Η εποχική γρίπη δείχνει φέτος το «σκληρό της πρόσωπο» στην Ελλάδα, η οποία καταγράφει τη μεγαλύτερη θετικότητα στα τεστ γρίπης σε ολόκληρη την Ευρώπη, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC). Με θετικότητα που αγγίζει το 56%, η χώρα μας αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, καθώς η γρίπη συνεχίζει να επηρεάζει δραστικά την υγεία των πολιτών, ιδιαίτερα των ευπαθών ομάδων. Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την ανάγκη ενίσχυσης των προληπτικών μέτρων, ενώ θέτουν ερωτήματα για τον ρόλο της εμβολιαστικής κάλυψης και των πιθανών μεταλλάξεων του ιού.
Συγκεκριμένα, η θετικότητα ανέρχεται στο στο 56%, ακολουθούμενη από την Ολλανδία (55,3%) και τη Γερμανία (54,3%), γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει ότι η γρίπη παραμένει σε έξαρση στη χώρα, παρά τη μικρή κάμψη που παρουσιάστηκε κατά την τελευταία εβδομάδα. Σημαντική, μάλιστα είναι η άνοδος της γρίπης τύπου Β, η οποία σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) υπερτερεί έναντι της γρίπης Α.
Μάλιστα, παραμένουν σημαντικές οι επιπτώσεις στην υγεία των πολιτών, κι αυτό αποδεικνύεται και από την αύξηση των εισαγωγών στα νοσοκομεία. Ειδικότερα, από τα στοιχεία προκύπτει πως από τις 24 Φεβρουαρίου έως τις 2 Μαρτίου, 7 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από γρίπη, ενώ 11 ασθενείς χρειάστηκε να νοσηλευτούν σε ΜΕΘ, σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα του ΕΟΔΥ.
Ποιους πλήττει περισσότερο
Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC) επισημαίνει ότι, παρότι η πανδημία του κορωνοϊού έχει αρχίσει να υποχωρεί, η φετινή έξαρση της εποχικής γρίπης παρουσιάζει σοβαρότερες συνέπειες, ιδιαίτερα για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού. Η θνησιμότητα σε άτομα ηλικίας 45 ετών και άνω έχει αυξηθεί αισθητά από τα τέλη του 2024, γεγονός που προκαλεί ανησυχία στους ειδικούς.
Οι επιστήμονες αναρωτιούνται αν η πρωτόγνωρη ένταση της γρίπης φέτος οφείλεται στη μειωμένη εμβολιαστική κάλυψη ή σε νέες μεταλλάξεις του ιού που τον καθιστούν πιο επικίνδυνο. Παράλληλα, υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα του εμβολιασμού, ιδίως για τις ευπαθείς ομάδες, καθώς και τη σημασία της λήψης προληπτικών μέτρων για τον περιορισμό των επιπτώσεων.
Ανατροπή στις ιογενείς λοιμώξεις
Οι επιστήμονες του ECDC παρατηρούν με ενδιαφέρον ότι, παρά την έντονη έξαρση της γρίπης, η διασπορά του κορωνοϊού (SARS-CoV-2) παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, όπου υπήρχαν ταυτόχρονες επιδημίες γρίπης και COVID-19, φέτος δεν σημειώθηκε χειμερινή έξαρση του κορωνοϊού στην Ευρώπη.
Αυτή η εξέλιξη αποδίδεται, σύμφωνα με τους ειδικούς, στη φυσική ανοσία που έχει αποκτηθεί από τον πληθυσμό και στις διαφοροποιήσεις στη συμπεριφορά του ιού. Ταυτόχρονα, αυτή η αλλαγή προσέφερε πολύτιμη ανακούφιση στα συστήματα υγείας, που τα προηγούμενα χρόνια βρέθηκαν υπό μεγάλη πίεση από τη συνύπαρξη γρίπης και COVID-19.
Στην Ελλάδα, η τελευταία επιδημιολογική έκθεση του ΕΟΔΥ αποκαλύπτει μια σύνθετη εικόνα. Ενώ καταγράφεται μείωση της θετικότητας της γρίπης στην κοινότητα, οι εισαγωγές ασθενών με γρίπη στα νοσοκομεία παρουσιάζουν αύξηση. Την περασμένη εβδομάδα, 166 ασθενείς νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ, εκ των οποίων 103 ήταν άνδρες και 63 γυναίκες, με μέση ηλικία τα 67 έτη.
Παράλληλα, παρατηρείται άνοδος της γρίπης τύπου Β. Από τα 86 θετικά δείγματα που απομονώθηκαν την τελευταία εβδομάδα, το 43% αφορούσε τον τύπο Α και το 57% τον τύπο Β, σηματοδοτώντας αλλαγή στην κυριαρχία των τύπων γρίπης. Ωστόσο, τα σοβαρά περιστατικά εξακολουθούν να συνδέονται κυρίως με τη γρίπη τύπου Α, καθώς από τα 166 περιστατικά που νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ, τα 159 σχετίζονται με τον τύπο αυτό.
Τα δεδομένα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη για συνεχή επαγρύπνηση, λήψη προληπτικών μέτρων και ενίσχυση του συστήματος υγείας, καθώς η γρίπη εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική απειλή για τη δημόσια υγεία.