Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ιστορικό υπόβαθρο της επιλογής του Ελληνα πρωθυπουργού να βρεθεί στο Τάρπον Σπρινγκς ανήμερα των Φώτων. Το ένα ρίζωμα στον χρόνο αυτής της επίσκεψης έχει να κάνει με τη συγκεκριμένη πόλη της Φλόριντα, πλησίον της Τάμπα.
Ενα νήμα που συνδέει το σήμερα με την τοπική παράδοση σχετίζεται με την υπόσταση του Τάρπον Σπρινγκς ως μία ελληνική αποικία στις ΗΠΑ – και όχι σαν άλλο ένα πολυάνθρωπο κέντρο του παροικιακού ελληνισμού στην Αμερική, το οποίο απλώς γιορτάζει τα Θεοφάνια κατά τον παραδοσιακό, αυθεντικά ελληνορθόδοξο τρόπο. Επιπλέον ξεχωριστή και ασυνήθιστη είναι η ιστορία του Τάρπον Σπρινγκς με την εξ επί τούτου μεταφορά των Ελλήνων σφουγγαράδων, για πρώτη φορά το 1905, από τα νησιά του Αιγαίου στην ανατολική πλευρά του Κόλπου του Μεξικού. Το Τάρπον Σπρινγκς, το σημείο του αμερικανικού χάρτη όπου απαντάται το πολυπληθέστερο ελληνικό στοιχείο από οπουδήποτε αλλού στην επικράτεια των ΗΠΑ, είναι η «Πόλη των Θεοφανίων». Η ρίψη του σταυρού στη θάλασσα για τον αγιασμό των υδάτων, αλλά και το ότι παρίστανται σε αυτήν ανέκαθεν επίσημα και διακεκριμένα μέλη της ομογενειακής κοινότητας σηματοδοτούν την έναρξη ενός μικρού φεστιβάλ. Χάρη στο οποίο το Τάρπον Σπρινγκς έχει εδραιώσει τη φήμη του στην αμερικανική κοινωνία και ευρύτερα, πολύ πιο πέρα από τα όρια του απόδημου ελληνισμού.
Η επίσκεψη Βενιζέλου
Η δεύτερη ιστορική ρίζα του Τάρπον Σπρινγκς απλώνεται στο μεγαλύτερο μέρος της έκτασης ενός ολόκληρου αιώνα και συνδέει τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη με έναν από τους επιφανέστερους εκπροσώπους του οικογενειακού γενεαλογικού του δέντρου, τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Κώστας Μητσοτάκης, προπροπάππος του νυν πρωθυπουργού, ήταν ο σύζυγος της Κατίγκως Βενιζέλου, αδελφής του Βενιζέλου.
Φέτος φτάνουν τα 98 -ή 100 παρά 2- τα χρόνια που έχουν περάσει από το 1922, από τότε δηλαδή που οι Ελληνες του Τάρπον Σπρινγκς υποδέχθηκαν με έξαλλο ενθουσιασμό «περιποιούμενοι στον Ελευθέριο Βενιζέλο τιμές εθνάρχη και ήρωα». Τουλάχιστον κατ’ αυτό τον τρόπο αποτύπωνε το γεγονός το «Ελεύθερον Βήμα» στο φύλλο της 12ης Ιουνίου του 1922, αρκετό καιρό μετά την πολύμηνη περιοδεία του στις ΗΠΑ: «Η εμφάνισις του Ελευθερίου Βενιζέλου εν μέσω του Ελληνισμού της Αμερικής έγινεν αφορμή να συγκλονισθούν εκ βάθρων αι αισθηματικαί καρδίαι εκείνων των αθώων πατριωτών, και να εκραγούν προς δύο κατευθύνσεις, προς την χαράν διότι αντίκρυζαν την φυσιογνωμίαν Εκείνου, του Μεγαλουργού, και προς την θλίψιν, διότι η ιδέα της πατρίδος υπέστη ένα τόσο φοβερόν πλήγμα». Αυτά έγραφε ο Κώστας Αθάνατος, χωρίς να νιώθει την παραμικρή ανάγκη να αυτοσυγκρατηθεί στην επιδαψίλευση υπερθετικών και αποθεωτικών σχολίων για τον ηγέτη. Ο Αθάνατος λάτρευε τον Βενιζέλο και δεν το έκρυβε. Οπως βέβαια και η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» του Δημητρίου Λαμπράκη. Οσο για το «φοβερόν πλήγμα» στο οποίο αναφέρεται το άρθρο, προφανώς έχει να κάνει με τη Μικρασιατική Εκστρατεία, η οποία τον Ιούνιο του 1922 βρισκόταν ακόμη εν εξελίξει, όδευε, όμως, ολοταχώς προς την ολέθρια για τον Ελληνισμό της Ιωνίας κατάληξη το φθινόπωρο του ίδιου έτους.
Ο Κώστας Αθάνατος χαρακτηρίζει τον Βενιζέλο «Μεγάλον Εξόριστον» εφόσον είχε απομακρυνθεί από την πρωθυπουργία και την ελληνική πολιτική σκηνή μετά την εκλογική συντριβή των Φιλελευθέρων τον Νοέμβριο του 1920.
«Παλμούς εδοκίμασαν οι συμπατριώτες μας, οι σκορπισμένοι ανά τας μεγάλας και αχανείς πόλεις της ευφόρου Καλιφορνίας, όταν είδαν τον Μεγάλον Εξόριστον τόσο κοντά των να περιάγη τον υπερήφανον πόνον του», γράφει με άκρατο μελοδραματισμό στο πρωτοσέλιδο του «Ελευθέρου Βήματος» και συνεχίζει στο ίδιο ύφος: «Ησαν σκληραί στιγμές οδύνης. Ολοι είχον ποθήσει να αντικρύσουν το θεϊκόν φως που περιβάλλει την φυσιογνωμίαν του Παρακλήτου της Φυλής. Ολοι τον είχαν ονειρευθή και τον είχαν λατρεύση. Αλλά όλοι επερνούσαν τον καιρόν με την μυστικήν προσδοκίαν ότι μίαν ημέρα θα ευτυχούσαν να τον ιδούν κάτω από το λευκόν φως της πατρίδος των, θριαμβευτήν και δαφνηφόρον. Κανείς δεν εφαντάζετο ποτέ το φρικαλέον δράμα που θα εξεμηδένιζε το ωραίον όνειρον της πραγματικότητος και θα εξαπέστελλε τον Βενιζέλον, εκπατρισμένον περιηγητήν, λυπημένον ιδιώτην, εις ένα ταξείδι λήθης προς τας μακρυνάς χώρας των δύο ωκεανών…».
Πήγε στο Ταρπον Σπρινγκς γιατί εκεί ζούσε η γυναίκα τού Τομ Χανκς !