Στην ιστορία έμεινε ως το «καλλιτεχνικό έγκλημα του αιώνα», όπως ο ίδιος ο Φιλίπ Πετίτ ήθελε να το λέει, «μια θεατρική πράξη στον ουρανό», επίσης σύμφωνα με τον ίδιο. Για οποιονδήποτε άλλο ήταν πάνω απ’ όλα μια πράξη ασύλληπτου ρίσκου, κόντρα στα όρια της λογικής. Εχουν περάσει 41 χρόνια από εκείνο το πρωί που ο Γάλλος σχοινοβάτης διέσχισε περπατώντας πάνω σε ένα τεντωμένο σύρμα την απόσταση των 61 μέτρων που χώριζε τους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης, χωρίς να μεσολαβεί τίποτε ανάμεσα στον ίδιο και τους έκπληκτους περαστικούς που έβλεπαν τη φιγούρα του να μετεωρίζεται 417 μέτρα πάνω από το κεφάλι τους.
Ηταν μια «Βόλτα στο κενό», όπως αποδίδεται στα Ελληνικά ο τίτλος της ταινίας «The Walk» του Ρόμπερτ Ζεμέκις (βλ. «Φόρεστ Γκαμπ», «Ναυαγός» κ.ά.), που κάνει πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες στις 8 Οκτωβρίου, φέρνοντας ξανά στην επικαιρότητα τη σπάνια περίπτωση ενός εκκεντρικού ανθρώπου που επέλεξε να ζήσει στα άκρα.Ισως βέβαια να μην είχε συμβεί τίποτε από όλα αυτά αν ένα απόγευμα του 1968, στο Παρίσι, ο 17χρονος τότε Φιλίπ δεν ένιωθε μια ενόχληση στο… δόντι του. Επισκέφτηκε εσπευσμένα ένα οδοντιατρείο και, καθώς περίμενε στον προθάλαμο, έπεσε στα χέρια του ένα περιοδικό με τη φωτογραφία της μακέτας των υπό κατασκευή, τότε, Δίδυμων Πύργων. Σχεδόν αντανακλαστικά έπιασε ένα μολύβι και ένωσε τις κορυφές τους με μια γραμμούλα, συνειδητοποιώντας ξαφνικά ποιος θα έπρεπε να είναι στο εξής ο στόχος της ζωής του. Είχε μόλις αρχίσει να πειραματίζεται στη σχοινοβασία, ως συνέχεια της απόφασής του να εγκαταλείψει το σπίτι του και να ζήσει ως πλανόδιος ζογκλέρ στους δρόμους της γαλλικής πρωτεύουσας.
«Οι Δίδυμοι Πύργοι ήταν σχεδόν σαν… άνθρωποι για μένα, ήμουν ερωτευμένος μαζί τους!» είπε πολλά χρόνια αργότερα στους New York Times. Το να περπατήσει ανάμεσά τους έγινε η εμμονή του.
Ζώντας κυρίως με δανεικά, ο νεαρός Πετίτ προπονούνταν εντατικά στη γαλλική ύπαιθρο, πάνω σε αυτοσχέδιες κατασκευές που κατά κάποιον τρόπο παρέπεμπαν σε ό,τι θα συναντούσε στην κορυφή του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. Ως μέρος της προπόνησής του πραγματοποίησε και δύο άλλες «βόλτες», ίσως όχι εξίσου εντυπωσιακές, αλλά που θα είχαν το ίδιο τραγικό τέλος αν έχανε έστω και ελάχιστα το βηματισμό του: το 1971 διέσχισε την απόσταση ανάμεσα στους δύο πύργους της Παναγίας των Παρισίων και το 1973 περπάτησε ανάμεσα στους πυλώνες της γέφυρας του Σίδνεϊ – σε ύψος 60 και 90 μέτρων, αντίστοιχα.
Και τις δύο φορές -όπως γνώριζε εκ των προτέρων ότι θα συμβεί- συνελήφθη. Αλλά αυτό δεν σήμαινε τίποτα για εκείνον. Ο βασικός του στόχος παρέμενε ο ίδιος, αν και ήξερε ότι για να τον πετύχει θα έπρεπε να σκηνοθετήσει το τέλειο «έγκλημα».
45 λεπτά στο κενό!
Ταξίδεψε πολλές φορές στη Νέα Υόρκη, θέλοντας να δει τους Πύργους πριν ανοίξουν για το κοινό – αυτό έγινε το 1973. Εξασφάλισε μια πλαστή ταυτότητα και για ένα διάστημα μπαινόβγαινε στη γιγάντια οικοδομή ντυμένος εργάτης, ενώ κάποια στιγμή κατάφερε να φτάσει μέχρι την κορυφή και να τραβήξει φωτογραφίες παριστάνοντας τον απεσταλμένο ενός γαλλικού περιοδικού.
Υπήρξαν νύχτες που έμεινε κρυμμένος σε κάποια γωνιά, καταγράφοντας τη ρουτίνα του προσωπικού ασφαλείας και μελετώντας τις λεπτομέρειες της αρχιτεκτονικής των κτιρίων. Το βράδυ της 6ης Αυγούστου του 1974 ξεγέλασε την ασφάλεια και ανέβηκε μέχρι την ταράτσα του νότιου Πύργου. Το ίδιο έκαναν οι συνεργάτες του στον βόρειο, οι οποίοι πέταξαν την άκρη του σύρματος με ένα βέλος – είχε προηγηθεί, φυσικά, πολύμηνη προπόνηση στην τοξοβολία. Τις πρώτες πρωινές ώρες το μόνο που είχε μείνει ήταν το πρώτο βήμα.
«Σκέφτηκα ότι ίσως αυτό να ήταν το τέλος της ζωής μου», εξομολογήθηκε ο Πετίτ στο «Man on Wire», το βραβευμένο με Οσκαρ ντοκιμαντέρ του Τζέιμς Μαρς. Ο 24χρονος Γάλλος, όμως, δεν δίστασε. Διέσχισε την απόσταση οκτώ φορές, ακροβατώντας πάνω στο σύρμα για 45 ολόκληρα λεπτά, έκανε κάποιες φιγούρες και στο τέλος υποκλίθηκε στο μαζεμένο πλήθος. Οπως δήλωσε πολλά χρόνια αργότερα στη New York Post, εκείνη τη στιγμή αγνόησε τον βασικότερο κανόνα της σχοινοβασίας κοιτώντας κάτω, στο κενό: «Αυτό που είδα αποτυπώθηκε στη μνήμη μου και δεν θα σβηστεί ποτέ».
Συνελήφθη αμέσως μόλις ακούμπησε τα πόδια του σε στέρεο έδαφος, αλλά ο εισαγγελέας της Νέας Υόρκης απέσυρε όλες τις κατηγορίες με αντάλλαγμα μερικές δωρεάν παραστάσεις για παιδιά στο Σέντραλ Παρκ!
Εκείνα τα 45 λεπτά τον μετέτρεψαν από περιθωριακό καλλιτέχνη του δρόμου σε αντισυμβατικό ήρωα. Στην πατρίδα του, ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ τον κάλεσε στο πλαίσιο του εορτασμού των 200 ετών από τη Γαλλική Επανάσταση να περπατήσει σε ένα κεκλιμένο σχοινί 700 μέτρων που θα κατέληγε στο δεύτερο επίπεδο του Πύργου του Αϊφελ. Το έκανε μπροστά σε 250.000 θεατές.
Ο Πετίτ έγινε διάσημος, αλλά όχι (ιδιαίτερα) πλούσιος. Αρνήθηκε κάθε πρόταση για να διαφημίσει διάφορα προϊόντα – τα Burger King τού προσέφεραν 100.000 δολάρια για να περπατήσει σε ένα σχοινί στο Μανχάταν στα εγκαίνια ενός καταστήματος. Ενιωθε ότι, αν δεχόταν, δεν θα ήταν πια ο εαυτός του. Προτιμούσε να βγάζει χρήματα από τις -όχι συχνές, αλλά αρκετά επικερδείς- παραστάσεις του και να τα ξοδεύει κυρίως σε ακριβά κρασιά.
Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στους Δίδυμους Πύργους τού προκάλεσαν μεγάλο πόνο. Στον επίλογο της αυτοβιογραφίας του «To Reach The Clouds» υποσχέθηκε πως, αν χτίζονταν ξανά, θα επαναλάμβανε τη «βόλτα» του 1974. Σε μια ομιλία του είπε ότι βλέποντάς τους να καταρρέουν ένιωσε σαν να έχανε τα δίδυμα παιδιά του. Δεν ήταν μια δήλωση εκ του ασφαλούς.
Ο Πετίτ είχε χάσει το 1992 την 9χρονη κόρη του από εγκεφαλική αιμορραγία. Πέρασε μια περίοδο θλίψης και εσωστρέφειας. Συνήλθε επειδή έπρεπε, επειδή δεν γινόταν αλλιώς, επειδή λάτρευε και ακόμα λατρεύει τη ζωή με όλη του τη δύναμη. Με τον μοναδικό του τρόπο, φυσικά: στα άκρα, σχεδόν φλερτάροντας με το θάνατο.
Σήμερα είναι 66 χρόνων. «Αρνούμαι να μεγαλώσω», εξομολογήθηκε στην Telegraph, «το μυαλό μου τρέχει στο επόμενο πρότζεκτ». Ωστόσο οι επικίνδυνες ακροβασίες έχουν αραιώσει και ο Πετίτ εμφανίζεται συνήθως ως ομιλητής σε εκδηλώσεις ή ως συγγραφέας βιβλίων περί δημιουργικότητας, ιδεών, τόλμης. Οταν τον πλησίασε ο Ζεμέκις για να εξασφαλίσει την έγκρισή του για την ταινία «Βόλτα στο κενό», θέλησε να είναι ο ίδιος πρωταγωνιστής, ελπίζοντας ότι θα βρεθεί ο τρόπος να τον κάνουν να φαίνεται νέος. Τελικά πείστηκε να εμπιστευτεί κάποιον ηθοποιό και πλέον δηλώνει ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα.
Ο εκλεκτός για το ρόλο ήταν ο Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ, ο οποίος μάλιστα επισκέφτηκε τον Πετίτ για να τον γνωρίσει και να κάνει λίγα μαθήματα σχοινοβασίας, αν και στις πιο απαιτητικές σκηνές, όπως ήταν λογικό, τον ντουμπλάρει ένας επαγγελματίας ακροβάτης.
Ο Αμερικανός ηθοποιός είπε στους New York Times ότι τα κατορθώματα του Πετίτ «σε βγάζουν από την πορεία σου, προκαλούν θαυμασμό, επιταχύνουν τους χτύπους της καρδιάς και σε κάνουν να σκεφτείς ότι, Θεέ μου, αυτό είναι υπέροχο»!
Oι Philippe Petit και Alain Robert (O Γάλλος Spiderman) δέν υπάρχουν..