Μια δεκαετία μετά τον θάνατό του, έρχονται στο φως εγκλήματα που εκτείνονται σε διάστημα μισού αιώνα, σε σπίτια παιδιών, σχολεία και νοσοκομεία σε όλη τη Βρετανία.
Μια καρικατούρα με εκκεντρικό μαλλί που τόνιζε την εκκεντρικότητά του και πλήθη που παραληρούσαν σε κάθε του εμφάνιση. Ξεκίνησε ως ραδιοφωνικός παραγωγός και αποδείχτηκε αρκετά ικανός ώστε να προσαρμοστεί στις τηλεοπτικές απαιτήσεις. Δημιούργησε για τον εαυτό του μια περσόνα με τεράστια φιλανθρωπική δράση, που πλέον έμοιαζε να λειτουργεί ως αντίβαρο στην προβληματική του συνείδηση -δεν είναι λίγοι αυτοί που λένε ότι ως Καθολικός θεωρούσε πως με αυτόν τον τρόπο αντιστάθμιζε για τις αμαρτίες του. Τα τουλάχιστον 400 θύματά του μάλλον θα διαφωνούν με αυτήν του την εξίσωση.
Το ντοκιμαντέρ του Netflix διαρκεί σχεδόν τρεις ώρες και περιλαμβάνει συνεντεύξεις με ανθρώπους που συνεργάστηκαν μαζί του ή τον γνώριζαν, καθώς και με ερευνητές δημοσιογράφους που τελικά ανακάλυψαν τα στοιχεία πίσω από τις φήμες (που εδώ και χρόνια οργίαζαν), αλλά και μ’ ένα από τα θύματά του.
Τις συνεντεύξεις τις πλαισιώνουν πλάνα από την καριέρα του, καθώς το ντοκιμαντέρ κινείται χρονολογικά από τις πρώτες μέρες ως DJ και ως παρουσιαστής του BBC στην εκπομπή Top of the Pops και στο Jim’ll Fix It όπου ο κόσμος, κυρίως τα παιδιά, του έστελναν γράμματα. Η συγκεκριμένη εκπομπή ήταν νούμερο ένα σε τηλεθέαση, με είκοσι εκατομμύρια τηλεθεατές. Ο Σάβιλ καθιερώθηκε ως “εθνικός θησαυρός” με διαχρονική ζήτηση για τηλεοπτικές εμφανίσεις. Όπως ο ίδιος ανέφερε στα 70 του έτη «έκανα 20 χρόνια το Top of the Pops και άλλα τόσα το Jim’ll Fix It. Τα επόμενα 20 θα είμαι θρύλος».
Και δυστυχώς, η πρόβλεψή του ήταν ως έναν βαθμό σωστή. Ακόμα και το αναμνηστικό που έδιναν στους συμμετέχοντες του Jim’ll Fix It, μια κορδέλα με το ταμπελάκι της εκπομπής, μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν πολύτιμα -και το e-bay το πιστοποιούσε.
Ο ίδιος φρόντισε να εδραιωθεί στην κοινή βρετανική συνείδηση ως μέγα φιλάνθρωπος, γεγονός που του εξασφάλισε την αποδοχή, αλλά και τη φιλία της Μάργκαρετ Θάτσερ, μέχρι και μια θερμή σχέση με τον Πρίγκιπα Κάρολο που τον συμβουλευόταν για ομιλίες του -τον είχαν χρίσει μέχρι και ιππότη!
Γνώριζε πολύ καλά πως η φήμη έφερνε και δύναμη. Γι’ αυτό, άλλωστε, ήθελε, όπως αποκαλύπτει και μια συνεργάτιδά του, «η φήμη του να ξεπεράσει τους πάντες και τα πάντα». Η ίδια προσθέτει ότι, ο Σαβίλ, όχι μόνο δεν είχε συναισθηματική ζωή, αλλά δεν είχε συναισθήματα για τίποτα, παρά μόνο για τη μητέρα του.
Ο Σάβιλ λοιπόν έμοιαζε -και μάλλον ένιωθε- και ανίκητος, γι’ αυτό ίσως τολμούσε να κάνει και δηλώσεις που σήμερα μοιάζουν από προβληματικές έως και ως παραδοχές των εγκλημάτων του. Σε μια εξαιρετική στιγμή του ντοκιμαντέρ βλέπουμε υλικό από ένα τηλεοπτικό συνεργείο που πέρασε πέντε ημέρες μαζί του καθώς ο Σάβιλ έτρεχε (στην κυριολεξία έτρεχε) σε όλη τη χώρα για φιλανθρωπικό σκοπό.
Κάποια στιγμή περπατούσε έχοντας δίπλα του τον δημοσιογράφο Φιλ Τίμπεναμ, οποίος σχολίασε «Πάντα κάνεις κάτι σωματικό, όπως ποδηλασία ή πάλη. Μήπως προσπαθείς να αυτοτιμωρηθείς με αυτόν τον τρόπο;». Η απάντηση του Σάλιβαν είναι σοκαριστική, καθώς είναι μια από τις φορές που η αληθινή προσωπικότητά του επικάλυψε τη δημόσια. Απάντησε λοιπόν: «Όχι καθόλου. Αυτοτιμωρείσαι μόνο όταν βρίσκεσαι με νεαρές κοπέλες. Κι αυτοτιμωρείσαι επειδή είσαι κακός και δεν τους φέρεσαι ευγενικά, ενώ θα έπρεπε. Τις σφίγγεις και φωνάζουν “άουτς” και τα σχετικά”». Παράλληλα είχε γράψει την εισαγωγή ενός αμερικανικού παιδικού βιβλίου (Stranger Danger) που προέτρεπε τα παιδιά να μην μιλάνε σε αγνώστους!
Και όμως, από το 1955 έως το 2009 ο Σάβιλ είχε διαπράξει εκατοντάδες σεξουαλικά εγκλήματα, κυρίως εναντίον παιδιών.
Το τραγικό είναι πως αν και οι τίτλοι πλέον γράφουν ότι «αποπλάνησε μια ολόκληρη χώρα», κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί ότι «έπεσε από τα σύννεφα» καθώς η φήμη του ως παιδεραστής αιωρούνταν για χρόνια, αλλά ποτέ δεν υπήρχαν στοιχεία -ή όταν υπήρχαν με κάποιον τρόπο επισκιάζονταν από την (πραγματική εντυπωσιακή και έμπρακτη) φιλανθρωπική πλευρά του χαρακτήρα του.
Πρώτη φορά όμως που η υπόνοια ότι ο Σάβιλ ήταν παιδεραστής διατυπώθηκε και δημόσια όταν μια δημοσιογράφος, η Λιν Μπάρμπερ, κατά τη διάρκεια μια συνέντευξης του, τη στιγμή που μόλις είχε γίνει ιππότης, τον ρώτησε ευθέως για τη φήμη ότι του αρέσουν τα νεαρά κορίτσια.
Την πάσα της την έδωσε ο ίδιος, όταν της είπε ότι ο τίτλος του ιππότη ήταν για αυτόν μια ανακούφιση. Η Λιν τον ρώτησε γιατί. Αυτός της απάντησε «γιατί πάντα υπήρχαν αυτές οι άσχημες φήμες, δίνοντας της την δυνατότητα να σχολιάσει «Εννοείς τη φήμη ότι σ’ αρέσουν τα κοριτσάκια;». Ο Σάβιλ αντέδρασε λέγοντας «Καταρχάς, είμαι στον χώρο της ποπ, όπου έχει πολλές έφηβες. Όταν πάω κάπου, με πλησιάζουν νεαρές ηλικίες. Οι φυλλάδες δεν καταλαβαίνουν ότι, τα νεαρά κορίτσια δεν μαζεύονται γύρω μου για μένα, αλλά επειδή ξέρω τους σταρ που λατρεύουν».
Η έρευνα του δημοσιογράφου Meirion Jones ξεκίνησε τη δεκαετία του ’90, ενώ εργαζόταν στο ραδιόφωνο του BBC. Όπως ο ίδιος εξηγεί, είχε δει τον Σάλιβαν να επισκέπτεται ένα κέντρο κράτησης νέων που διηύθυνε η θεία του. Επιπλέον, στον Σάβιλ είχε δοθεί η άδεια να επισκέπτεται κρατούμενους ψυχιατρικής κλινικής, χωρίς να έχει καμία σχετική ειδίκευση ή εκπαίδευση και παρουσιαζόταν ως σωτήρας, χωρίς κανείς να μπορεί (ή και να θέλει) να τον σταματήσει.
Είχε συγκεντρώσει 40 εκ. λίρες για το ίδρυμα, οπότε όλοι τον εμπιστεύονταν. Ήταν επίτιμο μέλος, με δικό του κλειδί και δωμάτιο μέσα στο νοσοκομείο, ώστε να μένει εκεί όποτε θέλει και για όσο θέλει! Μέχρι το 1990 ο Σάβιλ είχε φιλανθρωπικές σχέσεις με περισσότερα από 50 νοσοκομεία και κέντρα φιλοξενίας παιδιών στη Βρετανία. Σε αυτά τα ιδρύματα βρήκε πολλά από τα θύματά του.
Ο Τζόουνς για χρόνια ακολουθούσε τα ίχνη από τις ιστορίες που άκουγε, δεν έβρισκε όμως ποτέ ούτε μάρτυρα ούτε θύμα. Όπως λέει και ο ίδιος, τα ίχνη δεν οδηγούσαν πουθενά. Το πιο σημαντικό όμως που καταθέτει ο Τζόουνς έχει να κάνει με τον πυρήνα της υπόθεσης. Εξηγεί λοιπόν πως πίσω σ’ εκείνα τα χρόνια πίστευε ότι «αν βρίσκαμε αποδείξεις, θα τον πιάναμε. Δεν είχα καταλάβει ότι έπρεπε να αλλάξει ο κόσμος γύρω του για να αποκαλυφθεί η αλήθεια».
Ο δημοσιογράφος Meirion Jones βρήκε τελικά τα θύματα πρόθυμα να καταθέσουν, παρά τη διαρκή ευαλωτότητά τους, αλλά η έρευνά του στο Newsnight για τον βιασμό και την κακοποίηση αμέτρητων παιδιών και ενηλίκων από τον Savile αναβλήθηκε την τελευταία στιγμή, προφανώς για να σώσει την αμηχανία του BBC.
Είχε κακοποιήσει πολλά από τα παιδιά που λάμβαναν μέρος στην εκπομπή του με τις πληροφορίες να λένε ότι βίασε τουλάχιστον 34 γυναίκες ενώ κακοποίησε συνολικά πάνω από 450 άτομα.
Ωστόσο, δίνει χώρο, αξιοπρέπεια και την τελευταία λέξη σε ένα από τα θύματά του: τον Sam Brown, τον οποίο κακοποίησε επανειλημμένα στο νοσοκομείο Stoke Mandeville. Παρέχει ένα σωρό τρομακτικών λεπτομερειών που οι δημιουργοί ενσωματώνουν προσεκτικά χωρίς εντυπωσιασμούς, αλλά που φέρνουν στο σπίτι την απόλυτη και απερίγραπτη ανθρώπινη δυστυχία που σκόρπισε, ανεξέλεγκτα.
Ο Savile πίστευε στην κόλαση και μιλούσε συχνά –χωρίς να κατονομάζει τις χρεώσεις του– για την ελπίδα του ότι το φιλανθρωπικό του έργο θα εξισορροπούσε τις πράξεις του. Ας ελπίσουμε ότι η κόλαση υπάρχει.
Εδώ υπάρχει ο Λιγνάδης