Τη στενή και ιδιαίτερη σχέση του τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με το Ισλάμ και τον θαυμασμό του για τον Αυτοκράτορα Σελίμ αναλύει το έγκυρο περιοδικό Time, τονίζοντας ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι ανησυχίας για ολόκληρο τον κόσμο.
Η ανάλυση παραθέτει τα πρόσφατα γεγονότα, ξεκινώντας από τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, τη μετατροπή σε τζαμί της Μονής της Χώρας, την ανακοίνωση ανακάλυψης κοιτάσματος φυσικού αερίου στη Μαύρη Θάλασσα και τελευταία την υποδοχή αντιπροσωπείας της παλαιστινιακής οργάνωσης Χαμάς στην Άγκυρα στη σκιά της ανακοίνωσης συμφωνίας ανάμεσα στο Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η εκτίμηση του αρθρογράφου Άλαν Μικχαϊλ, καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Yale, είναι ότι όλες οι παραπάνω κινήσεις εντάσσονται σε ένα πλαίσιο προώθησης του ισλαμικού οράματος του Ερντογάν στον κόσμο.
«Η επαναφορά του Ισλάμ στο εσωτερικό πηγαίνει χέρι-χέρι με τη διασφάλιση φυσικών πόρων και την επιβολή της δύναμης της Τουρκίας στο εξωτερικό. Πάει όμως μαζί και με την καταπίεση στο εσωτερικό. Οι δημοκρατικοί άνθρωποι στην Τουρκία, τη Μέση Ανατολή και όλον τον κόσμο θα πρέπει να ανησυχούν» υποστηρίζει ο καθηγητής.
Ο Ερντογάν σε ρόλο… Σελίμ Ι’
Όπως επισημαίνει «πολλά έχουν γραφτεί για τις προσπάθειες του Ερντογάν να ‘αναστήσει’ την Οθωμανική Αυτοκρατορία ή να ορίσει τον εαυτό του ως σουλτάνο. Υπάρχει αλήθεια εδώ. Αλλά για να κατανοήσουμε την πολιτική ατζέντα και τον ορίζοντα του Ερντογάν πρέπει να είμαστε συγκεκριμένοι για το ποιος οθωμανός σουλτάνος προσπαθεί να είναι ο Ερντογάν. Είναι ο ένατος σουλτάνος της αυτοκρατορίας, Σελίμ ο I’».
Ο Σελίμ πέθανε το 1520, πριν 500 χρόνια. Στα χρόνια του η Οθωμανική Αυτοκρατορία από περιφερειακή δύναμη έγινε παγκόσμια αυτοκρατορία.
«Θα πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση για τον εναγκαλισμό του οράματος του Σελίμ από τον Ερντογάν. Το όραμα αυτό οδήγησε σε πολέμους, στην απόπειρα εξαφάνισης εθνικών μειονοτήτων και στο μονοπώλιο των παγκόσμιων οικονομικών πηγών. Ο Ερντογάν μαζί με την προσπάθειά του να μονοπωλήσει τα κοιτάσματα φυσικού αερίου γύρω από την Τουρκία, έχει κάνει πολεμικές εξορμήσεις στη Λιβύη, τη Συρία και την Υεμένη ενώ στο εσωτερικό καταδιώκει τις κοινότητες των Σιιτών, των Κούρδων, των Χριστιανών, των δημοσιογράφων, των γυναικών και των αριστερών» προσθέτει ο καθηγητής Ιστορίας.
Σύμφωνα με τον ίδιο «ενώ κάθε ηγέτης της σύγχρονης Τουρκίας έχει κρατήσει αποστάσεις από την κληρονομία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και το Ισλάμ προκειμένου να παρουσιάσει ένα πιο δυτικό, μοντέρνο και κοσμικό πρόσωπο της τουρκικής δημοκρατίας, ο Ερντογάν είναι ο πρώτος που έχει αγκαλιάσει το οθωμανικό παρελθόν και την ισλαμική κληρονομία. Αν ο Σελίμ ήταν ο πρώτος Οθωμανός που ήταν σουλτάνος και χαλίφης, ο Ερντογάν είναι ο πρώτος δημοκρατικός ηγέτης που ισχυρίζεται ότι κατέχει και τους δύο τίτλους».
Στο σημείο αυτό επισημαίνει πως «η αναδημιουργία ενός πολιτικού προγράμματος παρόμοιου με το Σελίμ είναι επικίνδυνη προοπτική για την Τουρκία και τη Μέση Ανατολή και τον κόσμο. Για να γίνει η Τουρκία οθωμανική απαιτείται και πάλι το είδος της βίας, της λογοκρισίας και της βιτριολικής συμπεριφοράς που ο Ερντογάν έχει αποδείξει ότι είναι έτοιμος να χρησιμοποιήσει».
«Το καθολικό μάθημα εδώ είναι ότι το κάλεσμα για επιστροφή στο θεωρούμενο ως μεγαλείο, γίνεται με τον εναγκαλισμό επιλεκτικά αμφιλεγόμενων ιστορικών προσωπικοτήτων, μπερδεύοντας την ιστορία τους και αυξάνοντας το μίσος και τη διαίρεση» καταλήγει το άρθρο.