D-DAY: Απόβαση στη Νορμανδία – Η συμβολή του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού

Κοινοποίηση:
dday

 

6 Ιουνίου 1944. 160.000 στρατιώτες των Συμμάχων κάνουν απόβαση στη Νορμανδία.”Δεν θα δεχτούμε τίποτα λιγότερο από τον απόλυτο θρίαμβο”,είναι το σύνθημα του Αμερικανού στρατηγού Αϊζενχάουερ. 5000 πλοία μετέφεραν τα συμμαχικά στρατεύματα εκείνη την ημέρα.Ήταν η D DAY.

Μεταξύ των πλοίων και αυτά του Ελληνικού ΠΝ. Οι κορβέτες Τομπάζης και Κριεζής.

Επιχείρηση «Overlord» (Κυρίαρχος)
Οι Πρώτες Συμμαχικές Ενέργειες

Οι Βρετανοί, σχεδόν μετά την αποχώρησή τους από τη Δουγκέρκη, τον Ιούνιο του 1940, είχαν προβλέψει μια πιθανή απόβαση στην κατεχόμενη Γαλλία, με σκοπό την προσβολή του γερμανικού εδάφους. Υλοποίηση της προβλέψεως αυτής αποτέλεσε ο σχηματισμός της «Διοικήσεως Συνδυασμένων Επιχειρήσεων», της οποίας σκοπός ήταν η μελέτη και η επίλυση των προβλημάτων των αμφίβιων επιχειρήσεων.

Αν και η απόβαση βρετανικών στρατευμάτων στην Ευρώπη, πριν ακόμη εισέλθει η Αμερική στον πόλεμο, είχε πολύ περισσότερες πιθανότητες πραγματοποιήσεως, παρ’ όλα αυτά είχε συνταχθεί σχέδιο εισβολής με τίτλο «Roundup» (Μάντρωμα),  βασιζόμενο σε ελάχιστα μέσα και δυνάμεις. Το σχέδιο αυτό είχε εκπονηθεί κυρίως για την εκμετάλλευση ενδεχόμενης γερμανικής εξασθενήσεως και υπό την προϋπόθεση ότι οι Γερμανοί θα απέσυραν τις δυνάμεις κατοχής από τη Γαλλία, για να ενισχύσουν την άμυνα του εδάφους τους. Το ίδιο σχέδιο προέβλεπε απόβαση εκατέρωθεν της Χάβρης με σκοπό τη διατάραξη του ρυθμού συμπτύξεως του γερμανικού στρατού.

Σε διασυμμαχική σύσκεψη στις ΗΠΑ (Ιανουάριος 1942) αποφασίσθηκε ο σχηματισμός του «Διασυμμαχικού Συμβουλίου Επιτελαρχών», με έδρα την Ουάσιγκτον. Το Συμβούλιο αυτό αποτέλεσαν οι Αρχηγοί των Μικτών Επιτελείων ΗΠΑ-Βρετανίας. Καθόριζε την ακολουθητέα στρατηγική και υπαγόταν απευθείας στους Ρούσβελτ και Τσώρτσιλ. Τα αρμόδια Επιτελεία των Συμμάχων, στα πλαίσια των οποίων λειτουργούσε μικτό τμήμα σχεδιάσεως, σχεδίαζαν λεπτομερώς τις αποφασιζόμενες επιχειρήσεις. Επίσης, έγινε αποδεκτό, ότι ο πόλεμος μπορούσε να λήξει μόνο με την ήττα της Γερμανίας. Κατόπιν αυτού, αποφασίσθηκε να διατεθούν μόνον οι αναγκαίες δυνάμεις στα λοιπά μέτωπα και η κύρια προσπάθεια να στραφεί κατά της Γερμανίας. Από τότε αρχίζει η συγκέντρωση δυνάμεων, υλικών και ειδικών μέσων στην Αγγλία, τα οποία προορίζονταν για την εισβολή.

Συγκέντρωση Επιτελείου Σχεδιάσεως της Επιχειρήσεως «Κυρίαρχος»
Τον Ιανουάριο του 1943, στη Συνδιάσκεψη της Καζαμπλάνκα, αποφασίσθηκε η ίδρυση Μικτού Συμμαχικού Επιτελείου (ΜΣΕ) υπό Βρετανό Αξιωματικό για την κατάστρωση των τελικών σχεδίων της επιχειρήσεως. Ακολούθως, αυτό θα αποτελούσε τον πυρήνα του Ανωτάτου Στρατηγείου, το οποίο θα είχε τη διεύθυνση της αποβάσεως. Το Επιτελείο αυτό άρχισε τις εργασίες του στο Λονδίνο υπό το Βρετανό Στρατηγό Φ. Μόργκαν.

Το ΜΣΕ ανέλαβε, επίσης, και το έργο του συντονισμού των καταδρομικών ενεργειών στις ακτές της Ευρώπης. Τον Αύγουστο του 1943 σχεδιάσθηκε η καταδρομή στην περιοχή του γαλλικού λιμένα της Διέππης, στην οποία έλαβαν μέρος 253 πλοία και 6.000 άνδρες. Επρόκειτο για μια μικρογραφία αποβάσεως, κατά την οποία δοκιμάσθηκε τόσο το πλοίο  LCT, που είχε κατασκευασθεί πρόσφατα, για την απόβαση αρμάτων, όσο και η δυνατότητα καταλήψεως λιμένα με απευθείας απόβαση. Οι Γερμανοί αντέδρασαν με τρόπο πολύ έντονο. Από την αποβατική δύναμη 1.000 άνδρες δεν κατόρθωσαν να αποβιβασθούν και μετά από 9 ώρες η αποβατική δύναμη συμπτύχθηκε υπό ισχυρή πίεση, αφού εγκατέλειψε 2.000 αιχμαλώτους και 1.000 νεκρούς.  Η καταδρομή της Διέππης απέτυχε, αλλά οι Σύμμαχοι αποκόμισαν απ’ αυτήν πολύτιμη πείρα για την τακτική των αμφίβιων επιχειρήσεων.

Ημερομηνία Εισβολής

Αρχικά αποφασίσθηκε να γίνει η επιχείρηση αυτή το Μάιο του 1943. Λόγω, όμως, της δυσμενούς εξελίξεως του πολέμου στην Αφρική, καθώς και της ανάγκης αποστολής εκεί Αμερικανικών Στρατευμάτων, η επιχείρηση αναβλήθηκε προσωρινά. Μετά τις επιχειρήσεις στη Βόρεια Αφρική διαπιστώθηκαν διαφορές απόψεων μεταξύ των Συμμάχων. Ο Τσώρτσιλ υποστήριζε την έμμεση προσβολή της Γερμανίας μέσω Βαλκανίων ή Ιταλίας. Αντίθετα, οι Αμερικανοί επέμεναν στην άμεση προσβολή της δια του Στενού της Μάγχης. Τελικά, κατά τη συνδιάσκεψη της Τεχεράνης (Νοέμβριος 1943), μετά από απαίτηση και του Στάλιν, αποφασίσθηκε να πραγματοποιηθεί οπωσδήποτε η επιχείρηση. Ως D ημέρα, δηλαδή Ημέρα Αποβάσεως ορίσθηκε η 1η Μαΐου 1944. Το Δεκέμβριο 1943 διορίσθηκε Ανώτατος Διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων ο Αμερικανός Στρατηγός Αϊζενχάουερ και Υποδιοικητής ο Βρετανός Στρατηγός Τέντερ.

Μετά από πρόταση του Βρετανού Στρατηγού Μοντγκόμερυ, ο Στρατηγός Αϊζενχάουερ δέχθηκε να διευρυνθεί ο χώρος αποβάσεως και να αυξηθούν οι δυνάμεις εφόδου. Ακολούθως, για να συγκεντρωθούν τα απαιτούμενα επιπρόσθετα μέσα, αναβλήθηκε η απόβαση για την 1η Ιουνίου 1944. Η αναβολή αυτή ήταν ευνοϊκή από στρατηγικής πλευράς, επειδή η επιχείρηση θα συνδυαζόταν με ταυτόχρονη έναρξη ρωσικής επιθέσεως στο Ανατολικό Μέτωπο. Το Μάιο, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, η D ημέρα αναβλήθηκε για την 5η Ιουνίου και, τέλος, για την 6η Ιουνίου.

Ακτή Αποβάσεως

Οι επιτελείς του ΜΣΕ μελέτησαν κάθε ακτή αποβάσεως στη Δυτική Ευρώπη υπό το πρίσμα των εξής προϋποθέσεων:

Να βρίσκεται στην εμβέλεια των φίλιων μαχητικών αεροσκαφών, που ενεργούσαν από βρετανικές βάσεις και να διαθέτει αεροδρόμια ή χώρους κατάλληλους για αεροδρόμια.
Οι οχυρώσεις και οι δυνάμεις των Γερμανών σ’ αυτήν την ακτή να είναι ασθενείς.
Να είναι κοντά σε λιμένες επιβιβάσεως και φορτώσεως. Να διαθέτει μεγάλο λιμένα, ταχέως καταλαμβανόμενο από τους Συμμάχους, ή κατάλληλες ακτές για εκφόρτωση εφοδίων για μακρό χρονικό διάστημα και, επιπλέον, να διαθέτει οδούς προσπελάσεως προς το εσωτερικό της Γαλλίας.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι Σύμμαχοι κατέληξαν στις ακτές του Πα-Ντε-Καλαί, βόρεια του Σηκουάνα, και στις ακτές της Νορμανδίας. Επειδή η Νορμανδία ήταν  λιγότερο οχυρωμένη και την κατείχαν περιορισμένες γερμανικές δυνάμεις, οι δε ακτές της ήταν περισσότερο υπήνεμες, κυρίως διότι βρισκόταν σε έκκεντρη θέση ως προς τις γερμανικές εφεδρείες και, τέλος, επειδή αυτή η περιοχή μπορούσε να απομονωθεί με την καταστροφή των γεφυρών Σηκουάνα και Λείγηρος, οι Σύμμαχοι, όπως ήταν επόμενο, την επέλεξαν ως χώρο αποβάσεως της επιχειρήσεως.

Περιγραφή του Χώρου Αποβάσεως
Ο χώρος αποβάσεως και η ευρύτερη περιοχή της επιχειρήσεως «Κυρίαρχος» περιλαμβάνονται μεταξύ των ανατολικών ακτών της χερσονήσου Κοταντέν και του ποταμού Ορν, έχει ανάπτυγμα 100 χλμ. περίπου και χωρίζεται στα εξής πέντε εδαφικά διαμερίσματα:

Το βόρειο τμήμα της Χερσονήσου Κοταντέν, το οποίο είναι λοφώδες και περιέχει το λιμάνι του Χερβούργου. Τα 2/3 του λαιμού της Χερσονήσου αποφράσσουν ελώδεις εκτάσεις και ο ποταμός Ντουβ.
Το νότιο τμήμα της Χερσονήσου Κοταντέν, το οποίο είναι επίπεδο, χαμηλό και ελώδες.
Ο επάκτιος διάδρομος μεταξύ των ακτών και του ποταμού Ωρ, ο οποίος είναι υπερυψωμένος και αποτελεί το σύνδεσμο μεταξύ των άλλων εδαφικών διαμερισμάτων.
Το λοφώδες και γεμάτο δάσος έδαφος, που βρίσκεται προς τα νότια της Χερσονήσου και του ποταμού Ωρ.
Το αναπτυγμένο έδαφος της Καέν, κατάλληλο τόσο για προσγειώσεις αεροσκαφών, όσο και για ελιγμούς αρμάτων.
Το οδικό δίκτυο της περιοχής είναι αρκετά πλούσιο. Αν εξαιρεθεί η Καέν, το υπόλοιπο εδαφικό διαμέρισμα, όπου έγινε η απόβαση, διαθέτει πολλούς θαμνοφράκτες, δηλαδή αναχώματα (ύψ. 1-1½ μ. περίπου), επί των οποίων υπάρχουν διάφοροι θάμνοι που   περιορίζουν την παρατήρηση, καθιστούν δυσχερή την κίνηση των αρμάτων και δεν επιτρέπουν την κίνηση των τροχοφόρων, καθώς και τους ελιγμούς. Αντίθετα, ευνοούν την άμυνα  τμημάτων πεζικού.

Είναι δυνατό να λεχθεί, ότι αυτός ο χώρος αποβάσεως ήταν ο πιο κατάλληλος για την πραγματοποίηση αυτής της αποφασιστικής επιχειρήσεως των Συμμάχων. Πράγματι, τόσο οι ακτές και ο ευρύτερος χερσαίος χώρος της Νορμανδίας, όσο και η γενικότερη διάταξη των εκεί γερμανικών δυνάμεων, συγκέντρωναν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις που έπρεπε να υπάρχουν και στη σχεδίαση και στην υλοποίηση της γιγαντιαίας αυτής αποβάσεως των Συμμάχων μέσω του Στενού της Μάγχης.

Δυνάμεις και Διάταξη Γερμανών
Χερσαίες Δυνάμεις

Ο Γερμανός Αρχιστράτηγος του Δυτικού Μετώπου Φον Ρούντστεντ, για την αντιμετώπιση της συμμαχικής αποβάσεως, διέθετε 58 μεραρχίες, από τις οποίες 33 ήταν, είτε στατικές είτε εφεδρικές, κατάλληλες μόνο για να χρησιμοποιηθούν σε περιορισμένη άμυνα, ενώ οι υπόλοιπες 25 μεραρχίες ήταν πρώτης κατηγορίας. Κατανέμονταν σε 13 Πεζικού, 2 Αλεξιπτωτιστών, 5 Τεθωρακισμένων, 4 Τεθωρακισμένων SS και σε μία τεθωρακισμένη. Η μαχητική ισχύς των στατικών μεραρχιών ήταν πολύ περιορισμένη, δεν είχαν την απαραίτητη δύναμη και το προσωπικό τους ήταν χαμηλού επιπέδου.

Ναυτικές και Αεροπορικές Δυνάμεις

Το Ναυτικό Συγκρότημα Δύσεως υπό το Ναύαρχο Κράνκε περιλάμβανε στολίσκο αντιτορπιλλικών, 2 τορπιλλοβόλα, 5 στολίσκους μικρών τορπιλλακάτων (30 σκάφη), λίγα ναρκαλιευτικά και περιπολικά σκάφη. Υπήρχαν 15 υποβρύχια μικρού εκτοπίσματος σε γαλλικούς λιμένες. Υποβρύχια μικρού εκτοπίσματος και τηλεκατευθυνόμενες τορπίλλες ήταν υπό κατασκευή, αλλά δε χρησιμοποιήθηκαν στη μάχη. Στις ακτές είχαν εγκατασταθεί παράκτιες πυροβολαρχίες, η σημαντικότερη των οποίων είχε εγκατασταθεί στο Πουάν-Ντυ-Ουέ. Δύο πυροβολαρχίες 240 χιλ., μία στη Φερμανβίλ και μία στη Χάβρη, κάλυπταν τις γραμμές πλεύσεως και περιοχές εφόδου. Στη Νορμανδία υπήρχαν 47 επάκτια πυροβόλα, από τα οποία 27 σε θέσεις κατασκευασμένες από σκυρόδεμα.

Κατά την αρχή του έτους 1944 σημειώθηκε ένταση στη παραγωγή μαχητικών αεροσκαφών. Οι Γερμανοί όμως αντιμετώπιζαν πρόβλημα επάρκειας καυσίμων λόγω καταστροφής των εγκαταστάσεων παραγωγής συνθετικής βενζίνης αεροπλάνων. Από τα 400 αεροσκάφη των Γερμανών μόνο τα 200 ήταν διαθέσιμα, για να αντιμετωπίσουν τις αεροπορικές δυνάμεις των Συμμάχων, ενώ ο Γερμανικός Στρατός αντιμετώπιζε μόνος τις μαζικές κρούσεις των συνδυασμένων όπλων των Συμμάχων.

Αμυντικές Οργανώσεις

Το Μάρτιο του 1942 ο Χίτλερ εξέδωσε την υπ’ αρ. 42 διαταγή επιχειρήσεων για την άμυνα της Δύσεως. Με αυτήν καθοριζόταν και η εκτέλεση αμυντικών έργων επί των ακτών («Τείχος Ατλαντικού»), όπου θα αναχαιτιζόταν οποιαδήποτε συμμαχική απόβαση. Στις πιθανές ακτές αποβάσεως μεγάλης κλίμακας προβλεπόταν η κατασκευή οχυρωματικών έργων ευρείας εκτάσεως. Σε άλλα σημεία των ακτών, όπου μπορούσαν να γίνουν περιορισμένες αποβάσεις, θα υπήρχαν στηρίγματα συνδεόμενα μεταξύ τους με πυρά επάκτιων πυροβολαρχιών, ενώ περίπολοι θα επιτηρούσαν τις λοιπές ακτές.

Επειδή οι Γερμανοί πίστευαν ότι πιθανόν οι Σύμμαχοι θα επιχειρούσαν την απόβασή τους στο Πα-Ντε-Καλαί, οχύρωσαν πλήρως και επάνδρωσαν επαρκώς την περιοχή εκείνη. Παρ’ όλα αυτά, ούτε η αμυντική οργάνωση της Νορμανδίας είχε γίνει με την αρμόζουσα επιμέλεια, ούτε τα προγραμματισμένα έργα έγιναν όλα. Βελτίωση της οχυρώσεως αυτής άρχισε να παρατηρείται, όταν ο Στρατάρχης Ρόμμελ ανέλαβε τη διοίκηση της Ομάδας Στρατιών «Β».

Διάταξη Μονάδων

Οι γερμανικές μεραρχίες είχαν συγκροτηθεί σε δύο Ομάδες Στρατιών. Ομάδα «G» στη Νότια Γαλλία (1η και 19η Στρατιές) και Ομάδα «Β» με την 7η Στρατιά (Στρατηγός Ντόλμαν -74ο και 84ο ΣΣ) στις χερσονήσους Βρετάνης και Νορμανδίας και την 15η Στρατιά βόρεια του Σηκουάνα. Το 84ο ΣΣ (υπό το Στρατηγό Μαρνς) είχε αναλάβει την άμυνα των ακτών της Νορμανδίας, όπου είχε διατάξει τις μονάδες του.

Προβλήματα Διοικήσεως

Η γερμανική άμυνα έπασχε λόγω ελλείψεως ενοποιημένης Διοκήσεως. Ο Ρούντστεντ, αν και Αρχιστράτηγος, δεν ήλεγχε το Ναυτικό και την Αεροπορία της Δύσεως, επομένως δεν είχε τη δυνατότητα να συντονίζει τις επιχειρήσεις των τριών κλάδων. Το Ναυτικό ασκούσε τον έλεγχο στις επάκτιες πυροβολαρχίες, η Αεροπορία στους αλεξιπτωτιστές και στις αντιαεροπορικές πυροβολαρχίες, οι δε τεθωρακισμένες μεραρχίες ελέγχονταν από την Ανώτατη Διοίκηση. Ο διορισμός του Ρόμμελ ως Διοικητή της Ομάδας Στρατιών «Β» και οι αρμοδιότητες που του είχαν εκχωρηθεί υπήρξαν περιοριστικά στοιχεία ως προς το διοικητικό ρόλο του Ρούντστεντ. Με τον τρόπο αυτό, η οργάνωση της Διοικήσεως χώλαινε, με αποτέλεσμα τη σύγκρουση αρμοδιοτήτων, πράγμα που κυρίως επέφερε τη γερμανική ήττα.

Η άμυνα των Γερμανών στη Νορμανδία παρουσίαζε μειωμένη αποτελεσματικότητα, η οποία πήγαζε από τη διαφορά απόψεων και αντιλήψεων του Ρούντστεντ και του Ρόμμελ. Ο πρώτος θεωρούσε, ότι δεν ήταν δυνατή η απαγόρευση της συμμαχικής αποβάσεως και ότι οι ταχυκίνητες εφεδρείες έπρεπε να είναι σε βάθος 80-100 χλμ. πίσω από τις ακτές, ώστε να μη σταθεροποιηθεί το προγεφύρωμα των Συμμάχων. Ο δεύτερος πίστευε, ότι η χρησιμοποίηση πολλών τεθωρακισμένων ήταν αναποτελεσματική λόγω της υπεροχής του αντιπάλου στον αέρα. Συνεπώς, κατά το Ρόμμελ, η μάχη έπρεπε να δοθεί από τους Γερμανούς στο άκρο των υδάτων, όταν ο αντίπαλος δεν θα ήταν ακόμη τόσο ισχυρός. Κατόπιν αυτού ο Ρόμμελ αποφάσισε να ενισχύσει την αμυντική ζώνη στην ακτή, καθώς και τις εφεδρείες.

Δυνάμεις και ΔιάταξηΣυμμάχων
Δυνάμεις

Οι αποβατικές δυνάμεις των Συμμάχων, αφού συγκεντρώθηκαν στη Νότια και Νοτιοδυτική Αγγλία, άρχισαν την εντατική τους εκπαίδευση σε διάφορα τακτικά και τεχνικά προβλήματα των αποβατικών επιχειρήσεων. Μετά την ολοκλήρωση της εκπαιδεύσεως διεξήχθησαν αποβατικές ασκήσεις σε μεγάλη κλίμακα. Παράλληλα, κατασκευάσθηκαν πολλά ειδικά άρματα ικανά να αντιμετωπίσουν ιδιάζουσες καταστάσεις που θα δημιουργούσε η φύση της αποβατικής αυτής επιχειρήσεως (διευκόλυνση κινήσεως τεθωρακισμένων με συρμάτινα πλέγματα που θα έστρωναν αυτά τα ειδικά άρματα κτλ.) Οι διατιθέμενες δυνάμεις ήταν 40 μεραρχίες, από τις οποίες 10 τεθωρακισμένες και 3 αεροκίνητες. Η μεταφορά των δυνάμεων αυτών θα γινόταν από 4.266 πλοία κάθε τύπου, υποστηριζόμενα από 722 πολεμικά σκάφη και 12.654 αεροσκάφη.

Διοικήσεις

Ο Στρατηγός Αϊζενχάουερ είχε υπό τις διαταγές του τον Αρχηγό Ναυτικών Δυνάμεων Ναύαρχο Ράμσαιυ, τον Αρχηγό Αεροπορικών Δυνάμεων Στρατηγό Μάλλορυ και το Διοικητή Χερσαίων Δυνάμεων Στρατηγό Μοντγκόμερυ. Οι Ανώτατες Διοικήσεις κατά την απόβαση ήταν

η 21η Ομάδα Στρατιών (Στρατηγός Μοντγκόμερυ),
η 1η Αμερικανική Στρατιά (5,7,8,19 ΣΣ, 82η και 101η Αεροκίνητες Μεραρχίες – Στρατηγός Μπράντλεϋ),
η 2η Βρετανική Στρατιά (1, 8, 12, 30 ΣΣ – Στρατηγός Ντέμσαιυ),
η 1η και η 6η Αεροκίνητες Μεραρχίες (Στρατηγός  Μπράουνιγκ).
Μετά τη δημιουργία του προγεφυρώματος θα αποβιβάζοντανη 3η Αμερικανική Στρατιά (Στρατηγός Πάττον) και η 1η Καναδική Στρατιά (Στρατηγός Κρήραρ), οπότε η 21η Ομάδα Στρατιών θα περιοριζόταν στην διοίκηση της 1ης Καναδικής και 2ης Βρετανικής Στρατιάς. Η 1η και η 3η Αμερικανικές Στρατιές θα υπάγονταν υπό τη 12η Ομάδα Στρατιών.

Σχέδια και Αποστολές Γερμανών
Όπως προκύπτει από τη Διαταγή Επιχειρήσεων υπ. αρ. 40 του έτους 1942 και των Οδηγιών Επιχειρήσεων υπ’ αρ. 51 του Νοεμβρίου 1943, η Γερμανική Στρατηγική βασιζόταν στην εκτίμηση ότι οι Σύμμαχοι θα ενεργούσαν κατά την άνοιξη του 1944 απόβαση στις ακτές της Δυτικής Ευρώπης. Οι Γερμανοί εκτιμούσαν, ότι πιθανόν η απόβαση θα γινόταν στην περιοχή Πα – Ντε – Καλαί, όπου υπήρχαν οι βάσεις εκτοξεύσεως των πυραύλων V1 και V2.

Η αμυντική οργάνωση απέβλεπε στην απόκρουση της επιθέσεως των Συμμάχων προ των ακτών, αν είχαν οι Γερμανοί αυτή τη δυνατότητα, και οπωσδήποτε επί των ακτών κατά την απόβαση με αμυντικό αγώνα των γερμανικών δυνάμεων. Σε περίπτωση δημιουργίας συμμαχικού προγεφυρώματος, θα καταστρεφόταν από ισχυρή ταχυκίνητη εφεδρεία.

Επειδή οι καιρικές συνθήκες ήταν πολύ δυσμενείς και, συνεπώς, δεν αναμενόταν από τους Γερμανούς πραγματοποίηση αποβάσεως, ο μεν Ρόμμελ στις 5 Ιουνίου αναχώρησε, προκειμένου να επισκεφθεί τη Γερμανία, οι περισσότεροι δε από τους Διοικητές Μεραρχίων και Συνταγμάτων συγκεντρώθηκαν στην περιοχή Λε Μαν, όπου η έδρα της 7ης Στρατιάς, για να λάβουν εκεί μέρος σε Τακτική Άσκηση Άνευ Στρατεύματος (ΤΑΑΣ), που θ’ άρχιζε το πρωί της 6ης Ιουνίου και θα είχε ως θέμα την απόβαση αλεξιπτωτιστών στη Νορμανδία.

Σχέδια και ΑποστολέςΣυμμάχων
Σχέδιο «Κυρίαρχος»

Το συμμαχικό αυτό σχέδιο γενικά προέβλεπε απόβαση στις ακτές της Νορμανδίας και δημιουργία προγεφυρώματος. Ακολούθως, θα γινόταν κατάληψη των πόλεων Καέν, Μπαγιαί, Ισινύ και Καρεντάν, καθώς και του λιμένα του Χερβούργου. Προβλεπόταν, περαιτέρω, προώθηση προς τη Βρετάνη, κατάληψη των λιμένων μέχρι τη Νάντη και κίνηση βορειοανατολικά με γενική κατεύθυνση τη γαλλική πρωτεύουσα. Εκτός από το γενικό σχέδιο υπήρχαν και τα εξής επιμέρους σχέδια:

Σχέδιο 21ης Ομάδας Στρατιών

Απόβαση από αέρος στα άκρα της συμμαχικής αποβάσεως από D 0300 με τις 82η και 101η Αμερικανικές Αερομεταφερόμενες Μεραρχίες στην περιοχή Σαιν Μερ Εγκλίζ και την 6η Βρετανική Μεραρχία σε περιοχή βορειοανατολικά της Καέν. Αποστολή 82ης και 101ης Μεραρχιών: να υποβοηθήσουν απόβαση του 7ου ΣΣ (9η, 90ή και 4η Μεραρχίες) και να καταλάβουν τις γέφυρες του ποταμού Μερντερέτ. Αποστολή της 6ης Βρετανικής Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας ήταν να καταλάβει και να εξασφαλίσει τις γέφυρες στον ποταμό Ορν και στη διώρυγα της Καέν.
Συνδυασμένη από θαλάσσης απόβαση από D 0630 με πέντε μεραρχίες σε α΄κλιμάκιο, ως εξής : 1η Αμερικανική Στρατιά : να αποβιβασθεί ιππαστί επί του ποταμού Βιρ με το 7ο ΣΣ στην ακτή Γιούτα με το 5ο ΣΣ (2η, 29η, 1η Μεραρχ.) στην ακτή ΄Ομαχα, να καταλάβει τη Χερσόνησο Κοταντέν και το λιμένα Χερβούργου και ακολούθως να κινηθεί προς τη Βρετάνη. 2η Βρετανική Στρατιά : να αποβιβασθεί με το 1 ΣΣ στις ακτές Σουόρντ και Τζούνο και με το 30ό ΣΣ στην ακτή Γκολντ, να καταλάβει την Καέν και να επεκταθεί προς Νότο, καλύπτοντας το αριστερό της συμμαχικής διατάξεως.
Σχέδιο Ναυτικού
Αποστολή του Ναυτικού ήταν η έγκαιρη άφιξη των δυνάμεων εφόδου στις ακτές, η υποστήριξη της εφόδου και ανεφοδιασμός των αποβατικών δυνάμεων.

Η όλη ναυτική δύναμη είχε υποδιαιρεθεί σε πέντε δυνάμεις εφόδου, από τις οποίες καθεμία είχε την ευθύνη αποβάσεως μιας μεραρχίας. Τα πυροβόλα του Ναυτικού, μόλις θα έφθαναν στα όρια του βεληνεκούς τους, θα προσέβαλλαν αρχικώς τις εχθρικές επάκτιες πυροβολαρχίες και στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της κινήσεως των αποβατικών προς τις ακτές, τις αμυντικές οχυρώσεις.

Οι Σύμμαχοι είχαν προβλέψει την εγκατάσταση πέντε τεχνητών αγκυροβολίων και δύο τεχνητών λιμένων. Οι λιμένες αυτοί είχαν προκατασκευασθεί – κατά τεμάχια – στην Αγγλία και μεταφέρθηκαν για να τοποθετηθούν κοντά στην ακτή Γκολντ. Προβλεπόταν, επίσης, να εγκατασταθούν εύκαμπτοι σωλήνες (συνθ. ονομασία «Πλούτων»), με τους οποίους θα εφοδιάζονταν οι αποβατικές δυνάμεις με υγρά καύσιμα από την Αγγλία, χωρίς να χρειάζονται πετρελαιοφόρα.

Σχέδιο Αεροπορίας
Τρεις μήνες πριν από την έναρξη της επιχειρήσεως, η Στρατηγική Αεροπορία των Συμμάχων είχε ήδη αρχίσει να προσβάλλει το βιομηχανικό δυναμικό των Γερμανών. Ετσι, κατέστρεψε αρχικά τις εγκαταστάσεις παραγωγής συνθετικής βενζίνης και στη συνέχεια προσέβαλε τα αεροδρόμια, τους σταθμούς ραντάρς και το σιδηροδρομικό δίκτυο. Επίσης, κατά τη διεξαγωγή της επιχειρήσεως, η Αεροπορία κάλυπτε τις αποβατικές δυνάμεις, προσέβαλλε τις παράκτιες γερμανικές οχυρώσεις και παρεμπόδιζε την άφιξη εφεδρειών των Γερμανών.

Σχέδιο Παραπλανήσεως
Σκοπός του σχεδίου αυτού ήταν να πεισθεί η Ανώτατη Γερμανική Διοίκηση, ότι, πριν από την ημέρα D η επίθεση θα γινόταν κατά του Πα – Ντε – Καλαί και μετά από την ημέρα D η απόβαση στη Νορμανδία ήταν παραπλανητική και απέβλεπε στο να παρασύρει τις γερμανικές εφεδρείες σε μεγάλη απόσταση από το Πα – Ντε – Καλαί, όπου οι Σύμμαχοι θα ενεργούσαν την κύρια απόβασή τους.

Οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί ήταν το κύριο μέσο εφαρμογής του σχεδίου και κατευθύνονταν κατά τα 2/3 στο Πα – Ντε – Καλαί και κατά το 1/3 στη Νορμανδία. Επίσης, δημιουργήθηκαν πραγματικές και εικονικές συγκεντρώσεις πλωτών μέσων και δυνάμεων στη νοτιοανατολική Αγγλία.

Η επιτυχία του σχεδίου αυτού υπήρξε πλήρης, με αποτέλεσμα οι Γερμανοί, αρκετές εβδομάδες μετά την απόβαση, να κρατούν αδρανείς τις γενικές τους εφεδρείες, που είχαν προσανατολισθεί στο Πα – Ντε – Καλαί, σε μεγάλη απόσταση από τη Νορμανδία, αναμένοντας απόβαση 40 εικονικών μεραρχιών από τη νοτιοανατολική Αγγλία, όπου βρίσκονταν.

Χρησιμοποίηση Γαλλικής Αντιστάσεως
Το σχέδιο της αποβάσεως εξυπηρέτησαν περίπου 200.000 Γάλλοι – μέλη διαφόρων αντιστασιακών οργανώσεων, που χρησιμοποιήθηκαν από τους Συμμάχους, για να εξαρθρώσουν συγκοινωνίες και επικοινωνίες και για να παρακωλύσουν οδικές κινήσεις των Γερμανών. Τους αντιστασιακούς αυτούς καθοδήγησαν και ενίσχυσαν καταδρομείς που έπεσαν στη Νορμανδία με αλεξίπτωτα την παραμονή της αποβάσεως.

Διεξαγωγή της Αποβάσεως
Το απόγευμα της 5ης Ιουνίου 1944 τα ναρκαλιευτικά των Συμμάχων έφθασαν προ των γερμανικών ναρκοπεδίων. Οι Γερμανοί δεν αντιλήφθηκαν την παρουσία αυτού του στόλου, ο οποίος, μόλις νύκτωσε, άρχισε να εκκαθαρίζει τα ναρκοπέδια, διανοίγοντας δέκα διαδρόμους.

Αεραποβάσεις
Αγγλικός ΤομέαςΗ 6η Αγγλική Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών είχε αποστολή να καταλάβει άθικτες τις γέφυρες στον ποταμό Ορν και στη διώρυγα Καέν, να καταστρέψει την πυροβολαρχία στις εκβολές του Ορν και να καταλάβει και να διατηρήσει το έδαφος μεταξύ των ποταμών Ορν και Ντιβς.
Στις 0020 της 6ης Ιουνίου προσγειώθηκαν αιφνιδιαστικά τα 6 ανεμόπτερα που μετέφεραν 200 άνδρες, καθώς και σημειωτές στις ζώνες ρίψεως. Στις 0050 πραγματοποιήθηκε ρίψη δύο ταξιαρχιών Αλεξιπτωτιστών, αλλά σε έκταση πολύ μεγαλύτερη απ΄αυτήν που προβλεπόταν. Μολονότι η αποστολή της ήταν δυσχερής, η Μεραρχία την ολοκλήρωσε με επιτυχία. Εξίσου επιτυχής ήταν η αντιμετώπιση των επιτιθέμενων τμημάτων της 21ης Τεθωρακισμένης Γερμανικής Μεραρχίας, που υποχώρησαν, χωρίς να κατορθώσουν κάτι σε βάρος της 6ης Αγγλικής Μεραρχίας, η οποία σταθεροποιήθηκε στις θέσεις της.
Αμερικανικός ΤομέαςΗ 82η Αμερικανική Μεραρχία είχε αποστολή να ριφθεί ιππαστί του ποταμού Μερντερέτ, να καταλάβει το Σαιν – Μερ Εγκλίζ και να καλύψει το δυτικό πλευρό του αεροπρογεφυρώματος. Η 101η Αμερικανική Μεραρχία, της οποίας θα γινόταν ρίψη προς τα δυτικά της λιμνοθάλασσας, είχε αποστολή να καταλάβει και να εξασφαλίσει τις δυτικές εξόδους της, να καταλάβει την πυροβολαρχία δυτικά της ακτής Γιούτα, να καλύψει το νότιο πλευρό του προγεφυρώματος και να έχει ετοιμότητα εκμεταλλεύσεως προς τα νότια.
Οι πρώτες ρίψεις άρχισαν μετά το μεσονύκτιο της 5/6 Ιουνίου. Λόγω του αντιαεροπορικού πυρός και της πυκνής νεφώσεως, επήλθε μεγάλη διασπορά των αλεξιπτωτιστών, με αποτέλεσμα την έλλειψη επαφής μεταξύ τους και τη δυσχέρεια συγκεντρώσεως των τμημάτων τους. Παρ΄ όλα αυτά οι αλεξιπτωτιστές με μεγάλη γενναιότητα και ανάπτυξη πρωτοβουλίας εξουδετέρωσαν τα περισσότερα φυλάκια των Γερμανών.
Η 101η Μεραρχία, λίγες ώρες μετά τη ρίψη της, εξασφάλισε το δυτικό άκρο της λιμνοθάλασσας στην ακτή και εξουδετέρωσε την εκεί πυροβολαρχία. Δεν πέτυχε, πάντως, να εξασφαλίσει στις 6 Ιουνίου τη γραμμή του ποταμού Ντουβ.
Τέλος, η 82η Μεραρχία κατόρθωσε μέχρι τις 0400 της 6ης Ιουνίου να καταλάβει το Σαιν Μερ Εγκλίζ. Δυτικά όμως του ποταμού Μερντερέτ, τα τμήματά της, τελείως διασκορπισμένα και αγωνιζόμενα κατά της 91ης Γερμανικής Μεραρχίας, δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τις γέφυρες αυτού του ποταμού και έτσι το προγεφύρωμά τους ήταν διαχωρισμένο.
Γερμανική ΑντίδρασηΤα επιτελεία των Γερμανικών Σχηματισμών, κατά τις πρώτες ώρες της αποβάσεως, βρίσκονταν σε κατάσταση πλήρους συγχύσεως, λόγω της ρίψεως ανδρείκελων προς τα βόρεια του Σηκουάνα και, κυρίως, λόγω των σφοδρών βομβαρδισμών της συμμαχικής αεροπορίας, οι οποίοι προηγήθηκαν της ρίψεως αλεξιπτωτιστών.
Οι Γερμανοί έλαβαν τότε τα εξής μέτρα : η 91η Μεραρχία τέθηκε υπό διοίκηση του 84ου ΣΣ, ενώ διατάχθηκαν οι 91η και 709η Μεραρχίες να αντεπιτεθούν για την εξάλειψη του αεροπρογεφυρώματος. Η 709η Μεραρχία αντεπιτέθηκε για ανακατάληψη του Σαιν Μερ Εγκλίζ και η 91η Μεραρχία για εκκαθάριση της περιοχής δυτικά του ποταμού Μερντερέτ. Οι αντεπιθέσεις αυτές απέτυχαν και οι Αμερικανικές Μεραρχίες 82η και 101η διατήρησαν τις θέσεις τους.
Απόβαση Αμερικανικών Δυνάμεων από τη θάλασσα
Ενώ γίνονταν ρίψεις αλεξιπτωτιστών στη χερσόνησο Κοταντέν και στην Καέν, ο αποβατικός στόλος, με αρκετά δυσμενείς καιρικές συνθήκες (κυματώδη θάλασσα, νεφώσεις κτλ.), διέπλευσε τη Μάγχη, διήλθε τα ναρκοπέδια μέσω των διαδρόμων και στις 0230 της 6ης Ιουνίου έφθασε στους χώρους συγκεντρώσεως – μεταφοράς, περίπου 12 – 15 μίλια από τις ακτές. Στις 0520 άρχισε και πάλι βομβαρδισμός των επάκτιων γερμανικών οχυρώσεων και στις 0550 εκδηλώθηκαν πυρά υποστηρίξεως των συμμαχικών πολεμικών πλοίων.

Ακτή Γιούτα (6 Ιουνίου)Η ναυτική δύναμη «U» έφθασε στο χώρο συγκεντρώσεως ανοικτά της ακτής Γιούτα, όπου τα τμήματα της 4ης Αμερικανικής Μεραρχίας άρχισαν να επιβιβάζονται στα αποβατικά σκάφη.
Η απόβαση θα γινόταν σε τρία κύματα, μεταξύ 0630 και 1030. Αμφίβια άρματα προηγούνταν των αποβατικών πλοίων του πρώτου κύματος. Οι ομάδες καταστροφών που ακολουθούσαν το πρώτο κύμα πραγματοποίησαν εκκαθάριση των υποβρυχίων κωλυμάτων και των ναρκοπεδίων. Στις 0900 το επικεφαλής Σύνταγμα δημιούργησε προγεφύρωμα πλάτους 2 μιλίων και στις 1300 η 4η Αμερικανική Μεραρχία συνενώθηκε με την 101η Αερομεταφερομένη Μεραρχία.
Ακτή Ομαχα (6 Ιουνίου)Στις 0300 η ναυτική δύναμη «Ο» έφθασε στο χώρο μεταφοράς, περίπου 12 μίλια βόρεια της ΄Ομαχα, όπου άρχισε να καταβιβάζει σκάφη εφόδου, ίλες αρμάτων DD και σκάφη που μετέφεραν πυροβολικό εφόδου. Από τα σκάφη αυτά πολλά ήταν εκείνα που βυθίσθηκαν λόγω της θαλασσοταραχής.
Κατά τον πλου της δυνάμεως αυτής είχε πάλι αρχίσει ο βομβαρδισμός των γερμανικών οχυρώσεων. Στις 0630 τα συντάγματα εφόδου της 1ης Αμερικανικής Μεραρχίας άρχισαν να αποβιβάζονται υπό τα δραστικά πυρά των αμυνόμενων Γερμανών. Στο μεταξύ το ρυθμό αποβάσεως παρεμπόδιζαν αισθητά τα καταστρεμμένα αποβατικά, τα καιόμενα οχήματα και τα ανατινασσόμενα πυρομαχικά.
Στις 0930 τα τμήματα εφόδου είχαν ήδη υποστεί μεγάλες απώλειες από τα εύστοχα πυρά των Γερμανών. Η 1η Αμερικανική Μεραρχία, μετά μακρότατο και πολύ σκληρό αγώνα κατόρθωσε να προωθηθεί σε βάθος 1.200 μ. Στο μεταξύ, στις 0700, καταδρομείς αποβιβάσθηκαν στη βάση Πουάν – Ντι – Ουέ και, κατόπιν αναρριχήσεώς τους στον κατακόρυφο βράχο, κατέλαβαν την εκεί επάκτιο πυροβολαρχία, την οποία μάταια επιχείρησαν να ανακαταλάβουν οι Γερμανοί.
Τα αποβιβαζόμενα στην ακτή Ομαχα τμήματα είχαν μεγάλες απώλειες και για το λόγο αυτό η 352η Γερμανική Μεραρχία θεώρησε ότι η απόβαση απέτυχε και, συνεπώς, έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητη μία αποφασιστική ενέργειά της. ΄Ετσι διέθεσε τη μόνη εφεδρεία της, δυνάμεως τάγματος, κατά των καταδρομέων, αλλά χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Απόβαση Βρετανικών Δυνάμεων
Ακτή Γκολντ (6 Ιουνίου)Σ΄αυτήν την ακτή θα αποβιβαζόταν η 50ή ενισχυμένη Μεραρχία και η 8η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία. Το πρώτο κύμα αποβιβάσθηκε στις 0730. Αργότερα τα τμήματα εφόδου κατόρθωσαν να εξουδετερώσουν τα σημεία αντιστάσεως των Γερμανών, ενώ από τις 1100 η επίθεση της 50ής Μεραρχίας ενισχύθηκε με δύο αποβιβασθείσες εφεδρικές ταξιαρχίες.
Οταν άρχισε να σκοτεινιάζει, η 50ή Μεραρχία κατείχε προγεφύρωμα βάθους και πλάτους 6 μιλίων, στο οποίο βρισκόταν η Αρομάνς, όπου οι Σύμμαχοι θα κατασκεύαζαν ένα είδος τεχνητού λιμένα. Στο μεταξύ τα επικεφαλής τμήματα της Μεραρχίας είχαν αποκόψει την οδό Μπαγιαί – Καέν. Στο δεξιό της διατάξεως η 47η Μονάδα Καταδρομών, αφού προήλασε, βρισκόταν προ της Πορτ – Αν – Μπεσίν, ενώ στο αριστερό η Μεραρχία είχε συνδεθεί με τμήματα του 1ου Βρετανικού ΣΣ.
Ακτή Τζούνο (6 Ιουνίου)Σ΄αυτήν την ακτή θα αποβιβαζόταν η 3η Καναδική Μεραρχία με τη 2η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία. Λόγω της κακοκαιρίας, η προσέγγιση των ακτών έγινε με καθυστέρηση 30 λεπτών και η βολή των πυρών υποστηρίξεως κατά των γερμανικών οχυρώσεων υπήρξε αρκετά ανεπιτυχής.
Στο δεξιό της διατάξεως η 7η Ταξιαρχία είχε επαρκή βοήθεια από τα άρματα DD. Η καθυστέρηση όμως που σημειώθηκε στην αποβίβαση του Μηχανικού είχε ως αποτέλεσμα, λόγω μη έγκαιρης διανοίξεως διαδρόμων, να μετριασθεί η ορμή της επιθέσεως.
Στο αριστερό, η 8η Ταξιαρχία, αν και χωρίς τα άρματα DD, εξουδετέρωσε ταχέως τις εχθρικές αντιστάσεις χάρη στην ορμή της επιθέσεώς της. Η 3η Καναδική Μεραρχία δεν κατόρθωσε να φθάσει προς τον ΑΝΣΚ της ημέρας.
Το βράδυ, δύο τάγματα έφθασαν σε απόσταση 3 μιλίων από τα βορειοδυτικά προάστια της Καέν και το προγεφύρωμα της 3ης Καναδικής Μεραρχίας είχε συνενωθεί με το αντίστοιχο της 50ής Μεραρχίας. Στο αριστερό, όμως, υπήρχε μια λωρίδα εδάφους μεταξύ της 3ης Καναδικής και της 3ης Βρετανικής Μεραρχίας, που κατεχόταν από τους Γερμανούς.
Ακτή Σουόρντ (6 Ιουνίου)Στην ακτή αυτή θα αποβιβαζόταν η 3η Βρετανική Μεραρχία με την 27η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, με ΑΝΣΚ την κατάληψη της Καέν. Την άμυνα της ακτής είχε αναλάβει η 716η Γερμανική Μεραρχία, αλλά η πραγματική ισχύς των Γερμανών ήταν η 21η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, που βρισκόταν εντός και προς τα νότια της Καέν, και η 12η Τεθωρακισμένη Μεραρχία SS, που ήταν 65 μίλια νοτιοδυτικά της Καέν.
Η ακτή Σουόρντ υπέστη το βαρύτερο αεροπορικό και ναυτικό βομβαρδισμό της ημέρας, μετά τον οποίο άρχισε η απόβαση του πρώτου κύματος (8ης Ταξιαρχίας). ΄Εγινε ταχεία εκκαθάριση της ακτής και στις 1330 η 3η Βρετανική Μεραρχία κατόρθωσε να συνενωθεί με το αεροπρογεφύρωμα της 6ης Βρετανικής Μεραρχίας. Η προώθηση του όγκου των αρμάτων και της εφεδρείας παρουσίασε αρκετή καθυστέρηση, με αποτέλεσμα να μην καταληφθεί η Καέν την πρώτη ημέρα.
Γερμανική Αντίδραση
Οι Γερμανοί, επειδή είχαν ήδη παραπλανηθεί από τους Συμμάχους, πίστευαν ότι η απόβαση στη Νορμανδία σκοπό είχε την προσέλκυση των εφεδρειών τους. Για το λόγο αυτό καθυστέρησαν να μετακινήσουν τις γενικές εφεδρείες τους που ήταν κοντά και, όταν τις μετακίνησαν, τις διέθεσαν στην Καέν, όπου, κατά την εκτίμησή τους, οι Σύμμαχοι θα έστρεφαν την κυρία προσπάθειά τους.

Για την αντιμετώπιση της απειλής στο δεξιό της 352ης Μεραρχίας, στην Ακτή Γκολντ, διατάχθηκε να αντεπιτεθεί το εφεδρικό Συγκρότημα του 1915 Συντάγματος. Η αντεπίθεση αυτή απέτυχε με πολλές απώλειες.

Η 21η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, που βρισκόταν νότια της Καέν, διατάσσεται περίπου στις 0900 να αντεπιτεθεί ανατολικά του Ορν ποταμού. Αργότερα και ενώ βρισκόταν ήδη σε κίνηση, διατάσσεται, περίπου το μεσημέρι, να διαβεί τον Ορν και να αντιμετωπίσει την προς Καέν απειλή. Λόγω καταστροφής των γεφυρών του ποταμού, καθυστέρησε να εκτελέσει τη διαταγή και μόνο στις 1600 εξόρμησε. Η αντεπίθεση συνάντησε ισχυρή αντίσταση, αλλά ένα τάγμα της εισχώρησε στο διάκενο μεταξύ της 3ης Καναδικής και της 3ης Βρετανικής Μεραρχίας και κατόρθωσε έτσι να φθάσει μέχρι την ακτή. Τελικά, όμως, η αντεπίθεση αποκρούσθηκε και το τάγμα αυτό αναγκάσθηκε να συμπτυχθεί.

Ο Ρούντστεντ ζήτησε να του διατεθούν δύο τεθωρακισμένες Μεραρχίες, η Lehr και η 12η SS, που ήταν σε απόσταση 65 – 100 μιλίων νοτιοδυτικά της Καέν, για να εκτοξεύσει ισχυρή αντεπίθεση. Στις 1600 ο Χίτλερ ενέκρινε τη διάθεση. Παρ’ όλα αυτά η κίνηση των Μεραρχιών επιβραδύνθηκε, λόγω της δράσεως της Συμμαχικής Αεροπορίας και μόλις μετά δύο ημέρες, στις 8 Ιουνίου, ήταν δυνατή η συμμετοχή του όγκου τους στις επιχειρήσεις.

Ο Διοικητής της 7ης Στρατιάς Στρατηγός Ντόλμαν διέταξε τη μεταφορά των εφεδρικών Τακτικών Συγκροτημάτων από τη Βρετάνη, προς ενίσχυση των δυνάμεων της Νορμανδίας. Κατά τη διάρκεια της κινήσεως αυτών των συγκροτημάτων οι απώλειες που υπέστησαν από τη δράση της Συμμαχικής Αεροπορίας ήταν μεγάλες, με αποτέλεσμα τα συγκροτήματα να φθάσουν στη Νορμανδία μετά από δέκα ημέρες.

Τη νύκτα 6/7 Ιουνίου τα συμμαχικά προγεφυρώματα ήταν περιορισμένα και πολύ ασθενή, επειδή δεν είχε ακόμη αποβιβασθεί ο όγκος των όπλων υποστηρίξεως. ΄Ομως, οι Γερμανοί, συνεχίζοντας να είναι αναποφάσιστοι και χωρίς τις εφεδρείες τους που δεν είχαν φθάσει έγκαιρα, δεν ήταν σε θέση να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία που τους παρουσιαζόταν μόνο εκείνη τη νύκτα, δηλαδή να εξαλείψουν τα προγεφυρώματα των Συμμάχων.

Κατά το διάστημα 7 – 13 Ιουνίου οι Σύμμαχοι ασχολήθηκαν με τη διεύρυνση και συνένωση των προγεφυρωμάτων. Στον τομέα του 7ου ΣΣ, η 101η Μεραρχία κατέλαβε το Καρεντάν στις 12 Ιουνίου, με αποτέλεσμα τη συνένωση των προγεφυρωμάτων των 7ης και 5ης ΣΣ της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς. Στον τομέα του 5 ΣΣ σημειώθηκε μεγαλύτερη πρόοδος : η 29η Μεραρχία τη νύκτα 8/9 Ιουνίου κατέλαβε το Ισινύ και προωθήθηκε προς το Σαιν Λω.

Στις 7 Ιουνίου οι Βρετανοί κατέλαβαν το Μπαγιαί και προωθήθηκαν προς το Σωμόν. Πέντε ημέρες αργότερα προσπάθησαν με την 7η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία να υπερκεράσουν νοτιοδυτικά την Καέν, τους απέκρουσαν όμως γερμανικά τεθωρακισμένα.

Η επίθεση του 7ου ΣΣ προς αποκοπή της χερσονήσου Κοταντέν και κατάληψη του Χερβούργου άρχισε στις 14 Ιουνίου. Αρχικά οι Γερμανοί προέβαλαν ισχυρή αντίσταση, η οποία, όμως, άρχισε να κάμπτεται, με αποτέλεσμα να καταστεί η προχώρηση του ΣΣ ταχύτερη.

Ο Ρόμμελ, για να μη διασπάσουν οι Σύμμαχοι την άμυνα στον ποταμό Ντουβ – πράγμα που θα επέτρεπε σ΄αυτούς να προωθηθούν προς τη δυτική ακτή της Κοταντέν και να αποκόψουν το Χερβούργο – διέταξε τις 709η και 243η Μεραρχίες να συμπτυχθούν προς την αμυντική περίμετρο της πόλεως και την 77η Μεραρχία να παρεμποδίσει την κίνηση των Αμερικανών προς τα δυτικά. Ο Χίτλερ, όμως, δεν ενέκρινε την εκτέλεση αυτής της διαταγής του Ρόμμελ, με αποτέλεσμα τα τμήματα να παραμείνουν στην προωθημένη αμυντική τοποθεσία.

Στις 18 Ιουνίου δυνάμεις του 7ου ΣΣ έφθασαν στη δυτική ακτή, ενώ στο θύλακο του Χερβούργου, που είχε αποκοπεί, είχαν ήδη κατακερματισθεί οι 709η, 243η, 91η και 77η Γερμανικές Μεραρχίες. Το 7ο ΣΣ θα εξαπέλυε επίθεση με τις 4η, 9η και 74η Μεραρχίες και με την 90ή Μεραρχία ως εφεδρεία. Κατέλαβαν το Χερβούργο στις 26 Ιουνίου, μετά από σκληρό αγώνα επτά ημερών. Οι Σύμμαχοι προέβησαν αμέσως στις αναγκαίες εργασίες, για να αποκαταστήσουν το λιμένα που είχε καταστραφεί τελείως από τους Γερμανούς. Μερικώς άρχισε να λειτουργεί μετά από τρεις εβδομάδες και μόνο το Σεπτέμβριο κατορθώθηκε να λειτουργήσει πλήρως.

Συγκέντρωση Δυνάμεων
Από τη διεύρυνση του προγεφυρώματος μέχρι την εκτόξευση αποφασιστικής επιθέσεως από την 1η Αμερικανική Στρατιά, για να διασπασθεί η γερμανική άμυνα, και οι δύο αντίπαλοι επιδίδονταν στη συγκέντρωση δυνάμεων στη Νορμανδία.

Οι Γερμανοί υπήρξαν διστακτικοί, ως προς τη μεταφορά εφεδρειών στη Νορμανδία. Η αποστολή των ενισχύσεων γινόταν με βραδύτητα και τμηματικά, εξαιτίας της καταστροφής του σιδηροδρομικού δικτύου και της συνεχούς δράσεως της Αεροπορίας των Συμμάχων, η οποία προξενούσε βαρύτατες απώλειες σε προσωπικό και υλικό. Τις εφεδρείες αυτές οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν κατεπειγόντως στις επιχειρήσεις, πράγμα όμως που δεν επέτρεπε την εκτόξευση μεγάλης αντεπιθέσεως κατά των Συμμάχων. Στις 17 Ιουνίου, σε σύσκεψη της Ανώτατης Γερμανικής Ηγεσίας στη Σουασόν, αποφασίσθηκε να εκτοξευθεί ισχυρή αντεπίθεση προς το Μπαγιαί με το 2ο Τεθωρακισμένο ΣΣ των SS, που θα έφθανε από την Πολωνία. Τούτο όμως δεν έγινε, επειδή αυτό το ΣΣ απορρόφησε τμηματικά η επίθεση του 7ου Βρετανικού ΣΣ, νοτιοδυτικά της Καέν, προς τον ποταμό ΄Οντον.

Ο ρυθμός συγκεντρώσεως των Συμμάχων ήταν ικανοποιητικός και ταχύτερος από εκείνον των Γερμανών. Η δυσχέρεια που συναντούσαν οι Σύμμαχοι προερχόταν από την περιορισμένη δυνατότητα φορτώσεως και εκφορτώσεως εφοδίων και προσωπικού στις ακτές της Νορμανδίας και στους δύο τεχνητούς λιμένες στην ΄Ομαχα και στην Αρομάνς. Στις 19 Ιουνίου σφοδρή θαλασσοταραχή κατέστρεψε ολοσχερώς τον πρώτο από τους δύο αυτούς λιμένες, πράγμα που δημιούργησε πρόσθετα προβλήματα στον εφοδιασμό των αποβιβασθέντων τμημάτων.

Διάσπαση της Γερμανικής Άμυνας

Μετά το πέρας της συγκεντρώσεως των απαιτούμενων δυνάμεων και μέσων, η Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση αποφάσισε να εκτοξευθεί ισχυρή επίθεση από την 1η Αμερικανική Στρατιά στις 3 Ιουλίου. Για το σκοπό αυτό, η 1η Στρατιά, στηρίζοντας το αριστερό της στο Σωμόν, θα ενεργούσε προς Νότο, για να καταλάβει τους λιμένες της Βρετάνης και στη συνέχεια θα στρεφόταν ανατολικά.

Η 1η Στρατιά διέθετε ήδη 15 Μεραρχίες και 4 Μεραρχίες της 3ης Στρατιάς (Πάττον), υπαγόμενες στα 5, 7ο, 8ο και XIX ΣΣ, και είχε να αντιμετωπίσει 9 γερμανικές μεραρχίες (110 άρματα). Η 2η Βρετανική Στρατιά διέθετε ήδη 14 Μεραρχίες, υπαγόμενες στα 10, 8ο και 30ο ΣΣ και θα αντιμετώπιζε 14 γερμανικές μεραρχίες (600 άρματα).

Η επίθεση της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς για τη διάσπαση της κύριας γερμανικής αμυντικής γραμμής άρχισε στις 3 Ιουλίου. Λόγω των εδαφικών δυσχερειών, που προέρχονταν από τα έλη και τους θαμνοφράκτες, δεν ήταν δυνατή η μαζική χρησιμοποίηση των αρμάτων, με συνέπεια τη βραδεία εξέλιξη της επιθέσεως και, τελικά, τη διακοπή της στις 10 Ιουλίου. Συγχρόνως με την επίθεση αυτή, η 2η Βρετανική Στρατιά εξαπέλυσε μετωπική επίθεση κατά της Καέν, για να συγκρατήσει τις εκεί γερμανικές δυνάμεις. Η Καέν καταλήφθηκε στις 9 Ιουλίου.

Σε σύσκεψη, που έγινε στις 10 Ιουλίου, ο Διοικητής της 1ης Στρατιάς Στρατηγός Μπράντλεϋ ανέφερε, ότι θα είναι σε θέση να συνεχίσει τη μεγάλη επίθεσή του, αφού προηγουμένως ανεφοδιάσει τα τμήματά του και εξασφαλίσει επαρκή βάση εξορμήσεως με κατάληψη του κόμβου Σαιν Λω. Ζήτησε διάστημα 10 ημερών, για να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, και το αίτημά του ικανοποιήθηκε.

Κατά το δεκαήμερο αυτό περατώθηκε ο ανεφοδιασμός των τμημάτων, καταλήφθηκε στις 18 Ιουλίου το Σαιν Λω και οργανώθηκε πλήρης σύνδεσμος των Μονάδων με την Αεροπορία Υποστηρίξεως. Επίσης, οι Σύμμαχοι διασκεύασαν κατάλληλα μεγάλο αριθμό αρμάτων τύπου Σέρμαν, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να ισοπεδώνουν τους θαμνοφράκτες και να διανοίγουν δίοδο, μέσω της οποίας τα υπόλοιπα άρματα μπορούσαν να κινηθούν ταχέως.

Στις 18 Ιουλίου εξαπολύθηκε ισχυρή επίθεση τεθωρακισμένων από το 8ο Βρετανικό ΣΣ, από τό αεροπρογεφύρωμα ανατολικά του ποταμού Ορν προς Νότο. Την επίθεση αυτή κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν οι Γερμανοί και τελικά διακόπηκε στις 20 Ιουλίου. Τα εδαφικά οφέλη που αποκόμισαν οι Σύμμαχοι δεν ήταν μεγάλα, αλλά χάρη σ΄αυτήν την επίθεση οι γερμανικές τεθωρακισμένες μεραρχίες συγκρατήθηκαν προ της Καέν.

Κατάσταση Γερμανών την Παραμονή της Επιθέσεως

Η καταστροφή που προξένησαν οι Σύμμαχοι στις εγκαταστάσεις συνθετικής βενζίνης, στις οποίες στηριζόταν η Γερμανική Αεροπορία, περιόρισε την παραγωγή σε 53.000 τόνους τον Ιούνιο, έναντι 175.000 τόνων τον Απρίλιο. Το τελευταίο τρίμηνο κατασκευάσθηκαν 4.500 μαχητικά αεροσκάφη, αλλά καταστράφηκαν 5.500, από τα οποία 3.000 σε ατυχήματα, λόγω πλημμελούς εκπαιδεύσεως των αεροπόρων.

Η καταστροφή του σιδηροδρομικού δικτύου και η δράση της Συμμαχικής Αεροπορίας απομόνωσε το πεδίο της μάχης. Από τις 20 μεραρχίες που είχαν διατεθεί ως ενισχύσεις, ελάχιστες αφίχθησαν με πλήρη σύνθεση ή σε καλή κατάσταση στο πεδίο της μάχης. Οι γερμανικές απώλειες μέχρι τις 23 Ιουλίου ανήλθαν σε 117.000 άνδρες, αλλά μόνο 10.000 αναπληρώθηκαν. Από τα 250 άρματα που είχαν καταστραφεί, μόνο 17 αντικαταστάθηκαν, λόγω αδυναμίας της μεταφοράς τους.

Ενώ η 7η Γερμανική Στρατιά με δυσκολία αντιμετώπιζε τους Συμμάχους, δέκα οκτώ μεραρχίες παρέμεναν αδρανείς στο Πα – Ντε – Καλαί. Εκτός αυτού οι γερμανικές δυνάμεις δεν είχαν κατανεμηθεί ισόρροπα στη Νορμανδία, αφού ο όγκος τους βρισκόταν προ της Καέν, χωρίς μάλιστα να έχουν κάλυψη από αέρα. ΄Ετσι, εξαντλημένες και χωρίς ενισχύσεις, μοιραία ανέμεναν την ήττα τους.

Κατάσταση Συμμάχων την Παραμονή της Επιθέσεως
Αντίθετα, οι γραμμές ανεφοδιασμού των Συμμάχων λειτουργούσαν ομαλά και συνεχώς. Η μεγαλύτερη δυσχέρεια προερχόταν από το γεγονός ότι δεν μπορούσαν οι Σύμμαχοι να χρησιμοποιήσουν ακόμη το λιμένα του Χερβούργου. Τελικά, στις ακτές αποβάσεως και στον τεχνητό λιμένα αποβιβάσθηκε τεράστιος αριθμός μονάδων μάχης και ξεφορτώθηκαν χιλιάδες τόνοι εφοδίων και υλικών.

Επίθεση Διασπάσεως

Η επίθεση της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς εξαπολύθηκε στις 25 Ιουλίου. Στις 0940 άρχισε σφοδρός αεροπορικός βομβαρδισμός των θέσεων της Γερμανικής Μεραρχίας Λέρ, της οποίας οι απώλειες ήταν βαρύτατες. Στις 1100 εξόρμησαν οι μεραρχίες του 7ου ΣΣ(9η, 4η και 90ή), αλλά οι επίθεσή τους γινόταν με βραδύ ρυθμό.

Στις 26 Ιουλίου συνεχίσθηκε η επίθεση. Στο δεξιό της διατάξεως η 1η Μεραρχία Πεζικού και η 3η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία συνάντησαν αντίσταση, ενώ στο αριστερό η προώθηση γινόταν με ταχύ ρυθμό, πράγμα που συνέβη και την επομένη, 27 Ιουλίου, οπότε οι δύο αυτές μονάδες (1η ΜΠ και 3η Τ/Θ Ταξ.) στράφηκαν δυτικά, για να αποκόψουν το 84ο Γερμανικό ΣΣ. Οι 2η και 17η Μεραρχίες των SS κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν την 1η Μεραρχία. Μία ημέρα αργότερα, 28 Ιουλίου, οι δύο αυτές γερμανικές μεραρχίες δέχθηκαν επίθεση από Βορρά και διασπάσθηκαν το μεσημέρι, ενώ το βράδυ το μεν 84ο Γερμανικό ΣΣ είχε ήδη αποδιοργανωθεί, οι δε αμερικανικές φάλαγγες προήλαυναν ταχέως προς Νότο. Στις 29 Ιουλίου το 7ο ΣΣ διεύρυνε το ρήγμα, ενώ το 8ο ΣΣ, υπό τις διαταγές της 3ης Στρατιάς του Στρατηγού Πάττον, προήλαυνε κατά μήκος της παραλίας προς Νότο.

Το βράδυ της 30ής Ιουλίου η 4η Τεθωρακισμένη Μεραρχία έφθασε στην Αβράνς, ενώ με την είσοδο της 1ης Αμερικανικής Στρατιάς στη Βρετάνη επήλθε και ο τερματισμός της Μάχης της Νορμανδίας.

Διαπιστώσεις – Συμπεράσματα
Η Συμμαχική Απόβαση στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944 ήταν μια γιγαντιαία πολεμική επιχείρηση, η μεγαλύτερη στο είδος της και σε όλη την ιστορική διαδρομή της ανθρωπότητας. Κάλυψε μέτωπο αποβάσεως περίπου 100 χλμ., έλαβαν δε μέρος περισσότερα από 4.000 πολεμικά πλοία διαφόρων τύπων και εκατοντάδες αεροσκάφη. Μέσω των 5 αιγιαλών και των 2 τεχνητών λιμένων, παρά τις δυσχέρειες από τις καιρικές συνθήκες, κατέστη δυνατή κατά την πρώτη εβδομάδα η απόβαση 250.000 ανδρών με μέρος του υλικού τους στους δύο αμερικανικούς αιγιαλούς και άλλων 326.000 ανδρών, 24.000 οχημάτων και 104.000 τόνων υλικού στους 3 αγγλικούς αιγιαλούς.

Η κολοσσιαία αυτή επιχείρηση στη Νορμανδία αποτελεί κλασικό παράδειγμα, που αποδεικνύει την αποφασιστική σημασία της στενής συνεργασίας των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι ρόλοι καθενός από αυτούς εναλλάσσονταν σε σπουδαιότητα κατά τις διάφορες φάσεις της επιχειρήσεως. Ο ρόλος του Ναυτικού, ειδικότερα, υπήρξε βασικός κατά την περίοδο των τεράστιων μεταφορών μέσω θαλάσσης της στρατηγικής προετοιμασίας, καθώς και κατά την υποστήριξη και διεξαγωγή της αποβάσεως των πρώτων κυμάτων της δυνάμεως εφόδου. Ο Στρατός διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο από την έναρξη της αποβάσεως μέχρι και την εγκατάσταση και σταθεροποίηση των προγεφυρωμάτων. Ο ρόλος της Αεροπορίας κατά την περίοδο της στρατηγικής προπαρασκευής υπήρξε ουσιώδης, λόγω των στρατηγικών βομβαρδισμών της σε λιμένες, σιδηροδρόμους, πολεμικά εργοστάσια, κτλ. Κατά τη διεξαγωγή της αποβάσεως ο ρόλος ήταν εξίσου σημαντικός, εξαιτίας της απομονώσεως του πεδίου της μάχης και της εγγύς υποστηρίξεως που παρέσχε.

Χωρίς αμφιβολία, η επιχείρηση της Νορμανδίας κατέδειξε ότι η προπαρασκευή μιας αποβατικής επιχειρήσεως πρέπει να είναι λεπτομερής και πλήρης από πάσης πλευράς. Με μεγάλη σχολαστικότητα και χρονολογική ακρίβεια πρέπει να καθορισθούν και να προβλεφθούν όλα σε διακλαδικό επίπεδο. Είναι επιβεβλημένη η ειδική εκπαίδευση του προσωπικού, καθώς και η εκτέλεση δοκιμαστικών αποβάσεων σε παρόμοια εδάφη. Η σχεδίαση και η προπαρασκευή μιας ανάλογης ασκήσεως είναι συνεχής και πάντοτε σε ευρέα χρονικά περιθώρια.

Η παραπλάνηση των Γερμανών είχε μελετηθεί ιδιαίτερα από τους Συμμάχους και εκτελέσθηκε με μεγάλη επιτυχία. Χάρη στο σχέδιο αυτό οι Γερμανοί κράτησαν πολλές ημέρες τις εφεδρείες τους σε μεγάλη απόσταση από το χώρο αποβάσεως, ακόμη και μετά τη σταθεροποίηση των αρχικών προγεφυρωμάτων. Το γεγονός αυτό, καθώς και το ότι η γερμανική άμυνα στις ακτές της Νορμανδίας δεν ήταν τόσο ισχυρή όσο έπρεπε, επέτρεψε τη δημιουργία και τη διατήρηση των προγεφυρωμάτων των Συμμάχων.

Το λεπτότερο σημείο μιας αποβατικής επιχειρήσεως αποτελεί το αρχικό στάδιο της εφόδου που είναι και το δυσχερέστερο. Τα αίτια της δυσχέρειας οφείλονται στο ότι τα αποβιβαζόμενα τμήματα δεν έχουν ακόμη βαρέα όπλα υποστηρίξεως και, συνεπώς, είναι εκτεθειμένα στα αμυντικά πυρά του αντιπάλου, που, αντεπιτιθέμενος, έχει τη δυνατότητα να ανατρέψει τα αρχικά προγεφυρώματα.

Απαραίτητη είναι η υπεροχή στον αέρα, ώστε να έχει επιτυχή έκβαση μια αποβατική επιχείρηση. Στην περίπτωση της Νορμανδίας η Συμμαχική Αεροπορία, υπερέχοντας στον εναέριο χώρο, ήταν σε θέση να απομονώσει αποτελεσματικά το πεδίο της μάχης, με αποτέλεσμα τη διακοπή αποστολής ενισχύσεων και ανεφοδιασμών στις δυνάμεις του αντιπάλου.

Ο προσδιορισμός του χρόνου ενάρξεως της αποβάσεως, καθώς και η μετέπειτα εξέλιξη της όλης επιχειρήσεως, σχετίζεται άμεσα με τις εκάστοτε καιρικές συνθήκες.

Οι Σύμμαχοι, ιδίως στα πρώτα στάδια της Μάχης της Νορμανδίας, αποκόμισαν περιορισμένα εδαφικά οφέλη. Παρ’ όλα αυτά σημασία έχει, ότι επήλθε μεγάλη φθορά των γερμανικών δυνάμεων. Πράγματι, ο αντίπαλος υπέστη τις οδυνηρές αυτές συνέπειες όχι μόνο λόγω του όγκου των συμμαχικών πυρών, που σημείωσαν αποτελεσματική δραστηριότητα, αλλά και εξαιτίας της εμμονής του Χίτλερ στην άμυνα μέχρις εσχάτων από τις εκεί δυνάμεις του, οι οποίες έτσι τελικά καταστράφηκαν, παρά τον απεγνωσμένο αγώνα τους.

dday1 dday2 dday4

 

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: