Την ενοχή των «πρωταγωνιστών» του σκανδάλου του Χρηματιστηρίου, που οδήγησε στη χρεωκοπία χιλιάδες μικροεπενδυτές την περίοδο 1999-2000, πρότεινε η εισαγγελέας Εφετών, Αθηνά Θεοδωροπούλου, σε μια αγόρευση – «καταπέλτη» στην οποία κατακεραύνωσε τους 36 κατηγορουμένους.
Λίγο πριν την ολοκλήρωση της εκδίκασης αυτής της πολύκροτης υπόθεσης, η εισαγγελέας της έδρας του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας, ζήτησε την καταδίκη όλων των κατηγορουμένων για τα κατά περίπτωση κακουργήματα της απάτης και του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τα παράνομα πακέτα μετοχών που προωθούσατε σε ανυποψίαστους επενδυτές, όπως δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τα παράνομα τεράστια οφέλη που αποκομίσατε και για την βλάβη που προκαλέσατε στο επενδυτικό κοινό. Να καταδικαστείτε και να τιμωρηθείτε παραδειγματικά» είπε η εισαγγελική λειτουργός απευθυνόμενη προς τα άτομα που κάθονταν στο εδώλιο.
Στην εισήγησή της η κ. Θεοδωροπούλου χαρακτήρισε την συγκεκριμένη υπόθεση ως τον «ορισμό της χρηματιστηριακής απάτης», διευκρινίζοντας πως όσοι εμπλέκονται σε αυτήν δημιούργησαν τεχνηέντως ένα επίπλαστο κλίμα ευημερίας και ανόδου της αξίας των μετοχών, δηλώνοντας ψευδείς τιμές και στοιχεία, με αποτέλεσμα να εξαπατηθούν χιλιάδες μικροεπενδυτές – μεταξύ των οποίων άνθρωποι της διπλανής πόρτας όπως αγρότες, εργάτες και μεροκαματιάρηδες – που έχασαν τους κόπους μιας ζωής.
Σύμφωνα με την εισαγγελική πρόταση, οι κατηγορούμενοι «έσπρωχναν» παράνομα πακέτα μετοχών με εξωφρενικές εκπτώσεις της τάξης του 24 % – 38 % και στη συνέχεια δήλωναν άλλες – υψηλότερες – τιμές στο Χρηματιστήριο Αθηνών δημιουργώντας έτσι τις λεγόμενες μετοχές – «φούσκες», τις οποίες απλοί πολίτες έσπευσαν να αγοράσουν, επηρεασμένοι από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα με ψευδείς ειδήσεις και δελτία τύπου.
«Για ποιο λόγο κάνατε πακέτα αν δεν είχατε όφελος; Για να έχετε ζημιά; Εσείς οι τόσοι έμπειροι οικονομολόγοι; Το κάνατε για να ζημιωθείτε και να επιστρέψετε χρήματα στους αγοραστές; Σκοπός σας δεν ήταν να χάσετε αλλά να κερδίσετε όσα περισσότερα μπορείτε. Μετά καταποντίστηκε το σύστημα γιατί η διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή» ανέφερε η κ. Θεοδωροπούλου.
Και πρόσθεσε: «Θέλατε να δημιουργήσετε μια μακροπρόθεσμη δημιουργία πλασματικής εικόνας της αγοράς. Με παράνομες απατηλές μεθοδεύσεις πλήξατε το νόμο της ελεύθερης αγοράς περί προσφοράς και ζήτησης.
Ζημιώθηκε το επενδυτικό κοινό. Αυτός ήταν ο στόχος σας. Πιστεύω ακράδαντα ότι έχουν τελεστεί οι πράξεις που σας αποδίδονται με μεθοδεύσεις για το δικό σας όφελος. Τελικοί αποδέκτες του οφέλους που προέκυπτε από τις συναλλαγές αυτές και από την επίπλαστη ευημερία ήταν οι μεγαλομέτοχοι – κάτοχοι των παράνομων πακέτων».
Στο σκαμνί έχουν οδηγηθεί συνολικά 36 πρόσωπα που φέρονται να εμπλέκονται στην υπόθεση με τις μετοχές – «φούσκες».
Μεταξύ των κατηγορουμένων βρίσκονται επιχειρηματίες, επενδυτές, χρηματιστές, ακόμα και εφοπλιστές που φέρονται να συμμετείχαν στο σκάνδαλο μεγατόνων και αντιμετωπίζουν τα κακουργήματα της απάτης και του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος.
Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα ονόματα των χρηματιστών Παναγιώτη Κονταλέξη, Δημήτρη Ράνιου, Ηλία Τσοτάκου και Ηλία Μπογδάνου, των επιχειρηματιών Γιώργου Μπατατούδη, Κωνσταντίνου Στέγγου, Σπυρίδωνα Τασόγλου και Παναγιώτη Πανούση, και των εφοπλιστών Βασίλειου Μανιού και Παντελή Ελευθέριου Κολλάκη.
Αξίζει να σημειωθεί πως όλοι τους είχαν αθωωθεί από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας το 2013, ωστόσο ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Χαράλαμπος Βουρλιώτης, ζήτησε να αναιρεθεί η ομόφωνη αθωωτική απόφαση και το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου έκανε δεκτή την αίτηση του.
Οι αρεοπαγίτες, έκριναν ότι η επίμαχη εφετειακή απόφαση «δεν έχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία όπως απαιτεί το Σύνταγμα και η ποινική νομοθεσία και για το λόγο αυτό την αναίρεσαν».
Σχολιάζοντας την πρωτόδικη αθωωτική απόφαση, που τους είχε απαλλάξει από τις βαρύτατες κατηγορίες, η Εισαγγελέας Αθηνά Θεοδωροπούλου εκτίμησε πως οι δικαστές εξαπατήθηκαν εξαιτίας της εσφαλμένης έκθεσης του πραγματογνώμονα κ. Πολύζου, ο οποίος λανθασμένα έλαβε υπόψη τις τελικές τιμές των επίδικων μετοχών, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί από τους ίδιους τους κατηγορουμένους, οι οποίες, όμως, δεν αντιστοιχούσαν στην πραγματικότητα.
«Το πρώτο δικαστήριο που σας απήλλαξε για νομικούς λόγους πείστηκε ότι δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της απάτης. Η έκθεση του πραγματογνώμονα παραπλάνησε το δικαστήριο. Η αρεοπαγίτικη απόφαση για αναίρεση της αθωωτικής απόφασης ήταν σπουδαία. Σε εκείνο το δικαστήριο εσφαλμένα μετατέθηκε ο χρόνος τέλεσης του αδικήματος μεταγενέστερα. Η αξία των μετοχών επηρεάστηκε, άρα επηρεάστηκε το επενδυτικό κοινό και υπέστη μεγάλη οικονομική βλάβη» υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Εξάλλου, η εισαγγελέας Εφετών στάθηκε στις αντικρουόμενες απολογίες των κατηγορουμένων, όπως και στις μαρτυρικές καταθέσεις των ίδιων των εργαζομένων στις εμπλεκόμενες χρηματιστηριακές εταιρείες, που αποτελούν τεκμήρια ενοχής.
Επιπλέον, έκανε ειδική μνεία στην έκθεση – κόλαφο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και την αντίστοιχη του ΣΔΟΕ, που οδηγούν στο συμπέρασμα πως σκοπός αυτής της κομπίνας μεγατόνων ήταν η εξαπάτηση των επενδυτών και η κερδοφορία σε βάρος τους.
«Οι κατηγορούμενοι ήξεραν πριν και καλύτερα από τον καθένα ποια ήταν η πραγματική και δίκαιη τιμή εκκίνησης της μετοχής. Σύμφωνα με το ΣΔΟΕ, αν οι επενδυτές γνώριζαν για αυτές τις μεθοδεύσεις δεν θα αγόραζαν σε τιμές +50% από την πραγματική χρηματιστηριακή αξία» τόνισε.
Η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται πριν από τις γιορτές.
«Δικαίωση μετά από 18 χρόνια»
Με ικανοποίηση αλλά και ανακούφιση υποδέχθηκε την εισαγγελική πρόταση για ενοχή όλων των κατηγορουμένων ο επιχειρηματίας Κωνσταντίνος Αβραμίδης, εκ των θυμάτων του σκανδάλου του Χρηματιστηρίου και ο άνθρωπος από τον οποίον ξεκίνησε το ξεσκέπασμα της τεράστιας απάτης.
«Ξεκίνησα μια ενδελεχή έρευνα κατά του Χρηματιστηρίου το 1999. Έχασα 2,8 δις. δραχμές. Έκανα μήνυση , ασκήθηκε αυτεπάγγελτη δίωξη κατά διαφόρων ατόμων που σήμερα βρίσκονται στο σκαμνί. Κατέθεσα μια αγωγή το 2000 κατά 18 φυσικών προσώπων και με την απόφαση 4345/2001 δικαιώθηκα και το δικαστήριο του Πειραιά έβγαλε απαίτηση 1,8 δις. Τα άτομα αυτά επιχείρησαν με διάφορους νομικίστικους τρόπους να ανακαλέσουν την απόφαση στα μεγαλύτερα δικαστήρια και όλες οι αποφάσεις απερρίφθησαν. Το 2002, βλέποντας πλέον ότι δεν μπορούν να αντισταθούν, ξεσηκώθηκε το επενδυτικό κοινό, όλη η Ελλάδα. Έχουμε χαμένους 1,5 εκατ. οικογένειες εκείνο τον καιρό» αναφέρει μιλώντας στην Kontra News.
Ο ίδιος πλέον αισθάνεται δικαιωμένος, όπως λέει, παρόλο που χρειάστηκε να περιμένει 18 ολόκληρα χρόνια. Μαζί του, άλλωστε, βρήκαν το δίκιο τους και τόσοι ακόμη Έλληνες, που έχασαν τις περιουσίες τους ποντάροντας στις «φουσκωμένες» μετοχές.
«Μετά από αγώνα τεσσάρων μηνών η δίκη ολοκληρώθηκε και βγήκε η πρόταση της εισαγγελέως, η οποία πανηγυρικά δικαίωσε εμένα και τα 1,5 εκατ. επενδυτές. Η εισαγγελική πρόταση σφράγισε την ενοχή τους και δικαιωθήκαμε μετά από 18 χρόνια» υπογραμμίζει ο κ. Αβραμίδης.