Πληθαίνουν οι φωνές για την έγκαιρη αντιμετώπιση και την αποτελεσματική διαχείριση των κόκκινων δανείων. Το ίδιο συνέβη προσφάτως και με την τελευταία έκθεση της ΤτΕ που αναδεικνύει την αναγκαιότητα άρσης των εμποδίων για να ξεκινήσουν οι διαδικασίες πώλησης τους.
Η καθυστέρηση από την πλευρά των τραπεζών απειλεί το μέλλον όχι μόνο των μεγάλων ομίλων που έχουν ανάγκη διευθέτησης των χρεών τους αλλά και άλλων μικρότερων επαγγελματιών οι οποίοι αγωνιούν για μια λύση «ανάσα».
Στον αντίποδα, οι τραπεζίτες φέρεται να επιρρίπτουν ευθύνες για τις καθυστερήσεις του οικονομικού επιτελείου όσον αφορά την διαμόρφωση του οριστικού πλαισίου. Η εικόνα πάντως που διαμορφώνεται και από γνωστές υποθέσεις (Μαρινόπουλος, Νίκας, Δάβαρης) είναι πως προκρίνεται σε ένα βαθμό η λύση κατά την οποία αναζητείται επενδυτής που θα χρηματοδοτήσει το σχέδιο με παράλληλη στήριξη όμως και του μεγαλομετόχου με δικά του χρήματα το όλο εγχείρημα.
Τα 3 είναι τα βασικά σημεία της εμπλοκής:
1. Η παροχή νομικής κάλυψης σε τραπεζίτες και στελέχη του Δημοσίου για αναδιαρθρώσεις αλλά και πωλήσεις δανείων, καθώς και χρεών προς τις εφορίες
2. Η ενεργοποίηση του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ώστε να ξεκινήσουν οι μαζικές αναδιαρθρώσεις δανείων
3. Η διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών ώστε να μπορεί να γίνουν εκποιήσεις, όχι σε πρώτη κατοικία, αλλά σε περιουσιακά στοιχεία στρατηγικών κακοπληρωτών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις ανέρχονται σε 145,5 δισ. ευρώ και αποτελούν το 60,6% της συνολικής χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών. Ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο επηρεάζεται κυρίως από το υψηλό ποσοστό στην κατηγορία των μικρομεσαίων (59,9%) και των πολύ μικρών επιχειρήσεων (67,2%).