ΕΝΑΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ! Από τις μάχες της Σεβαστούπολης στην Αθήνα: Οι αναμνήσεις ενός βετεράνου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου

Κοινοποίηση:
gfgf

Από την πρώτη γραμμή του μετώπου στη Σεβαστούπολη ως την εξορία της Σιβηρίας και την εκδίωξη από τη Γεωργία, το Sputnik ξετυλίγει την πολύπαθη ιστορία της ζωής ενός βετεράνου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ποιο είναι το μυστικό της μακροζωίας του.

Πριν από λίγες εβδομάδες, ο Ρώσος πρέσβης στην Αθήνα, Αντρέι Μάσλοβ, και ο αμυντικός ακόλουθος της πρεσβείας στην Ελλάδα, στρατηγός Αντρέι Πριχόντκο, τίμησαν τον 97χρονο βετεράνο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, Κωνσταντίνο Κανάκη, με το μετάλλιο για την Άμυνα της Σεβαστούπολης.

Αν και η επέλαση της πανδημίας τον αναγκάζει να μείνει στο σπίτι του, στον Άγιο Δημήτριο Αττικής, η διαύγεια και η δραστηριότητές του, παραπέμπουν σαφέστατα σε μικρότερη ηλικία.

Φανατικός παίκτης του σκακιού, γράφει ποίηση και τραγουδά, ενώ μέχρι πρότινος ήταν και χειμερινός κολυμβητής.

Με τη βοήθεια της κόρης του, Νέλης Κανάκη, και της εγγονής του, Αθηνάς Παπαδοπούλου, ξετυλίγει την Ιστορία του.

Στην άμυνα της ηρωικής Σεβαστούπολης

Τον Σεπτέμβριο του 1941, σε ηλικία 18 ετών, ο Κωνσταντίνος Κανάκης στρατολογήθηκε από τη Στρατιωτική Επιτροπή της Σεβαστούπολης της Κριμαίας και μέχρι τον Μάρτιο του 1942 συμμετείχε στην άμυνα της ηρωικής πόλης Σεβαστούπολης ως μέλος του 136ου Συντάγματος Πεζικού.

Έως τότε ζούσε ειρηνικά με τους γονείς -που είχαν ρίζες από την Κρήτη- και τα αδέρφια του, σε ένα χωριό έξω από τη Σεβαστούπολη. Μεγάλωσε με πολλά άτομα ελληνικής καταγωγής και θυμάται με νοσταλγία τα χρόνια πριν τον πόλεμο, ωστόσο ανακαλεί συνεχώς και την ηρωική αντίσταση στην οποία συμμετείχε.

«Θυμάμαι τα γεγονότα σαν να συνέβησαν χθες. Οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό μας. Ως τότε ζούσαμε μια ήρεμη ζωή, αλλά στη συνέχεια με τους γονείς μου και τα αδέρφια κρυφτήκαμε στο δάσος και ξεκινήσαμε την αντίσταση. Οι βομβαρδισμοί των Γερμανών με τα αεροπλάνα ήταν συνεχείς και η Σοβιετική Ένωση δεν είχε τα μέσα να τους αντιμετωπίσει. Τα απέκτησε στη διάρκεια του πολέμου όταν άρχισαν να δουλεύουν τα εργοστάσια και έφτιαξαν τα οπλικά συστήματα. Οι Γερμανοί σκότωσαν πολλούς, (ήταν) δύσκολα χρόνια. Μετά όμως η Ρωσία δυνάμωσε».

Μαζί με τους υπόλοιπους στρατιώτες έσκαβαν λαγούμια στο έδαφος για να παραμένουν κρυμμένοι όταν αυτό ήταν απαραίτητο.

«Δεν φοβόμουν τους Γερμανούς, αλλά υπήρχε αγωνία για τους ανθρώπους μας. Ήταν μεγάλη η ένταση της μάχης και μέσα σε αυτή μεταφέραμε τους τραυματίες μας. Τα περιμέναμε όλα. Είχαμε μάθει σε λίγο χρόνο να είμαστε έτοιμοι για όλα».

Φυγή στο Κετς, εξορία στη Σιβηρία

Όταν οι Γερμανοί μπήκαν στη Σεβαστούπολη, ήταν από τους επιζώντες και τους διασωθέντες που διέφυγαν στο Κερτς.

«Κόντευαν να μας σκοτώσουν, οι βόμβες έπεφταν ασταμάτητα. Καταφέραμε να φύγουμε όταν έπεσε η νύχτα και οι Γερμανοί δεν έβλεπαν πού να χτυπήσουν».

Το 1944 εκδιώχθηκε στη Σιβηρία λόγω της ελληνικής του καταγωγής και εθνικότητας, όπου και έμεινε φυλακισμένος ως το 1952. Εκτοπίστηκε βίαια, από την Κριμαία στα κάτεργα της Σιβηρίας.

«Ζούσα με την οικογένειά μου. Δεν είχαμε δικαίωμα να βγούμε από τα όρια της εξορίας» περιγράφει.

Η διαβίωση ήταν πολύ δύσκολη, όπως θυμάται, στους -50 βαθμούς Κελσίου ημερησίως και με 200 γραμμάρια ψωμί ο καθένας. Έκοβε ξύλα σχεδόν όλη την ημέρα.

«Έτρωγα 400 γραμμάρια μαζί με αυτά που μου έδινε η μητέρα μου» περιγράφει.

Απελευθέρωση, εγκατάσταση στο Αζερμπαϊτζάν και εκ νέου φυγή λόγω του πολέμου

Μετά από την απελευθέρωσή του, κατάφερε να βρεθεί στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν όπου εργάστηκε σε εργοστάσιο οπλικών συστημάτων. Από εκεί έφτασε στην Τιφλίδα, στη Γεωργία όπου βρισκόταν όλη η οικογένειά του.

«Χρόνια με πείνα και δυσκολίες, εκεί όμως δημιούργησα και τη δική μου οικογένεια. Εγκατασταθήκαμε στο Σοχούμι, ώσπου το 1992 λόγω του πολέμου Γεωργίας-Αμπχαζίας αναγκαστήκαμε να φύγουμε και φτάσαμε στην Ελλάδα».

Αν και η Σοβιετική Ένωση δεν αναγνώρισε την προσφορά του, έχει τιμηθεί με αρκετά μετάλλια ανδρείας από τη σύγχρονη Ρωσία.

Μετά τον πόλεμο και τη δική του απελευθέρωση, συνέχισε τις ηρωικές του πράξεις, αφού μεταξύ άλλων βούτηξε σε ένα ποτάμι ώστε να σώσει έναν μεθυσμένο.

Το παράπονο από την ελληνική Πολιτεία

Το παράπονο της οικογενείας είναι ένα: Πρόκειται για Έλληνα πολίτη, που πληρώνει κανονικά τους φόρους του στο ελληνικό κράτος, όμως χωρίς ασφάλιση και σύνταξη.

«Η Ρωσία του έχει σταθεί πολύ, η Ελλάδα όμως τον ξέχασε» μας λέει η οικογένειά του.

Παρόλ’ αυτά, ο Κωνσταντίνος Κανάκης αγαπάει την πατρίδα του και όταν αποχωρήσει από τα εγκόσμια, επιθυμεί να ταφεί στην Κρήτη.

Τέλος, αποκάλυψε το μυστικό της μακροζωίας του:

«Να είσαι χαρούμενος άνθρωπος, να γελάς και να τραγουδάς αν θες να ζήσεις πολλά και όμορφα χρόνια» συμβουλεύει ο βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Πηγή: sputniknews.gr

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: