέγραψε κέρδη 13,2 δισ. γιεν (80,9 εκατ. ευρώ) και πωλήσεις 290,5 δισ. γιεν (1,78 δισ. ευρώ) από τον τομέα των ανθρακονημάτων, που αντιστοιχούν στο 12% των συνολικών της εσόδων.
Ωστόσο, η εταιρεία δεν αποκαλύπτει το ποσοστό των προϊόντων της που καταλήγουν στην αυτοκινητοβιομηχανία. Εκπρόσωπος της Toray δήλωσε:
Δεν πρόκειται για θέμα μεμονωμένων εταιρειών, αλλά για ζήτημα που απαιτεί συντονισμένες ενέργειες από τις ενώσεις του κλάδου των ινών και των αυτοκινήτων.
Αντίστοιχα, η Teijin ανησυχεί ιδιαίτερα, καθώς η ευρωπαϊκή αγορά αποτελεί το 50% των πωλήσεων της στον κλάδο αυτοκινήτου. Εάν εφαρμοστούν περιορισμοί, η εταιρεία ενδέχεται να αναπροσαρμόσει το χαρτοφυλάκιό της.
Πότε και αν θα εφαρμοστεί
Η προτεινόμενη αναθεώρηση της οδηγίας ELV αναμένεται να συζητηθεί μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ε.Ε. Εφόσον εγκριθεί, η απαγόρευση θα τεθεί σε ισχύ το 2029. Ωστόσο, η σφοδρή αντίδραση από τις επηρεαζόμενες βιομηχανίες και τους κατασκευαστές ενδέχεται να οδηγήσει σε τροποποιήσεις ή και στην πλήρη απόσυρση του μέτρου.
Η ανησυχία των κατασκευαστών είναι ότι τέτοιου είδους περιορισμοί μπορεί να επεκταθούν και σε άλλες εφαρμογές των ανθρακονημάτων, όπως οι ανεμογεννήτριες και τα αεροσκάφη, με σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια βιομηχανία υλικών υψηλής τεχνολογίας.