Σοβαρή καταγγελία, η οποία ήδη ερευνάται στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης που διέταξε η Εισαγγελία Βόλου, φέρνει στο φως υπόθεση ενδεχόμενης εξαπάτησης και παράνομης μεταβίβασης επιχείρησης, με θύμα γυναίκα με σοβαρό ψυχιατρικό ιστορικό, η οποία φέρεται να εντάχθηκε εν αγνοία της ως νόμιμη εκπρόσωπος και διαχειρίστρια εταιρείας με οικονομικές εκκρεμότητες.
Σύμφωνα με την καταγγελία, που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το THE NEWSPAPER, το φερόμενο ως θύμα, κάτοικος περιοχής της Μαγνησίας, ξεκίνησε προσωπική σχέση με πρόσωπο που ασκούσε επαγγελματική δραστηριότητα στον χώρο των μεταφορών. Λίγους μήνες αργότερα, ο καταγγελλόμενος την ενημέρωσε για μια θέση εργασίας στην επιχείρησή του και της πρότεινε να την αναλάβει, αφού –όπως της ανέφερε– επρόκειτο να απομακρύνει προϋπάρχουσα εργαζόμενη για λόγους κακής συμπεριφοράς.
Όπως περιγράφεται στο υπόμνημα που κατατέθηκε στις αρμόδιες αρχές, η γυναίκα οδηγήθηκε στο λογιστικό γραφείο που συνεργαζόταν ο επιχειρηματίας, όπου της ζητήθηκε να υπογράψει έγγραφα χωρίς να της εξηγηθεί το περιεχόμενό τους. Εξαιτίας της ψυχολογικής της κατάστασης και της εμπιστοσύνης που έτρεφε στον καταγγελλόμενο, υπέγραψε χωρίς να γνωρίζει ότι στην πραγματικότητα αναλάμβανε τη διαχείριση και την εκπροσώπηση εταιρείας, η οποία είχε ήδη οφειλές και οικονομικές εκκρεμότητες. Σύμφωνα με την έρευνα του THE NEWSPAPER η εταιρεία ιδρύθηκε από άλλη γυναίκα, κάτοικο Λαμίας με αρχικό κεφάλαιο 3.000 ευρώ σε 30 μετοχές και μεταβιβάστηκε παρανόμως, αφού είχε ήδη χρέη χιλιάδων ευρώ!
Η αποκάλυψη της υπόθεσης ήρθε στο φως όταν η Βολιώτισσα χρειάστηκε να εκδώσει φορολογική ενημερότητα για προσωπική της υπόθεση και τότε ενημερώθηκε από τις φορολογικές αρχές πως φαινόταν ως μοναδική εταίρος, διαχειρίστρια και νόμιμη εκπρόσωπος εταιρείας, η οποία είχε στο παρελθόν άλλη ονομασία και άλλο διαχειριστή. Από τις 3 Δεκεμβρίου 2024, χωρίς να έχει ουδεμία συμμετοχή στις δραστηριότητες της εταιρείας, φαινόταν ως υπεύθυνη φυσική παρουσία, την ώρα που –κατά τους ισχυρισμούς της– οι πραγματικές διαχειριστικές ενέργειες γίνονταν αποκλειστικά από τον καταγγελλόμενο και τον συνεργαζόμενο λογιστή.
Ενδεικτικό είναι ότι ουδέποτε της κοινοποιήθηκαν κωδικοί του TAXISNET ή τραπεζικοί λογαριασμοί, ενώ δεν είχε γνώση για την τιμολόγηση πελατών, την κίνηση των λογαριασμών ή την οικονομική κατάσταση της εταιρείας. Παράλληλα, σημειώνεται πως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο που δηλώθηκε επίσημα για την εταιρεία ανήκε στον φερόμενο πραγματικό διαχειριστή.
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες που έκανε το φερόμενο θύμα, μέσω και συγγενικού της προσώπου, για να παύσει η λειτουργία της εταιρείας και να προχωρήσει σε εκκαθάριση, φέρεται να αντιμετώπισε αδιαφορία και υπεκφυγές από τον λογιστή, ο οποίος –σύμφωνα με την καταγγελία– επιχείρησε να την πείσει να ανοίξει νέο τραπεζικό λογαριασμό στο όνομά της για να διευκολυνθεί οικονομικά ο καταγγελλόμενος, υποσχόμενος παράλληλα ρύθμιση της κατάστασης μέσω “γνωριμιών στην εφορία”.
Σημαντική διάσταση της υπόθεσης αποτελεί η παραδοχή της καταγγέλλουσας ότι ακολουθεί βαριά φαρμακευτική αγωγή για ψυχιατρικά προβλήματα, γεγονός που –όπως υποστηρίζει– την καθιστά ευάλωτη σε πιέσεις και χειρισμούς, ενώ οι ενέργειες των εμπλεκόμενων προσώπων συντελέστηκαν με πλήρη γνώση της κατάστασής της.
Η υπόθεση ερευνάται πλέον από τη Δικαιοσύνη, μετά την προσφυγή της καταγγέλλουσας στις φορολογικές αρχές, σε τράπεζα και εν τέλει στην Εισαγγελία, η οποία και διέταξε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για να διαπιστωθεί η βασιμότητα των καταγγελιών και η ενδεχόμενη τέλεση ποινικών αδικημάτων.
Πηγή: thenewspaper.gr