Σύμφωνα με αποκαλυπτικά στοιχεία που δημοσιεύει το Politico, το παρασκήνιο της δίωξης του Πάβελ Ντούροφ, ιδιοκτήτη του Telegram, αποκαλύπτει ενδιαφέρουσες πτυχές των σχέσεών του με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Ξαβιέ Νιέλ, συνιδιοκτήτη της εφημερίδας Le Monde.
Ο Ντούροφ συνελήφθη στις 24 Αυγούστου στο αεροδρόμιο Le Bourget του Παρισιού. Αμέσως μετά τη σύλληψή του, ενημέρωσε τους Γάλλους αστυνομικούς ότι η επίσκεψή του στη Γαλλία είχε σκοπό να συμμετάσχει σε δείπνο με τον πρόεδρο Μακρόν. Αυτή η δήλωση υποδεικνύει την σημασία των επαφών του με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας.
Ακολούθως, όταν οι αστυνομικοί τον οδήγησαν στα γραφεία του τμήματος κατά της απάτης στο προάστιο Ivry-sur-Seine, ο Ντούροφ χρησιμοποίησε το δικαίωμα που είχε για τηλεφωνική επικοινωνία προκειμένου να καλέσει τον Ξαβιέ Νιέλ. Ο Νιέλ είναι γνωστός για την επιρροή του στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας στη Γαλλία και η σχέση τους ενδέχεται να έχει σημαντικές συνέπειες για την πολιτική και επιχειρηματική σκηνή.
Ωστόσο η επίκληση στα ανώτατα κλιμάκια του γαλλικού κατεστημένου δεν τον βοήθησε. Ο Ντούροφ για τέσσερις ημέρες παρέμεινε κρατούμενος, απαντώντας σε ερωτήσεις των ανακριτών για τη μη συνεργασία με τις γαλλικές αρχές και τον σχεδόν ανύπαρκτο έλεγχο εγκληματικών ενεργειών στο Telegram, συμπεριλαμβανομένης και της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
Ο Νιέλ και ο Ντούροφ «γνωρίζονται εδώ και αρκετό καιρό», είπε στο Politico ένας Γάλλος ειδικός σε θέματα ασφαλείας, ο οποίος μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας. Ο Νιέλ από την πλευρά του αρνήθηκε να σχολιάσει τις πληροφορίες. Το δε γραφείο του Εμανουέλ Μακρόν ανέφερε πως ο Γάλλος Πρόεδρος δεν είχε ιδέα για την άφιξη του Ντούροφ.
Πίσω από τη σύλληψη του Ντούροφ δεν ήταν λίγοι αυτοί που είδαν βαθύτερα κίνητρα, εικάζοντας πως ενδεχομένως να ήταν μια προσπάθεια των δυτικών δυνάμεων να πάρουν τον έλεγχο του Telegram.
Aνώτερος αξιωματούχος των δυτικών μυστικών υπηρεσιών, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας, ισχυρίστηκε επίσης πως το Telegram μπορεί να χρησιμεύσει ως εργαλείο για τη στρατολόγηση κατασκόπων, καθιστώντας τον Ντούροφ μια προσωπικότητα βαρύνουσας σημασίας για τις αρχές. Ωστόσο, όπως σημειώνει το Politico, δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή τη θεωρία.
Η έρευνα, οι κατηγορίες και το χρονικό της δίωξης
Νομικό έγγραφο, το περιεχόμενο του οποίου αποκαλύπτει το Politico, ανέφερε πως η έρευνα σε βάρος του Ντούροφ ξεκίνησε από το τμήμα της γαλλικής αστυνομίας που είναι επιφορτισμένο για την έρευνα σχετικά με την κακοποίηση ανηλίκων (OFMIN).
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, από την έρευνα προέκυψε πως στο Telegram διακινούταν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και η πλατφόρμα δεν προχώρησε σε ενέργειες για να τερματιστούν αυτές οι εκληματικές δράσεις. Ένας πράκτορας της OFMIN, σε μυστική επιχείρηση, κατάφερε να έρθει σε επικοινωνία με έναν από τους δράστες διακίνησης παράνομου υλικού στο Telegram.
Σε επικοινωνία που είχαν, ο άνδρας παραδέχτηκε πως «ψάρευε» ανήλικα κορίτσια, τα οποία τα έπειθε να δημιουργήσουν μόνα τους «παιδική πορνογραφία» και να του στείλουν το υλικό, το οποίο εν συνεχεία «έσπρωχνε» σε άλλους χρήστες στο Telegram. Ο άνδρας, κατά τη συνομιλία με τον μυστικό πράκτορα, παραδέχτηκε επίσης πως βίασε ένα νεαρό κορίτσι.
Όταν οι γαλλικές αρχές ζήτησαν από το Telegram να δώσει στοιχεία για τον συγκεκριμένο χρήστη της πλατφόρμας δεν έλαβε κάποια απάντηση. Σημειώνεται πως ο Ντούροφ έχτισε τη φήμη και την περιουσία του υποστηρίζοντας πως η δική του πλατφόρμα ανταλλαγής μηνυμάτων και κοινωνικής δικτύωσης υπερασπίζεται την ελευθερία του λόγου και προστατεύει τα στοιχεία των χρηστών. Για αυτό εξάλλου έχει προσελκύσει πολλούς πολιτικούς αντιφρονούντες ανά τον κόσμο, αλλά και πολλούς εγκληματίες.
Οι γαλλικές αρχές έθεσαν στο μικροσκόπιο τον Πάβελ Ντούροφ, αλλά και τον αδελφό του Νικολάι, ο οποίος έχει το ρόλο του υπεύθυνου για την τεχνική υποδομή της εφαρμογής, αλλά και του αντιπροέδρου του Telegram, Ίλια Περεκόπσκι. Στις 25 Μαρτίου εκδόθηκαν τα εντάλματα για τους αδελφούς Ντούροφ. Το Politico δεν μπόρεσε να διαπιστώσει εάν έχει εκδοθεί ένταλμα και για τον Περεκόπσκι.
Η βασική κατηγορία ήταν η απροθυμία του Telegram να συνεργαστεί με τις γαλλικές αρχές. Σύμφωνα με τη Liberation υπήρξαν τουλάχιστον 2.460 αναπάντητα αιτήματα που έγιναν στο Telegram, ενώ η εισαγγελία του Παρισιού ανέφερε πως η διοίκηση της πλατφόρμας αρνήθηκε να συνεργαστεί και με τη Eurojust, τον οργανισμό συνεργασίας των κρατών μελών της ΕΕ για την ποινική δικαιοσύνη.