Μαθήματα από τα επιχειρησιακά λάθη του παρελθόντος έχουν πάρει οι απαγωγείς του 54χρονου επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη, ο οποίος συμπληρώνει 40 ημέρες στα χέρια τους.
Η οικογένεια του θύματος έχει φτάσει στα όρια της ψυχικής αντοχής, περιμένοντας τις οριστικές οδηγίες των απαγωγέων για την παράδοση των λύτρων και την απελευθέρωση του ανθρώπου τους. Ηδη εδώ και μέρες έχει καταφέρει να συγκεντρώσει το ποσό που τελικά συμφωνήθηκε και είναι το υψηλότερο από κάθε προηγούμενη απαγωγή στην Ελλάδα. Οι αρχικές απαιτήσεις των δραστών, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, έφταναν το αστρονομικό ποσό των 100 εκατ., για να συμβιβαστούν στα 50 εκατ. ευρώ. Τα λύτρα για την απελευθέρωση του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου ήταν 30 εκατ., ενώ στην περίπτωση του βιομηχάνου Γιώργου Μυλωνά η σύζυγός του Νέλλη είχε παραδώσει στον Βασίλη Παλαιοκώστα και τους συνεργούς του 13 εκατ. ευρώ.
Οι απαγωγείς του Μιχάλη Λεμπιδάκη έχουν δώσει «αποδείξεις ζωής» του επιχειρηματία, αλλά εδώ και αρκετές μέρες παίζουν ένα παιχνίδι νεύρων και καθυστερήσεων που φτάνει στα όρια της ψυχολογικής βίας τόσο σε βάρος της οικογένειας όσο και του ίδιου του θύματος που παραμένει στα χέρια τους. Οπως διαπιστώνουν οι αστυνομικοί που ασχολούνται ακόμη «διακριτικά» με την υπόθεση, αφού, όπως επισημαίνουν, σε υποθέσεις απαγωγών η Αστυνομία αναλαμβάνει ουσιαστική δράση μετά την ασφαλή επιστροφή του θύματος στην οικογένειά του, η συγκεκριμένη υπόθεση είναι επιχειρησιακά αναβαθμισμένη σε σχέση με όλες τις προηγούμενες. Οι δράστες φαίνεται ότι έχουν μελετήσει πολύ προσεκτικά τις λεπτομέρειες που οδήγησαν κατά το παρελθόν στη σύλληψη «συναδέλφων» τους και έχουν κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη. Τις τελευταίες ημέρες, πάντως, εκφράζεται η αισιοδοξία ότι πλέον η άμμος στην κλεψύδρα τελειώνει και η ομηρία θα λήξει.Ψυχολογικό θρίλερ
Αυτή τη φορά οι απαγωγείς επέλεξαν να επικοινωνούν με την οικογένεια του θύματος μέσω ελάχιστων γραπτών μηνυμάτων. Το πρώτο μήνυμα μάλιστα έφτασε στην οικογένεια αρκετές μέρες μετά την απαγωγή του Μιχάλη Λεμπιδάκη, η οποία έγινε το απόγευμα της 30ής Μαρτίου, την ώρα που επέστρεφε στο σπίτι του στα Καλέσσα Ηρακλείου. Η επιλογή της σιωπής, να μη γίνει καμία επικοινωνία, είχε ανεβάσει ήδη την αγωνία της οικογένειας στο κατακόρυφο, αφού δεν γνώριζε το παραμικρό για την τύχη και την κατάσταση της υγείας του ανθρώπου της. Οι απαγωγείς θεωρούσαν ότι με αυτό τον τρόπο θα υπέκυπταν ευκολότερα στις απαιτήσεις τους. Επιπλέον, με την τακτική των γραπτών μηνυμάτων δεν γίνεται συζήτηση, δεν μπαίνουν στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης και, βεβαίως, δεν καταγράφονται οι φωνές τους, που δυνητικά θα ήταν αποδεικτικό στοιχείο σε βάρος τους ή, ακόμη περισσότερο, αν πρόκειται για παλιούς γνώριμους των Αρχών, η αναγνώριση της φωνής μπορεί να οδηγήσει σ’ αυτούς.
Τον πρώτο και κύριο λόγο όλο αυτό το διάστημα που ο Μιχάλης Λεμπιδάκης παραμένει στα χέρια των απαγωγέων του τον έχει η οικογένειά του. Η Αστυνομία (που εκ των πραγμάτων πληροφορήθηκε την απαγωγή του επιχειρηματία, αφού έγινε με σκηνοθετημένο ατύχημα) ακολουθεί την τακτική που θεωρείται επιβεβλημένη σε κάθε ανάλογη περίπτωση χωρίς παρεκκλίσεις: δεν παρεμβαίνει, δεν επιχειρεί. Ειδική ομάδα διαπραγματευτών βρίσκεται στο πλευρό της οικογένειας, έχει επιχειρηθεί με βάση τα στοιχεία που προκύπτουν μια πρώτη χαρτογράφηση πιθανών δραστών, αλλά πρώτο και κύριο μέλημα είναι η ασφαλής επιστροφή του θύματος στην οικογένειά του. «Ο χρόνος για την Αστυνομία αρχίζει να μετρά από τη στιγμή της απελευθέρωσης του θύματος», λέει χαρακτηριστικά αξιωματικός. Από τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις, πάντως, το θύμα κρατείται κάπου στην Κρήτη και οι εγκέφαλοι της απαγωγής είναι Ελληνες, αλλά δεν αποκλείεται η συμμετοχή αλλοδαπών συνεργών τους.
Κοινά στοιχεία με παλιές απαγωγές
Ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκαν εξαρχής οι απαγωγείς έδωσε στην Αστυνομία την εικόνα ότι είχαν να κάνουν με μια υπόθεση που χρονικά θα τραβούσε – τόσο λόγω του τρόπου της επικοινωνίας που επέλεξαν όσο κυρίως του αστρονομικού ποσού που απαίτησαν, που φυσικά δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθεί γρήγορα, γεγονός που πλέον αποδεικνύεται και στην πράξη. Από την άλλη, η απαγωγή Λεμπιδάκη έχει πολλά κοινά στοιχεία με άλλες υποθέσεις του παρελθόντος, κυρίως δε με την απαγωγή του επιχειρηματία Γιάννη Ζώνα τον Οκτώβριο του 2001. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη σε διάρκεια απαγωγή στα ελληνικά χρονικά, αφού το θύμα είχε παραμείνει στα χέρια των απαγωγέων του επί δύο μήνες. Οι δράστες τότε είχαν απαιτήσει από τον πατέρα του θύματος τα λύτρα σε δολάρια και είχαν αρπάξει το θύμα σκηνοθετώντας τροχαίο. Είχαν απαιτήσει αρχικά 3 εκατ. δολάρια και μετά από διαπραγματεύσεις το ποσό έπεσε περίπου στο 1/3. Οι δράστες τότε, για να είναι βέβαιοι ότι στην παράδοση των λύτρων δεν θα είχαν δυσάρεστες συναντήσεις με την Αστυνομία, έκαναν και πρόβες, τακτική που επαναλήφθηκε και σε άλλες υποθέσεις.
Η συγκεκριμένη απαγωγή ήταν η πρώτη που είχε εξιχνιαστεί ηλεκτρονικά: οι απαγωγείς είχαν μεν χρησιμοποιήσει ανώνυμο καρτοκινητό (τότε δεν ήταν υποχρεωτικό να δηλώνονται στο όνομα του κατόχου/χρήστη τους), αλλά είχαν κάνει το λάθος να το χρησιμοποιήσουν σε όλες τις επικοινωνίες (περίπου είκοσι), με αποτέλεσμα να εντοπιστεί το στίγμα τους και οι Αρχές να φτάσουν σ’ αυτούς. Μάλιστα οι απαγωγείς τότε είχαν επιχειρήσει να παραπλανήσουν αλλοιώνοντας την προφορά τους -μιλώντας με δήθεν σπαστά ελληνικά-, αλλά δεν είχαν πείσει αφού το λεξιλόγιό τους ήταν πλούσιο για αλλοδαπών κακοποιών. Τέτοια λάθη δεν έχουν επαναληφθεί στην τωρινή υπόθεση, ενώ ο σκόπελος των ονομαστικοποιημένων καρτοκινητών έχει ξεπεραστεί προ πολλού με τη χρήση των λεγόμενων «πακιστανικών» τηλεφώνων: κάρτα SIM ενεργοποιημένη στο όνομα κάποιου αλλοδαπού αγοράζει κάθε ενδιαφερόμενος με 10 ευρώ ακόμη και στο Κολωνάκι!
Οι πιθανοί ύποπτοι
Πάντως, μέχρι τώρα η Αστυνομία βαδίζει με λίστα πιθανών υπόπτων, ξεκινώντας από πρόσωπα που έχουν παρελθόν στο συγκεκριμένο έγκλημα και συμπεριλαμβάνει ονόματα διαβόητων κακοποιών, ορισμένοι εκ των οποίων είναι έγκλειστοι σε φυλακές, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να κινούν τα νήματα εγκληματικών πράξεων, ενώ άλλοι έχουν πρόσφατα ή λιγότερο πρόσφατα αποφυλακιστεί. Από τα σενάρια για την ταυτότητα των δραστών δεν λείπει βεβαίως και η παράμετρος των αντεξουσιαστών: Ο Βασίλης Παλαιοκώστας στην απαγωγή Μυλωνά είχε ως συνεργούς πρόσωπα που ήταν γνωστά για τη δράση τους στον συγκεκριμένο χώρο, ενώ ο ίδιος θεωρείται η ζωντανή απόδειξη των συγκοινωνούντων δοχείων ποινικών – αντεξουσιαστών. Αντίστοιχα, συνεργασία ποινικών και αντεξουσιαστών είδε η ΕΛ.ΑΣ. στην απόπειρα απαγωγής του εφοπλιστή Κίκου Μαρτίνου: το σχέδιο των απαγωγέων στην περίπτωσή του είχε ναυαγήσει χάρη στην ψυχραιμία που είχε επιδείξει το παρ’ ολίγον θύμα, έχοντας λάβει σχετική εκπαίδευση. Οι αστυνομικοί παράλληλα μελετούν προσεκτικά τον τρόπο δράσης των απαγωγέων του Μιχάλη Λεμπιδάκη για να βρουν ομοιότητες και στοιχεία που θα μπορέσουν να κατευθύνουν τις έρευνες την επόμενη στιγμή από τη λήξη της επώδυνης ομηρίας του επιχειρηματία.