Ο φόρος που εισήγαγε το 1704 ο Μεγάλος Πέτρος για τα ιδιωτικά και δημόσια λουτρά, λόγω της έλλειψης χρημάτων για τη δημιουργία στρατού και στόλου στα χρόνια του Βόρειου πολέμου, συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των 10 πιο ανόητων φόρων στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι αξιωματούχοι, ευγενείς και έμποροι καλούνταν να πληρώνουν για τα λουτρά τους από 1 έως 3 ρούβλια το χρόνο ανάλογα με το αξίωμα και την οικονομική τους επιφάνεια, οι δε αγρότες 15 καπίκια. Όπως αναφέρουν οι ιστορικοί, την ιδέα αυτή έδωσε στον ρώσο αυτοκράτορα ο Μένσικοφ (ο πρώτος κυβερνήτης της Αγίας Πετρούπολης), ο οποίος κατανοούσε ότι ένας Ρώσος δεν μπορεί χωρίς το «μπάνιο» (ρωσική σάουνα), επομένως, θα συνεχίσει να πηγαίνει παρά τους φόρους. Σημαντικό επίσης ήταν και το γεγονός ότι το «μπάνιο» αποτελούσε ένα ιδιότυπο δείγμα ότι είσαι γνήσιος Ρώσος. Αν ένας ρώσος άντρας δεν πήγαινε στο «μπάνιο», τότε αυτό ήταν -τουλάχιστον- ύποπτο.
Όποιος επιθυμεί, σήμερα, μπορεί να γνωρίσει τους χώρους και τις παραδόσεις των διαφόρων τύπων ρωσικών λουτρών του 18ου-19ου αιώνα, αν επισκεφθεί τα προάστια της Αγίας Πετρούπολης. Στην περιοχή του πάρκου Τσάρσκοε Σιλό, στην πόλη Πούσκιν, υπάρχουν τρία τέτοια μέρη, που θα σας ταξιδέψουν πίσω στο χρόνο. Πρόκειται για τα κτίσματα «Άνω λουτρά», «Κάτω λουτρά» (ονομαζόταν τον 18ο αιώνα «Λουτρά των ιπποτών») και τα λουτρά του αρχιτέκτονα Κάμερον, τα οποία βρίσκονται παραπλεύρως του ανακτόρου της Αικατερίνης και τους έμεινε η ονομασία «κρύα λουτρά».
Στο άλλο ανακτορικό προάστιο της Αγ. Πετρούπολης, το Πετροντβορέτς, στην έκταση του Κάτω πάρκου (Nizhniy park), βρίσκεται το θερινό ανάκτορο Μονπλεζίρ, στην ανατολική πτέρυγα του οποίου γειτνιάζει ο τομέας που ονομάζεται του «Μπάνιου» (Bánnyi).
Τα λουτρά της Βόρειας πρωτεύουσας
Από την αρχή της ίδρυσης της Αγ. Πετρούπολης προέκυψε το θέμα της κατασκευής λουτρών. Τα πρώτα από αυτά άρχισαν να φτιάχνονται στις ακτές των πολυάριθμων ποταμών της πόλης του Νέβα με δημόσια δαπάνη. Το 1720 μόνο, στις όχθες του Μόικα, είχαν εμφανιστεί ήδη πάνω από 30. Αργότερα, λουτρά άρχισαν να ανοίγουν και σε κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας του Βορρά. Ευκατάστατος κόσμος έφτιαχνε λουτρά δίπλα από τα σπίτια του, αρχικά ξύλινα και αργότερα πέτρινα, χρησιμοποιώντας τις υπηρεσίες γνωστών αρχιτεκτόνων. Για παράδειγμα, με τον σχεδιασμό και την κατασκευή λουτρών είχε ενασχοληθεί ο Ντομίνικο Τρεζίνι, ο πρώτος αρχιτέκτονας της Αγ. Πετρούπολης. Ακόμη, ο Σάβα Τσεβακίνσκι, λαμπρός εκπρόσωπος του ρωσικού μπαρόκ, ο Φραντσέσκο Ραστρέλι, ακαδημαϊκός και βασικός αρχιτέκτονας των αυτοκρατειρών Άννα Ιοάνοβνα και Ελιζαβέτα Πετρόβνα, ο Τσαρλς Κάμερον, σκωτσέζος αρχιτέκτονας τον οποίο προσκάλεσε προσωπικά στη Ρωσία η Μεγάλη Αικατερίνη, και πολλοί άλλοι.
Τον 18ο αιώνα εμφανίστηκαν στην πόλη ιαματικά λουτρά, στα οποία γινόταν μασάζ, αφαίμαξη, θεραπεία με βδέλλες, κλύσματα και σάουνα με εκχυλίσματα διαφόρων βοτάνων. Εργάζονταν στα λουτρά συνοδοί, υπάλληλοι και άλλοι εργάτες. Επίσης, στα λουτρά προσφέρονταν μπίρα, κβας, σαπούνι, μπουρνούζια και ωμά αυγά για εκείνους που τα χρησιμοποιούσαν για λούσιμο. Σε περίπτωση κλοπής ρούχων σε δημόσια λουτρά, το θύμα λάμβανε αποζημίωση.
Λουτρά του Πετερχόφ
Σχετικά πρόσφατα στο Πετερχόφ άνοιξε ένα μουσείο, το οποίο παρουσιάζει στον επισκέπτη τις συνήθειες των τσάρων, των ευγενών και της αριστοκρατίας όταν επισκέπτονταν τα λουτρά, στα μέσα του 18ου αιώνα.
Η πτέρυγα, ύψους ενός ορόφου, από κόκκινα τούβλα, ανεγέρθηκε το 1866 σύμφωνα με το σχέδιο του αρχιτέκτονα Εντουάρντ Γκαν, γνωστού για τις δημιουργίες του στα συγκροτήματα των πάρκων στο νότιο τμήμα του Φιλανδικού κόλπου. Το πρώτο τμήμα του συγκροτήματος καταλαμβάνουν οι χώροι τους οποίους χρησιμοποιούσε η σύζυγος του αυτοκράτορα Αλέξανδρου Β΄, Μαρία Αλεξάντροβνα. Το δεύτερο τμήμα του μουσείου είναι τα λουτρά για τους κυρίους και τις κυρίες της υψηλής κοινωνίας. Το 1800, βάσει του σχεδίου του Τζάκομο Κβαρένγκι, τα λουτρά διαμορφώθηκαν με κατάλληλο τρόπο για την ασθενή υγεία της αυτοκράτειρας Μαρία Φιόντοροβνα, συζύγου του Παύλου Α΄. Τον 19ο αιώνα μετατράπηκαν σε λουτρά για την αριστοκρατική τάξη. Σήμερα μπορεί κανείς να παρατηρήσει τους τρεις χώρους, δηλαδή το δωμάτιο ανάπαυσης, αυτό του ατμόλουτρου και εκείνο με την πισίνα. Το πρώτο από αυτά, εκτός από τον βασικό προορισμό του, αποτελούσε και χώρο για διάφορες θεραπευτικές -σύμφωνα με τα όσα ίσχυαν εκείνη την εποχή- διαδικασίες, για παράδειγμα αφαιμάξεις (μαχαίρι και δίσκο που χρησιμοποιούνταν τότε γι’ αυτή τη διαδικασία μπορεί κανείς να δει στην έκθεση του μουσείου).
Αυτοκρατορικά και αριστοκρατικά λουτρά του Τσάρσκοε Σελό
Η Αικατερίνη Β΄ (η Μεγάλη), παρότι ήταν Γερμανίδα στην καταγωγή, το ρωσικό «μπάνιο» της άρεσε πολύ. Σύμφωνα με μαρτυρίες των σύγχρονων, η αυτοκράτειρα προτιμούσε να κάνει τα ατμόλουτρά της με πρόσωπα του στενού της κύκλου και ευνομούμενούς της, ενώ επίσης της άρεσε στο μέρος αυτό να πίνει και να τρώει κάτι.
Η ιστορία του Τσάρσκοε Σιλό ξεκινά το 1717, όταν σε απόσταση 25 περίπου χιλιομέτρων από την Αγ. Πετρούπολη άρχισε η κατασκευή των «πέτρινων παλατιών» για την Αικατερίνη Α΄. Το πρώτο από αυτά ήταν ένα σχετικά μικρό διώροφο κτίριο. Για λόγους υγιεινής, ταυτόχρονα με το παλάτι κατασκευάζονταν λουτρά για την τσαρική οικογένεια και ξεχωριστά για τις κυρίες και τους κυρίους των ανακτόρων. Το 1779, στη θέση των παλιών ξύλινων λουτρών φτιάχτηκαν από τον αρχιτέκτονα Ιλιά Νεελόφ στο στυλ του πρώιμου κλασικισμού νέοι, πέτρινοι χώροι. Για τη Μεγάλη Αικατερίνη στην όχθη της λίμνης Ζερκάλνι εμφανίστηκαν τα «Άνω λουτρά» (Vérhnya Vánna), όπου η αυτοκράτειρα της Ρωσίας μπορούσε όχι μόνο να κάνει ατμόλουτρο, αλλά να παίρνει και το μπάνιο της. Να σημειωθεί ότι η λέξη «Vánna» (που στη ρωσική σημαίνει «μπάνιο, λουτρό» και προήλθε από τη γερμανική Wanne), εισήλθε στην καθημερινή ρωσική γλώσσα την περίοδο της βασιλείας της Αικατερίνης Β΄.
Τα «Κάτω λουτρά» (Nizhnaya Vánna), φτιάχτηκαν το 1779 από τον Νεελόφ, ο οποίος τότε κατείχε τον τίτλο του γενικού αρχιτέκτονα του Γραφείου κατασκευών στο Τσάρσκοε Σιλό. Εκτός από αυτά τα κτίσματα, ο Νεελόφ σχεδίασε και κατασκεύασε στο Τσάρσκοε Σιλό το Κινεζικό θέατρο και τον στάβλο στην οδό Σαντόβαγια, τη βοηθητική πτέρυγα του Μεγάλου ανακτόρου (Bolshói Dvoréts) όπου αργότερα λειτούργησε ως λύκειο, καθώς και άλλα κτίρια.
Δυο λόγια για τα εσώρουχα
Ο πρώτος χώρος των Κάτω ανακτορικών λουτρών είναι ο προθάλαμος, και μετά ακολουθεί το βεστιάριο. Πριν πάμε παρακάτω, είναι σκόπιμο να θυμηθούμε την ιστορία των εσωρούχων την εποχή από τα τέλη του 18ου ως τις αρχές του 20ου αιώνα, η οποία απεικονίζεται στην έκθεση του μουσείου. Διευκρινίζοντας καταρχήν ότι οι δυο μαζί ρωσικές λέξεις «Nizhne belió» σημαίνουν «το από κάτω ρούχο» δηλαδή το εσώρουχο, να πούμε ότι η λέξη «belió» προέρχεται από τη λέξη «bélyi» (άσπρο), και πολύ παλιά σήμαινε τα «ασπρόρουχα», το άσπρο ύφασμα.
Με τη σημερινή του σημασία «το από κάτω ρούχο» άρχισε να χρησιμοποιείται από το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα. Βασικοί τύποι και των αντρικών, και των γυναικείων εσωρούχων ήταν τότε τα μακριά πουκάμισα/νυχτικιές: Πάνινα και λινά για τον απλό κόσμο, βαμβακερά και μεταξωτά, διακοσμημένα με δαντέλες ή κορδέλες για την ανώτερη τάξη. Εκείνα τα χρόνια θεωρούταν ότι η κυρία της ανώτερης κοινωνίας πρέπει να φορά μόνο λευκό εσώρουχο. Όσον αφορά τους κυρίους, τα δικά τους εσώρουχα/φανέλες, ήταν πολύ πιο απλά και περιορίζονταν σε μακριές πουκαμίσες είτε σε πιο κοντή μπλούζα και καλσόν, από λεπτό ύφασμα.
Μετά το βεστιάριο οι κυρίες και οι κύριοι πήγαιναν στο χαμάμ ή έπαιρναν το μπάνιο τους.
Οι τοίχοι μέσα στο χώρο του ατμόλουτρου ήταν επικαλυμμένοι από ξύλο φλαμουριάς. Από φλαμουριά επίσης ήταν φτιαγμένα και όλα τα σκεύη, δηλαδή οι λεκάνες, σκάφες, κουβάδες. Τα δεμάτια από κλαδιά που έτριβαν και χτυπούσαν το δέρμα για να ανοίξουν οι πόροι, ήταν από φύλλα σημύδας, πεύκου, και έλατου. Για τη δημιουργία ατμού στα καλύτερα λουτρά δεν χρησιμοποιούσαν πέτρινους φούρνους, αλλά από μαντέμι, οι οποίοι κρατούσαν περισσότερο τη θερμότητα και δεν ράγιζαν.
Τα λουτρά του Κάμερον
Στις αρχές της δεκαετίας του 1770 η Μεγάλη Αικατερίνη συνέλαβε την ιδέα να αναδημιουργήσει την ατμόσφαιρα της Αρχαίας Ρώμης σε μια από τις αγαπημένες της θερινές κατοικίες, το Τσάρσκοε Σιλό. Ύστερα από 10 χρόνια η ιδέα αυτή είχε λάβει σάρκα και οστά στο εξαιρετικό αρχιτεκτονικό συγκρότημα του Τσαρλς Κάμερον, ο οποίος δημιούργησε πολυτελή ρωμαϊκά λουτρά χρησιμοποιώντας ως βάση της έμπνευσής του τα λουτρά του αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνου, εκείνου του Ρωμαίου αυτοκράτορα ο οποίος κατέστησε τον χριστιανισμό κυρίαρχη θρησκεία στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Ο τόπος κατασκευής του νέου συγκροτήματος ορίστηκε δίπλα από τα ιδιωτικά διαμερίσματα της αυτοκράτειρας και την πτέρυγα στην οποία διέμενε ο τελευταίος ευνοούμενος της 60χρονης Αικατερίνης, κόμης Πλάτων Αλεξάντροβιτς Ζουμπόφ, ο οποίος ήταν 22 ετών. Το συγκρότημα του Κάμερον αποτελείται από αρκετά κτίρια. Το δωμάτιο για τα ατμόλουτρα, τα δωμάτια από αχάτη του δευτέρου ορόφου, την υπέροχη στοά σε αρχαίο ελληνικό/ρωμαϊκό στυλ, την οποία εμπνεύστηκε η αυτοκράτειρα για βόλτες και φιλοσοφικές συζητήσεις, και τον κρεμαστό κήπο, ο οποίος συνδέεται με τα πάνω δωμάτια. Τη σύνθεση ολοκληρώνει μια ράμπα, η οποία δίνει τη δυνατότητα της καθόδου από το δεύτερο όροφο στο πάρκο της Αικατερίνης.
Σύμφωνα με τους ρωμαϊκούς κανόνες, τα λουτρά του Κάμερον διέθεταν χώρο για αλλαγή ρούχων, αποθήκευση των ελαίων, αίθουσα ασκήσεων, πισίνα με ζεστό νερό, άλλη με κρύο, αίθουσα για ατμόλουτρο. Η διακόσμηση που επέλεξε ο αρχιτέκτονας περιλάμβανε ανάγλυφα, ζωγραφική, μάρμαρο, τη βαθυκόκκινη πέτρα ίασπη και γλυπτά.