Προ των πυλών βρίσκεται η επιβολή δασμών και στα φαρμακευτικά προϊόντα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. «Σύντομα θα ανακοινώσουμε σημαντικούς δασμούς στα φάρμακα» είχε δηλώσει ο Ντόναλντ Τραμπ την περασμένη εβδομάδα και ήδη χθες, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ξεκίνησε έρευνα για τις επιπτώσεις στην εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Σημειώνεται ότι ο νόμος επιτρέπει στον εκάστοτε πρόεδρο να προχωρήσει στην επιβολή τελωνειακών δασμών σε προϊόντα, αν διαπιστωθεί πως ο όγκος των εισαγωγών τους εγείρει κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια.
Η έρευνα αυτή είναι το πρώτο βήμα ώστε ο Ντόναλντ Τραμπ να υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα για την επιβολή τελωνειακών δασμών στα φαρμακευτικά προϊόντα. Στο πλαίσιο της έρευνας, θα γίνει την Τετάρτη 16 Απριλίου πρόσκληση για σχόλια και δημόσια διαβούλευση, διαδικασία που αναμένεται να διαρκέσει έως 21 ημέρες. Η έρευνα που ανακοινώθηκε τη Δευτέρα θα περιλαμβάνει τόσο τελικά φαρμακευτικά προϊόντα όσο και πρώτες ύλες για την παραγωγή φαρμάκων, όπως δραστικές ουσίες και άλλα φαρμακευτικά συστατικά.
Στόχος του Ντόναλντ Τραμπ είναι να ενισχυθεί η παραγωγή εντός των ΗΠΑ. «Όταν ακούσουν αυτό (σ.σ. οι φαρμακευτικές εταιρείες τους δασμούς), θα φύγουν από την Κίνα. Θα φύγουν από άλλα μέρη γιατί πρέπει να πουλήσουν – το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος τους πωλείται εδώ και θα ανοίξουν τα εργοστάσιά τους (σε όλη τη χώρα)» είχε δηλώσε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Πάντως, η φαρμακευτική βιομηχανία στις ΗΠΑ έχει προειδοποιήσει ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν την πιθανότητα ελλείψεων φαρμάκων και να επιδεινώσουν την πρόσβαση των ασθενών. Ειδικά οι παραγωγοί γενοσήμων φαρμάκων τονίζουν ότι οποιαδήποτε αύξηση του κόστους μπορεί να αναγκάσει εταιρείες να εγκαταλείψουν την αγορά, καθώς δεν θα είναι εύκολο να απορροφήσουν ή να μετακυλίσουν την επιβάρυνση.
Οι δασμοί «θα ενισχύσουν μόνο τα προβλήματα που υπάρχουν ήδη στην αγορά των ΗΠΑ για οικονομικά προσιτά φάρμακα», δήλωσε στο CNN ο John Murphy, Διευθύνων Σύμβουλος της ένωσης για τα γενόσημα και τα βιοομοειδή φάρμακα «Association for Accessible Medicines». «Χωρίς ουσιαστικές ρυθμιστικές αλλαγές και αλλαγές στην αποζημίωση στην αγορά των ΗΠΑ, οι δασμοί θα επιδεινώσουν τις ελλείψεις που εμποδίζουν την πρόσβαση των ασθενών σήμερα» πρόσθεσε.
Ακόμα όμως και οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες καινοτομίας, που έχουν ισχυρή παρουσία στην αγορά και την παραγωγή των ΗΠΑ, δεν είναι σίγουρο ότι θα εγκαταλείψουν μαζικά τις εγκαταστάσεις τους στην Ευρώπη ή στην Ασία. Στην περίπτωση της Ευρώπης βέβαια, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που θέτουν υπό αμφιβολία την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων της φαρμακοβιομηχανίας, όπως είναι οι υπό διαμόρφωση αλλαγές στην ευρωπαϊκή φαρμακευτική πολιτική. Αναλυτές, πάντως, επισημαίνουν ότι «δεν μετακομίζεις την παραγωγή σε μια νύχτα». «Η παραγωγή στη φαρμακευτική βιομηχανία υπόκειται σε διάφορους ρυθμιστικούς περιορισμούς, επομένως μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να μεταφερθεί από τη μια χώρα στην άλλη», δήλωσε στο Politico η Justine Fassion, νομικός σύμβουλος διεθνούς Εμπορίου.
«Η κατασκευή ενός εργοστασίου παραγωγής από το μηδέν, διαρκεί γενικά τρία έως πέντε χρόνια. Πολύς από αυτόν τον χρόνο σχετίζεται με τις διαδικασίες αδειοδοτήσεων» προσθέτει η Marta Wosińska, ανώτερη συνεργάτιδα στο Ινστιτούτο Brookings.
Την προηγούμενη εβδομάδα, η Novartis ανακοίνωσε επένδυση ύψους 23 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε βάθος πενταετίας, στις ΗΠΑ, για την κατασκευή νέων και την επέκταση παραγωγικών εγκαταστάσεων, στο πλαίσιο της στρατηγικής της εταιρείας να μπει στην πρώτη πεντάδα της αγοράς φαρμάκου των ΗΠΑ. Ανάλογες επενδυτικές κινήσεις έχουν ανακοινώσει πρόσφατα η Eli Lilly και η Johnson & Johnson. Η Eli Lilly θα κατασκευάσει τέσσερις νέες παραγωγικές εγκαταστάσεις στις ΗΠΑ, με κόστος 27 δισ. δολάρια, ενώ η Johnson & Johnson θα επενδύσει 55 δισ. δολάρια τα επόμενα τέσσερα χρόνια για την κατασκευή τριών νέων εργοστασίων παραγωγής φαρμάκων και επεκτάσεις άλλων εγκαταστάσεων, τόσο φαρμάκων όσο και ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Η Merck (MSD στην Ευρώπη) πρόσφατα εγκαινίασε μια νέα μονάδα κόστους 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων στη Βόρεια Καρολίνα, ενώ η Novo Nordisk υλοποιεί επένδυση ύψους 4,1 δισ. δολαρίων.
Παρά τις ανακοινώσεις για μεγάλες επενδύσεις από φαρμακευτικούς κολοσσούς, η φαρμακοβιομηχανία στις ΗΠΑ προσπαθεί να πείσει την αμερικανική κυβέρνηση, τουλάχιστον να επιβάλει σταδιακά δασμούς σε εισαγόμενα φαρμακευτικά προϊόντα, αν όχι να τους αποφύγει τελείως, όπως στην πρώτη θητεία Τραμπ. Αυτό το ενδεχόμενο φαίνεται να έχει απομακρυνθεί πολύ, το αποτέλεσμα όμως σύντομα θα φανεί.