Πριν από λίγες ημέρες, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, αποκάλυψε ότι απέστειλε επιστολή στον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη του Ιράν, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
Το περιεχόμενο της επιστολής εστιάζει στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τις πιθανές νέες διαπραγματεύσεις σχετικά με αυτό το κρίσιμο ζήτημα. Σύμφωνα με δηλώσεις του εκπροσώπου του Υπουργείου Εξωτερικών του Ιράν, Ανουάρ Γκαργκάς, η επιστολή παραδόθηκε στην Τεχεράνη από τον διπλωματικό σύμβουλο του προεδρικού γραφείου των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Στην επιστολή του, ο Τραμπ προτείνει τη διεξαγωγή συνομιλιών για την επίτευξη μιας συμφωνίας που θα περιορίσει τις δυνατότητες της Τεχεράνης να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ υπογράμμισε ότι υπάρχουν δύο εναλλακτικές λύσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης: είτε μέσω στρατιωτικής δράσης είτε μέσω μιας συμφωνίας που θα αποτρέψει το Ιράν από την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Αυτή η δήλωση ενισχύει τη σημασία των διαπραγματεύσεων και της διπλωματίας σε μια περίοδο αυξανόμενης έντασης στη Μέση Ανατολή.
Ο Χαμενεΐ, που έχει τον τελευταίο λόγο όσον αφορά τα κρατικά ζητήματα, απάντησε αμέσως ότι η Τεχεράνη δεν θα οδηγηθεί μέσω εκφοβισμού σε συνομιλίες με «υπερβολικές απαιτήσεις και απειλές».
Η απάντηση της Τεχεράνης
Χθες Τρίτη (11.03.2025), ο Ιρανός πρόεδρος, Μασούντ Πεζεσκιάν, είπε ότι το Ιράν δεν θα διαπραγματευτεί υπό το καθεστώς απειλών και, απευθυνόμενος στον Τραμπ, ξέσπασε λέγοντας «κάνε ό,τι διάβολο θέλεις».
Ο Γκαργκάς συναντήθηκε σήμερα με τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών, Αμπάς Αραγτσί, σύμφωνα με τα ιρανικά μέσα ενημέρωσης. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου εξωτερικών του Ιράν, Εσμαΐλ Μπαγαεΐ, δεν έδωσε άλλες διευκρινίσεις για τη συνάντηση.
Τα Εμιράτα, που συνεργάζονται με τις ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας και φιλοξενούν στο έδαφός τους αμερικανικές δυνάμεις, διατηρούν επίσης θερμές σχέσεις με την Τεχεράνη. Παρά τις εντάσεις του παρελθόντος, οι εμπορικοί και επιχειρηματικοί δεσμοί των δύο χωρών παρέμειναν ισχυροί.
Αν και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας πυρηνικής συμφωνίας με την Τεχεράνη, ο Τραμπ επανέφερε την πολιτική της «μέγιστης πίεσης» που ασκούσε κατά την πρώτη θητεία του, με σκοπό να απομονώσει το Ιράν και να μηδενίσει τις εξαγωγές πετρελαίου.
Ο Τραμπ αποχώρησε το 2018 από την πυρηνική συμφωνία του 2015 που είχε συναφθεί μεταξύ του Ιράν και των μεγάλων δυνάμεων, επιβάλλοντας εκ νέου κυρώσεις στην Τεχεράνη, η οποία ανταπάντησε υπαναχωρώντας από τις πυρηνικές της δεσμεύσεις ένα χρόνο αργότερα.