Τις νύχτες στα όνειρά μου έχω περίεργους επισκέπτες… – «Γ@@μῆστε τους»!!! (ΒΙΝΤΕΟ)

Κοινοποίηση:
oneiro-karaiskakis

Τις νύκτες στα όνειρα μου έχω περίεργους επισκέπτες. Πολύ περίεργους.

Την πρώτη νύκτα έφθασε ὁ Προμηθεύς. Τον γνώρισα ἀπὸ τὰ αἷματα ποὺ έσταζαν ἀπὸ τὸ συκώτι του. Μὲ κύτταξε ἴσια στὰ μάτια καὶ μοῦ έπιασε τὸ χέρι. Τὸ κράτησε σφικτά καὶ κάτι ψιθύρισε, ποὺ ὅμως δὲν ἄκουσα. Χαμογελοῦσε διαρκῶς. Ἔδειχνε εὐτυχισμένος ποὺ ἦταν ἐκεῖ μαζί μου. Τοῦ έδειξα τὸν βρᾶχο γιὰ νὰ κάτσῃ ἀλλὰ δὲν ἤθελε. (Ξέχασα νὰ σᾶς πῶ ὅτι στὰ ὄνειρά μου έχω έναν μεγάλο βράχο, σὰν θρόνο, ποὺ ἐκεῖ κάθομαι κι ἀγναντεύω. Ὅλοι οἱ καλοὶ χωροῦν νὰ κάτσουν πλάι μου.) Κάποιαν στιγμή, πάντα χαμογελαστός, ξεκίνησε να φύγω. Ὅπως τράβηξε τὸ χέρι του απεκάλυψαν μίαν μικρὴ φωτεινὴ σφαίρα μέσα στὸ δικό μου.

Λίγες νύκτες ἀργότερα ἔφθασε ὁ Ἡρακλῆς! Στὴν ἀρχὴ τρόμαξα. Ἀλλὰ ὅταν τὸν γνώρισα μαλάκωσα. Ἔκατσε πλάι μου!Δὲν εἶπε πολλά! Μόνον γιὰ τὸ σταυροδρόμι του μίλησε. Ὅταν σηκώθηκε γιὰ νὰ φύγῃ μοῦ ἄφησε τὴν λεοντή του. Ξαφνιάστηκα. Χαμογέλασε κι ἔφυγε. Ἀπὸ μακριά τὸν ἄκουσα νὰ φωνάζῃ: «θὰ σοῦ δίδῃ δύναμι λέοντος»… Καὶ χάθηκε!

Δύο νύκτες ἀργότερα κατέφθασε ὁ Θησεύς! Κι αὐτὸς δὲν εἶπε πολλά. Ἔκατσε τὴν περισσότερη ὥρα καὶ δὲν μίλαγε. Μοῦ διηγήθηκε ὅμως τοὺς ἄθλους του καὶ ἰδίως τὴν περιπέτειά του στὴν Κρήτη μὲ τὸν Μινώταυρο. Μοῦ χάρισε τὰ σανδάλια του, αὐτὰ τοῦ Αἰγαίως. Καὶ μετὰ χάθηκε κι αὐτός! Ἀπὸ μακριὰ μοῦ φώναξε «νὰ θυμηθῇς νὰ ἀλλάξῃς τὰ πανιά!» Δὲν κατάλαβα ὅμως τί ἒννοοῦσε.

Μετὰ κατέφθασε ὁ Μιλτιάδης. Μαγικός! Κι αὐτὸς δὲν εἶπε πολλά, παρὰ μόνον αὐτό: «ἐὰν μίαν φορὰ νενικήκαμεν, πάντα μποροῦμε νὰ νικοῦμε!» Ξεκίνησα νὰ ἀρθρώσῳ ἐρωτήσεις μὰ εἶχε ἤδη χαθεῖ. Στὴν θέσι του βρῆκα μόνον μία ἀστραφτερὴ πανοπλία, ἐκείνην ποὺ φόραγε ὅταν ἔφθασε, μαζί μὲ ἕνα μικρὸ ἐγχειρίδιο. Πολὺ μικρό, σχεδὸν σὰν σουγιά.

Τὴν ἐπομένη ἦλθε ὁ Λεωνίδας. Κουβέντα δὲν τοῦ πῆρα. Οὔτε καλοεῖδα τὸ προσωπό του. Ὅταν σηκώθηκε νὰ φύγῃ μόνον μίλησε: «κρατῶ ἀκόμη στὶς Θερμοπῦλες. Δυνάμωσε!» Καὶ ὕστερα χάθηκε. Πρὶν χαθῇ μοῦ ἄφησε μίαν ἀσπίδα. Ἦταν ἀσήκωτη ἀλλὰ σὲ ἔπειθε πὼς μποροῦσε νὰ προστατεύσῃ ἕναν πολεμιστή.

Λίγες νύκτες ἀργότερα κατέφθασε ὁ Θεμιστοκλῆς. Δὲν ἦταν ἰδιαιτέρως ὑψηλός, ἀλλὰ ἦταν πανέμορφος μέσα στὴν ἀστραφτερή του πανοπλία. Καμάρωνα ποὺ τὸν εἶχα δίπλα μου. Ἄρχισε νὰ μοῦ μιλᾶ γιὰ τὴν Ἀθήνα. Γιὰ τὰ «κόλπα» του πρὸ κειμένου νὰ μπορέσῃ νὰ πείσῃ τοὺς συμπατριῶτες του νὰ τὸν ἀκολουθήσουν. Μαγεύτηκα! Ἀρκετὴν ὥρα ἀργότερα σηκώθηκε καὶ μοῦ εἶπε πὼς πρέπει νὰ πάῃ νὰ κερδίσῃ μίαν ναυμαχία. Χαμογέλασα. Πρὶν φύγῃ ὅμως, ἔβγαλε τὴν περικεφαλαία του καὶ τὴν ἄφησε πλάι μου. Ἔτσι ὅπως ἦταν ἀστραφτερὴ μὲ θάμπωσε!

Κάθε νύκτα ἕνας πρόγονος ἀφήνει τὴν ἡσυχία του καὶ μοῦ ἔρχεται γιὰ παρέα. Κάθε πρωΐ εὕρισκα δίπλα μου τὸ δῶρο ποὺ μοῦ ἄφησε. Ἔχω γεμίσει τὴν ζωή μου μὲ τὰ δῶρα τους. Ἀλλὰ δὲν τελείωσαν ἐκεῖ οἱ ἐπισκέψεις…..

Πρὸ μερικῶν ἑβδομάδων μοῦ ἦλθε ὁ Νικηταρᾶς. Θολὸ τὸ βλέμμα του, λίγο δακρυσμένο, κρατοῦσε κι ἕνα ῥαβδί θεόστραβο, ἔκατσε πλάι μου, μοῦ κράτησε γιὰ λίγο τὸ χέρι, κούνησε τὸ κεφάλι σκεπτικός… Ξάφνου, βγάζει τὴν Νικηταραίικη σπάθα καὶ μοῦ τῆν ἀκουμπᾶ στὰ πόδια. «Πᾶρε», μοῦ λέει. «Κόβει Περσιάνους αὐτὴ ἡ σπάθα… Κόβει καλά!» Μετὰ ἀπὸ λίγο χάθηκε… Μὰ σὰν ἀπὸ μακριὰ νὰ ἄκουσα τὴν φωνή του λίγο ἀργότερα…. «καὶ τοὺς Μαυροκορδάτους κόβει ἡ σπάθα»…. Ξύπνησα καὶ βρῆκα μίαν σπάθα στὰ πόδια τοῦ κρεββατιοῦ μου.

Λίγες νύκτες ἀργότερα, κατέφθασε ὁ Γέρος. Αὐτὸς δὲν ἦταν μόνος του! Εἶχε μαζί του πολλούς. Μαζί του κι ὁ Πλαπούτας καὶ δεκάδες παλληκάρια. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἔκατσαν παράμερα, ὁ Γέρος πλάι μου κι ὁ Πλαπούτας ὀρθός δίπλα του. Κι αὐτοὶ δὲν μιλοῦσαν. Κάποιαν στιγμή ὁ Γέρος μοῦ χάιδεψε τὰ μαλλιά. Τρυφερὸ τὸ χάδι του, ἂν καὶ τὸ χέρι ἀγριεμένο. Τὴν ὥρα ποὺ κίνησε νὰ φύγῃ, βγάζει ἀπὸ τὸ σελάχι του δύο κουμπούρια καὶ τὰ ἀκουμπᾶ ἐκεῖ ποὺ καθόταν. «Αὐτὰ σκοτώνουν τοὺς μουχαμέτηδες» μοῦ εἶπε. Τὸν κύτταξα παραξενεμένη. Εἶχα ἤδη μίαν σπάθα, μίαν λεοντή, μίαν πανοπλία, μίαν ἀσπίδα, ἕνα ἐγχειρίδιο, μίαν περικεφαλαία, κάτι πέδιλα καὶ μίαν φωτεινὴ σφαίρα… Τί νὰ τὰ κάνω καὶ τὰ κουμπούρια; Τότε μίλησε ὁ Πλαπούτας: «Οὕλους τοὺς βασιλεῖς, τοὺς ἀντιβασιλεῖς καὶ τοὺς παρατρεχαμένους τους νὰ τοὺς πετάξετε ὄξω! Κανέναν μήν ἀφήκετε! Κανέναν!! Οὔλους ὄξω!!!» Τότε πῆρε τὸν λόγο ὀ Γέρος: «Φωτιὰ καὶ τσεκούρι σὲ Νενέκους, προσκυνημένους καὶ πουλημένους! Μὴ ἀφήκετε τίποτα ὄρθιο! Μὲ τὸ αἷμα τους θὰ ξεπλύνουν τὸ αἷμα κάθε ἀθώου! Καὶ μὴν σὲ νοιάζῃ ἡ φυλακή σου. Ἡ δική μου ἦταν μικρότερη καὶ μίκραινε πιὸ γρήγορα ἀπὸ τὴν δική σου. Ἀλλὰ δὲν ἤξερα τὸν τρόπο νὰ μεγαλώσω καὶ νὰ τὴν σπάσω. Ἐσὺ θὰ τὸν μάθῃς!» Μόλις λίγο ἀπεμακρύνθησαν, στρέφει ὁ Γέρος καὶ μοῦ λέει: «Θὰ τὴν σπάσῃς τὴν φυλακή. Μὴν παρακαλέσῃς κανέναν! Γεννήθηκες ἐλεύθερη!»

Τώρα λοιπόν ποὺ διαρκώς ψηλώνω και δυναμώνω, μὲ τόσα όπλα γύρω ἀπὸ τὸ κρεββάτι μου, μὲ μίαν φυλακή που διαρκώς μικραίνει, μὲ ἕνα σώμα που γιγαντώνεται, νομίζω πώς αρχίζω νὰ καταλαβαίνω κάτι… Τὴν δύναμη μου την δίδουν οἱ επισκέπτες μου. Αφύσικα πράγματα, αλλά αληθινά!

Ξέχασα να σάς πω όμως κάτι.

Τις προ άλλες είχε έλθει ὁ Καραϊσκάκης. Μπαρουτοκαπνισμένος, μαυριδερός και πολύ θυμωμένος. Με κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια, μου χαμογέλασε, μου έκλεισε το μάτι και κίνησε να φύγει. Δεν μου άφησε τίποτα. Ξάφνου σταμάτησε, έστρεψε το κεφάλι λίγο και μου είπε:

«γ@@μῆστε τους»!!!


aetos-apokalypsis.com

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ:

6 Σχόλια

  1. Τα πιο λαχταριστα λογια που εχω ακουσει, ετσι πρεπει να γινει….

    » «Φωτιὰ καὶ τσεκούρι σὲ Νενέκους, προσκυνημένους καὶ πουλημένους! Μὴ ἀφήκετε τίποτα ὄρθιο! Μὲ τὸ αἷμα τους θὰ ξεπλύνουν τὸ αἷμα κάθε ἀθώου!……… «.

    ΑΜΗΝ.

  2. ΤΩΡΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑ ΟΛΟ

    ΜΠΡΑΒΟ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΤΟ ΒΡΗΚΕ

    ΜΠΡΑΒΟ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ

  3. Στην εποχη τοθ 21 ηπηρχαν ελληνες με αρδια τοτε δεν υπηρχε ο φραπες κ το αι παντ αυτα μας φαγανεμολων

  4. ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ,ΑΝ ΖΟΥΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ,ΘΑ ΤΟΥΣ ΕΙΧΑΝ ΓΑΜΗΣΕΙ ΟΛΟΥΣ.Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΘΑ ΗΤΑΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ.ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΝΙΚΑΝΟΙ ΓΙΑ ΤΕΤΟΙΕΣ ΜΑΧΕΣ.ΦΡΑΠΕΣ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ,ΚΑΙ ΣΤΑ ΤΕΤΟΙΑ ΜΑΣ ΟΛΑ.ΚΑΤΣΑΜΕ ΣΤΑ 4.

Comments are closed.