La Bestia: Βασάνισε, βίασε και δολοφόνησε 300 παιδιά. O serial killer με τα περισσότερα θύματα στην ιστορία

Κοινοποίηση:
gara

Ο Λουίς Γκαραβίτο ομολόγησε τη δολοφονία 221 παιδιών με τις αρχές να πιστεύουν ότι τα θύματα του ξεπερνούν τα 300. Βίαζε, βασάνιζε και δολοφονούσε ανήλικα αγόρια. Ο θάνατος του ήρθε λίγο πριν αποκτήσει το δικαίωμα να αποφυλακιστεί

Στη λίστα των κατά συρροή δολοφόνων με τα περισσότερα θύματα το όνομα του είναι πρώτο. Ο Λουίς Αλφρέδο Γκαραβίτο Κουμπίγιος αποδεδειγμένα βασάνισε, βίασε και δολοφόνησε 193 άτομα. Ο ίδιος έχει ομολογήσει 221 δολοφονίες και οι αρχές θεωρούν ότι πιθανότατα τα θύματα του ξεπερνούν τα 300, στην πλειονότητα τους ανήλικα αγόρια. Πίσω από την εικόνα του αλκοολικού παρία τον οποίο φώναζαν κοροϊδευτικά «Tribilin» (το όνομα του Goofy στις ισπανόφωνες χώρες), υπήρχε ο La Bestia (Το κτήνος) που είχε μοναδικό στόχο της ζωής του να βιάζει, να βασανίζει και να σκοτώνει παιδιά.

Τα παιδικά τραύματα

Ο Γκαράβιτο γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1957 στην κωμόπολη Χένοβα της Κολομβίας. Είχε έξι αδέλφια (τρία αγόρια, τρία κορίτσια) και η οικογένεια του ήταν ιδιαιτέρως προβληματική. Ο αλκοολικός πατέρας του κακοποιούσε τη μητέρα του η οποία ξεσπούσε στα παιδιά. «Όταν ο πατέρας μου γυρνούσε σπίτι κρυβόμασταν για να μην μας βρει και μας χτυπήσει. Ακούγαμε συνέχεια καυγάδες με τη μαμά που πάντα κατέληγαν στο να τη χτυπάει» θα πει ο ίδιος.

Στο σχολείο ο Γκαραβίτο έπεσε θύμα μπούλινγκ λόγω της εμφάνισης του και λόγω της δυσκολίας του με τα μαθήματα. «Οι άλλοι μαθητές τον κορόιδευαν για τα αυτιά και τα γυαλιά του. Ήταν ένα μοναχικό παιδί που ήταν φανερό ότι ήθελε να μάθει αλλά απογοητευόταν γιατί δεν μπορούσε. Ξεσπούσε συχνά και πιανόταν στα χέρια με συμμαθητές του» θυμάται ένας από τους δασκάλους του.

Σύμφωνα με τον ίδιο τον Γκαραβίτο σε ηλικία 12 ετών κακοποιήθηκε σεξουαλικά και βασανίστηκε από έναν φίλο της οικογένειας που είχε παντοπωλείο. «Ήθελα να αυτοκτονήσω. Είδα δύο πουλιά και τα σκότωσα με πέτρες. Μετά τα άνοιξα και τα έκανα κομμάτια. Ήταν μετά τον βιασμό μου και δεν ξέρω γιατί το έκανα» αποκάλυψε ο ίδιος.

Υποστήριξε επίσης πως η καταπίεση που βίωνε στην οικογένεια και το γεγονός ότι ο πατέρας του, του απαγόρευε να έχει φίλους και κοπέλα τον οδήγησε στο να γδύνει τα αδέλφια του όταν κοιμούνταν και να τα αγγίζει σεξουαλικά.

Η αρχή της φρίκης

Όσοι τον γνώριζαν λένε ότι σταδιακά έγινε ένα απομονωμένο παιδί και πολύ επιθετικό. Ο Γκαραβίτο λέει ότι το πρώτο του έγκλημα το έκανε το 1969 όταν κακοποίησε σεξουαλικά ένα 6χρονο αγόρι.

Στην εφηβεία του προσπάθησε να κάνει σχέσεις με κορίτσια αλλά αδυνατούσε να ολοκληρώσει σεξουαλικά κάτι που γιγάντωσε την απογοήτευση και την οργή του. Κάπως έτσι γεννήθηκε ο «La Bestia». Το 1972 επιχείρησε να βιάσει ένα 5χρονο αγόρι. Η μητέρα του τον έπιασε και τον έδιωξε από το σπίτι. Λίγους μήνες μετά προσπάθησε να κακοποιήσει ένα 6χρονο αγόρι σε σιδηροδρομικό σταθμό στη Μπογκοτά.

Έχοντας πλέον αποκοπεί οι δεσμοί του με την οικογένεια, ο αλκοολικός πλέον Γκαραβίτο έκανε διάφορες δουλειές για να επιζήσει και προσπαθούσε να ικανοποιήσει το άρρωστο πάθος του για μικρά αγόρια. Στις αρχές του 1980 επιχείρησε να αυτοκτονήσει και νοσηλεύτηκε για ένα διάστημα σε ψυχιατρική κλινική. Εκεί διαγνώστηκε με κατάθλιψη, ψύχωση και βουλιμία.

Επιχείρησε να κάνει σχέσεις με γυναίκες αλλά δεν έβρισκε την ικανοποίηση που αποζητούσε. Ήταν η περίοδος που οι βιασμοί και τα βασανιστήρια παιδιών εντατικοποιήθηκαν. Ο Γκαραβίτο βίαζε και βασάνιζε ανήλικα αγόρια με… βιομηχανικούς ρυθμούς. Χρησιμοποιούσε ξυράφια, κεριά, αναπτήρες και κατσαβίδια ενώ έβγαλε ένα δόντι του γιατί όπως είπε «έτσι μπορούσα να δαγκώνω καλύτερα».

Φανατικά θρησκευόμενος ο Γκαραβίτο αναζήτησε εξήγηση στη Βίβλο για το τέρας που είχε μέσα του. «Έγραφα τα ονόματα των παιδιών σε ένα μπλε τετράδιο και προσευχόμουν περπατώντας μέσα στο δωμάτιο. Ήμουν γυμνός και χτυπούσα το στήθος μου. Κάθε βράδυ διάβαζα τη Βίβλιο και έψαχνα απαντήσεις. Τα βράδια έβλεπα εφιάλτες με τα παιδιά και ξυπνούσα με δάκρυα όμως μετά ξεσπούσα σε γέλια γιατί θυμόμουν την ικανοποίηση που ένιωθα την ώρα που έκανα όλα αυτά» θα πει ο ίδιος.

Αναζήτησε εξηγήσεις σε μάγους, θεραπευτές, ακόμα και στο βιβλίο του Αδόλφου Χίτλερ «Ο Αγών μου» το οποίο τον ενθουσίασε. Παράλληλα απέκτησε εμμονή με τον Κολομβιανό δολοφόνο Κάμπο Ελίας Ντελγκάδο ο οποίος στις 4 Δεκεμβρίου 1986 είχε σκοτώσει 29 άτομα στην Μπογκοτά. «Σκεφτόμουν πως το να πάρω ένα πολυβόλο, να σκοτώσω όλη την οικογένεια μου και να αυτοκτονήσω θα ήταν ένα ιδανικό τέλος» θα αποκαλύψει.

Δεν έβαλε όμως τέλος στη ζωή του και συνέχισε να κυνηγά παιδιά. Από το 1988 άρχισε να καταγράφει τα εγκλήματα του και να κρατά τρόπαια από τα θύματα του. Το 1992 έχοντας βιάσει και βασανίσει τουλάχιστον 100 παιδιά (σύμφωνα με κάποιες πηγές ίσως τα θύματα να είναι ακόμα και διπλάσια) ο Γκαραβίτο αποφάσισε να πάει στο επόμενο επίπεδο. «Μου το είπε ο διάβολος» θα υποστηρίξει.

Μηχανή δολοφονιών

Την 1η Οκτωβρίου 1992 επιχείρησε την πρώτη του δολοφονία. Προσέγγισε ένα αγόρι που πωλούσε στο δρόμο γλυκά και τσιγάρα. Προσπάθησε να το πάει σε ένα απομονωμένο μέρος όμως αστυνομικοί των εντόπισαν. Τον χτύπησαν, του πήραν ότι είχε πάνω του και τον άφησαν. Τρεις μέρες μετά δεν θα αποτύγχανε.

Το πρώτο του θύμα ήταν ένα 13χρονο αγόρι που το έλεγαν Χουάν Κάρλος. «Τον ακολούθησα και του πρότεινα να με βοηθήσει σε κάτι και θα τον πλήρωνα. Είχα μαζί μου σχοινί και ένα μαχαίρι. Πήγαμε σε μια απομονωμένη περιοχή κοντά στον σιδηρόδρομο. Εκεί έγινε… Μετά αποκοιμήθηκα γιατί ήμουν μεθυσμένος. Όταν ξύπνησα είδα το αίμα πάνω μου και κατάλαβα τι είχα κάνει» θα ομολογήσει. Ήταν 4 Οκτωβρίου 1992. Ο Χουάν Κάρλος βρέθηκε νεκρός. Ο Γκαραβίτο τον είχε βιάσει και τον είχε βασανίσει άγρια. Του είχε σπάσει ένα από τα μπροστινά δόντια, τον είχε χαρακώσει στους γλουτούς και του είχε κόψει τα γεννητικά όργανα. Τελικά του έκοψε τον λαιμό.

«Μου άρεσαν τα παιδιά που έμοιαζαν… αθώα»

Οι φόνοι συνεχίστηκαν με πρωτοφανείς ρυθμούς στην ιστορία της εγκληματολογίας. Ο Γκαραβίτο ζούσε για να βιάζει και σκοτώνει παιδιά. Μιλώντας ο ίδιος για τα εγκλήματα του θα πει: «Ο κύριος στόχος μου ήταν φτωχά παιδιά. Άστεγα, ορφανά ή από πολύ φτωχές οικογένειες. Μπορούσα να τα προσελκύσω πιο εύκολα δίνοντας τους μικρά δώρα ή υποσχόμενος ότι θα τους πληρώσω για κάποια εύκολη δουλειά. Μου άρεσαν τα παιδιά που έμοιαζαν… αθώα. Με ανοιχτόχρωμα μαλλιά και μάτια. Ήξερα τα μέρη που μπορώ να βρω αυτό που ήθελα».

Ο Γκαραβίτο δρούσε σχεδόν αποκλειστικά τη μέρα γιατί φοβόταν το σκοτάδι. Συχνά παρουσιαζόταν ως δάσκαλος, ιερέας ή έμπορος. Μόλις κέρδιζε την εμπιστοσύνη του παιδιού το πήγαινε σε ένα απομονωμένο σημείο ή ένα μέρος που είχε κρύψει κι άλλα θύματα του. Μιλούσε με το παιδί για τη ζωή του και στη συνέχεια το απειλούσε και το έδενε. Ακολουθούσε η απόλυτη φρίκη…

Πάντα έχοντας πιει μεγάλη ποσότητα μπράντι βασάνιζε και παράλληλα βίαζε τα παιδιά. Χαράκωνε τους γλουτούς τους με ξυράφι ή γυαλί και τους κάρφωνε με κατσαβίδι. Πολλά θύματα βρέθηκαν με τα κομμένα γεννητικά τους όργανα στο στόμα. Σε πολλές περιπτώσεις τα σώματα είχαν εγκαύματα και πολλαπλές μαχαιριές. Βρέθηκαν σώματα ανασκολοπισμένα, αποκεφαλισμένα και με τα εντόσθια τους εκτεθειμένα. Ο Γκαράβιτο δάγκωνε με μανία τα παιδιά και τα βίαζε ακόμα και την ώρα που ξεψυχούσαν. Το κίνητρο του ήταν καθαρά σεξουαλικό και αντιμετώπιζε τα θύματα ως το μέσο για να ικανοποιηθεί και να φτάσει σε σεξουαλική ολοκλήρωση. Αντιμετώπιζε τα εγκλήματα του με απάθεια και τον ενδιέφερε μόνο να νιώσει και πάλι την έξαψη.

Ο «Bestia» σκότωνε με αδιανόητους ρυθμούς. Η συντριπτική πλειονότητα των θυμάτων του ήταν ανήλικά αγόρια. Δολοφόνησε και κάποια ανήλικα κορίτσια για να ικανοποιήσει την έξαψη της στιγμής αλλά και, κατά ομολογία του, πέντε ενήλικους για να μην τον αποκαλύψουν. Σύμφωνα με όσα έχει πει η δράση του δεν περιορίστηκε στην Κολομβία. Έκανε τουλάχιστον τρεις φόνους στο Εκουαδόρ ενώ ο ίδιος έχει μιλήσει και για δολοφονίες στην Βενεζουέλα. Μετά και την τελευταία του ομολογία το 2003 τα θύματα του έφτασαν τα 221. Οι αρχές θεωρούν πώς ξεπερνούν τα 300…

Τα… αναλώσιμα θύματα

Με εκατοντάδες φόνους και βιασμούς μέσα σε ένα σχετικά μικρό, για το νούμερο των εγκλημάτων, διάστημα το ερώτημα φυσικά που προκύπτει είναι γιατί ο Γκαραβίτο δεν συνελήφθη νωρίτερα. Σε τουλάχιστον τέσσερις καταγεγραμμένες περιπτώσεις τα θύματα του διέφυγαν ενώ υπάρχουν πολλές αναφορές για επιθέσεις στον «Bestia» επειδή προσπαθούσε να κακοποιήσει παιδιά. Σε κάποιες αναφορές μάλιστα υπάρχει και εμπλοκή της αστυνομίας η οποία τελικά άφηνε ελεύθερο τον Γκαραβίτο χωρίς να ερευνήσει περαιτέρω. Άνθρωποι που τον γνώριζαν ομολογούν ότι ήξεραν ότι είναι «παιδεραστής και άρρωστος» αλλά επέλεξαν να μην εμπλακούν.

Ο «Bestia» εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι για τις αρχές τα θύματα του ήταν ουσιαστικά «αναλώσιμα». Η αστυνομία δεν ασχολούνταν σοβαρά με ορφανά ή φτωχά παιδία που εξαφανίζονταν. Ακόμα και όταν εντοπίζονταν πτώματα και ήταν φανερό πως το modus operandi του δράστη ήταν το ίδιο οι αρχές δεν κατάφεραν να συνδέσουν τα εγκλήματα και να ξεκινήσουν έρευνα για έναν κατά συρροή δολοφόνο. Το κομβικό σημείο που άλλαξε τα πάντα ήταν η 15η Νοεμβρίου 1998 όταν εντοπίστηκε ομαδικός τάφος με 36 παιδιά. Όλα τους είχαν σημάδια από δέσιμο στα χέρια και ήταν φανερό πως είχαν βασανιστεί και βιαστεί.

Παρά τις φήμες για σατανική σέχτα και δίκτυο παιδόφιλων ο εισαγγελέας έκρινε σωστά ότι ο δράστης ήταν ένας. Τα υλικά που χρησιμοποιούσε, ο τρόπος δράσης και τα καπάκια από ένα συγκεκριμένο μπράντι που βρέθηκαν στα σημεία των εγκλημάτων έδειχναν ότι στην Κολομβία δρα ένας μοναχικός κυνηγός παιδιών.

Η σύλληψη

Τον Φεβρουάριο του 1999 ο Γκαραβίτο σκότωσε τρία παιδιά στην πόλη Παλμίρα. Έχοντας πιεί μεγάλη ποσότητα μπράντι λιποθύμησέ πάνω στο σώμα ενός από τα θύματα. Από το τσιγάρο που κρατούσε πήραν φωτιά τα χόρτα με αποτέλεσμα να πάθει και ο ίδιος εγκαύματα. Φεύγοντας βιαστικά άφησε πίσω του ρούχα, τα γυαλιά του, αποδείξεις και ένα χαρτί στο οποίο αναγραφόταν η διεύθυνση της τότε συντρόφου του, Γκρασιέλα Σαμπαλέτα.

Η έρευνα όμως εστίασε σε έναν 44χρονο ο οποίος ζούσε στην περιοχή και είχε καταδικαστεί στο παρελθόν για σεξουαλικές επιθέσεις. Ο ντετέκτιβ Αλντεμάρ Ντουράν επικοινώνησε με την Σαμπαλέτα η οποία του είπε ότι δεν είχε δει για μήνες τον Γκαραβίτο όμως στο σπίτι της είχε αφήσει μια μαύρη βαλίτσα. Εκεί ο Ντουράν βρήκε τα τρόπαια και το… ημερολόγιο των εγκλημάτων. Το κυνήγι για τον «Bestia ξεκίνησε.

Στις 22 Απριλίου 1999 ο Γκαραβίτο βρισκόταν στην πόλη Βιγιαβισένσιο όταν συνάντησε τον 12χρονο Τζον Ιβάν Σαμπογκάλ. Του συστήθηκε ως αστυνομικός και στη συνέχεια με την απειλή μαχαιριού τον πήγε σε ένα απομονωμένο μέρος. Έδεσε το παιδί, το χτύπησε, άρχισε να φωνάζει «Είμαι σαδιστής;» και αυνανιζόταν. Ένας άστεγος 16χρονος είδε το φρικτό σκηνικό και άρχισε να πετάει πέτρες στον Γκαραβίτο βρίζοντας τον. Ο δολοφόνος κυνήγησε τον 16χρονο αλλά τελικά και τα δύο παιδιά διέφυγαν και έφτασαν σε μια φάρμα όπου κρύφτηκαν με τη βοήθεια μιας 12χρονης που ζούσε εκεί.

Όταν ο«Bestia» έφτασε στην φάρμα η 12χρονη του είπε ότι τα παιδιά είχαν πάει στο δάσος. Ο δολοφόνος μπήκε στο δάσος και το κορίτσι επικοινώνησε με τις αρχές. Στις επτά το απόγευμα της 22ας Απριλίου 1999 οι αστυνομικοί εντόπισαν τον Γκαραβίτο να βγαίνει μέσα από τα δέντρα. Τους έδωσε ψεύτικό όνομα αλλά τον συνέλαβαν.

Η καταδίκη και ο θάνατος που τον πρόλαβε

Υπό το βάρος των στοιχείων και της εξαντλητικής ανάκρισης ο «Bestia» ομολόγησε. Αρχικά μίλησε για 140 παιδιά αλλά μέσα στα επόμενα χρόνια ο αριθμός ανέβηκε στα 221. Πρωτόδικα καταδικάστηκε σε φυλάκιση 1,853 ημερών και 9 ημερών. Ο νόμος στην Κολομβία όμως περιορίζει το διάστημα που μπορεί να φυλακιστεί κάποιος στα 40 χρόνια. Επιπλέον ο Γκαραβίτο συνεργάστηκε με τις αρχές και τους αποκάλυψε τα σημεία που είχε θάψει πολλά από τα πτώματα. Αυτό οδήγησε στο να μειωθεί η ποινή τα 22 χρόνια (!).

Το 2021 έκανε την πρώτη του προσπάθεια να αποφυλακιστεί λόγω καλής διαγωγής. Ακούγεται απίστευτο όμως ο Γκαραβίτο γνώριζε ότι ο άνθρωπος που βρίσκεται κάτω από αυτόν στη λίστα με τα περισσότερα θύματα, ο επίσης Κολομβιανός κατά συρροή δολοφόνος Πέδρο Λόπες με τουλάχιστον 110 δολοφονίες, είχε αφεθεί ελεύθερος το 1994 μετά από μόλις 14 χρόνια στη φυλακή. Ο δικαστής απέρριψε όμως το αίτημα του Γκαραβίτο. Το τελευταίο διάστημα το όνομα του είχε επανέλθει στο προσκήνιο καθώς πλέον θα είχε και επισήμως δικαίωμα να καταθέσει αίτημα αποφυλάκισης. Δεν πρόλαβε, πέθανε στις 12 Οκτωβρίου 2023 σε νοσοκομείο του Βαγεδούπαρ από επιπλοκές που του προκάλεσε ο καρκίνος από τον οποίος έπασχε. Ήταν 66 ετών.

Οι συνεντεύξεις

Τον Μάιο του 2023 ο Γκαραβίτο έδωσε συνέντευξη σε τηλεοπτική εκπομπή της Κολομβίας. Τυφλός πλέον από το αριστερό μάτι, λόγω του καρκίνου, επιχείρησε να παρουσιαστεί ως σωφρονισμένος και ως άτομο που δεν αποτελεί κίνδυνο για την κοινωνία. Μίλησε πολύ για τον θάνατο του, που περίμενε να έρθει και δεν θέλησε να δώσει λεπτομέρειες για τα εγκλήματα του. Το 2016 είχε μιλήσει στον Ισπανό δημοσιογράφο Τζον Σιστιάγα τονίζοντας ότι και ο ίδιος δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί έκανε όλα αυτά τα εγκλήματα. Προσπάθησε να ρίξει την ευθύνη στην οικογένεια του και τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη ως παιδί.

Το 2022 ο Σιστιάγα μίλησε για τη συνέντευξη με τον Γκαραβίτο αποκαλύπτοντας: «Όταν οι κάμερες έκλειναν ήταν άλλος άνθρωπος. Έμοιαζε να είναι περήφανος για όλα όσα έκανε. Θυμάμαι όταν τελειώσαμε σηκώθηκε, φορούσε τη στολή της φυλακής, και μου είπε: Δον Τζον τα χαιρετίσματα μου στα παιδιά σου. Κρατήθηκα και δεν τον έβρισα».

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: