Η κλιμάκωση της εμπορικής αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας με την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για την επιβολή δασμών 104% στον ασιατικό γίγαντα επηρέασε το κλίμα στη Wall Street.
Συγκεκριμένα, ο Dow Jones έκλεισε με νέα κάμψη 0,84% στις 37.645 μονάδες, ο S&P 500, έπειτα από αυξομειώσεις, έχασε τελικά και το όριο των 5.000 μονάδων, στις 4.982, με πτώση 1,57% και ο Nasdaq από πρωταγωνιστής του ράλι μετατράπηκε σε πρωταγωνιστή της διολίσθησης, με «βουτιά» 2,15%, στις 15.267 μονάδες.
Μια αποτυχημένη έκδοση αμερικανικών τίτλων, που υποδηλώνει «χλιαρή» ζήτηση, προκάλεσε άνοδο των μακροπρόθεσμων αποδόσεων και σηματοδότησε την πιο ασταθή μέρα για την αγορά ομολόγων από την εποχή της πανδημίας. Ενδεικτικά, η απόδοση του 10ετούς κέρδισε περίπου δέκα μονάδες ανεβαίνοντας στο 4,249%.
H συνεδρίαση της αγοράς είχε ξεκινήσει με ισχυρά κέρδη στους δείκτες, που αντέδρασαν μετά το ισχυρότερο τριήμερο sell off στην αμερικανική αγορά από το 2020 και την πανδημία του κορωνοϊού. Το κλίμα ωστόσο άλλαξε άρδην, μετά την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, ενώ από την πλευρά του, το Πεκίνο είχε ξεκαθαρίσει νωρίτερα ότι «δεν θα δεχθεί ποτέ τον εκβιασμό» των ΗΠΑ, χαρακτηρίζοντας την απειλή Τραμπ ως μονομερή και επιθετική, και επιβεβαίωσε την πρόθεσή του να επιβάλει αντίμετρα σε οποιοδήποτε επιπλέον πακέτο δασμών.
Η εξέλιξη αυτή απογοήτευσε τους επενδυτές, που ήλπιζαν ότι οι δηλώσεις και διαβεβαιώσεις για διαπραγματεύσεις με τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, θα οδηγούσαν σταδιακά σε επαναφορά των δασμών σε χαμηλότερα επίπεδα. Φευ! Η κλιμακούμενη σινο-αμερικανική αντιπαράθεση περιπλέκει το τοπίο.
Σε κάθε περίπτωση, με τόσα πολλά ασαφή δεδομένα σχετικά με το πού θα οδηγήσει ο εμπορικός πόλεμος, οι στρατηγικοί αναλυτές της Wall Street αναλογίζονται πόσο περισσότερη πίεση θα μπορούσαν να αντέξουν οι μετοχές, συμπεριλαμβανομένου του ότι ο S&P 500 θα μπορούσε να πέσει σχεδόν στο μισό από το ιστορικό υψηλό της 19ης Φεβρουαρίου.
Ο Μάθιου Μάλεϊ, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής αγοράς της Miller Tabak, δήλωσε ότι μια πτώση του S&P 500 τους επόμενους μήνες έως τις 4.300 μονάδες είναι «πολύ πιθανή» και ότι μια πτώση έως τις 4.000 μονάδες ή και χαμηλότερα δεν αποκλείεται. Πέρα από την εμπορική αναταραχή, όπως ανέφερε, οι αγορές ήταν υπερβολικά αισιόδοξες για τις βραχυπρόθεσμες δυνατότητες κέρδους από την τεχνητή νοημοσύνη και δεν είχαν λάβει σωστά υπόψη τους την εξασθένηση της καταναλωτικής συμπεριφοράς.
Τα χειρότερα σενάρια ορισμένων αναλυτών προβλέπουν πως ο S&P 500 θα πέσει έως και περίπου 50% από το ιστορικό του υψηλό, κάτι που θα ήταν παρόμοιο με τα επακόλουθα του σκασίματος της φούσκας των dot-com το 2000.
Η συνδυασμένη πτώση του S&P 500 κατά 10,5% την περασμένη Πέμπτη και την Παρασκευή ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη διήμερη πτώση του δείκτη από το 1950, σύμφωνα με τον Κιθ Λέρνερ, της Truist Advisory Services. Οι μεγαλύτερες διήμερες πτώσεις σημειώθηκαν τον Μάρτιο του 2020, όταν χτύπησε η πανδημία, τον Νοέμβριο του 2008, κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και το 1987, το διήμερο που περιλάμβανε τη «Μαύρη Δευτέρα» της Wall Street.
Παρά τις άγριες διακυμάνσεις της Δευτέρας, ο S&P 500 έκλεισε με πτώση μόλις 0,2%. Παρά ταύτα, ο δείκτης μεταβλητότητας Cboe κατέγραψε το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε ετών.